Σάββατο 30 Απριλίου 2022

Επική Αγγελία: Πωλείται Αυγό Ελαφρώς Τρακαρισμένο


Είχε ένα μικρό τρακάρισμα την Κυριακή του Πάσχα!

Δείτε την αγγελία παρακάτω


fanpage.gr

Συνταγές από τον Ηπειρώτη chef Τάσο Τόλη : Καρυδόπιτα με πορτοκάλι.


Υλικά για 6-8 άτομα
200 γρ. ζάχαρη
80 γρ. βούτυρο
6 κρόκους αυγών
215 γρ. γάλα
60 γρ. λικέρ πορτοκάλι
140 γρ. αλεύρι
30 γρ. μπέικιν πάουντερ
10 γρ. κανέλα
20 γρ. ξύσμα πορτοκάλι
550 γρ. καρύδι τριμμένο
σιρόπι
200 γρ. ζάχαρη
400 γρ. μέλι
425 γρ. νερό
2 γρ. χυμό λεμόνι και την φλούδα του
ένα πορτοκάλι σε φλούδες

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΝΤΑΓΗΣ
Σε ένα μπολ ανακατέψτε το αλεύρι, την κανέλα, το ξύσμα και το καρύδι.
Ρίξτε στον κάδο του μίξερ τη ζάχαρη με το βούτυρο και χτυπάτε μέχρι να αφρατέψουν. Προσθέστε τους κρόκους και χτυπάτε μέχρι να ομογενοποιηθούν. Προσθέστε το γάλα και το λικέρ συνεχίστε το ανακάτεμα για άλλα 3 λεπτά.
Σε χαμηλή ταχύτητα, προσθέστε σιγά-σιγά το μείγμα το αλευριού, βουτυρώστε και πουδράρετε με αλεύρι ένα ταψάκι και ρίξτε το μείγμα .
Ψήστε σε προ θερμασμένο φούρνο στους 180 C για 45 λεπτά.
Περιχύνουμε με το σιρόπι και σερβίρετε γαρνίροντας με πορτοκάλι γλασε η φρούτα εποχής.
Για το σιρόπι
Τοποθετούμε όλα τα υλικά σε μια κατσαρόλα και φέρνουμε σε βρασμό.
Βράζουμε για 10 λεπτά, σουρώνουμε και αφήνουμε να κρυώσει σε θερμοκρασία δωματίου.



Tolis Anastasios  

Honorary President

Director of Chef's club 

Epirus offices

Executive     chef

Mob.6932208082 








romiazirou.blogspot.gr

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Πραγματοποιήθηκε σήμερα η 2η συνεδρίαση του Σ.Τ.Ο Πολιτικής Προστασίας Δήμου Ζηρού

Πραγματοποιήθηκε σήμερα Παρασκευή 29 Απριλίου η δεύτερη συνεδρίαση του Συντονιστικού Τοπικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας του Δήμου Ζηρού, υπό τον συντονισμό του Αντιδημάρχου Περιβάλλοντος κ. Τάση Απόστολου. Αντικείμενο της συζήτησης ήταν οι δράσεις πρόληψης και πυροπροστασίας για την αντιπυρική περίοδο 2022, η οποία αρχίζει την Κυριακή 1η Μαΐου

Ο κ. Τάσης επανέλαβε για μία ακόμη φορά τη σημασία του έγκαιρου συντονισμού αλλά και την ανάγκη καθαρισμού των οικοπέδων και ακάλυπτων χώρων σε όλο το εύρος του Δήμου Ζηρού.

Όπως είχε επισημανθεί και στην 1η συνεδρίαση πριν από μερικές ημέρες, η φετινή αντιπυρική περίοδος αναμένεται να είναι πιο δύσκολη κάτι που φάνηκε από τις πρώτες φωτιές που εκδηλώθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Τονίστηκε ότι οι ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες που επικράτησαν το χειμώνα ευνόησαν την ανάπτυξη πλούσιας φυσικής βλάστησης και αυτό επιβάλει οι απαραίτητες εργασίες καθαρισμού, να ολοκληρωθούν άμεσα.

Ακόμη η συμβολή και συνεργασία των Ο.Τ.Α. στη συντήρηση και βελτίωση του δασικού οδικού δικτύου είναι ενέργειες που επισημάνθηκαν ιδιαίτερα κατά τη σημερινή συζήτηση.

Επίσης, υπογραμμίστηκε από τον αρμόδιο Αντιδήμαρχο Ύδρευσης κ. Ζάβαλη Βασίλειο, η σημασία του διαρκούς ελέγχου της λειτουργίας όλων των πυροσβεστικών υδροστομίων του Δήμου, ο οποίος ήδη πραγματοποιείται σε συνεργασία με την Π.Υ. Φιλιππιάδας.

Τέλος υπενθυμίστηκε ότι όλοι οι ιδιοκτήτες, νομείς και επικαρπωτές οικοπεδικών και λοιπών ακάλυπτων χώρων, οι οποίοι βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου και σε απόσταση μέχρι 100 μέτρων από οικισμούς, πρέπει να προβούν σε αποψίλωση και απομάκρυνση τυχόν εύφλεκτων υλικών και σκουπιδιών για την αποφυγή πρόκλησης πυρκαγιάς κατά την αντιπυρική περίοδο η οποία όπως είναι γνωστό έχει καθοριστεί από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Οκτωβρίου.

Υπογραμμίζεται ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο στους ιδιοκτήτες και παράλληλα υποβάλλονται μηνύσεις σε εφαρμογή του άρθρου 433 του Ποινικού Κώδικα.

Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν ο αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος κ. Απόστολος Τάσης, ο αντιδήμαρχος ύδρευσης κ. Βασίλειος Ζάβαλης, ο διοικητής της Π.Υ. Πρέβεζας κ. Μικρούλης Αθανάσιος, ο προϊστάμενος Πολιτικής Προστασίας Π.Ε. Πρέβεζας κ. Νικόλαος Παππάς, ο κ. Μπαλατσός Ευάγγελος διοικητής Π.Υ. Φιλιππιάδας, ο κ. Βαβέλος Δημήτριος διοικητής του Π.Κ. Θεσπρωτικού, ο κ. Ζώης Γεώργιος αναπληρωτής διοικητής του Α.Τ. Ζηρού, ο δασοπόνος κ. Γεώργιος Μπαλάφας, η κα Δήμητρα Ιωάννου, προϊστάμενη Πολιτικής Προστασίας Δήμου Ζηρού, ο κ. Γρηγόριος Ζαχαριάς υπεύθυνος γραφείου Πολιτικής Προστασίας και αρκετοί πρόεδροι Κοινοτήτων.

Ο Καραϊσκάκης και τα δάνεια

                                                                       
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ιστοριοδίφης που επιμελήθηκε τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, υποστηρίζει ότι τον Καραΐσκάκη τον πυροβόλησαν πληρωμένοι μπράβοι του Μαυροκορδάτου. Την ίδια θεωρία φαίνεται να ασπάζεται και ο Δημήτρης Φωτιάδης, ο οποίος όμως εκτός από τον Μαυροκορδάτο βλέπει σαν ηθικούς αυτουργούς τους δύο Βρετανούς αξιωματικούς.

