Απολαύστε
τα video
Αρχάγγελος
Πρέβεζας
Ο Αρχάγγελος είναι ένα πεδινό χωριό του Νομού
Πρεβέζης, που υπάγεται στο Δημοτικό Διαμέρισμα της Νέας Σινώπης του Δήμου
Πρέβεζας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 40 μέτρων. Με βάση την απογραφή του 2011
έχει 331 κατοίκους, κατά την απογραφή του 1991 εμφάνιζε 356 κατοίκους. Πρόκειται
για σχετικά νέο χωριό, καθώς ιδρύθηκε το 1922 μετά την Μικρασιατική
καταστροφή από πρόσφυγες. Οι Μικρασιάτες που ίδρυσαν το χωριό Αρχάγγελος,
προέρχονταν από χωριά του Δ. Πόντου, κοντά στην τουρκική κωμόπολη Αγιατζίκ, 48
χλμ. Δ.-ΝΔ. της Σινώπης, 90 χλμ. ΒΑ. της Κασταμονής και 68 χλμ. Α. της αρχαίας
παραλιακής πόλης του Δυτικού Πόντου Ινέπολης (Ιωνόπολη). Τα χωριά αυτά ήταν το
Αϊαντόν, η Μόρζα, η Τόσος, το Γιαλού, το Χελαντού, η Ταΐστα, το Καρσού και το
Πινέφ, όλα ελληνικά χωριά. Όλα βρίσκονταν κοντά στη Μαύρη θάλασσα, αλλά
παραλιακό ήταν μόνο το Γιαλού. Τα άλλα ήταν χτισμένα σε υψώματα σε μικρή
απόσταση από τη θάλασσα τριγυρισμένα από δάση με καστανιές. Η γλώσσα που
μιλούσαν εκεί οι Έλληνες ήταν υποχρεωτικά η τουρκική, όμως λάτρευαν ελεύθερα τη
θρησκεία τους. Σε άλλα από αυτά τα χωριά ο πληθυσμός ήταν αμιγώς ελληνικός και
σε άλλα κατοικούσαν και Τούρκοι. Οι σχέσεις τους με τους απλούς Τούρκους ήταν
πολύ καλή και η συμβίωσή τους ομαλή. Οι Έλληνες εκτός από τις αγροτικές ασχολίες
γνώριζαν και τέχνες και κρατούσαν την οικονομία του τόπου στα χέρια τους. Ο
αποχωρισμός ήταν πικρός και η λύπη μεγάλη και για τους Έλληνες και για τους
απλούς Τούρκους όταν οι Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Οι
Έλληνες κάτοικοι αυτών των χωριών έζησαν κάθε τραγική στιγμή της ελληνοτουρκικής
σύγκρουσης των αρχών του 20ου αιώνα που κορυφώθηκε με τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου
πολέμου και το τέλος του μικρασιατικού πολέμου. Οι άνδρες υποχρεώθηκαν σε
πολύχρονες θητείες στον τουρκικό στρατό ή επάνδρωσαν τα Τάγματα εργασίας των
Τούρκων. Πολλοί δεν κατόρθωσαν ποτέ να ξαναδούν τις οικογένειές τους. Κάποιοι
πάλι συμμετείχαν στο αντάρτικο του Πόντου (1914-1922), με επίκεντρο στο Δυτικό
Πόντο την Πάφρα.
Τα γυναικόπαιδα και οι γεροντότεροι υπέστησαν τις
υποχρεωτικές μετακινήσεις προς τα ενδότερα τις Τουρκίας, το 1916 και το 1918.
Με την επιστροφή στις εστίες τους, μετά από λίγους μήνες έβρισκαν τα σπίτια τους
λεηλατημένα και άλλα κατοικημένα από Τούρκους. Η προσπάθειά τους να ξαναρχίσουν
τη ζωή τους στον τόπο τους διακόπηκε οριστικά μετά την μικρασιατική καταστροφή
( Αύγουστος 1992). Εκτός από τους άνδρες που συγκεντρώθηκαν σε στρατόπεδα και
σχημάτισαν πορείες αιχμαλώτων προς το εσωτερικό της Μ. Ασίας, ο υπόλοιπος
ελληνικός πληθυσμός το φθινόπωρο - χειμώνα του 1922 έφθασε στην Ελλάδα περίπου
900.000 πρόσφυγες, εκείνη μόνο την περίοδο και από αυτούς 182.000 από τον
Πόντο.
