Δευτέρα 31 Ιουλίου 2023

Το Πωγώνι του Χριστόφορου Μηλιώνη


Tου συγγραφέα, φιλόλογου Χριστόφορου Μηλιώνη 

Λένε πώς όλα τά χέλια του κόσμου ξεκινούν άπό λίμνες καί ποταμούς, διασχίζουν ώκεανούς διαβαίνουν στεριές καί έπιστρέφουν στή θάλασσα τών Σαργασσών γιά νά γεννήσουν καί νά πεθάνουν. Ή κανούρια γεννιά θά κάνη άντίστροφα τό δρόμο τής προηγούμενης ύπακούοντας σ’ ένα άνεξήγητον άταβιστικό νόμο...

"Εναν τέτοιο νόμο άκολουθούν κι’ οί Πωγωνήσιοι (κοινόν άλλωστε στούς πιό πολλούς Ήπειρώτες) χρόνια καί χρόνια τώρα πού άλλοτε έσερνε τό ρεύμα γιά τήν Πόλη καί τή Βλαχιά, καί τώρα πρός τά μεγάλα άστικά κέντρα τής Ελλάδος κι έξω άπ’ αύτήν Αύστραλία Αμερική.
Δέν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο νά μιλώ γιά τό Πωγώνι μακρυά άπ’ αύτό. Τό Πωγώνι είναι πάντα καί μονάχα άνάμνησι καί νοσταλγία.
Τά παιδικά μας χρόνια χαμένα μέσ’ τούς μεγάλους ίσκιους τών βουνών μέ τά σκληρά όνόματα, άνάμεσα Μουργκάνα, Νεμέρτσικα, Κασιδιάρη κι Άκροκεραύνεια. Βουνά, πού οί άνθρωποι μιά καί δέν είναι άναγκασμένοι νά φιλιωθούν μαζί τους, τά παρακάμπτουν καί προτιμούν τις μικρές κοιλάδες καί τις ύπώρειες. Οταν όμως γέρνη νά βασιλέψη ό ήλιος μακρυά πρός τό Αργυρόκαστρο, πίσω άπό τ’ ’Ακροκεραύνεια, άπλώνουν οί ίσκιοι τών βουνών καί κάθονται πλάκωμα πάνω στό στήθος, Κι άντίκρυ, στόν κάμπο τής Δερόπολης τά νερά του Δρίνου στέλνουν άνταύγειες άπό τό ήλιοβασίλεμα, πρώτο έρέθισμα στήν παιδική φαντασία πού τ’ άπλώνει τά κάνει θάλασσα κι άπάνω ρίχνει τά καράβια τής φυγής.

Οχι γιά τήν περιπέτεια. Πριν ώριμάσουν τά παιδιά έχουν κιόλας άποχτήσει τήν σκυθρωπή σοφία του γέρου χωρίς νάχουν περάσει άπό τό στάδιο τής έξαλλης όρμής. Καί θά τήν κρατήσουν σ’ όλη τους τή ζωή τή βαρύτητα στό ύφος. Ισως νάναι αύτός ό ίσκιος τών βουνών, ίσως τά σκαμμένα πρόσωπα τής καθημερινής συναναστροφής, ίσως άκόμη τούτος πού σέρνεται σέ κάποιο φαράγγι - όλος νοσταλγία, συγκρατημένο παράπονο καί στέρηση. 
«Γιώργο μέ πήρε ή άνοιξι, 
πήρε τό καλοκαίρι 
χώρα φουντώνουν τά κλαριά 
καί κλειούν τά μονοπάτια 
Γιώργο καί σύ δέ φαίνεσαι 
δέν κούγεσαι γιά νάρθης».
Τά παιδικά μας χρόνια νανουρίστηκαν μ’ αύτό τό παράπονο τής μάννας πού ζή δίχως τόν άντρα, μέ ιστορίες γιά ληστές, Αρβανίτες καί Καστρινούς μπέηδες. Ακόμα τις θυμούμαστε: Οπως έκείνη γιά τό Βασίλη Δούκα, πού τή δεύτερη μέρα τού γάμου του, τού ζήτησε ό μπέης τή νύφη, τάχα γιά νά ζυμώση τό ψωμί του...
Μπέη μου του άπάντησε, άκόμα δέν τήν είδα έγώ καί θά τή στείλω στό σπίτι σου;
Καί τήν άλλη μέρα βρήκαν τό Βασίλη Δούκα στή μέση του δρόμου μ’ ένα μεγάλο κόκκινο τριαντάφυλλο στό στήθος - τριαμερίτικος γαμπρός.
Η τήν άλλη γιά τό άλογο του γέρου Χρήστου, πού ήταν ρούσο κι όμορφο κι ό μπέης τόχε βάλει στό μάτι κι όλο τό άγγάρευε γιά νά πηγαινοέρχεται στό γονικά του κάστρο ώσπου ό γέρος δέν άντεξε πειά κι ένα πρωί άντί νά τό στολίση μέ χάμουρα καί τραχηλιέο, του φερε μιά στό κούτελο μέ τό τσεκούρι, τάνοιξε στά δυό τό κεφάλι καί τό ξάπλωσε έκεί στή μέση τής αύλής του, νά μή μπορή πειά κανείς νά τού τό πάρη... Κι όταν τόν ρώτησε ό μπέης γιατί τόκανε, του άπάντησε πώς ήταν καιρός νά τό χαρή κι αύτός λίγο....

Θυμούμαστε βέβαια καί τούς παστρικούς όντάδες, κάποιον άγέρα άρχοντιάς στήν ψυχή πειό πολύ καί στά φερσίματα, θυμούμαστε πειό πολύ άκόμα τούς Πωγωνίσιους χορούς μέ άργό βάδισμα, τάσπρα σεγκούνια μέ τά χρυσά κουμπιά καί έκείνες τις όμπόλιες άπό ζοφρανισμένο μετάξι... Καί γύρω στό χορτάρι τούς γερόντους καί τούς ξενητεμένους πού είχαν γυρίσει μέ μιά χρυσή καδένα στό γιλέκο καί τό (τζάνουμ) πρόθυμα πάντα, πού δήλωνε πλούσια καρδιά πειό πολύ, παρά πουγκί.

Κι υστέρα ήρθε ό πόλεμος κι ή κατοχή μέ τό άντάρτικο πού μάς έξοικείωσε μέ άλλα πράματα πού ώς τότε δέν τά ξέραμε: τις καθημερινές μάχες (αύτές οί σφαίρες είναι τροχιοδεικτικές, αύτός ό κρότος ντουφεκιού είναι άπό μάουζερ, τό πολυβόλο πού κροταλίζει είναι Μπρέν), τό θάνατο, τή φωτιά, τούς καπνισμένους τοίχους, καί τήν έλονοσία πού στεφάνωνε τά μάτια μέ μαύρους κύκλους καί έκανε τά κορμιά νά ριγούν στόν Αύγουστιάτικο ήλιο, ξαπλωμένα στή μέση του δρόμου. Μή μου ζήτάτε νά μιλήσω γιά τις καμένες σάρκες...
