 Γράφει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του με τίτλο «Καραϊσκάκης»:

 «Ο Κόχραν κι ο Τσωρτς, μέσα στις λίγες ημέρες που βρί­σκονταν στον Πειραιά, κατάλαβαν πως ένας είχε τη δύναμη να αντιταχθεί στα σχέδιά τους, ο Καραϊσκάκης. Η εντολή που είχανε πάρει ήταν να πνιγεί η επανάσταση στη Στερεά, για να μπορέσει η Αγγλία να πετύχει το διπλωματικό της παιχνίδι, τον περιορισμό δηλαδή του απελευθερωτικού κινήματος του Μοριά, για να ‘χει το μικρό, αδύναμο και μισοανεξάρτητο ναυτικό κράτος που θα δημιουργούνταν κά­τω από τον έλεγχό της. (…)

Ο Καραϊσκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα και εμπνευστές της σατανικιάς δολο­φονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσωρτς κι ο Μαυροκορδάτος». Σύμφωνα μάλιστα με τον αγωνιστή Νι­κόλαο Κασομούλη, ο ίδιος ο Καραϊσκάκης, λίγες ώρες πριν πεθάνει, άφησε να εννοηθεί ότι γνωρίζει τους δράστες. Δίνοντας μάλιστα ένα από τα γνωστά ρεσιτάλ βωμολοχίας, είπε στους συναγωνιστές του: « Γνωρίζω τον αίτιον, και αν ζήσω παίρνομεν όλοι το χάκι (εκδίκη­ση), ειδέ και πεθάνω, ας μου κλάσει τον π…….. και αυτός».

Η περιγραφή της δολοφονίας (Κείμενο του λόγιου Δημήτρη Φωτιάδη)
«Ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο της καβαλαρίας μας, περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας. Και να, τρώει ένα βόλι στο βουβώνα από τα πλάγια κι ομπρός, από τ’ αριστερά προς τα δεξιά κι από πάνω προς τα κάτω. Πέφτει από τ’ άλογο. Τρέχουν οι καβαλάρηδες μας να τον συντρέξουν. – Δεν είναι τίποτα! Τους φωνάζει και μ’ όση δύναμη τ’ απόμενε ξανακαβαλικεύει. Πισωδρομούνε σιγά και μ’ όλη την τάξη. Μα, σαν έφτασαν εκεί όπου έπειτα στήσανε το μνημείο του, πίσω από το σημερινό σταθμό του ηλεκτρικού σιδεροδρόμου στο Νέο Φάληρο, δεν μπορεί πια να κρατηθεί πάνω από το άλογο και ξεπεζεύει. Του λένε να τον πάνε σηκωτό, μ’ αυτός αρνιέται. Δε θέλει να τρομάξει το ασκέρι πως είναι του θανατά.

Αυτός μπροστά κι ολόγυρα του καπεταναίοι, μπουλούξηδες και παλικάρια ξεκινάνε με τα πόδια, όσο που με την απαλάμη του κρατάει τη λαβωματιά του. Αφού ανέβηκαν τον ανήφορο, τονε συμβουλεύουνε να πάγει πάνω στα καράβια, για να ‘χει πιότερη φροντίδα κι ησυχία να τονε δούνε οι γιατροί.

 – Ένα πράμα μονάχα σας παρακαλώ, μην αφήσετε Φράγκο γιατρό να ‘ρθει κοντά μου. (…) Τούτη τη φορά μονάχα δεν ήθελε να πέσει στα χέρια των Φράγκων γιατρών, γιατί, όπως θα δούμε, σχημάτισε την πεποίθηση πως δεν χτυπήθηκε από τους Τούρκους, μα δολοφονήθηκε και φοβήθηκε μην τον αποτελειώσουν οι γιατροί του Κόχραν και του Τσωρτς». 




















Ο Καραϊσκάκης και το spread δανεισμού
 Ένα από τα σενάρια που επανέρχονται πεισματικά στην επιφάνεια σχετικά με το θάνατο του Καραϊσκάκη, αναφέρεται στο ρόλο που έπαιξε το Λονδίνο στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Ακόμη και ιστορικοί που απορρίπτουν κατηγορηματικά τις εικασίες του Φωτιάδη για σχέδιο δολοφονίας του Έλληνα ήρωα από τους Κόχραν και Τσωρτς, συμφωνούν ότι η στρατηγική που του πρότειναν στη μάχη του Φαλήρου ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. 

Γιατί όμως ο Καραϊσκάκης, ο οποίος είχε οριστεί αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας με τη σύμφωνη γνώμη ακόμη και ορκισμένων εχθρών του όπως ο Ζαΐμης, υποτάχθηκε στις εντολές των Βρετανών; Στο βιβλίο του «Ο θάνατος του Καραϊ­σκάκη», ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σταμέλος αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις σχέσεις υποτέλειας που είχαν δημιουργήσει στην επαναστατημένη Ελλάδα τα δύο δάνεια που της υποσχέθηκε το Λονδίνο. «Το πρώτο δάνειο», όπως σημείωνε και ο μεγάλος ερευνητής Κυ­ριάκος Σιμόπουλος, «τοκογλυφικό και ανήθικο ως συμφωνία, κατασπαταλήθηκε στον εμ­φύλιο. (…) Το δεύτερο χάθηκε στις κερδοσκοπικές παραγγελίες φρεγατών που δεν έφθα­σαν ποτέ στην Ελλάδα». 

Ξένα δάνεια, περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, κερδοσκοπία και… φρεγάτες. Οι λέξεις μοιάζουν βγαλμένες από δημοσιεύματα εφημερίδων των τελευταίων ημερών και όχι από ιστορικά κείμενα για το μακρινό 1821. Κι όμως, οι περισσότεροι ιστορικοί και ακαδημαϊκοί, με τους οποίους μιλήσαμε όλες αυτές τις εβδομάδες, μας προειδοποίησαν να μην καταφύγουμε σε εύκολους και απλοϊκούς παραλληλισμούς. «Κάποιοι είναι έτοιμοι να συνδέσουν το ’21 και το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων με το spread δανεισμού και τη Γερμανία», μου είπε γνωστός ακαδημαϊκός, που προτίμησε να κρατήσει την ανωνυμία του.

Το σφοντύλι...


Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος

«Η ρόκα θέλει αργαλειό και το σφοντύλι χάδι και της μικρής το γνέσιμο να γίν’ αγάλι αγάλι». Ούτε που θυμάμαι πότε και από ποιον το είχα ακούσει. Μικρός και «διαολοτρυποτούφος», όπως με έλεγαν, χωνόμουν παντού και απόλαγα τις κεραίες μου και άκουγα, μάθαινα και ρωτούσα. Συνεχώς ρωτούσα. Φοβερό χούι. Ακόμα με καταβασανίζει. Πώς ετούτο, γιατί το άλλο, ποιος πού και πότε το είπε αυτό, τι εννοούσε και γιατί το λέμε έτσι. «Ου παιδάκι μ’ δεν τελειώνουν αυτά. Και τι τα θέλ’ς όλα αυτά; Δεν χρειάζονται. Μάθε πρώτα να μαναρίζεις τα πρόβατα και τα άλλα θα τα βρεις». Αυτές ήταν οι μόνιμες συμβουλές της γιαγιάς μου. Ούτε το μανάρισμα έμαθα κι ακόμα περισσότερο μού έμειναν απορίες, πολλές απορίες.
Απορίες για το μανάρισμα, απορίες για το σφοντύλι κι απορίες για το γνέσιμο της κοπελιάς. Καλά το μανάρισμα θέλει χρόνο, υπομονή και προσοχή. Δεν μεγαλώνουν εύκολα τα ζωντανά. «Σε θέλουν εκεί απίκου, μέρα νύχτα, και στο τέλος δεν έχουν και μεγάλο διάφορο». «Τα κόβαμε τη Λαμπρή, ώσπου τα τελειώσαμε και φύγαμε για την πόλη, για να καζαντίσουμε». Τώρα, αν βρήκαμε καζάντια είναι άλλο θέμα. Η ελπίδα μας είχε αναρριχηθεί για τα καλά στου κισσού το φύλλωμα. Μα δεν γνωρίζαμε ή δεν καταλάβαμε πως ο κισσός αλλού στηρίζεται. Ποιος να μας πει και πώς να μας το πει τόσο καθαρά όσο ο ποιητής: «Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα//σε ξένα αναστυλώματα δεμένο./Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο./Μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω», Γ. Δροσίνης.
Το σφοντύλι. Το σφοντύλι, λοιπόν, είναι ένα στρογγυλό και βαρύ σώμα που το στεριώνουν στη βάση του αδραχτιού, για να γυρίζει εύκολα το αδράχτι, κυρίως κατά την έναρξη του γνεσίματος. Ήταν, λοιπόν, ένα στρογγυλό ξύλινο βαρίδι. Στην ανάγκη χρησιμοποιούσαν ένα μετρίου μεγέθους ξηρό κρεμμύδι. «Η δουλειά να γίνεται και όπως και να γίνεται…». Κατά τη διεργασία όμως έπρεπε με λεπτές, «χαϊδευτικές» θα έλεγε κάποιος κινήσεις να στρίβει το αδράχτι, «το κυλινδρικό αυτό ξύλο γύρω από το οποίο τυλίγεται το νήμα (το γνέμα) που σχηματίζεται από το γνέσιμο του μαλλιού (της τλούπας ) που τοποθετείται στη ρόκα». Να πούμε ακόμα πως στην «προικώα αρματωσιά» κάθε κοπελιάς ήταν και η ρόκα γνεσίματος που πολλές φορές την είχαν στολισμένη και σκαλισμένη με διάφορες διακοσμητικές παραστάσεις.


Το σφοντύλι μαζί με το αδράχτι περιστρέφονταν συνεχώς κι έτσι τυλίγονταν το νήμα. Οι περιστροφές -πολλές, πάρα πολλές είναι αλήθεια- μεταφορικά μας έφταναν και στην αντράλα του μυαλού. « Μού ήρθε ο ουρανός σφοντύλ’» είναι οι λέξεις που λέμε μετά από ένα απότομο χτύπημα ή όταν συμβεί ένα δυσάρεστο και αναπάντεχο γεγονός. «Ζαλίζομαι, ζαλίζομαι σαν το σφοντύλι αντραλίζομαι».
Κάποτε «εγένετο ερωτική σύμπτυξη του Κώτσιου και της Λενιώς και βγήκε το κούτσ’κο. Και να η κατάθεση της Λενιώς για την «αναγνώριση του τέκνου».

«Φούρκα εγώ τα ποδάρια, κύριε πρόεδρε, όξω το αδράχτ’ τ’, Κώτσιου, σβουγγ στροφές το σφοντύλ’, βάλε-βγάλε το αδράχτ’ μού ‘ρθε αλληλούια, αλατζούτζουρας και δεν έβλεπα τίποτες. Τα ‘μασε μετά τα παντελόνια κι έφ’γε. Μας ξεκάμπ’σε όμως το κούτσκο. Κι απέ γεννήθ’κε “μην είδατε, μην απαντήσατε τον Κώτσιο τον λεβέντη”».
Κι όταν ο πρόεδρος παρατήρησε «όχι και λεβέντης», πήρε την απάντηση: «Δεν ξέρω τι λέτε, αλά το αδράχτ’ και το σφοντύλ’ του κάνουν καλή δ’λειά. Σβούρα κυρ’ πρόεδρε. Σού ‘ρχεται αχαμνά, ζουρλαίνεσαι και δεν ξέρ’ς τι κάν’ς. Αυτό έπαθα και εγώ. Σφοντύλ’ ήταν αυτό ή μηχάνημα; Παναΐα μου…». Χωρίς να το καταλάβει αθώωσε τον Κώτσιο.



 Χρήστος Α. Τούμπουρος

Οι Άστεγοι...Πραγματικές ιστορίες με την πένα του Γιώργου Γιαννάκη

 Δυστυχώς όλες αυτές οι καταστάσεις, μνημόνια, πανδημίες, αναδουλιές, ακρίβεια, φέραν πολύ κοσμάκη στο πεζοδρόμιο άστεγους, τουλάχιστον ας τους θυμηθούμε τούτες τις άγιες ημέρες.

Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει ένα κράτος αλλά αυτή η εικόνα είναι απόλυτη ξεφτίλα, να βλέπεις ακόμη και στό κέντρο της πόλης άστεγους με κάτι χαρτόνια και παλιο κουρελούδες για σκεπάσματα, που αν ζούσε ο Βίκτωρας Ουγκώ θα έγραφε για τους άθλιους της σημερινής μέρας.  Αυτά τα κατώτερα παιδιά κατώτερου Θεού που λές και δεν βλέπουνε τον ίδιο ήλιο και αν θέλετε να τους χαρακτηρίσω έτσι να έχουν μια γωνιά δικιά τους να ξεκουράσουν το κορμάκι τους. 

Θα μου πείτε ας πρόσεχαν "καλά νιάτα κακά γεράματα" που λέει και ο λαός μας. E δεν είναι ακριβώς έτσι υπάρχουν και καψοκαλύβες που κοιτάζουν το σήμερα, αλλά μην τους παίρνει όλους η μπάλα. Θα σας πω μια ιστορία που συνέβει σε μένα. Πάνε πέντε-έξη χρόνια σε ένα χώρο του Δήμου Αθηναίων, το Πάσχα που μοίραζαν συσσίτια για απόρους [ στα γεύματα αγάπης ] βλέπω έναν ταλαίπωρο να με φωνάζει ρε Μαστρογιώργη και εσύ εδώ. Βλέπω έναν πελάτη μου ο οποίος είχε μια βιοτεχνία, κιμπάρης, χουβαρντάς, νοικοκύρης μετά όλα του!    

- Όχι του λέω μια επίσκεψη έκανα εδώ.  

-Λέω και εγώ μήπως είχες τα χαϊρια τα δικά μου και κάθισε ο άνθρωπος και μου εξήγησε το τι του συνέβει.  Άκου Γιώργο μου λέει θυμάσαι την βιοτεχνία που είχα, ε λοιπόν αναγκάστηκα να την κλείσω βλέπεις μας φάγανε οι Κινέζοι και τα μεγάλα μαγαζιά. Όλοι μου έλεγαν βάρα μια πτώχευση και μη πληρώσεις τίποτα και άμα έχεις κάτι διώξτο και μην πληρώνεις τίποτα. Πώς μπορώ να το κάνω αυτό, εδώ ήμασταν μια οικογένεια λέω στον δικηγόρο μου. Εγώ θέλω να περπατώ με ψηλά το κεφάλι.  Εμένα με ρώτησες σαν δικηγόρο άμα θες για ηθική πήγαινε σε καμιά εκκλησία. 

Και θα έρθω στην περιπτωση του Αλέκου ενός Έλληνα έξ Αιγύπτου έναν σύγχρονο Διογένη ο οποίος δεν συμβιβαζότανε με τίποτα, παράτησε μια επιχείρηση που είχε ο πατέρας ένας τρίτης γενιάς από την περιοχή της Μουργκάνας που πρόκοψε εκεί στα ξένα, παράτησε λεφτά περιουσία μόρφωση γιατί δεν άντεχε να τον προστάζει ο πατέρας του κατάντησε να κάνει κάτι δουλειες του ποδαριού. Αλλά δεν άντεχε το άγχος της δουλειάς, έτσι έλεγε ώπου κατάντησε ζητιάνος και άστεγος.  