Τους κατοίκους των παραπάνω χωριών, συγκέντρωσαν οι Τούρκοι στρατιώτες
τον Δεκέμβριο του 1922, και τους ερεύνησαν όλους εξονυχιστικά ώστε να μην
μεταφέρουν μαζί τους οτιδήποτε πολύτιμο. Τους επέτρεψαν να πάρουν μαζί τους μόνο
ό,τι μπορούσαν να κουβαλήσουν. Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία τους κατέταξαν σε ομάδες
ανά ενορία και τους οδήγησαν στα λιμάνια της Ινέπολης και της Σινώπης. Έτσι τους
υποχρέωσαν να εγκαταλείψουν για πάντα τα σπίτια τους, τις περιουσίες τους και
τις προαιώνιες πατρίδες τους.
Στην Ινέπολη γίνονταν αρπαγές και ληστείες από
τους Τούρκους. Κάποιοι πρόσφυγες προσπάθησαν με όσα λεφτά μπορούσαν να βρουν,
να εξασφαλίσουν μια θέση στα καράβια της γραμμής για να φύγουν νωρίτερα. Οι
περισσότεροι επιβιβάστηκαν σε καράβια που μετέφεραν τους πρόσφυγες και
οδηγήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί έγινε επισήμως η ανταλλαγή, πέρασαν από
απολύμανση, επιβιβάστηκαν σε ελληνικά καράβια και ήλθαν στην Ελλάδα.
Πρώτος
σταθμός τους ήταν η πόλη της Πρέβεζας. Τους οδήγησαν στην περιοχή Βρυσούλα.
Εκεί είχε ελαιώνες και πολλά κουνούπια. Οι πρόσφυγες ζήτησαν να ξαναμπούν στα
καράβια που δεν είχαν φύγει ακόμα, και να μεταφερθούν αλλού. Τους πήγαν στην
Ιθάκη. Περίπου 4-500 άνθρωποι. Εγκαταστάθηκαν στο γηροκομείο και σε ένα σχολείο.
Εκεί έμειναν 7-8 μήνες. Έγινε καταγραφή πληθυσμού και χωρισμός των ανθρώπων σε
«αστικούς και γεωργούς». Οι αγρότες προβλέπονταν να σταλούν σε αγροτικές
περιοχές και οι αστικοί στις πόλεις. Στην Ιθάκη μην μπορώντας να καλύψουν τις
βασικές τους ανάγκες συχνά κατέφευγαν σε αρπαγές από χωράφια και αγρούς. Η
ανυπόφορη κατάσταση για ντόπιους και πρόσφυγες τους έκανε να ψάξουν για
μονιμότερη εγκατάσταση. Δημιουργήθηκαν επιτροπές για να εξετάσουν τα μέρη και
να επιλέξουν που θα εγκατασταθούν.
Γύρισαν στην περιοχή της Πρέβεζας. Έφθασαν
στο μέρος που σήμερα βρίσκονται τα χωριά Σινώπη και Αρχάγγελος. Από την
Τριανταφυλλιά της Σινώπης, όπου και σταμάτησαν για 24 ώρες, ερεύνησαν την γύρω
περιοχή. Το σημείο που σήμερα βρίσκεται ο Αρχάγγελος οι πρόσφυγες θεώρησαν το
κατάλληλο για να χτίσουν το νέο τους χωριό, αφού εκεί υπήρχαν αρκετά και εύφορα
χωράφια για τη γεωργία, ξυλεία, νερό και ένα εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου,
παλιό μοναστήρι.