Λέγαμε πώς πειά δέν θά ξανάρθη Ειρήνη. Κάποτε ήρθε, μά δέν μάς βρήκε. Είχαμε φύγει έμείς. Λίγοι τώρα μένουν έκεί. Κυρίως αύτοί πού περιμένουν σειρά νά κοιμηθούν. Ωστόσο ώσπου νά τούς έρθη ή ώρα κρατούν άνοιχτό τό σπίτι φτιάχνουν τούς δρόμους καί καθαρίζουν τίς αύλές γιά νά μήν κλείσουν άπ' τούς άρκουδόβατους. Γιατί τό καλοκαίρι θά ρθούν τά παιδιά γιά δέκα μέρες νά χορέψουν καί νά τραγουδήσουν Πωγωνήσια τραγούδια στόν τόπο τους...

Ά, τά Πωγωνήσια τραγούδια! Ποιός ξένος μπόρεσε νά τά νοιώση; Κανείς πού δέν είδε ν’ άρχίζη μέ μοιρολόγι γεμάτο πάθος (άλήθεια τί άντινομία) καί νά τελειώνει μέ μοιρολόγι, πού δέν άκουσε τούς μσκρόσυρτους συρτούς ν’άνταλλάσωνται άνάμεσα στό χορό τών άντρών καί τό χορό τών γυναικών, όταν γυρνούν άπό τά μακρυνά ξωκκλήσια:
"Τόν άμμον ά— ή μαύρη έγώ 
τόν άμμον άμμο πήγαινα 
κι άγνάντευα τή θάλασσα."
Τό άκουσα τούτο τό τραγούδι, χαμηλόφωνα, ένα βράδυ κάτω άπό τά φοινικόδεντρα, στήν παραλία τής Βηρυτού.’Ηταν ένας γέρος μέ στεγνό πρόσωπο άκουμπισμένος σ’ έναν τοίχο τού λιμανιού.
Πήγα καί στάθηκα δίπλα του, άρπαξα τόν γνώριμο σκοπό καί συνέχισα μέ βαθύτερη φωνή:
«θάλασσα πι ή μαύρη έγώ
θάλασσα πικροθάλασσα 
τί μούκανες τόν άντρα μου».
Υστερα άπό λίγη ώρα ό γέρος άπό τά ριζά τής Νεμέρτσικας είχε άκουμπήσει στόν ώμό μου πάνω άπ’ τό τραπέζι μέ τά δυό ποτήρια, μιλούσε μέ φωνή πού έτρεμε καί μου ζητούσε νά τού πώ μοιρολόγια. Χάΐ—χάϊ είπε ύστερα, δέ βαστώ άλλο, θά γυρίσω...
—Καιρός είναι τού είπα.
Ό νόμος πού σάς ελεγα είχε άρχίσει νά γίνεται έπιτακτικός μέσα του.
Πήγαινε ν’ άναπαυθή...

Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην εφημερίδα "Φωνή του Πωγωνίου" - Φύλλο 651

www.adelfotitavissanis.blogspot.gr

Το νερό στα σπίτια…Μέσα από 40 σπάνιες φωτογραφίες

Ο τόπος μας είναι κλειστός , όλο βουνά
Που έχουνε σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές
μονάχα λίγες στέρνες,άδειες κι αυτές, που ηχούν και που τις προσκυνούμε.
Ήχος στεκάμενος, κούφιος, ίδιος με τη μοναξιά μας
ίδιος με την αγάπη μας, ίδιος με τα σώματά μας.
Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε
τα σπίτια,τα καλύβια και τις στάνες μας.
Κι οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα
γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας.
Πώς γεννήθηκαν, πώς δυναμώσανε τα παιδιά μας;
Ο τόπος μας είναι κλειστός.Τον κλείνουν
οι δυο μαύρες Συμπληγάδες.
Στα λιμάνια
την Κυριακή σαν κατεβούμε ν’ ανασάνουμε
βλέπουμε να φωτίζουνται στο ηλιόγερμα
σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν
σώματα που δεν ξέρουν πια πώς ν’ αγαπήσουν.

Ποίηση Γιώργος Σεφέρης

 

nero 29

nero1

nero2

nero4

nero5

nero6

nero7

nero8

nero9

nero10

nero11

nero12

nero13

nero14

nero15

nero16

nero17

nero19

nero20

nero22

nero23

nero24

nero25

nero26

nero27

nero28

nero30

nero31

nero32

nero35

nero36

nero37

nero48

nero50

nero51

nero52

Κείμενο:Γ.Σεφέρης

( συλλογή φωτογραφιών: Κ.Λ)

www.iscreta.gr 

Ο Ζορμπάς της Χαλκιδικής, που ουδέποτε χόρεψε συρτάκι και δεν είδε ποτέ του την Κρήτη

Όταν το όνομα «Ζορμπάς» ακούγεται σε μια συζήτηση, συνήθως έρχονται στον νου ένας μεγάλος συγγραφέας, δύο τοπωνύμια και ένας χορός: Καζαντζάκης, Κρήτη, Μάνη, συρτάκι. Κι όμως. Ο Ζορμπάς την Κρήτη ουδέποτε την επισκέφτηκε. Και το σίγουρο είναι ότι δεν είχε χορέψει ποτέ συρτάκι.

Πέθανε τον Σεπτέμβρη του 1941 και ο συγκεκριμένος χορός γεννήθηκε πάνω από 20 χρόνια αργότερα, το 1964, ειδικά για την ταινία «Ζορμπάς ο Έλληνας». Γεννημένος και μεγαλωμένος σε μακεδονίτικη γη, όταν μεράκλωνε ο Ζορμπάς χόρευε πιθανότατα ζεϊμπέκικο -ή τα δημοτικά της Μακεδονίας. Κι αν τραγουδούσε κιόλας, πώς να ήταν άραγε η φωνή του; Ποια φωνή θα ταίριαζε στον άντρα, που ο Νίκος Καζαντζάκης τον φαντάστηκε -ή τον κατέγραψε, ποιος ξέρει;- να λέει «Εγώ, μη γελάσεις, αφεντικό, φαντάζουμαι το θεό απαράλλαχτο σαν και μένα. Μονάχα πιο αψηλό, πιο δυνατό, πιο παλαβό· κι αθάνατο»;

Ίσως πολλοί ξεχνούν -ή δεν γνωρίζουν- τις μακροχρόνιες σχέσεις του Ζορμπά με τη βόρεια Χαλκιδική, όπου έζησε σχεδόν το ένα τρίτο της ζωής του. Επί 22 ολόκληρα χρόνια, ο Ζορμπάς πάλευε πάνω στα χώματα και μέσα στα σπλάχνα της χαλκιδικιώτικης γης, κυρίως ως μεταλλωρύχος. Μιναδόρος (εξειδικευμένος στις εκρηκτικές ύλες και τα φουρνέλα), «λαγουμιτζής», ανιχνευτής και «διαλεχτής» στο μετάλλευμα, ξυλοδέτης και κάποτε σταβλίτης και βοσκός, τριγύριζε καθημερινά στα κατάφυτα μονοπάτια του τρίτου «ποδιού» της Χαλκιδικής, άλλοτε πηγαίνοντας προς το μεταλλείο του Μάντεμ Λάκκου κι άλλοτε καθοδηγώντας το κοπάδι με τα ζωντανά στη διαδρομή προς το Κάστρο Νέπωσι, μέσα σε οργιώδη βλάστηση. Το όνομα του Ζορμπά ήταν Γιώργης, όχι Αλέξης. Κι ενώ ο Καζαντζάκης τού άλλαξε βαφτιστικό στο μυθιστόρημά του, κράτησε το επώνυμο: Ζορμπάς, πιθανώς προερχόμενο ετυμολογικά από τη λέξη «ζορμπαλίκι», που προσδιορίζει την αυθαιρεσία και την αυταρχική συμπεριφορά.  