Μια μέρα με πλησιάζει και μου λέει, ρε μαστρογιώρο θα μου παραχωρήσεις έναν χώρο εδώ για να τη βγαζω το βράδυ μια και συ δόξα το θεό έχεις τόσο χώρο [ είχα κάνει τον παλιό κινηματογράφο την ΑΡΓΏ στην Άνω Νέα Σμύρνη Συνεργείο ]. Του λέω ρε Αλέκο δεν μπορώ θα μου βάλεις καμιά φωτιά και θα με κάψεις αλλά θα σε βολέψω με ένα καμαράκι που έχει απ' έξω. Και έτσι έγινε ο Αλεκος την έβγαζε εκεί, μετά τον μάθανε και ο κόσμος κι όλο και κάποιο χαρτζιλίκι κονόμαγε. Πέρασε ο καιρός, εγώ έκλεισα το μαγαζί και Αλέκος στο δρόμο. Τον επόμενο χειμώνα ο Αλέκος μας άφησε "γειά", δεν άντεξε το κρύο και την πείνα.  Θα ήθελα να του αφιερώσω ένα ποίημα μια και του άρεσε να σκαρώνουμε στιχάκια:

Ήταν φτωχός κι αμίλητος 

 καθόλου δεν γελούσε 

 και όλοι η γειτονιά τον επερεγελούσε 

 

 Στο δρόμο όπου εδιαβαινε

 όλοι του κάναν πλάκα

 είχε ένα κουσούρι ο φτωχός 

 ολο να κάνει τράκα

 

 Κάποιος μας είπε μια φορά 

 όλη την ιστορία 

 πως ηταν πλούσιος καλός 

 αλλά αυτός βίος και πολιτεία 

 

 Οι κυβερνήσεις φταίγανε 

 που φέρανε την κρίση 

 μα για την κατάντια του 

δεν θέλει να μιλήσει 

 

 

Είχε λεφτά πάρα πολλά        

μα ήταν τρυπιοχερης

και προκαλούσε την ζωή

ποτέ δεν θα μ' την φέρεις

 

Μα έτσι όπως κατάντησε

σκουπίδια να μαζεύει

κανείς ποτέ δεν του μίλαγε

κάθεται και χαζεύει


Ώσπου ένα κρύο πρωινό

μες στον βαρύ Γενάρη

ο χάρος τον λυπήθηκε

και ήρθε να τον πάρει


       Γιώργος Γιαννάκης

Απόδημος Κραψίτης


Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

Για τόσα πρόδωσε ο Ιούδας τον Χριστό: Πόσα ευρώ είναι σήμερα τα 30 αργύρια

Γνωστή και αναγνωρίσιμη από όλους είναι η αναφορά στα «τριάκοντα αργύρια», το ποσό που πήρε ο Ιούδας προκειμένου να προδώσει τον Χριστό, συνώνυμο με την προδοσία.

Τι όμως ήταν τα νομίσματα αυτά και ποια η σημερινή αξία τους, φυσικά κατά προσέγγιση;

Κατά το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, ο Ιούδας πρόδωσε τον Ιησού για «30 αργύρια».

Μ’ ένα φιλί τον υπέδειξε στους στρατιώτες του αρχιερέα Καϊάφα, ο οποίος τον παρέδωσε στους στρατιώτες του Πόντιου Πιλάτου.

Αποκάλυψε το σημείο όπου βρισκόταν ο Κύριος του μαζί με τους υπόλοιπους μαθητές στην Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του αρχιερέα των Ιουδαίων Καϊάφα.

Σύμφωνα με κείμενα διάφορων προφητών, ερευνητές εκτιμούν πως τα τριάκοντα αργύρια ήταν τυριανά σεκέλ, νόμισμα της Τύρου, αρχαίας πόλης του Λιβάνου.

Πόσα θα άξιζαν σήμερα;

Στην εποχή της Καινής Διαθήκης, ένα σέκελ άξιζε περίπου τέσσερις δραχμές. Κάθε νόμισμα είχε βάρος λιγότερο από μισή ουγκιά ασήμι, περίπου 16 γραμμάρια το καθένα.

Η σημερινή του αξία θα υπολογιζόταν από 400 έως 500 δολάρια. Δηλαδή, κατά προσέγγιση, τα 30 αργύρια είναι περίπου 15.000 ευρώ.

https://viralgreece.eu

Όταν η διαδρομή Γιάννενα-Πρέβεζα διαρκούσε τεσσερισήμισι ώρες με τα λεωφορεία του '50

Το μακρύ ταξίδι περιλάμβανε και στάση για φαγητό στο Τέροβο!


Σχεδόν μία ώρα διαρκεί σήμερα το ταξίδι από τα Γιάννενα στην Πρέβεζα, όμως πριν από μερικές δεκαετίες όμως το ταξίδι από την Πρέβεζα στα Γιάννενα ήταν πραγματικός "Γολγοθάς", αφού διαρκούσε αρκετές ώρες. Πιο συγκεκριμένα, τη δεκαετία του '50 τα λεωφορεία της εποχής έκαναν την απόσταση 4,5 ώρες, ενώ τους ταξιδιώτες ξεκούραζε η στάση για φαγητό στο Τέροβο. Η κατάσταση άλλαξε ελαφρώς από τη δεκαετία του '60 καθώς πέσαμε στις 2,5 ώρες ταξίδι, ενώ σταδιακά μέχρι τις μέρες μας -ανά δεκαετία- οι χρόνοι έπεφταν διαρκώς, αφού συνεχώς γίνονταν έργα βελτιώσεων του δρόμου που μείωσαν αρκετά την απόσταση. Στη φωτογραφία που σας παρουσιάζουμε, βλέπετε ένα λεωφορείο της εποχής φορτωμένο με επιβάτες και αποσκευές να ανεβαίνει σιγά-σιγά την Κανέτα. Για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι!

Χωριάτικη γαλατόπιτα από τη γιαγιά Άννα. ΒΙΝΤΕΟ

Η πλούσια διατροφική μας κληρονομιά, η ιστορία, ο πολιτισμός μας, η ελληνική φιλοξενία τα έθιμα κι οι παραδόσεις μας, είναι στοιχεία που πρέπει διαχρονικά, να τα σεβόμαστε, να τα προστατεύουμε, να τα αναδεικνύουμε και να τα χαιρόμαστε! Με το κανάλι μας, συνεχίσουμε κοντά στα χωριά και τους ανθρώπους του μόχθου, προσφέροντας υψηλής ποιότητας ντοκιμαντέρ, με θέματα που ασχολούνται με την άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά και παράδοση.

Στο χωριό Σαργιάδα Αιτωλοακαρνανίας, η γιαγιά Άννα μας υποδέχεται με αγάπη στο όμορφο χωριό της, μας μαγειρεύει με δικά της προϊόντα, μια πεντανόστιμη σπιτική γαλατόπιτα, θυμάται και μας διηγείται πως ήταν η ζωή στην Ελλάδα πριν μερικά χρόνια. 

Βίντεο: Ανδρέας Κουτσοθανάσης


Τετάρτη 27 Απριλίου 2022

Ένα νομοθετικό… τρικ για σύνταξη πριν τα 62. Παραδείγματα

Γράφει ο Χρήστος Μέγας

Ακόμη και κατά δύο έτη μπορούν οι ασφαλισμένοι να αυξήσουν τα πλασματικά έτη και κατ αυτόν τον τρόπο να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα. Ακόμη και πριν το 62ο έτος...