Επέστρεψαν στην Ιθάκη και ξαναγύρισαν στα μέρη αυτά 80
οικογένειες. Τον Σεπτέμβριο του 1923 εγκαταστάθηκαν στην περιοχή που σήμερα
υπάρχει ο Αρχάγγελος. Το κράτος μοίρασε αντίσκηνα, ένα σε κάθε δύο μικρές
οικογένειες και ένα σε κάθε πολυμελή οικογένεια. Επί τρία χρόνια ζούσαν μέσα
στις σκηνές στην περιοχή του ποταμιού δυτικά από το σημείο που επρόκειτο να
γίνει το χωριό. Εκεί η περιοχή ήταν βαλτώδης, υπήρχαν κουνούπια και η ελονοσία
θέριζε τους πρόσφυγες. Τελικά έμειναν 40 οικογένειες από τις 80 και 15 περίπου
έφυγαν για άλλες περιοχές. Οι 40 οικογένειες που προέρχονταν από τα ίδια χωριά
της Μ. Ασίας θα δημιουργούσαν στην συγκεκριμένη περιοχή τον
Αρχάγγελο.
Αρχικά το χωριό ονομάστηκε Αγιαντζίκ σε ανάμνηση των χαμένων
πατρίδων. Καθώς οι κάτοικοί του προέρχονταν από διαφορετικά χωριά, το όνομα που
τους συνέδεε ήταν αυτό της μεγαλύτερης πόλης κοντά στην οποία ήταν κτισμένα τα
χωριά τους στην Τουρκία. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο καθιερώθηκε το όνομα
Αρχάγγελος, ως πλησιέστερη μετάφραση του τουρκικού Αγιαντζίκ.
Ύστερα από
πολλές προσπάθειες βρέθηκε καλό, πόσιμο νερό το 1927. Στάλθηκε στο χημείο για
εξέταση και αμέσως δόθηκε διαταγή να κτιστεί υδραγωγείο με προϋπολογισμό
500.000. Τα μισά χρεώθηκαν οι χωρικοί και τα άλλα μισά το κράτος. Αργότερα το
κράτος μοίρασε εργαλεία και ζώα στους πρόσφυγες.
Το 1926 άρχισαν να χτίζονται
τα πρώτα σπίτια με ξυλεία που δόθηκε από το κράτος. Δόθηκε ανά δύο οικογένειες
ξυλεία για ένα σπίτι. Μια ουγγρική εταιρεία, ύστερα από δημοπρασία, ανέλαβε να
χτίσει τα σπίτια του χωριού. Οι χωρικοί χρεώθηκαν 50 λίρες για κάθε σπίτι και 50
λίρες για κάθε χωράφι. Τα σπίτια που χτίστηκαν σάπισαν και καταστράφηκαν γρήγορα
γιατί η ποιότητά κατασκευής ήταν πολύ κακή. Αργότερα οι χωριανοί έχτισαν άλλα
μόνοι τους. Σε κάθε οικογένεια μοιράστηκαν 39 στρέμματα γης τα οποία χρεώθηκαν.
Για να εξοφλήσουν τα χρέη τους οι χωρικοί συνεργάστηκαν δουλεύοντας όλοι μαζί
στο χωράφι ενός και κατόπι του άλλου. Έτσι η καλλιέργεια γίνονταν γρήγορα και οι
πρόσφυγες κατάφεραν να επιζήσουν με την ομόνοια και την αλληλοβοήθεια. Σε πολλές
περιπτώσεις εφάρμοσαν την πολυκαλλιέργεια και την εναλλαγή καλλιέργειας για
καλύτερη απόδοση. Τα χωράφια που τους διανεμήθηκαν ήταν χέρσα και πολλά από αυτά
σε δυσπρόσιτες περιοχές. Οι πρόσφυγες με τα ελάχιστα μέσα που διέθεταν αλλά με
πολύ θέληση για δουλειά πάλεψαν σκληρά για να γιατρέψουν τις πληγές του
ξεριζωμού και να φτιάξουν τη ζωή τους στη νέα πατρίδα. Τα πρώτα χρόνια υπήρχε το
άγχος της επιβίωσης. Πολλοί κυρίως γέροντες και παιδιά έχασαν τη ζωή τους από
τις άθλιες συνθήκες ζωής και τις αρρώστιες. Στη συνέχεια ο στόχος των προσφύγων
έγινε η βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους. Τα χρέη ήταν υπερβολικά για τα
πενιχρά εισοδήματά τους. Εξοφλήθηκαν στην κατοχή όταν έπαψαν οι εισαγωγές και
εξαγωγές του κράτους και πληθωρίστηκε το χρήμα.