Ζορμπάς - Μεταλλωρύχοι
Ζορμπάς - Μεταλλωρύχοι

Πώς βρέθηκε ο Ζορμπάς στη Χαλκιδική;

Στο Παλαιοχώρι Χαλκιδικής, σε απόσταση περίπου 80 χιλιομέτρων από τις Καρυές του Αγίου Όρους, στέκεται μέχρι τις μέρες μας το διώροφο σπίτι όπου ο Ζορμπάς έζησε με την οικογένειά του. Το σπίτι στόχος είναι να μετατραπεί σε μουσείο, με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης και της Εικονικής Πραγματικότητας. Πριν όμως φτάσουμε εκεί, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς βρέθηκε ο Ζορμπάς στη Χαλκιδική; Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ογδονταδυάχρονος Γιώργος Στασινάκης, ιδρυτής και πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη (ΔΕΦΝΚ) που διαμένει στη Γενεύη, και συγγραφέας του βιβλίου «Καζαντζάκης - Ζορμπάς: Μια αληθινή φιλία» («Καστανιώτης», 2017), ο Γιώργης γεννήθηκε στο Καταφύγι Κοζάνης (εγγραφή της γέννησής του υπάρχει στο Βιβλίο Μητρώου Αρρένων της εκεί κοινότητας, που διεσώθη από την πυρπόληση του χωριού από τους Γερμανούς το 1943).

 Ο πατέρας του λεγόταν Φώτης και η μητέρα του Ευγενία. Ο Φώτης Ζορμπάς, που έζησε για χρόνια στον Κολινδρό Πιερίας και σχημάτισε εκεί μεγάλη περιουσία, βρέθηκε σε αντιδικία με έναν Τούρκο και αναγκάστηκε να φύγει για το ορεινό Καταφύγι, αλλά δεν ήταν να «ριζώσει». Ξανάφυγε, αυτή τη φορά για ένα πνευματικό «καταφύγι», το Άγιον Όρος, όπου έγινε καλόγερος. Ο έφηβος Γιώργης ανέλαβε τότε τη φροντίδα των γιδοπροβάτων της οικογένειας, κάτι που έκανε μέχρις ότου μια ασθένεια αποδεκάτισε το κοπάδι, στερώντας τους Ζορμπάδες από ένα βιοποριστικό μέσο. Το 1887, σε ηλικία 22 ετών, ο Ζορμπάς αποφασίζει να κυνηγήσει αλλού την τύχη του. Έχει ακούσει ότι στα Μαντεμοχώρια στη Χαλκιδική μπορείς να σχηματίσεις κομπόδεμα εργαζόμενος στα μεταλλεία σιδηροπυρίτη, αργύρου, ψευδάργυρου και μολύβδου, και έτσι μαζί με άλλους συμπατριώτες του αποφασίζει να φύγει για εκεί.

Όταν έκανε τα πρώτα βήματα για να βρεθεί από τα βουνά της δυτικής Μακεδονίας στα απλωμένα στη θάλασσα «δάχτυλα» της Χαλκιδικής, μετά από πεζοπορία πολλών ημερών, πιθανώς δεν φανταζόταν ότι θα μείνει εκεί για 22 χρόνια. Και σίγουρα δεν μπορούσε να προβλέψει ότι η διαδρομή αυτή θα τον έφερνε εγγύτερα γεωγραφικά -παρότι σε διαφορετικό χρόνο- στη σημαντικότερη φιλία της ζωής του: στο Άγιον Όρος γνωρίζει πολλά χρόνια μετά, τον Νίκο Καζαντζάκη, που -σύμφωνα με τον κ.Στασινάκη- βρίσκεται τότε στην Αθωνική Πολιτεία μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό, για να αναζητήσουν «τις ρίζες της θρησκείας».

Της έναρξης της φιλίας με τον Καζαντζάκη προηγήθηκε μια άλλη σημαντική σχέση στη ζωή του Ζορμπά. Το μεταλλείο στη Στρατονίκη, όπου ζήτησε δουλειά ο Γιώργης, το εκμεταλλευόταν τότε γαλλική εταιρεία, ενώ το διηύθυνε ο αρχιεργάτης Γιάννης Καλκούνης. «Ο γερο-Καλκούνης του είχε μεγάλη εμπιστοσύνη, μέχρι που ο Γιώργης ερωτεύτηκε την 15χρονη κόρη του Ελένη, την άφησε έγκυο και την "έκλεψε" . Ο Ζορμπάς αναγκάστηκε τότε να φύγει από το μεταλλείο, για να γλιτώσει την οργή του πεθερού του. Εγκαταστάθηκε λοιπόν στο κοντινό Παλαιοχώρι, όπου δούλεψε ως σιδεράς. Κάποια στιγμή, ο γερο-Καλκούνης σκοτώθηκε σε ατύχημα στο μεταλλείο και το ζευγάρι επέστρεψε στην περιοχή, όπου ο Ζορμπάς αντικατέστησε τον πεθερό του ως αρχιεργάτης. Με την Ελένη έκαναν 10 παιδιά. Τα πρώτα ήταν δίδυμα αγόρια: το ένα βαφτίστηκε Ανδρέας και το άλλο πέθανε βρέφος. Ακολούθησαν οι Βαγγέλης, Ανδρονίκη, Νίκος, Αλέξης, Αναστασία, Φιλλιώ, Μανώλης και Κατίνα, λέει ο Καλαματιανός Γιώργος Στασινάκης, ο οποίος σημειωτέον, εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος στον CERN για 35 χρόνια.

Η πρώτη 15ετία του ελπιδοφόρου νέου αιώνα όμως, συμπεριλαμβανομένων των ετών των Βαλκανικών πολέμων, δεν εξελίχθηκε καλά για τους Ζορμπάδες. Η Ελένη Καλκούνη πέθανε νέα και τα μεταλλεία στο Μάντεμ Λάκκου έκλεισαν. Ο Ζορμπάς βρέθηκε αίφνης αζευγάρωτος, με ένα τσούρμο ανήλικα να φροντίζει, και άνεργος. Μετεγκαταστάθηκε στο Ελευθεροχώρι Πιερίας, όπου έκανε διάφορες δουλειές και τελικά αποφάσισε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του και να γίνει μοναχός στο Άγιον Όρος. Αντ' αυτού, έγινε ...επιχειρηματίας. Όπως λέει ο κ.Στασινάκης, ο Καζαντζάκης συμμετείχε το 1915 σε επιχείρηση εκμετάλλευσης ξυλείας στο Άγιον Όρος, από κοινού με κάποιους Ιωάννη Σκορδίλη και Αντωνάκη Παναγιώτου, για την οποία υπάρχουν κάποια στοιχεία στη Σκήτη του Προδρόμου. Στην επιχείρηση αυτή μπήκε και ο Ζορμπάς. Όταν το όλο εγχείρημα ναυάγησε (ο κ.Στασινάκης αναφέρει γράμμα οκτώ Παλαιοχωρινών εργαζομένων προς τον ηγούμενο της Μονής Αγίου Παύλου, σταλμένo τον Ιανουάριο του 1916, όπου έγραφαν «ο κύριος Νικολάκης Καζαντσάκης, ο κύριος Ιοάννης Σκορδίλοις και ο κύριος Αντωνάκης Παναγιότου» δεν τους πληρώνουν), οι δύο άντρες αποφάσισαν να δοκιμάσουν ξανά την τύχη τους, αυτή τη φορά σε ένα λιγνιτωρυχείο στην Πραστοβά της Δυτικής Μάνης, το 1916- 1917.

Ο Ζορμπάς φτάνει πρώτος στην Πραστοβά, κοντά στη Στούπα, και οι κάτοικοι της μεσσηνιακής Μάνης τον θυμούνται ως άνθρωπο γλεντζέ και δουλευταρά. Από τη Στούπα περνούν εκείνο το διάστημα μορφές της διανόησης που μάλλον δεν τις βλέπεις συχνά σε ορυχείο: Άγγελος Σικελιανός, Μαρίκα Κοτοπούλη, Κυβέλη... Κι αυτό το εγχείρημα όμως, καταλήγει «στα βράχια».Ο συγγραφέας και ο μεταλλωρύχος παραμένουν όμως δεμένοι κι ο κοινός δρόμος τους τούς οδηγεί στον Καύκασο, όπου ο Καζαντζάκης, ως γενικός διευθυντής του νεοσύστατου τότε Υπουργείου Περιθάλψεως, αναλαμβάνει το 1919 την αποστολή επαναπατρισμού 150.000 Ποντίων. Αυτή είναι η τελευταία φορά που συναντιούνται. Έκτοτε ανταλλάσσουν μόνο γράμματα, όπως επισημαίνει ο κ.Στασινάκης, ο οποίος είχε πρωτακούσει για τον Καζαντζάκη μαθητής στο «Δελασάλ» και όταν εξέφρασε την επιθυμία να διαβάσει τα έργα του, αντιμετώπισε αντιδράσεις. Τα βιβλία του τα αγόρασε όλα -και τα ξεκοκκάλισε- ων φοιτητής πολιτικών επιστημών και νομικής στη Γαλλία.

Γιώργη Ζορμπά, πότε συνάντησες για τελευταία φορά τον Νίκο Καζαντζάκη;

Η Χαλκιδική λοιπόν είναι στενά συνυφασμένη με την ιστορία του Ζορμπά, που έζησε εκεί κρίσιμες δεκαετίες της ζωής του. Και το τελευταίο διάστημα γίνεται προσπάθεια, ώστε οι επισκέπτες του Παλαιοχωρίου να μπορούν όχι απλά να επισκεφτούν το σπίτι όπου έζησε με την οικογένειά του, αλλά και να «συνομιλήσουν» με τον Γιώργη Ζορμπά, ζητώντας πληροφορίες για τη ζωή του: Πότε μιλήσατε για τελευταία φορά με τον Νίκο Καζαντζάκη; Πώς γνωριστήκατε; Γιατί άλλαξε το όνομά σας ο συγγραφέας; Πως βρεθήκατε στην ορεινή Χαλκιδική και το Παλαιοχώρι; Πώς είναι η ζωή του μεταλλωρύχου; Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών Βαγγέλης Παπούλιας, μέλος της ομάδας που εκπόνησε τη μουσειολογική μελέτη, αυτές είναι μερικές μόνο από τις 20-30 ερωτήσεις, που θα μπορούν να θέσουν στον Ζορμπά οι επισκέπτες του μουσείου, εφόσον αυτό γίνει όντως πραγματικότητα.

«Θα χρησιμοποιήσουμε φωτογραφίες του Γιώργη Ζορμπά, τις οποίες θα «ζωντανέψουμε» με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης» εξηγεί ο κ.Παπούλιας και προσθέτει πως, στη συνέχεια, ένας ηθοποιός θα δώσει συντονισμένη φωνή και κίνηση στην εικόνα του Ζορμπά, ώστε να απαντάει στις ερωτήσεις των επισκεπτών και επισκεπτριών. Αλήθεια, πώς μπορείς να επιλέξεις τι είδους φωνή θα δώσεις στον Ζορμπά; «Συνήθως συνεργαζόμαστε με ηθοποιούς από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ). Για να αποφασίσουμε ποια φωνή θα ταίριαζε στον Ζορμπά, μπορεί να χρειαστεί να ακούσουμε 10 ή 20 φωνές» προσθέτει. Διευκρινίζει ότι, στο μουσείο, ο Ζορμπάς θα εμφανίζεται ολόσωμος σε οθόνη 86 ιντσών, κάθετα τοποθετημένη και θα χρησιμοποιηθούν και συγκεκριμένα σκηνογραφικά «παιχνίδια», ώστε η εμπειρία του επισκέπτη να είναι ακόμα πιο «ζωντανή». Και αν στο κάτω επίπεδο του μουσείου, η τεχνολογία θα εκφράζεται μέσα από τις λέξεις και την κίνηση του στόματος του μουστακοφόρου Ζορμπά -με τα πυκνά φρύδια, τα σκούρα μάτια και τα παράξενα κουρεμένα μαλλιά- στον πάνω όροφο τον πρώτο λόγο έχουν οι σκηνές από τη ζωή του.

Ο επισκέπτης/τρια θα μπορεί να βρεθεί, τρόπον τινά, στην πραγματική παραλία της Καλογριάς στη Στούπα Μεσσηνίας, όπου ο Ζορμπάς και ο Νίκος Καζαντζάκης έκαναν ατελείωτες κουβέντες που τους ένωσαν περισσότερο ή στη Βόρεια Μακεδονία ή στο νεκροταφείο όπου ετάφη ο Γιώργης. «Για να δημιουργηθεί αυτή η εμπειρία, οι τρεις από τους τέσσερις τοίχους ενιαιοποιούνται σε μια οθόνη προβολής, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνουν το σύνολο του οπτικού πεδίου. Δεν επιλέξαμε τις μάσκες εικονικής πραγματικότητας (VR) για δύο λόγους: αφενός για να αποφύγουμε το αίσθημα ναυτίας, λόγω των headsets, και αφετέρου για λόγους υγιεινής, αφού τα ειδικά γυαλιά θα χρειαζόταν να τα φορούν πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι. Η εμπειρία αυτή σχεδιάζεται να προσφέρεται για μικρές, μόνο, ομάδες ανθρώπων, το πολύ δέκα ατόμων κάθε φορά» εξηγεί ο Βαγγέλλης Παπούλιας.

Πόσο κοντά στην πραγματοποίησή του βρίσκεται αυτό το μικρό μουσείο υψηλής τεχνολογίας για τον Ζορμπά; Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αρμόδιος αντιδήμαρχος του Δήμου Αριστοτέλη, Νίκος Αυγερινός, η κυριότητα της κατοικίας του Ζορμπά, η οποία ανήκε σε 16 κληρονόμους, πέρασε πρόσφατα στον δήμο ως δωρεά. «Ακολούθως, ζητήσαμε χρηματοδότηση αρχιτεκτονικής, στατικής, τοπογραφικής και ηλεκτρομηχανολογικής μελέτης και μουσειολογικών μελετών, οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από τη μεταλλευτική εταιρεία που δραστηριοποιείται στην περιοχή μας και τώρα υποβάλαμε αίτημα χρηματοδότησης με 280.000 ευρώ, που προέκυψε από τις μελέτες» σημειώνει.

Προσθέτει πως το διώροφο σπίτι αυτή τη στιγμή δεν είναι σε καλή κατάσταση, ενώ γνωστοποιεί πως προκειμένου οι επισκέπτες να βιώνουν πιο ολοκληρωμένη εμπειρία, στο Παλαιοχώρι έχουν δημιουργηθεί ήδη δύο διαδρομές του Ζορμπά, μια περιπατητική, που συνδέει τον οικισμό με το κάστρο Νέπωσι και στόχος είναι να συνδεθεί με τους καταρράκτες του Περιστερίου -«ο Ζορμπάς ήταν και βοσκός και λένε πως ακολουθούσε αυτή τη διαδρομή με τα ζώα του», επισημαίνει- και μια ποδηλατική, η οποία ακολουθεί τα βήματα των μεταλλωρύχων που διήνυαν καθημερινά αυτόν τον δρόμο, για να πάνε να δουλέψουν.

Και στον γενέθλιο τόπο του Ζορμπά, το Καταφύγι, ο Δήμος Βελβεντού επίσης προωθεί τη δημιουργία εκθετηρίου κειμηλίων της οικογένειας, αφιερωμένου στον Γιώργη, στην εκεί διατηρητέα κατοικία, σε ύψος 1450 μέτρων από τη θάλασσα, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος, Μανώλης Στεργίου. Αίτημα για τη χρηματοδότηση της δημιουργίας του εκθετηρίου από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή άλλη πηγή, εστάλη πέρυσι τον Μάιο στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Μέχρι στιγμής όμως, δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη, σύμφωνα πάντα με τον κ.Στεργίου.

Αν το Καταφύγι ήταν η αφετηρία της διαδρομής του Ζορμπά και η Χαλκιδική ο τόπος όπου έζησε μερικά από τα πιο κρίσιμα χρόνια της ζωής του, το τέλος της ιστορίας του γράφτηκε σε πιο απομακρυσμένα βαλκανικά χώματα. Το 1920 εγκαθίσταται στη Σερβία και εργάζεται σε ορυχείο, στη Νις. Γίνεται ιδιοκτήτης αυτού του ορυχείου και αργότερα ενός στα Σκόπια. Εκεί δημιουργεί δεύτερη οικογένεια και εκεί βρίσκεται και ο τάφος του, στο νεκροταφείο «Μπούτελ» των Σκοπίων. Οι κάτοικοι της περιοχής τον θυμούνται -λέει ο κ.Στασινάκης- ως έναν άνθρωπο που ήξερε να δίνει: «Η κόρη του Κατίνα διηγήθηκε κάποτε στην εγγονή του, Άννα Γκάιντερ, ότι τον είδε να κυκλοφορεί χωρίς παλτό μια μέρα με πολύ κρύο και τον ρώτησε τι απέγινε το πανωφόρι του. "Είδα κάποιον που κρύωνε και του τό 'δωσα" της είπε απλά. Πήγαινε σε ένα καφενείο που σύχναζαν φοιτητές και πλήρωνε για όλους»...

https://www.zougla.gr/

Κυριακή 30 Ιουλίου 2023

Σύνταξη και για αγρότες από τον… Άγιο Πέτρο, η βουλή ψήφισε τα 74 έτη εν μέσω φωτιάς

Την περασμένη Τετάρτη όταν καίγονταν η μισή Ελλάδα, ψηφίστηκε στη βουλή μια… τουλάχιστον ύποπτη διάταξη για τα εργασιακά δεδομένα.

Όπως αναφέρουν έμπειροι νομικοί κύκλοι μπορεί εκ πρώτης όψης να φαίνεται… αθώα η διάταξη μιας και αναφέρεται στα προγράμματα της ΔΥΠΑ, πλην όμως για πρώτη φορά θεσμοθετείται ο όρος της εργασίας μετά τα 67 έτη και μάλιστα ως τα 74.

Η διάταξη που ισχύει προφανώς για όλους τους εργαζόμενους, αλλά και τους αγρότες, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων σε συνδικάτα και στους καλά γνωρίζοντες, τις προηγούμενες ημέρες, ωστόσο οι ζημιές από τις πυρκαγιές, υπερκάλυψαν κάθε τέτοια… αντίδραση.

Αντί να μειώσει λοιπόν τα όρια ειδικά για τους αγρότες η κυβέρνηση, βλέπουμε πως στρώνει το έδαφος για σύνταξη ακόμα πιο αργά, στα 74 έτη, από τον… Άγιο Πέτρο δηλαδή.

Δείτε το επίμαχο άρθρο:

Άρθρο 61

Προγράµµατα απασχόλησης ανέργων ηλικίας πενήντα πέντε (55) ετών και άνω – Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 74 ν. 3863/2010

Στην παρ. 6 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), περί της ένταξης σε προγράµµατα απασχόλησης της Δηµόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.) των µακροχρόνια ανέργων ηλικίας πενήντα πέντε (55) ως εξήντα επτά (67) ετών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:

α) το πρώτο εδάφιο τροποποιείται, ώστε: αα) να προστεθεί ο Υπουργός Εσωτερικών στα εξουσιοδοτούµενα όργανα, αβ) να καταργηθεί η προϋπόθεση της µακροχρόνιας ανεργίας, αγ) να γίνεται αναφορά στο Ψηφιακό Μητρώο της Δ.ΥΠ.Α., και όχι στα µητρώα του Οργανισµού Απασχόλησης Εργατικού Δυναµικού (Ο.Α.Ε.Δ.), και αδ) να γίνεται παραποµπή στην περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143) και στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 4765/2021 (Α΄ 6), β) το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται, ώστε να προβλεφθεί η δυνατότητα να καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι δυνατή η εφαρµογή της παρ. 6 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 σε ανέργους ηλικίας άνω των εξήντα επτά (67) και έως εβδοµήντα τεσσάρων (74) ετών, που δεν έχουν συµπληρώσει τον απαιτούµενο συντάξιµο χρόνο για θεµελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώµατος, και η παρ. 6 του άρθρου 74, µετά από λεκτικές προσαρµογές, διαµορφώνεται ως εξής: «6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Οικονοµικών και Εσωτερικών, µετά από γνώµη του Διοικητικού Συµβουλίου της Δηµόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.), είναι δυνατή η ένταξη ανέργων, εγγεγραµµένων στο Ψηφιακό Μητρώο της Δ.ΥΠ.Α., ηλικίας πενήντα πέντε (55) έως εξήντα επτά (67) ετών, σε προγράµµατα που καταρτίζονται από τη Δ.ΥΠ.Α., για την απασχόλησή τους στον δηµόσιο τοµέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α΄ της παρ. 1 του
άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), κατά παρέκκλιση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 4765/2021 (Α΄ 6). Με την ίδια απόφαση δύνανται να καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι δυνατή η εφαρµογή του παρόντος σε ανέργους ηλικίας άνω των εξήντα επτά (67) και έως εβδοµήντα τεσσάρων (74) ετών, που δεν έχουν συµπληρώσει τον απαιτούµενο συντάξιµο χρόνο για θεµελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώµατος, και να ορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η χρηµατοδότηση και κάθε αναγκαία λεπτοµέρεια για την υλοποίηση του προγράµµατος.»

https://agronewsbomb.gr/

Σ’ αγαπώ, ρε ζωή, κι ας με παιδεύεις!

Ζωή μου, πολλά τα χατίρια που μ’ αρνήθηκες...
Ζωή μου, πολλά τα χατίρια που μ’ αρνήθηκες...

Ζωή, μ’ έχεις περάσει από χίλια μύρια κύματα. Με έχεις γονατίσει. Με έχεις τσακίσει.

Αλλά εγώ στο γινάτι σου σηκώνομαι ξανά. Και συνεχίζω το δρόμο μου και τον αγώνα μου.

Με τα πόδια μου να πατάνε σταθερά στη γη και κοιτώντας περήφανα ψηλά.

Μου στέρησες πολλά. Χαρές, χαμόγελα. Τον έρωτα. Την αγάπη δίπλα μου.

Μου στέρησες αγαπημένους μου. Κούρσεψες τις στιγμές μου.

Μα εγώ σ’ αγαπώ ρε ζωή κι ας με παιδεύεις.

Είναι φορές που σκέφτομαι ότι φέρεσαι σαν πεισματάρα κι επίμονη γκόμενα, που θέλει να γίνεται το δικό της.

Αλλά εγώ είμαι ερωτευμένος μαζί σου. Κάνεις λάθος αν νομίζεις πως θα σε εγκαταλείψω.

Θα σε διεκδικώ και θα σε παλεύω κάθε φορά που εσύ με απωθείς μακριά σου.

Θα μένω εδώ να σε κοιτώ στα μάτια. Προκλητικά και φιλήδονα να σου χαμογελώ.

Δε θα παραιτηθώ από το δικαίωμα και τη λαχτάρα μου να ρουφήξω τις στιγμές σου.

Κι ας δοκιμάζεις τις αντοχές και την υπομονή μου. Κι ας λεηλατείς με σκληράδα τα όνειρα και την πίστη μου.

Εγώ θα σου φωνάζω την αγάπη μου για σένα κι ας μου αντιστέκεσαι.

Γιατί αν είσαι γυναίκα, είσαι η πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου. Η γυναίκα που κάθε άντρας θα ήθελε να κατακτήσει.

Κι αν είσαι άντρας, είσαι ο πιο γοητευτικός άντρας του κόσμου. Ο άντρας που κάθε γυναίκα θα ήθελε να γίνει δική του.

Είσαι όμορφη, πανάθεμά σε, βρε ζωή. Είσαι μάγισσα, μια γλυκιά πλανεύτρα.

Και κάθε παρτίδα μου μαζί σου είναι και μια πρόκληση για να σε κερδίσω. Κι ας παίζεις με τσιμπημένα ζάρια πολλές φορές. Κι ας έχω χάσει με τίμημα την καρδιά μου. Σ’ έχω κερδίσει, όμως, άλλες τόσες. Σ’ έχω φλερτάρει και σ’ έχω ερωτευτεί αμέτρητες.

Κι αν καμιά φορά λυγίζω σαν άνθρωπος κι εγώ, να ξέρεις ότι είναι για να πάρω μια ανάσα. Για να σου πετάξω κατάμουτρα την πίκρα μου και να εκτονώσω το θυμό μου.

Και να έρθω ξανά, σαν τον πληγωμένο εραστή, κάτω από το παραθύρι σου για να σου τραγουδήσω την αγάπη μου για σένα. Να σου αφήσω ένα λουλούδι στο κατώφλι σου και να σε καλοπιάσω.

Κι εσύ να μου ρίξεις τη γλυκιά σου τη ματιά για να με ξαναβάλεις στο παιχνίδι σου. Γιατί ούτε εσύ αντέχεις μακριά μου. Έχεις ανάγκη από τη δύναμη και την αδυναμία μου για να γυρίζεις τον τροχό της ύπαρξής μου.

Ζωή μου, πολλά τα χατίρια που μ’ αρνήθηκες, αλλά η καρδιά, το μυαλό και η ψυχή μου δεν το βάζουν κάτω.

Κι αν δε θυμάσαι τ’ όνομά μου, να σου το θυμίσω. Με λένε Στρατιώτη!


Της Γεωργίας Ανδριώτου

Ο Σύλλογος των εν Αθήναις Ασσιωτών διοργανώνει βραδιά μνήμης στους Ασσιώτες αγωνιστές και πεσόντες στο Αλβανικό μέτωπο

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΑΠΟΔΗΜΩΝ ΑΣΣΙΩΤΩΝ

«Ο ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ»

ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΗΣ 1977

Ο Σύλλογος των εν Αθήναις αποδήμων Ασσιωτών

Σας προσκαλεί

Το Σάββατο 5 Αυγούστου 2023 και ώρα 8.00 το βράδυ.

Στην αφιερωματική βραδιά μνήμης και τιμής για τους συμμετέχοντες και πεσόντες Ασσιώτες αγωνιστές στο Αλβανικό μέτωπο (1940-41).

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΣΟΥ.

ΤΗΛ: Επικοινωνίας 6973243309

Πρόγραμμα Εκδήλωσης

Καλωσόρισμα από τον πρόεδρο του Συλλόγου Ευάγγελο Θ. Θεοδώρου.

Χαιρετισμοί.

Η συμβολή και συμμετοχή των Ηπειρωτών και ειδικότερα των Λακκιωτών και Ασσιωτών στο Αλβανικό έπος του 1940.

Ομιλήτρια: Αλίκη-Φρειδερίκη Νάσση (π. Γυμνασιάρχης, φιλόλογος, συγγραφέας και αρθογράφος).

Προβολή φωτογραφιών των Ασσιωτών αγωνιστών: Παρουσίαση και σχόλια: Παύλος Γ. Χρήστου σ. εκπαιδευτικός.

Συντονιστής της εκδήλωσης: Σπύρος Δ. Λαμπρούσης ( π. Γραμματέας Δήμου Ζηρού).

Ηλεκτρονική και ηχητική υποστήριξη: Γεώργιος Σ. Γιάννος και Παναγιώτης Ευαγγ. Κούσης σ. εκπαιδευτικοί.

Υπεύθυνος βίντεο και μουσικής επιμέλειας Παναγιώτης Ευαγγ. Πανούσης.

Ο Νικολός [Κολιός] στη φυλακή

Γράφει ο Γιώργος Γιαννάκης

Ένα ατίθασο ζουλάπι στο δημοτικό δεν άφηνε τα δυό αντάμα εκείνος ο έρμος ο δάσκαλος δεν ήξερε τι να κάνει.  Γιατί ρε Νικολάκη πόσες φορές θα στο πω τα ρήματα γράφονται στο τέλος με έψιλον γιώτα.

Άσε το ίδιο κάνει ρε δάσκαλε! Βρε είναι ορθογραφία, τίποτε αυτός! Θυμάμαι μια φορά δεν ξέρω τι έκανε τον έβαλε ο δάσκαλος να κάθεται με τα γόνατα πάνω στα χαλίκια. Μάταια δεν καταλάβαινε τίποτα,  όσο τον κοντράριζε μάλλον το αντίθετο γινότανε.  Πόσες φορές δεν φώναξε τον πατέρα του, "βάρα δάσκαλε μπας και βάλει μυαλό" του έλεγε ο μπάρμπα Κώτσιος. Μια φορά θυμάμαι του λέει ο δάσκαλος: "Νίκο πήγαινε και κόψε μου μια βίτσα από την κρανιά". Πηγαίνει ο Κολιός την φέρνει και ο δάσκαλος αρχίζει από αυτόν.  Είναι τόσα πολλά τι να πρωτοαναφέρω από τα δυο μπακαλιά στο χωριό δεν άφησε κανένα ζαχαρκό. 

Τέλος πάντων όλοι τελειώσαμε το σχολειό, ο Κολιός έκατσε και το έβγαλε στα δεκάξι.  Όλοι βρήκαμε τον δρόμο μας,  αυτόν ποιος να τον πάρει για δουλειά;  Κάπου βρήκε εκεί στα Ζαγόρια σε κάτι δασικά έργα αλλά και εκεί δεν έκατσε πολύ,   τσακώθηκε και έφυγε. Μιά καλοκαιρινή μέρα θυμάμαι τον μπάρμπα Μπακόλα έπαιρνε το μεσημεριανό υπνάκο εκεί στον πλάτανο του Καρακώστα και είχε και ένα αεράκι. Το απολάβανε ο μπάρμπας αυτός, φόραγε μια φαρδιά μαύρη σαλβάρα! Ε λοιπόν αυτός ο αλητάκος τι έκανε λέτε; βρίσκει μια γκουσταρίτσα και καθώς κοιμότανε βαριά ο μπάρμπας Μπακόλας του την έχωσε μέσα στην σαλβάρα! Πετιέται ο Μπακόλας που να πιάσει αυτόν το διαολάκο! Από τότε ο Μπακόλας τον είχε στην μπούκα!   

Πέρασε ο καιρός τον κάλεσε η πατρίδα να υπηρετήσει τρομάρα του παρουσιάστηκε στο Γύθειο μάγειρας! Μια μέρα στο καζάνι αντί για αλάτι έριξε τρινάλ καθαριστικό!  Πήγε πιρπιρέγγος όλο το στράτευμα,  μετά απολύθηκε με ένα τρελόχαρτο ύστερα από τρία και χρόνια.

Όταν γύρισε στο χωριό έβαλε στο μάτι την Βαγγελή του Κατέρη, μια όμορφη κοπέλα αρραβωνιασμένη με ένα άξιο παιδί τον Φώτο Συγκούνα. Πολλές φορές ήρθαν στα χέρια όπου βρίσκονταν στον δρόμο, μέχρι και μαχαιρώματα πέφτανε. Θυμάμαι μια φορά εκεί στην λάκα του Αλέξη τα στάχυα τα κάναν ίσιωμα! Ο Φώτος φανατικός κυνηγός βγήκε να κυνηγήσει πέρδικες, κάποια ούντα ακούστηκε μια μπαταριά ο Φώτος νεκρός! Η λαβοματιά κάτω από το πηγούνι ποιος τον σκότωσε;  Ο Κολιός, έτσι είπαν μαζί και ο μπάρμπα Μπακόλας. Παίρνουν τον Κολιό τον πάνε δικαστήριο, όλοι οι μάρτυρες κατά του Κολιού και πόσο μάλλον ο Μπακόλας που θυμάται την νίλα με την γκουσταρίτσα! Καταδικάζεται ισόβια και τον πάνε στην Κέρκυρα. Περνάει ο καιρός ο μπάρμπα Μπακόλας είναι στα τελευταία του φωνάζουν τον παπά να τον μεταλάβει εκεί που πήγε να τον μεταλάβει παραλίγο να του πέσει η μεταλαβιά με αυτά που ακούει! Δεν είναι ο Κολιός ο φονιάς, όταν ξεψυχούσε ο Φώτος ήμουνα εκεί και μου ψέλλισε: "μόνος λαβώθηκα καθώς αμπήδησα το χαντάκι το όπλο χτύπησε κάτω και εκπυρσοκρότησε, στο λέω ωρέ Μπακόλα μην πάρω κανένα στο λαιμό μου", μου εξομολογήθηκε ο Φώτος. Τρεχάλα ο παπάς για να έχει και την μαρτυρία του καπετάνιου στο τμήμα της περιοχής. Με λίγες διαδικασίες ο Κολιός αποφυλακίζεται και φτάνει εκεί στον Δρίσκο, ο Κολιός νιώθει μια απέχθεια μπορώ να πω και μίσος για τους χωριανούς, παίρνει μια μαύρη κοτρόνα την κατρακύλα και δεν ξαναπατάει στο χωριό!      

           γκουσταρίτσα = σαύρα


Γιώργος Γιαννάκης

Απόδημος Κραψίτης



Σάββατο 29 Ιουλίου 2023

Η διάλεκτος της Χιμάρας


Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στο γλωσσικό ιδίωμα της Χιμάρας που παρουσιάζει συγγένεια με αυτό της Μάνης. Ο Ζώτος-Μολοσσός και ο Δημ. Ευαγγελίδης ομιλούν για αποικισμό από τη Μάνη κατά την πρώιμη τουρκοκρατία. Διαφωνεί ο Γ. Αναγνωστόπουλος ενώ ο Δανός Hoeg κάνει λόγο για αποικισμό από την Απουλία, άποψη που ανατρέπει ο Μιχ. Δένδιας. Η συγγένεια πιθανότατα οφείλεται στην κοινή δωρική ρίζα αφοΰ οι Χιμαριώτες ως Χάονες (όπως θα δούμε στη συνέχεια) είναι αρχέγονο δωρικό φύλο ενώ συχνά ακούει κανείς, ακόμη και σήμερα αυτούσιες ομηρικές λέξεις.
Το δυτικοηπειρωτικό ιδίωμα της Χιμάρας δεν υπέστη τη βόρεια ηπειρωτική επίδραση και δεν παρουσιάζει την κώφωση των ατόνων ε και αι σε ι καθώς και των ο και ω σε ου. Προφέρουν δηλαδή γερόντια, κεφάλι, χερόβολο, ακατάδεχτος, καιρός και όχι γιρουντία, κιφάλ', χι-- ρόβολου, ακατάδιχτους, κιρός. Δεν παρουσιάζει επίσης την αποβολή των κλειστών φθόγγων ι (ι, η, υ, ει, οι) και ου όταν ευρίσκονται σε άτονη θέση της λέξης και προηγείται αυτών σύμφωνο. Προφέρουν δηλαδή: μιλάω, αυλάκι, κουφός και όχι μ'λάου, αυλάκ', κ'φός. Συνε­πώς το χιμαριώτικο ιδίωμα ανήκει στα «νότια» ιδιώματα. Η διάλεκτος της Χιμάρας έμεινε ανεπηρέαστη από αλβανικές επιδράσεις. Αντίθε­τα, το ιδίωμα των Δρυμάδων και της Παλάσσας είναι ημιβόρειο, σώ­ζει δηλαδή τα απαθή ε και ο και αποβάλλει τα άτονα ι και ου. Για τη διάλεκτο της Χιμάρας, πέραν της προαναφερθείσης σπουδαίας εργα­σίας του Δ. Βαγιακάκου, υπάρχουν αξιόλογες εργασίες των Αλ. Γεωρ-γίτση, Ευ. Μπόγγα κ.ά.
Σημαντικά φαινόμενα του ιδιώματος της Χιμάρας είναι τα παρα­κάτω:
  • Το ασυναίρετό των πρωτόκλιτων θηλυκών: αμυγδαλέα και όχι αμυγδαλιά, καρυδέα και όχι καρυδιά, γενεά και όχι γενιά, πα­λαιός και όχι παλιός, κλεψιά και όχι κλεψιά.
  • Η διατήρηση από τα ουδέτερα δευτερόκλιτα του αρχαίου ατ­τικού τΰπου: τα παιδία αντί τα παιδιά.
  • Το επισεσυρμένον της προφοράς: έφας αντί έφαγες.
  • Η προφορά των ουρανικών κ, γ, χ προ των ε, αι και όλων των ι ως τσ, ζ και σσ: κεφάλι>τσεφάλι, γέρος>ζέρος, χέρι>σσέρι, κήπος>τσίπος, γίδα>ζίδα, βρέχει>βρέσσει, κοιμάμαι>τσοι-μάμαι, δικαίωμα>διτσαίωμα.
  • Η απάλειψη του ταυ στα συμπλέγματα στ: ζεσταίνω>ζεσαίνω, στον, στην, στο>σον, σην, σο. Επίσης Αύγουστος>Άγουσος, εστία > σία.
  • Η απλοποίηση του συμπλέγματος ρν σε ρ: παίρνω>παίρω.
  • Η ανάπτυξη συνοδίτου φθόγγου: ξυπνάω>ξυπινάω, τέκνο >τέ-κινο.
  • Το προθετικό άλφα: κοντά>ακοντά.
  • Η μετάθεση του ρο: αδερφός>αδρεφός, Τετάρτη>Τετράδη.
  • Η τροπή του ωμέγα σε ου στο άρθρο της γενικής πληθυντικού και η προσθήκη του έψιλον στο τέλος των ονομάτων: των αρ-νίων> τουν αρίουνε, των σπιτιων>του σπιτίουνε.
  • Η τροπή των φωνηέντων έψιλον σε άλφα και όμικρον και του όμικρον σε άλφα: εργάτης>αργάτης, ευχή>οφκή, ομαλός >αμαλός.
  • Η διατήρηση της συλλαβικής αυξήσεως (π.χ. εδώσανε) και ο ασυναίρετος τΰπος των ρημάτων σε -άω(π.χ. αγαπάω).
  • Το αναφορικό που αντί του ειδικού ότι: νομίζω που έχει δίκαιο.
  • Οι παραγωγικές καταλήξεις όπως η υποκοριστική -άφι εκ του αρχαίου -άφιον (π.χ. Σπηλιάφι), οι καταλήξεις -ερός (ασπρου-δερός), -ήσιος (γιδήσιος), -έσσα (κονομέσσα).
  • Δωρικά στοιχεία (παγά αντί πηγή) και αρχαϊσμοί όπως το αγκί-δα (εκ του ακίς) για τη δήλωση μιας μικρής ποσότητας.
Πολλά φαινόμενα εξ αυτών όντως παρατηρούνται και στο μανιά­τικο ιδίωμα, γι αυτό και έδωσαν λαβή στις θεωρίες περί αποικισμού. Όμως η συγγένεια είναι πολΰ αρχαιότερη, από τα χρόνια των πρώ­των ελληνικών μετακινήσεων στη Βαλκανική, πριν την τελευταία προ Χρίστου χιλιετία. Δεν είναι λίγες άλλωστε και οι ομηρικές λέξεις στη χιμαριώτικη διάλεκτο: έφας> έφαγες, ουδ>δρόμος, δε>γη, ομέρη>τυφλός, Αιθένα>Αθηνά, δήμητρα>η οργώνουσα τη γη, νατ> νύχτα, γλαυκώπε> η έχουσα μεγάλα μαΰρα μάτια κλπ.
Ο Α. Σ. Βασιλείου παραθέτει τοπωνυμία της Χιμάρας με βάση το βιβλίο του Λ. Σπύρου («Η Χειμάρρα»), τη μελέτη του γλωσσολόγου Γ. Π. Αναγνωστόπουλου («Η γλώσσα των Ηπειρωτών») και το βιβλίο του Ευ. Μπόγκα «Τα γλωσσικά ιδιώματα της Ηπείρου». Από τα 22 τοπωνυμία που αναφέρει για την πόλη της Χιμάρας τα 20 είναι ελληνι­κά: Ανδρεχώρα, Απέλιστρα, Βήσσα, Γυπέα, Γράμματα, Γωνία, Δέμα, Διπόταμον, Κάκοψον, Κάλοψον, Κρωτήρι, Παγά, Περιθώρι, Ραχώ-νες, Σπήλαια, Σταυρίδι, Φυτά, Χάος. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά στο Σπίλι, αρχαία ελληνική λέξη που σημαίνει την πετρώδη και βρα­χώδη περιοχή ή ακτή και εξηγεί την προέλευση της ονομασίας τα Σπή­λια. Σπιλάς, είναι ο παράκτιος βράχος κατά το λεξικό του Δ. Δημη­τράκου αλλά και κατά το Λεξικό του Ι. Σταματάκου που δίνει επίσης τις σημασίες της βραχώδους περιοχής αλλά και της καταιγίδας!
Επιβεβαιώνεται από τα παραπάνω το συμπέρασμα του καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Μainz Johannes Koder ότι «οι τόποι στην πα­ραλία που έχουν μη σλαβικά ονόματα ήσαν από την αρχαιότητα κε­ντρικοί τόποι χωρίς διακοπή της οίκησης τους (...) οι ενδείξεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πυκνότητα της σλαβικής αποίκισης στην άμεση παραλιακή ζώνη ήταν ουσιαστικά ασήμαντη». Αφού οι σλαβι­κές επιδρομές -οι μόνες άξιες λόγου- δεν μετέβαλαν το Μεσαίωνα την εθνολογική σύσταση της περιοχής, εξυπακούεται ότι συνεχίστη­κε η ισχυρή εθνική, γλωσσική και πολιτισμική παρουσία του Ελλη­νισμού σε όλη την παραλία της Ηπείρου. Γι αυτό και παρέμεινε αναλλοίωτη και η «νότια» διάλεκτος των Χιμαριωτών, των Δωριέων που έμειναν στις βορειοδυτικές προφυλακές του Γένους.

Απ' το βιβλίο του Κ. Χαταζηαντωνίου "Χειμάρρα Το άπαρτο κάστρο του ελληνισμού"