Η ευχέρεια αυτή δεν προκύπτει ευθέως από την ασφαλιστική νομοθεσία σαν ανάγκη για την συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης ή την αντιμετώπιση των συνταξιοδοτικών προβλημάτων που εκκινούν από την ανεργία-ανασφάλιστη εργασία, αλλά αποτελούν τέχνασμα του υπουργείου Εργασίας στο νόμο για την ταχύτερη απονομή των συντάξεων.

Έτσι, με βάση τις τελευταίες ρυθμίσεις, ο κάθε ασφαλισμένος που έχει συμπληρώσει την προβλεπόμενη ηλικία συνταξιοδότησης μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει και τον αναγκαίο, προς τούτο, ασφαλιστέο χρόνο.

Αν ο ΕΦΚΑ αδυνατεί να εντοπίσει τον χρόνο ασφάλισης εντός τριμήνου, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται η συγκεκριμένη ηλικία, υποχρεούται να αποδώσει τη σύνταξη.

Μετά τον έλεγχο όλων των στοιχείων αν αποδειχτεί ότι:

1.Ο επικαλούμενος χρόνος ασφάλισης δεν αποδεικνύεται και αυτός υπερβαίνει τη διετία, η σύνταξη αναστέλλεται και τα ποσά που καταβλήθηκαν επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.

2.Αν το διάστημα που επικαλέστηκε ο ασφαλισμένος και επικύρωσε κάποιος εργατολόγος περιορίζεται έως τους 24 μήνες, η σύνταξη συνεχίζει και καταβάλλεται κανονικά, υπό την προϋπόθεση ότι αυτός ο (υπολειπόμενος) χρόνος θα πληρωθεί (αναγνωριστεί σαν πλασματικός).

Πλασματικά έτη

Με αυτόν τον τρόπο τα πλασματικά έτη, έστω δια της πλαγίας, αυξάνονται από 7 σε 9 στον ιδιωτικό τομέα (μισθωτοί, ελεύθεροι επαγγελματίες, επιστήμονες κ.α.) και έως τα 14 στο δημόσιο τομέα (σ.σ. καθώς τα –έως 5 χρόνια- πλασματικά από τα τέκνα μετρούν επιπλέον των 7 πλασματικών).

Ο… πλάγιος τρόπος αναγνώρισης των πρόσθετων πλασματικών αφορά στα έτη προ του 2002, σε μια περίοδο δηλαδή που ο ΕΦΚΑ, και οπωσδήποτε όλα τα υπόλοιπα ταμεία, δεν είχαν μηχανοργανωθεί (δεν υφίστανται καταχωρισμένα ηλεκτρονικά στοιχεία).

Ποιους αφορά

Αφορά δε όσους:

-Επιθυμούν να συμπληρώσουν 25ετία κατά την τριετία 2010-12 για να κατοχυρώσουν «έξοδο» με 25ετία και ανήλικο ή μειωμένη σύνταξη στο δημόσιο και τα 5.500 ένσημα για τις μητέρες με ανήλικο στον ιδιωτικό τομέα.

-Την θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης με 35ετία χωρίς όριο ηλικίας (ένσημα προ του 1983) ή στο 58ο έτος της ηλικίας και πάντως προ του 62ο έτους της ηλικίας.

-Την συμπλήρωση 40ετίας για συνταξιοδότηση στο 62ο έτος της ηλικίας (ασφαλισμένοι του ιδιωτικού τομέα και νεώτεροι ασφαλισμένοι στο σύνολο του ασφαλιστικού συστήματος).

Τα πλασματικά έτη αναγνωρίζονται με το κόστος των ασφαλιστικών κατηγοριών που πληρώνουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες τον προηγούμενο μήνα του μήνα κατάθεσης της αίτησης αναγνώρισης των πλασματικών. Για δε τους μισθωτούς, η αναγνώριση των πλασματικών αναφέρεται στο 20% του μεικτού μισθού του προηγουμένου μήνα.

Κατά συνέπεια, το μηνιαίο κόστος θα πρέπει υπολογίζεται πέριξ των 200 ευρώ για κάθε μήνα (και 4.800 ευρώ στην διετία) για τους μισθωτούς που λαμβάνουν μισθό 1.000 ευρώ και την συντριπτική πλειονότητα των ελευθέρων επαγγελματιών που έχει επιλέξει την κατώτατη ασφαλιστική κλάση του πρώην ΟΑΕΕ.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν για παράδειγμα ένας ασφαλισμένος θέλει απλώς να αποδείξει ότι έχει χρόνο ασφάλισης προ του 1983 (παλαιός ασφαλισμένος), αρκεί η επίκληση ασφαλιστικού χρόνο ακόμη και μιας ημέρας. Σε αυτή την περίπτωση κάποιος μπορεί να θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα με την αναγνώριση χρόνου ασφάλισης δια της… πλαγίας οδού, ακόμη και ενός μηνός έως τις 31/12/1982. Σε αυτή την περίπτωση το κόστος περιορίζεται στα 200 ευρώ!

Τα εν λόγω ποσά μπορούν να εξοφληθούν είτε εφάπαξ, με τον εντοπισμό της παρανομίας ή του μη αποδειχθέντος χρόνου ασφάλισης, είτε με την παρακράτηση ανά μήνα από την καταβαλλόμενη σύνταξη…


Χρήστος Μέγας

Λάκκα Σούλι 1821. Η μάχη στου Ντάρα (σημερινή Ελιά).











Γράφει ο Αθανάσιος Δημ. Στράτης


Οι ιστορικοί πολλές φορές παραλείπουν ή αποσιωπούν γεγονότα που καθόρισαν εν τέλει εξελίξεις. Στην περίπτωση του Σουλίου αποσιωπάται το γεγονός ότι επαναστάτησε από τον Δεκέμβρη του 1820. Έγγραφα και καταγραφές της εποχής εκείνης μιλάνε ξεκάθαρα για τούτο. 

Επίσης δεν αναφέρονται μάχες, που έλαβαν χώρα και καθόρισαν την πορεία της επανάστασης.

Τις παραλείψεις αυτές τις βλέπουμε μόνο στην τοπική βιβλιογραφία της Λάκκας Σουλίου. 

Παρατίθενται μερικές από αυτές. 

Τα χωριά της περιοχής δεν ησυχάζουν όλα αυτά τα χρόνια. Το 1820 ο Σπύρος Κονόμος από τα Λέλοβα, μετά από κρυφή συμφωνία, που είχε γίνει μεταξύ Αλή και Σουλιωτών εναντίον του Πασόμπεη Χουρσίτ, με αρκετή δύναμη αγωνιστών αιφνιδίασε και εξολόθρευσε την Τουρκική φρουρά του «Ταμπουριού» σε ένα στενό του τότε δρόμου Πρέβεζας-Ιωαννίνων (Λάμ. Μάλαμα: «Η Ήπειρος στο ‘21», Λαϊκή Βιβλιοθήκη, 1971).

Στις αρχές του Ιανουαρίου 1821 «πήγε στο Σούλι (ο Αλέξης Νούτσος) και ανταμώθηκε με τον Καπετάνιο Νότην Μπότσαρην και εκεί απόκλεισαν τον δρόμον της Άρτας και αρμάτωσαν όλην την Λάκκαν την μεγάλην ως τα Λέλοβα και το Γεφύρι της Πάσαινας και Γκαντζάν του Λούρου και την μικράν Λάκκαν την μισήν…» (Ιστορία της πόλεως των Ιωαννίνων», εισ. Άγγ. Παπακώστα, κεφ. Δ΄).