Από τους πρόσφυγες πολλοί
ήταν τεχνίτες μια και ήταν το κύριο επάγγελμά τους στην Τουρκία δηλαδή,
μαραγκοί, χτίστες, γανωτές κα. Με τη γεωργία παρήγαγαν πολλά είδη για προσωπική
χρήση και πώληση στα γύρω χωριά, όπως σιτάρι καλαμπόκι, ρύζι, όσπρια και όλα τα
κηπευτικά. Μετά το 1950 άρχισε η δενδροκαλλιέργεια.
Στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας στην περιοχή του χωριού ήταν τσιφλίκια που ανήκαν στους πασάδες.
Μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου από τους Τούρκους, το 1913, τα χωράφια πέρασαν
στα χέρια των ντόπιων που έγιναν οι τσιφλικάδες της περιοχής. Μετά την ίδρυση
του χωριού κάποια από τα χωράφια απαλλοτριώθηκαν από το ελληνικό κράτος και
μοιράστηκαν στους πρόσφυγες. Οι ντόπιοι, κυρίως Σαρακατσάνοι στην καταγωγή,
ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και έμεναν είτε στις στάνες τους είτε στο χωριό.
Ήταν υποχρεωμένοι για να μείνουν στο χωριό να γίνουν μόνιμοι κάτοικοι
Αρχαγγέλου, διαφορετικά μπορούσαν να μείνουν για ένα μόνο χρόνο, βάσει ενός
ενοικιοστασίου. Το ενοικιοστάσιο καταργήθηκε το 1963 και πολλοί εγκαταστάθηκαν
μόνιμα στο χωριό.
Οι πρόσφυγες 1ης γενιάς στον Αρχάγγελο μιλούσαν την
τουρκική γλώσσα και με δυσκολία έμαθαν τα ελληνικά ενώ οι νέοι με την ίδρυση του
σχολείου το 1930 άρχισαν να διδάσκονται την ελληνική γλώσσα. Τον δάσκαλο του
χωριού τα πρώτα χρόνια πλήρωναν οι ίδιοι οι χωρικοί και όχι του κράτος.
Το
1924 δάσκαλος στον Αρχάγγελο τοποθετήθηκε ο Αβραμίδης Παρασκευάς, πρόσφυγας και
αυτός από την Καισάρεια. Δίδαξε τα γράμματα και την ελληνική γλώσσα σε όλα τα
παιδιά του χωριού και των περιοίκων μέχρι το 1950 περίπου, και παράλληλα
πρόσφερε και τις ιατρικές του γνώσεις, καθώς είχε σπουδάσει ιατρική στη Γαλλία,
φροντίζοντας κάθε ανάγκη των κατοίκων του χωριού.
Ο πρώτος ιερέας και
πνευματικός πατέρας του χωριού, πρόσφυγας και αυτός, ήταν ο Τουμανίδης
Κωνσταντίνος.
Τα χωριά των κατοίκων του Αρχαγγέλου στην Τουρκία όπως
αναφέρθηκε βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα του Πόντου, σε μια περιοχή που σύμφωνα
με τις ιστορικές έρευνες βρίσκεται λίγο έξω από τα όρια του ιστορικού Πόντου, ο
οποίος στα δυτικά του όρια περιλαμβάνει την ανεξάρτητη Διοίκηση της Σινώπης
(τουρκική διοικητική διαίρεση) και κάποια τμήματα του νομού Κασταμονής. Οι
Έλληνες εκεί δεν μιλούσαν την ποντιακή γλώσσα και δεν φορούσαν ποντιακές
φορεσιές. Πολιτιστικά υπήρχαν επαφές με τον Πόντο αλλά και με την Καππαδοκία
και με την Κωνσταντινούπολη. Τα τραγούδια τους ήταν στην τουρκική γλώσσα και
μιλούσαν για τον έρωτα, τους αγώνες των Ελλήνων και κυρίως για τον πόνο του
πρόσφυγα και τον ξεριζωμό, γι αυτό και οι αμανέδες ήταν οι αγαπημένοι ρυθμοί
τους. Χόρευαν καρσιλαμάδες, τσιφτετέλια, ζειμπέκικα.
Κατά το 1960 η γενική
ασθένεια της μετανάστευσης μόλυνε και το μικρό χωριό και πολλοί νέοι έφυγαν, για
μια καλύτερη τύχη, στο εξωτερικό. Πολλοί μένουν μέχρι σήμερα εκεί, κάποιοι έχουν
επιστρέψει.
Σύμφωνα με τον κτηματολογικό πίνακα της τοπογραφικής υπηρεσίας
του Υπουργείου Γεωργίας του 1936 στο συνοικισμό Αρχαγγέλου Πρέβεζας διανεμήθηκαν
κλήροι στους παρακάτω πρόσφυγες, οι οποίοι μαζί με τις οικογένειές τους
αποτελούν τους πρώτους κατοίκους του χωριού και συνεπώς είναι οι ιδρυτές
του:
1. Αβραμίδης Παρασκευάς
2. Βασιλειάδης Ιωάννης
3.
Ελευθεριάδης Κυριάκος
4. Ισπόγλου Βασίλειος
5. Ισπόγλου
Γεώργιος
6. Ισπόγλου Ιωάννης
7. Ισπόγλου Κωνσταντίνος
8.
Ισπόγλου Παρασκευάς
9. Καλαϊτζόγλου Ιωάννης
10. Καρασάββα
Κυριακή
11. Καρασάββας Κωνσταντίνος
12. Καρασάββας Νικόλαος
13.
Κοτένογλου Αντώνιος
14. Κοτένογλου Γεώργιος
15. Κοτένογλου
Ελευθέριος
16. Κοτένογλου Χαράλαμπος
17. Κουγιουμτζόγλου
Ιωάννης
18. Κωνσταντινίδης Παρασκευάς
19. Μακροβασίλης
Αντώνιος
20. Μακροβασίλης Γεώργιος
21. Ντεμιρτζόγλου
Γεώργιος
22. Πεγκλίδης Γεώργιος
23. Σαργιαννίδης Ιωάννης
24.
Σαργιαννίδης Κυριάκος
25. Σαργιαννίδης Κωνσταντίνος
26.
Σαργιαννίδης Νικόλαος
27. Σαργιαννίδης Σάββας του Κ.
28.
Σαργιαννίδης Σάββας του Παρασκευά
29. Σοφόπουλος Γεώργιος
30.
Σοφόπουλος Ελευθέριος
31. Σοφόπουλος Παρασκευάς
32. Συβρίδης
Αντώνιος
33. Συβρίδης Νικόλαος
34. Τουμανίδης Αναστάσιος
35.
Τουμανίδης Κωνσταντίνος
36. Τσενικλόγλου Ελευθέριος
37.
Τσενικλόγλου Ιωάννης
38. Τσενικλόγλου Κυριάκος
39. Τσενικλόγλου
Φώτιος
40. Χατζηπέτρος Νικόλαος
Τοποθεσία Ο Αρχάγγελος βρίσκεται 19 χλμ. βόρεια της Πρέβεζας,
85 χλμ. νότια της Ηγουμενίτσας,
30 χλμ. δυτικά της Άρτας και 90
χλμ. νοτιοδυτικά των Ιωαννίνων.
Είναι χτισμένος σε κομβικό σημείο, που ενώνει την παλιά Εθνική Οδό Ηγουμενίτσας
- Πρέβεζας με τη νέα Εθνική Οδό Ηγουμενίτσας - Αθηνών.
Απέχει από την παραλία
του Ιονίου 3 χιλιόμετρα και συνδυάζει βουνό και θάλασσα, δάσος και ποτάμι με
κάμπους. Στα βόρεια του Αρχαγγέλου και σε απόσταση 7 χλμ. βρίσκεται ο ιστορικός
βράχος του Ζαλόγγου
και τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Κασσώπης. Σε απόσταση 12 χλμ. προς την πόλη
της Πρέβεζας βρίσκεται η Νικόπολη
με τα μνημεία της.
Το χωριό σήμερα Σήμερα στον Αρχάγγελο σώζονται σε καλή
κατάσταση κολώνες του ρωμαϊκού υδραγωγείου, που μετέφερε το νερό από τις πηγές
του Αγίου
Γεωργίου στην αρχαία Νικόπολη.
Η τουριστική υποδομή στον Αρχάγγελο είναι ακόμα μικρή. Υπάρχει μόνο ένα
συγκρότημα με ενοικιαζόμενα δωμάτια, τρεις ταβέρνες, δύο καφενεία και ένα καφέ-
μπαρ. Στο χωριό λειτουργούν αγροτικό ιατρείο, αγροτικός συνεταιρισμός,
πολιτιστικός Σύλλογος, αθλητικός Σύλλογος και το Γυμνάσιο του πρώην Δήμου
Ζαλόγγου.
Ιερά Μονή Κοζύλης, στον Αρχάγγελο Πρέβεζας.
Δυο χιλιόμετρα από τον Αρχάγγελο, στους πρόποδες του Μαρτυρικού Ζαλόγγου, σε λίγα
μέτρα απόσταση επί της Εθνικής οδού Άρτας- παραλίες
Πρέβεζας που οδηγεί ντόπιους και ξένους στις πανέμορφες παραλίες του
Ιονίου. Είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου, είναι η Ιερά Μονή Κοζύλης. Και συγκεκριμμένα το
παλιό καθολικό μιας σπουδαίας μονής, που φαίνεται ότι υπήρξε και έδρα Επισκόπου
της επισκοπής Κοζίλης, που ιδρύθηκε μετά την παρακμή
της Νικόπολης πριν από το 1020, και είναι ό,τι απόμεινε από την
μεσαιωνική πόλη Κοζύλη ή
Κοψήλη.
Κατά τα χρόνια
της τουρκοκρατίας η επισκοπή Κοζίλης αρχίζει σιγά σιγά να λησμονιέται και μένει
μόνο η ομώνυμη μονή.
Η μονή
παρήκμασε στο β' μισό του 19ου αιώνα
και περιήλθε στη μονή Ζαλόγγου ως μετόχι της, ώσπου τελικά
διαλύθηκε.
Η χρονολογία ίδρυσης της μονής δεν είναι
γνωστή. Πιθανόν να ανάγεται στον 8ο αιώνα.
Κατά τον Φ. Οικονόμου, εδώ
έζησε το υπόλοιπο της ζωής του ο Ιωάννης ο Απόκαυκος (1200-1230), πρόσφατη επιγραφή, πάνω από
την νότια είσοδο, πληροφορεί σχετικά τον προσκυνητή.
Ο ναός της
μονής είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου.
Το καθολικό είναι μονόχωρο με
νάρθηκα.
Ο κυρίως ναός
καλύπτεται στο κέντρο με ευρύ και χαμηλό πολυγωνικό τρούλο, σχεδόν κυκλικό. Στο
εσωτερικό υπήρχαν τοιχογραφίες, από τις οποίες διασώθηκαν μερικά ασήμαντα
λείψανα.
Ο ναός είναι
κτίσμα βυζαντινής εποχής στον οποίο έγιναν μεταγενέστερες επεμβάσεις
( επίχριση όλων
των πλευρών, τρεις αντερίδες στη βόρεια πλευρά, ανοιχτό προστώο στη νότια
κ.α) που αλλοίωσαν αρκετά τη μορφή του,
Το καθολικό, στην σημερινή μορφή του, χτίστηκε
και αγιογραφήθηκε με έξοδα του Χρήστου Σκαμπέρη το
1785, σύμφωνα με επιγραφή στο υπέρθυρο, την οποία διάβασε το 1934 ο Χρήστος Σούλης. Μονόκλιτη βασιλική
με τρούλο, με πρόναο, κυρίως ναό και Άγιο Βήμα, διαθέτει δυο χαμηλές εισόδους,
μια στην δυτική και μια στην νότια πλευρά.
Το φως μπαίνει με μεγάλη φειδώ από τα στενά
παραθυράκια του τρούλου και της κόγχης του ιερού.
Με δυσκολία διακρίνονται κάποια σπαράγματα
τοιχογραφιών.
Τα ερείπια στον εξωτερικό χώρο ανήκουν στο
βαπτιστήριο.
Ερείπια
βυζαντινού κτίσματος σώζονται νοτιοδυτικά του ναού.
Η μεγάλη περιουσία του μοναστηριού, δάση δρυός
κ.ά. αποδόθηκε το
1930, έτος διάλυσης της, στα σχολεία της περιοχής, τα οποία ήδη
συντηρούσε κατά τους προηγούμενους αιώνες.
Στη μονή έχουν γίνει ανασκαφικές εργασίες και έχει
κριθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο, σύμφωνα με ΦΕΚ
964/1.10.1977.
H μάχη του Αρχάγγελου
Στις 6 Ιουλίου 1944, οι δυνάμεις του ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ
εξαπέλυσαν ευρείας κλίμακας επίθεση σε ολόκληρη την παραλιακή ζώνη στο Νομό
Πρέβεζας, μέχρι και τη Στεφάνη, εναντίον των οχυρωμένων γερμανικών θέσεων
προκαλώντας μεγάλες απώλειες στους Ναζί. Πλήρωσαν όμως και οι Έλληνες αντάρτες
βαρύ "φόρο" αίματος.
Η εκτέλεση της επιχείρησης ανετέθη στην 9η Μεραρχία
και δυνάμεις το 24ο Σύνταγμα πεζικού κ.α. Καθορίζονταν ταυτόχρονη αιφνιδιαστική
επίθεση της πρώτη ώρα της 6ης Ιουλίου 1944 ενάντια των οχυρωμένων γερμανικών
κέντρων, από τις περιοχές Στεφάνη, Λούρος, μέχρι και την Καστροσυκιά,
εξουδετέρωση αυτών και στη συνέχεια προώθηση του συγκροτήματος προς Νότο.
Οι
Ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 22 νεκρούς, 58 τραυματίες και 9 αγνοουμένους. Στη
μάχη συμμετείχε και μιά «δράκα» ελλήνων φοιτητών του Πολυτεχνείου της Κατοχής με
το όνομα Ιερός Λόχος ΕΔΕΣ που άφησαν τα φοιτητικά έδρανα και βγήκαν στο κλαρί
γιατί τα έκαιγε η φλόγα της λευτεριάς.
Η επιχείρηση 'Κιβωτός του Νώε', η
επίθεση των ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ κατά των Γερμανών και η μάχη στον Αρχάγγελο, είχε σκοπό να
παραπλανήσει τον Χίτλερ και να πιστέψει ότι οι συμμαχικές δυνάμεις μετά την ήττα
τους στη βόρεια Αφρική θα αποβιβαστούν στις δυτικές ακτές της ηπειρωτικής
Ελλάδας και ειδικά στα παράλια της Ηπείρου, κάπου κοντά στην πόλη της Πρέβεζας.
Το πραγματικό σχέδιο των συμμάχων προέβλεπε ότι η απόβαση θα γίνονταν στην
Νορμανδία, όπως και έγινε.
1 σχόλιο:
Πολλά συγχαρητήρια για την παρουσίαση!
Δημοσίευση σχολίου