Κάθε δράση
που αποβλέπει στην άνοδο στην εξουσία, ο τρόπος άσκησης της εξουσίας και η
προσπάθεια για επηρεασμό του τρόπου αυτού από την αντιπολίτευση καλούνται
πολιτική. Στον Επιτάφειο του Περικλέους η απολιτικότητα καταδικάζεται και ο
πολίτης που δεν συμμετείχε στα κοινά είναι άχρηστος και καταχρηστικά ονομάζεται
πολίτης. Φορείς όμως της πολιτικής δράσης είναι τα πολιτικά κόμματα που
διακρίνονται σε κόμματα αρχών και κόμματα προσώπων, δεν εκφράζουν ολόκληρη την
κοινωνία αλλά ένα κομμάτι αυτής, το καθένα τους ξεκινά από ορισμένη κοινωνική
και πολιτική ιδεολογία αναφερομένη κυρίως στον τρόπο οργάνωσης της οικονομίας,
γι' αυτό και τα ονομάζουμε φιλελεύθερα, σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά κ.ο.κ.
κόμματα, επιδιώκοντας την άνοδό τους στην εξουσία.
Με την πολιτική
δράση και τους πολιτικούς θεσμούς ασχολείται όχι μόνο η Πολιτική Επιστήμη (ή
Πολιτειολογία) αλλά και η Πολιτική Κοινωνιολογία, καθώς και η Πολιτική Φιλοσοφία
με αποτέλεσμα, άλλοι μεν να θεωρούν την πολιτική σαν τέχνη και εξορθολογισμένη
δράση, άλλοι σαν σκόπιμη και ιδιοτελή δράση και άλλοι σαν έκφραση δύναμης. Η
πολιτική όμως σαν σκοπιμότητα και ιδιοτελής δράση περιέχει, αναμφίβολα, μέσα της
και τον δόλο, άρα δεν έχει καμία σχέση με την ηθική. Πολύ περισσότερο δεν έχει
σχέση με την ηθική όταν εκδηλώνεται σαν δύναμη ή όταν χρησιμοποιεί βία και δη
της μορφής του Υπαρκτού Σοσιαλισμού.
Πέραν των ανωτέρω η πολιτική θα πρέπει
να σέβεται την ελευθερία του εκφράζεσθαι, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους
δημοκρατικούς θεσμούς. Θα ήθελα όμως να ρωτήσω έναν - έναν όσους ονειρεύονται να
γίνουν πρωθυπουργοί σ' αυτήν την χώρα, αρχής γενομένης από τον νεαρό Πρόεδρο του
ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, αν πρώτον, το έχουν σκεφθεί καλά και αν δεύτερον, είναι
αρκούντως προετοιμασμένοι με συγκεκριμένο σχέδιο και ακόμα πιο συγκεκριμένη
ομάδα που θα το εκτελέσει. Δεν είναι λίγοι, εν προκειμένω, οι ονειροπόλοι.
Μερικοί νιώθουν αδικημένοι από την Ιστορία, άλλοι θέλουν να πάρουν εκδίκηση για
αδικίες που υπέστησαν οι. γονείς τους, άλλοι είναι απλά ανώριμοι να πιστεύουν
ότι και η πρωθυπουργία θα τους έλθει τόσο εύκολα όσο τους ήλθαν και όλα τα
υπόλοιπα στη ζωή τους. Ελάχιστοι είναι όμως εκείνοι που καταλαβαίνουν πόσο
δύσκολη είναι η δουλειά του πρωθυπουργού σε μια διαλυμένη χώρα, επιβεβαιώνοντας
τοιουτοτρόπως την ιδιαιτερότητα της φυλής μας.
Η άγνοια κινδύνου που
επιδεικνύουν είναι εντυπωσιακή. Αν μη τι άλλο, θα έπρεπε να αντιλαμβάνονται πως,
για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες, μια μεγάλη στραβοτιμονιά στο πηδάλιο της
χώρας μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τον τόπο και τους ίδιους και σε
μια τέτοια περίπτωση είναι δυνατό οι κομματικοί παρατρεχάμενοι που έμοιαζαν
γίγαντες στα κομματικά γραφεία να μοιάζουν νάνοι μόλις αναλάβουν θέσεις
στοιχειώδους ευθύνης. Παρ' όλα αυτά επιμένουν κάποιοι να ασχολούνται μόνο με
επικοινωνιακά παιχνίδια. «Δεν στα είπα αγαπητέ μου, πως θα με στηρίξει η Χ
εφημερίδα και το τάδε κανάλι», «εντάξει μου είπε ο Ψ μεγαλοεπιχειρηματίας ότι θα
με βοηθήσει», «προχώρα μου είπε ο πρόεδρος της Ω συνδικαλιστικής ηγεσίας», είναι
ορισμένα από τα αποφθέγματα που ακούς από δήθεν σοβαρούς ανθρώπους. Και λοιπόν;
Άντε να βοηθήσουν ο Χ, ο Ψ ή ο Ω, μετά ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα μέσα σε
αντίξοες συνθήκες; Τότε ο Χ, ο Ψ και ο Ω θα είναι απέναντι αν δεν του κάνεις τα
χατήρια όπως έχει συμβεί πάντοτε στο παρελθόν.