Όπως έγραψε ο Νέστορας των Σουλιωτών Ζώης Πάνου, αγωνιστής ο ίδιος (Β. Κραψίτη: «Ζώης Πάνου», εκδ. «Φίλοι του Σουλίου», 1973, σελ. 81), κατά τον Φεβρουάριο του 1821 «έπειτα από τους πολέμους (Τζαρίτζανα, Πλέσια), έγινε σύναξι εις τους Βαριάδες ομού με τους συμμάχους δια να σκεφθούν περί των συμφερόντων τροφών και αποφάσισαν να περιοδεύσουν έν μέρος των Σουλιωτών προς τα μέρη του Λιολιόβου δια να κυριεύσουν όλα, εκείνα τα χωρία όπου επαριθμούνται δώδεκα μικρά και μεγάλα. Ήτον και 5 αποθήκαι με 4 χιλιάδες φορτώματα αραποσίτι. Ήτον εις Λέλοβα ο Ταχήρης Παπούλιας με 350 Τζάμηδες. Ήτον σταλμένος και ο Μητροπολίτης Άρτης Πορφύριος με έν φόρτωμα φλωρία, μαχμουδιέδες δια να διεγείρη ούλα αυτά τα χωρία εναντίον των Σουλιωτών. Αλλά οι λεβέντες Σουλιώται δεν του έδωσαν καιρόν και ούτως διακόσιοι τον αριθμόν κινήθησαν κατ’εκείνο το μέρος.



Ο μεν Μάρκος Μπότζαρης μαθών ότι οι Κρανιώτες δεν εδέχθησαν τα όσα οι Σουλιώται τους επρόβαλλαν δια να ενωθούν, δια νυχτός, εισέβη εις το χωρίον Κρανιά και το εκυρίευσεν. Οι δε εγκάτοικοι μη ημπορώντας δια το αιφνίδιον να αντισταθούν έστρεξαν κατά την υπόσχεσιν των Σουλιωτών. Αφήσας εκεί φρουράν περίλαβεν και τα άρματα της Κρανιάς. Κυρίευσεν και το χωρίον Καντζά, όστις δια την θέσιν αναγκαιούσε των Σουλιωτών. Το χωρίον Καντζάς, επειδή είναι το κλειδί της Πρέβεζας και Λάμαρι, και ούτως εις αυτό ενδυναμώθη και έκοψεν την ανταπόκρισιν οπού είχαν οι Τούρκοι του Λολόβου. Ο μεν Ζώης Πάνου και Βασίλειος Ζέρβας δια νυχτός εις το χωρίον Νάσαρι, πήγαν εις του παπά το σπίτι. Ο παπάς μην ηξεύροντας ότι οι Σουλιώται ήτον, άνοιξεν την θύραν, εισέβησαν οι Καπεταναίοι μέσα, και διέταξαν την παπαδιάν να εισέρχεται εις όλα τα σπίτια του χωριού, βροντώντας την πόρταν. Ακούοντας την φωνήν της παπαδιάς άνοιγον οι νοικοκυραίοι και ούτως επουδράριζαν από δέκα στρατιώται εις κάθε οσπίτιον και ούτω κυρίευσαν την ίδια νύχτα 4 χωρία με την ίδιαν τέχνην. Έκλειναν την κεφαλήν οι εγκάτοικοι. Από το άλλο μέρος ο καπετάν Φώτος-Παναγιώτης ηύρικεν αντίστασιν εις το χωρίον Παπαδάτες. Άναψεν ο πόλεμος, ο Ζώης Πάνος, με τον Βασίλειον Ζέρβαν έδραμον προς βοήθειαν και δια του ποταμού εισέβησαν από το άλλο μέρος. Εις το χωρίον Παπαδάτες υποχρέωσαν τους εγκατοίκους να κλινουν εις τα ζητήματα των Σουλιωτών και εις αυτό το χωρίον έγινε πάραυτα συνέλευσις απ’όλα τα χωρία του Λιολιόβου, εξόν τα Λέλοβα. Εις αυτήν την συνέλευσιν ο Ζώης Πάνου ευχαρίστησεν τους συναθροισθέντες με ορθόν λόγον και μην γνωρίζοντάς τον πολλοί ηρώτησαν τον Νότην Μπότσαρην ποίος ήτο ο άνδρας. Τους διηγήθη ο Νότης την πολυχρόνιον διατριβήν του Ζώη εις την Ευρώπην και το πώς ήτον πατριώτης γνήσιος. Αμέσως εστάλθησαν εις τον Αλή-Πασιάν γράμματα, επιβεβαιούσαν τα κατορθώματα και τας υποσχέσεις οπού εδόθησαν εις τα χωρία του Λολόβου και ο Αλή-Πασιάς τα έστρεξεν και τα αποκήρωσεν. Την αυτήν ημέραν έδραμον προς τα Λέλοβα και το δειλινόν με ορμήν οι Σουλιώται εισέβησαν εις το μεγάλον χωρίον Λέλοβα. Υποχρέωσαν τους Τούρκους και σφαλίστηκαν εις πέντε πύργους. Ο πόλεμος εξακολουθούσεν. Πολιόρκησαν τους Τούρκους στενά. Έφθασεν και ενταυτώ ο Γιωργάκης Δράκος με έν άλλο μικρόν σώμα Σουλιωτών. Έβαλαν το πύρ εις τας πόρτας του πύργου. Υποχρέωσαν τους εσώκλειστους τα μεσάνυχτα και παρεδόθησαν εις την διάκρισιν των Σουλιωτών. Εις αυτόν τον πύργον επέτυχεν να ήτον και ο αδελφός του αρχηγού Ταχήρ αγά Παπούλια. 

Εμήνυσαν με έναν Τούρκον εις τον αγάν ότι εάν παραδοθή, όχι μόνον τους αφήνουν ελέυθερους να φύγουν με τα άρματά τους, αλλά ήθελαν αφήσει ομοίως και τον αδελφόν του με τους υπό την οδηγίαν του Τούρκους όπου παραδόθησαν εις την διάκρισιν των Σουλιωτών. Ούτως ο αγάς έκλινεν και το ταχύ τους εσυντρόφευσα έως τον Καντζά. Απ’εκεί απέρασαν δια την Πρέβεζαν.

Ο Ζώης έτρεξεν να φθάση τον Πορφύριον δεσπότην, αλλά δε τον επρόφθασεν. Ο δεσπότης ως γραμματισμένος προνόησεν το γεγονός και ανεχώρησεν με ταχύτητα με όλον το χρυσάφι και εσώθη εις την Άρταν. Η αναχώρησίς του έγινε προτού εισέβουν οι Σουλιώται εις το χωρίον. Ρώτησαν τον Ζώην μετά ταύτα εάν ήθελεν πιάσει τον Πορφύριον τι θα τον έκαμεν. Αυτός απεκρίθη ούτως: «Το χρυσάφι έμελλεν να χρησιμέψη δια την πατρίδα. Τον δεσπότην ήθελα μεν τον κάμει Πατριάρχην, επειδή και ο Σουλτάνος θανάτωσεν τον Γρηγόριον». Αυτό μαθών ο Άρτης Πορφύριος επήρεν μετά ταύτα διαφορετικα μέτρα και ανεχώρησεν από τους Τούρκους και απέρασεν εις το Μεσολόγγιον.

Οι Σουλιώται αφού κυρίευσαν τα Λέλοβα και όλα τα χωρία, επήραν και τας αποθήκας, ως ανωτέρω είπαμεν. Προβλέφθησαν από ψωμί, αλλά ήταν στενά από πολεμοφόδια. Τα δε πολεμοφόδια τα προβλέπονταν με πολύν κίνδυνον. Έστελναν εις Ιωάννινα δια νυχτός. Μετά την κυρίευσιν του Λιολιόβου εξαπλώθησαν οι Σουλιώται έως τον Ίναχον ποταμόν, και εις όσα μέρη απερνούσε ο ποταμός (σημ. Λούρος) οι Σουλιώται έβαλον στρατιώτας και εφύλαττον τας θέσεις εις τον Άγιον Γεώργιον, εις το γεφύρι της Πάσαινας, εις την Φιλιπιάδαν και εις το Μαντζαούσι.

Ο Ζώης με τον Μάρκον Μπότσαρην, 60 Σουλιώτες και 300 από την Λάκκαν Λιολόβου έδωσαν μάχην με τους Τούρκους στην Στρεβίναν. Ο Μάρκος ανεχώρησεν και πήγε εις Μιλιγγούς στο στρατόπεδο των συμμάχων και παρευρισκόμενος εκεί ομού με τον Γεώργιον Δράκον τα δε στρατεύματα των Σουλιωτών εξαπλώθησαν τριγύρου του κράτους των και με τας αποκτήσεις έγινεν το κράτος τους πέντε ημερών περιφέρεια.

Εις τους Μελιγγούς ήταν, ως είπαμεν, ο Μάρκος Δράκος και οι αγάδες βαστούσαν την Μανωλιάσσα, θεριακίσι, το μικρόν φρούριον Βαριάδες. Εκεί είχον και νοσοκομείον δια τους πληγωμένους. Εις τον Άγιον Γεώργιον και εις την Βαθειάν, εις το Γεφύρι της Πάσαινας, ήτον ο Καπετάν Πήλιος Γούσης και Κίντζος Πανταζής. Εις την Φιλιππιάδαν ήτον ο Γέρο-Ζώης και Καπετάν Φώτος-Παναγιώτης. Αναχωρώντας του Φώτου-Παναγιώτη ήλθον μέρος των Τζαβελλαίων. Εις το Λευτεροχώρι ήτον ο Πάνος Διαμάντης και ένας Τούρκος, Σουλεϊμάν Μέτος ονόματι, ο πρώτος οπού ενώθη με τους Σουλιώτας και έγινεν σύμμαχος. Εις το Ματζαούσι ήτον ο Λάμπρος Βέικος, εις τον Καντζάν ήτον ο Νότης Μπότζαρης, Λάμπρος Κασμάς, Βασίλειος Ζέρβας και Φώτος Παναγιώτης. Τούτοι ήτον ούλοι».



Η επανάσταση, επομένως, του 1821 άρχισε στην περιοχή πολύ πριν τον Μάρτιο και μάλιστα οι Σουλιώτες και Παρασουλιώτες ήταν οι πρώτοι Έλληνες που ξεσηκώθηκαν.

Την Άνοιξη του 1821 οι Σουλιώτες πολιόρκησαν τα Λέλοβα, που υπερασπίζονταν ο Σουλεϊμάν πασάς. Σε βοήθειά του ο Χουρσίτ είχε στείλει τον πασά Άρτας, Χασάν Βεργή Βρυώνη, με 2.000 Τουρκαλβανούς. Ο Μάρκος Μπότσαρης τους πολιόρκησε για 12-13 ημέρες και τους ανάγκασε να αποχωρήσουν μόνο με τον οπλισμό τους, αφήνοντας πολεμοφόδια και τρόφιμα. Τον Απρίλιο ο Μάρκος με τον Πούλιο Δράκο χτύπησαν 500 Τούρκους του Ισμαήλ πασά, στη θέση Μπογόρτσα, βόρεια του Νάσσιαρη (εφ. «Άσσος»).

«H μάχη διεξήχθη εντός του ομώνυμου οικισμού (Μπογόριτσα) την 18-4-1821, από την 10η πρωινή ώρα έως την 3η απογευματινή. Καθ’όλην την διάρκειά της έβρεχε καταρακτωδώς. Οι Τουρκαλβανοί εγκατέλειψαν το χωριό αφήνοντας πίσω τους 50 νεκρούς και περισσότερους τραυματίες, ενώ οι Σουλιώτες είχαν 11 νεκρούς και 27 τραυματίες…» (Σπυράκος Θεόφιλος, ό.π.π. σελ. 249).

Στις 7-4-1821 ο Χασάν πασάς της Άρτας εισήλθε κατά λάθος με δύο μπέηδες εις την Λάκκαν, αλλά τόσο πολύ κυνηγήθηκε από τους Σουλιώτες ώστε αναγκάστηκε να καταφύγει στην Άρτα για να μη συλληφθεί. Πολλοί στρατιώτες του έπεσαν αιχμάλωτοι στους νικητές, μαζί και δύο μπέηδες, ο ένας εκ των οποίων πληγωμένος έτυχε περίθαλψης από χειρουργό, που όρισαν οι Σουλιώτες. Πολλά λάφυρα, μουλάρια, ζωοτροφές και πολεμοφόδια πήραν οι Σουλιώτες. Η επιτυχία άνοιξε πάλι την Αρτινή και τη Γιαννιώτικη Λάκκα στην ελευθερία (Κ. Δ. Στεργιόπουλου: «Μνήμη Σουλίου», τ. Β΄, σελ. 156,1973).

Αυτές τις ημέρες (άνοιξη του 1821) Τούρκοι στρατιώτες αποκλείστηκαν μέσα στο χωριό Ντάρανη και πολιορκήθηκαν από τους Σουλιώτες. Τα παρακάτω αναφέρονται στο βιβλίο «Άπομνημονεύματα Σουλιώτου αγωνιστού του 1821 Σ. Τζίπη», (εκδ. Δωδώνη, επιμ. Άγγελου Παπακώστα, σελ. 58):



«Μάχη του Ντάρανη

Εις τους πρώτους πολέμους (της επανάστασης) οι Ρωμιοί δεν ήσαν όλοι σύμφωνοι. Άλλοι ήσαν με μας, άλλοι καθώς οι Λακκιώτες είχαν μείνει με τον Αλή Πασά. Όντας όμως ένοιωσαν ότι ο Τούρκος τους απατούσε, επειδή δεν τους έκανε ότι τους είχε υποσχεθή και τους έκανε μάλιστα να υποφέρουνε χίλια κακά, εβαρεθήκανε, εφύγανε απ’αυτόν, επροσκύνησαν και ήλθαν με μας. Οι Τούρκοι όταν τώμαθαν σκυλιά εγινήκανε και έστειλαν να χαλάσουν όλα τα χωριά που είχαν ενωθή με μας. Εις το Ντάρανη, χωριό της Λάκκας του Μπότσαρη, εβήκανε εκατό Τούρκοι της καβαλλαρίας, για να το χαλάσουν, οι κάτοικοι είχαν φύγει (είχαν ανέβει στο Σούλι). Ημείς αγκαλά είμαστε εξήντα άνδρες και όχι περισσότεροι ετρέξαμε άμα το εμάθαμε, επιάσαμε όλα τα πατήματα και τους εκλείσαμε μέσα, εις τρόπον οπού δεν μπορούσε κανείς να ξεμουτρήση. Είχαμε καπετάνιους τον Μάρκο Μπότσαρη και τον Γιωργάκη Δράκο. Οι Τούρκοι αργά το κατάλαβαν, οπού δεν μπορούσαν να φύγουν και έμειναν μέσα κλεισμένοι, ήσυχοι, με το στανιό, προσμένοντας να τους πάγη βοήθεια απόξω. Τουφεκιές δεν έπεφταν, ούτε από τη μια μεριά, ούτε από την άλλη. Ήτο Μάιος μήνας. Εκοιμόμαστε χωρίς κάπες, ξέσκεποι. Τους εφυλάγαμε νύκτα-μέρα. Οι Τούρκοι έμειναν κλεισμένοι στο Ντάρανι δεκαπέντε μέρες και αυτοί ξέρουνε τι απεράσανε! Υποχρεωθήκανε να φάνε τα άλογά τους, οπού και αυτά από την πείναν ψοφούσαν. Όταν είδαν ότι δεν τους έμενε καμία ελπίδα να ελευθερωθούν εσυνθηκολογήσανε, επροσκύνησαν και τους αφήσαμε να βγούν ελεύθεροι με τα όπλα των. Όταν εμβήκαμε στο χωριό είδαμε την ελεεινότητά τους. Τι δεν θ’ απέρασαν! Τα χαλινάρια, οι σέλλες, όλα τα πήραμε, δικά μας έμειναν, γιατί υποχρεωθήκανε να τα αφήσουν εις τα χέρια μας, όταν κακήν κακώς αναχωρήσανε.


Είμαστε ακόμα μέσα στο χωριό, όταν μας έγραψαν από τα «Τσιερίτσαινα», να πάμε να πιάσουμε δέκα Τούρκους οπού είχαν βγή εις τους αγρούς να μαζώξουν τα δέκατα. Άλλο δεν γυρεύαμε και μείς. Επήγαμε, τους ευρήκαμε και τους επιάσαμε όλους…».

Ασφαλώς το αναφερόμενο χωριό Ντάρανη, είναι του Ντάρα Λάκκας Σουλίου και μακρύτερα. Εκ παραδρομής γράφτηκε ως Ντάρανη και Ντάρανι, ακόμη περισσότερο εφ’όσον ο Σ. Τζίπης αφηγούνταν τα περιστατικά και κατέγραφε ο Δούσμανης. Αλλά και σε άλλα χωριά την εποχή εκείνη το χωριό Ντάρα λέγονταν και Ντάρανη. Με την τελευταία ονομασία διασώζεται στο δημοτικό τραγούδι «Δεν φταίει η μαύρη Λάκκα», που χορεύεται στο καγκελάρι του χωριού Κουκλέσι (Χρ. Σκανδάλη: «Το Κουκλέσι», 1996, σελ. 119).

Τον Οκτώβρη του 1821 ένα μέρος των Σουλιωτών και Παρασουλιωτών πολιορκούσε την Άρτα και ένα άλλο είχε μείνει φρουρά στα απελευθερωμένα μέρη, Σούλι και «μέσα» και «έξω» Λάκκες, όπως ονομάζει ο Χρ. Περραιβός τη Μικρή και Μεγάλη Λάκκα Σουλίου αντίστοιχα («Πρεβεζάνικα Χρονικά», τχ.33, σελ.32).

Στις 17-1-1822, ημέρα Τρίτη, οι Τούρκοι σκότωσαν τον Αλή Πασά και ο Χουρσίτ έστειλε φιρμάνι να παραδοθούν οι Σουλιώτες. Αυτοί αρνήθηκαν και εκείνος έστειλε 15.000 στρατιώτες εναντίον τους.

Στις 14 Μαρτίου πέρασαν ξύλινες γέφυρες (λεσιές) στη Φιλιπιάδα, που φύλαγαν οι Νότης Μπότσαρης και Νικ. Τζαβέλλας με λίγους άνδρες. Μετά 12ωρη μάχη στον Άγ. Ιωάννη Ρωμιάς, οι Σουλιώτες υποχώρησαν, αλλά με το να καθυστερήσουν τους Τούρκους, έδωσαν την ευκαιρία στους Λακκιώτες να ανέβουν στο Σούλι όπως έκαναν πάντα. Πήραν τα υπάρχοντά τους, τα φόρτωσαν στα ζώα και στις γυναίκες τους και μαζί με τα κοπάδια τους κλείστηκαν στο Σούλι, 6.000 άνθρωποι και 30.000 γιδοπρόβατα. Τους δέχτηκαν οι Σουλιώτες με προθυμία, τους φιλοξένησαν, τους δώσανε πρωτεία. Με γράμμα τους, ζήτησαν στις 10 Μαίου τροφές και πολεμοφόδια από την Ελληνική Κυβέρνηση. Η διαμονή ανθρώπων και ζώων έγινε τόσο δυσχερής στο στενό και πετρώδη τόπο του Σουλίου, ώστε άρχισαν να αποδεκατίζονται από τις αρρώστιες και την πείνα.

Οι Τούρκοι εισέβαλλαν στη Λάκκα και κατέκαψαν τα χωριά , εκτός λίγων οικιών και εκκλησιών. Ίσως τότε έκαψαν τον Άγ. Αθανάσιο Ντάρας και τον ξανάχτισαν οι Νταρανίτες το 1850.

Στις 2 Ιουνίου έκαναν δεύτερη αποτυχημένη εκστρατεία εναντίον του Σουλίου. Στις 31 Αυγούστου φυγαδεύτηκαν τα γυναικόπαιδα και στις 2 Σεπτεμβρίου υπογράφτηκε συμφωνία και αναχώρησαν και οι άντρες («Αληθ. Σουλιώτες», ό.π.π., σελ. 467)


Οι Λακκιώτες πήραν αμνηστεία και επέστρεψαν εξαθλιωμένοι στα κατεστραμμένα χωριά τους. Πριν γυρίσουν, κατά το διάστημα που έλειπαν στο Σούλι, ο Σουλτάνος είχε εθνικοποιήσει τα χωριά, κάνοντάς τα Ιμλιάκια. Αγνόησε δηλαδή την κατάσταση που ήταν πριν γίνουν τσιφλίκια του Αλή. Τα ιμλιάκια ή καφέ γαίες νοικιάζονταν στους καλλιεργητές με τους ίδιους όρους, όπως οι ιδιωτικές γαίες, με τη διαφορά ότι εδώ ο Σουλτάνος έπαιρνε τη θέση του ιδιοκτήτη και εισέπραττε πέρα του 1/10 και τα 3/10 της συγκομιδής στη θέση του ενοικίου («Ιστορία της Πρέβεζας», Α΄Διεθνές Επιστ. Συνέδριο, Πρέβεζα 1993, σελ. 128).

Έτσι οι Νταρανίτες και οι άλλοι κοντοχωριανοί τους, βρήκαν νέο καθεστώς δουλείας στο χωριό όπως:

-Έπαψαν να ανήκουν στο ταμείο της Βαλιδέ Σουλτάνας.

-Η γη περιήλθε ως προς την ψιλή κυριότητα στο Τουρκικό δημόσιο και μόνο η νομή και η επικαρπία στους κατοίκους.

-Αναγνωρίστηκε το παλαιό καθεστώς αμέσου φορολογίας του Αλή με μικρές παραλλαγές.

-Χαρακτηρίστηκαν σαν κτήματα του Τουρκικού δημοσίου, όλα τα ιδιοποιηθέντα από τον Αλή βοσκοτόπια.

(Απόσπασμα από το βιβλίο του Αθ. Δ. Στράτη “Ντάρα Λάκκας Σουλίου, Ιστορία”, 2008)