Για να μην παρεξηγηθούμε. Το
να αγαπά κάποιος τη δόξα, την απόκτηση γοήτρου και φήμης, την ανάγκη συνεισφοράς
υπέρ του κοινωνικού συνόλου, είναι συνυφασμένα με την φύση του ανθρώπου, οπότε
οι φιλοδοξίες όλων είναι θεμιτές. Αυτό που εξοργίζει όμως είναι η επιπολαιότητα
και η αβάσταχτη ελαφρότητα με την οποία προετοιμάζονται όλοι, από πολύ δεξιά ως
πολύ αριστερά. Ένδοια επιτελών, παντελής απουσία σχεδιασμού, μεγάλα λόγια και
τακτικισμοί της πλάκας.
Γι' αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μας φταίμε
και εμείς, βέβαια, πολίτες και μέσα ενημέρωσης. Αποθεώνουμε την επικοινωνιακή
μαεστρία και τον ελαφρολαϊκισμό και καταδικάζουμε «ελαφρά τη καρδία» και κατ'
εξακολούθηση το γκρίζο, το σοβαρό, το μελετημένο στυλ οιουδήποτε άλλου. Φαίνεται
πως σήμερα πουλάει η «μαγκιά» και ο καλός χειρισμός της επικοινωνίας. Έτσι όμως
δεν οδηγούμεθα πουθενά.
Ο νυν Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς θα φύγει από την
εξουσία και ίσως νωρίτερα απ' ότι υπολογίζεται και η Ιστορία θα κρίνει αν «τα
έδωσε όλα» ή όχι και πόσο πέτυχε στην αποστολή του. Σίγουρα έχει δώσει σε αυτόν
τον ρόλο πολλά παραπάνω από αυτά που περίμεναν οι περισσότεροι. Πιστεύω όμως ότι
έχει έλθει η ώρα να είμεθα, ως πολίτες, πιο αυστηροί με όποιον διεκδικεί την
θέση να κυβερνήσει τη χώρα, να μη ψηφίζουμε ως τιμωροί και προ παντώς να μη
«πουλάμε» την ψήφο μας για ένα διορισμό στο Δημόσιο. Να θέτουμε, παντού και
πάντοτε, το ατομικό συμφέρον, κάτω από το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου.
Εμπιστευθήκαμε στο παρελθόν ανθρώπους που δεν είχαν κολλήσει ένα ένσημο και δεν
είχαν νιώσει ποτέ τον κίνδυνο της απόλυσης. Θεωρήσαμε ότι τα φυλλάδια με τα
ωραία γραφήματα και τα «παχιά λόγια» ήταν επαρκή κυβερνητικά σχέδια. Μην την
πατήσουμε ξανά, γιατί τα πράγματα είναι πολύ - πολύ σοβαρά και γιατί κατά τον
Μένανδρον «το δις εξαμαρτείν τ' αυτόν, ουκ ανδρός σοφού» (το να υποπέσει κανείς
δύο φορές στο ίδιο σφάλμα δεν χαρακτηρίζει άνδρα σοφό).
Δυστυχώς η πολιτική
τάξη της Ελλάδας φαίνεται να στερείται το ένστικτο της επιβίωσης που θα το
οδηγούσε σε μια στοιχειώδη συνεννόηση ώστε να διαφύγουμε από την παγίδα της
κρίσης. Οι αδυναμίες και η έλλειψη αυτοπεποίθησης της κυβέρνησης συνασπισμού
(ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), καθώς και η εμμονική άρνηση των αντιπολιτευομένων κομμάτων σε
οποιαδήποτε μεταρρύθμιση, απέδειξαν ότι δεν έχουμε κουλτούρα συνεργασίας και
συμβιβασμού, ότι ο καθένας επιμένει στις δικές του θέσεις και ας είναι
αδιέξοδες, οπότε αναδύεται το ερώτημα: Πώς γίνεται και οι πρωταγωνιστές της
δημόσιας ζωής μας να αδυνατούν να αντικρίσουν την πραγματικότητα, ώστε να
αντιμετωπίσουν μαζί τους άμεσους κινδύνους, θέτοντας την αντιπαράθεσή τους για
λίγο στο περιθώριο;
Για πάνω από τρία χρόνια η πολιτική διαμάχη αφορά το
ψευδοδίλημμα: «Μνημόνιο ή αντι-Μνημόνιο;». Έτσι αποφύγαμε σοβαρή συζήτηση για το
τι σημαίνει η υποστήριξη ή μη των μεταρρυθμίσεων που χρειάζονται ώστε η Ελλάδα
να καταστεί βιώσιμη, για να δούμε ποιοι είναι πράγματι υπέρ της προόδου και
ποιοι επιμένουν να κρατούν τη χώρα στον βάλτο της αποτυχίας. Πέρα από την
σύγχυση περί Μνημονίου ουσιαστικότερος παράγοντας του πολιτικού τέλματος είναι η
νοοτροπία ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτε για να σώσουμε την Ελλάδα.
Αντιθέτως, μπορούμε να. ερωτοτροπούμε με την καταστροφή, επειδή κάποιος θα την
κάνει για εμάς. Παρακολουθώντας την επίμονη άγνοια της πραγματικότητας και την
αλαζονεία που επιδεικνύουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε συνδυασμό με την
αγωνία όσων μελών της Κυβέρνησης έχουν επαφή με τους δανειστές, είναι προφανές
ότι η Ελλάδα είναι αφημένη στη μοίρα όσων δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ
τους, οπότε τις αποφάσεις θα τις πάρουν άλλοι.
Γράφει ο Νικόλαος
Καράτζιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου