Απολαύστε τα video
ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΗΣ από apgiorgos
ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΗΣ από apgiorgos
Καταρράκτης
Ιωαννίνων (Δήμος Πωγωνίου- έδρα Καλπάκι)
Στα βορειοδυτικά της
πόλης των Ιωαννίνων και σε απόσταση 38 χλμ, βρίσκεται το χωριό Καταρράκτης. Μια
μικρή ημιορεινή Κοινότητα στη κοιλάδα του Καλαμά, ανάμεσα στα βουνά Κασιδιάρης
και Πενταλώνι. Σε απόσταση 15χλμ από τις πηγές του ποταμού στο Καλπάκι
σχηματίζονται διαδοχικοί καταρράκτες, ένας μεγαλύτερος και άλλοι
μικρότεροι.
Εκεί στο ύψωμα που
κυκλώνεται από μια καμπύλη της ροής του ποταμού σε υψόμετρο 400μέτρων είναι
χτισμένος ο οικισμός του χωριού. Από αυτό ακριβώς το σημείο ξεκινάει η χαράδρα
του Καλαμά, μήκους 2χλμ και βάθους 130 μ. Το φαράγγι που δυστυχώς παραμένει
άγνωστο ακόμη και για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής, είναι αδιάβατο σε
όλο του το μήκος και διακρίνεται για την εξαιρετική φυσική ομορφιά. Φυσικά
γεφύρια, σπηλιές και πλούσια χλωρίδα και πανίδα είναι τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά του.
Πρόσφατα, με την
φροντίδα του Δήμου Άνω Καλαμά, έγινε ένα φυσιολατρικό μονοπάτι στη Δυτική πλευρά
του ποταμού που επιτρέπει την πρόσβαση πιο κοντά. Ένα καλό πρώτο βήμα για την
αξιοποίηση της χαράδρας.
Η κοινότητα
αποτελείται από 70 - 80 κατοίκους, παλιές και νέες και η μικρή έκταση της
μοιάζει με νησί, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της ορίζεται από τη ροή της κοίτης
του Καλαμά και από το Μαυροπόταμο στα δυτικά. Συνορεύει με τις κοινότητες Ζίτσα
στα ανατολικά, Μαζαράκι (Βόρεια), Ριάχοβο (ΒΔ), Ιερομνήμη, Βασιλόπουλο στα
δυτικά και Λίνθινο (νότια).
Ο πληθυσμός του
χωριού στην ακμή του έφτανε τους 280 - 300 κατοίκους. Σήμερα κατοικούν μόνιμα 25
- 30 άτομα περίπου.
Το επισκέπτονται
βέβαια πάρα πολλοί απόδημοι καθ όλη τη διάρκεια του χρόνου, κυρίως τους θερινούς
μήνες, αλλά και με κάθε ευκαιρία.
Ιστορικά-κοινωνικά στοιχεία.
Γραπτές πληροφορίες
ή άλλα κείμενα και μνημεία, εκτός των εκκλησιών δεν υπάρχουν. Τα πρώτα Μητρώα
των κατοίκων, διάφορα γραπτά και κατάλογοι με χρήσιμες πληροφορίες δεν
διασώθηκαν. Ότι γνωρίζουμε βασίζεται αποκλειστικά στις προσχώσεις της μνήμης στη
προφορική παράδοση παρά σε Ιστορικές πηγές.
Σύμφωνα λοιπόν με
διηγήσεις και αναθυμήματα παλαιοτέρων και συνδυασμό άλλων στοιχείων
ανθρωπογεωγραφίας, το χωριό άρχισε να χτίζεται στη θέση που βρίσκεται τώρα περί
το 1820 - 1825. Οι κάτοικοι του προηγούμενου οικισμού, στην ανατολική πλευρά του
υψώματος που είναι ο Αι Γιώργης, είχαν εξολοθρευτεί από την πανούκλα που είχε
αποδεκατίσει τον πληθυσμό της Ηπείρου στα 1818 -1919. Αναφέρεται δε ότι τότε ο
πανίσχυρος Αλή πασάς των Ιωαννίνων είχε ζητήσει την βοήθεια των Γάλλων γιατρών
για την αντιμετώπιση της πανδημίας της αρρώστιας.
Από την φοβερή αυτή
αρρώστια και την ολική καταστροφή επέζησε μια κοπέλα 15 περίπου ετών που την
περιμάζεψαν κάποιοι Τούρκοι τσοπάνηδες που είχαν τις καλύβες τους, κάπου
νοτιότερα της σημερινής θέσης του χωριού, στην τοποθεσία "ΚΑΛΥΒΙΑ" κοντά στις
σπηλιές της χαράδρας.
Την ίδια εποχή
τέσσερα αδέρφια με το όνομα Σιώζος (Χρήστος, Διαμαντής, Λάμπρος, Δημήτρης)
προερχόμενα από τα χωριά της Λάκκας Σουλίου κατέφθασαν στη περιοχή, αναζητώντας
καλύτερες συνθήκες ζωής.
Από την κοπέλα που
επέζησε και δημιούργησε δική της οικογένεια και τα 4 αδέρφια άρχισε να χτίζεται
το νέο χωριό με το ίδιο όνομα ΓΛΥΖΙΑΝΗ που είχε και στη προηγούμενη θέση.
Η
ονομασία ΓΛΥΖΙΑΝΗ σύμφωνα με κάποια εκδοχή προέρχεται από την σλαβικής ή
αλβανικής προέλευσης λέξη "Γκλουτζιάν" που σε κάποιες βαλκανικές διαλέκτους
σημαίνει "νερό που χτυπιέται" εξ αυτού δε και η λέξη Καταρράκτης.
Δεν είναι βέβαιο ότι
ισχύει η εκδοχή αυτή. Είναι όμως η πιθανότερη αφενός γιατί δεν υπάρχει άλλη
αξιόπιστη και αφετέρου ότι όλα τα τοπωνύμια της περιοχής ήταν σερβοσλαβικής
προέλευσης
Στη περιοχή δε του
Αλβανικού τομέα του κράτους των Σκοπίων υπάρχει βουνό γεμάτο με καταρράκτες που
ονομάζεται Γκλουτζιάν, σύμφωνα με μαρτυρία μεταναστών που προέρχονται από
εκεί.
Στη θέση 'Αι
Γιώργης' το χωριό μεταφέρθηκε περί το 1700 από το ύψωμα "ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ" στους Αγ.
Ταξιάρχες, όπου πάλι είχε μεταφερθεί από τη θέση "ΝΤΕΡΒΕΝΙ", ΝΔ του βουνού
Πενταλώνι. Οι αιτίες των συχνών μετακινήσεων των πληθυσμών κατά την
Τουρκοκρατία, ήταν προφανείς. Βασικός λόγος ήταν οι καθημερινές βιοτικές ανάγκες
όπως το νερό οι καλλιέργειες και τα βοσκοτόπια. Ένας άλλος λόγος, ζωτικής
σημασίας ήταν η ασφάλειά τους. Οι συνθήκες της εποχής ανάγκαζαν τους λιγοστούς
και απροστάτευτους κατοίκους των μικρών οικισμών να αλλάζουν τόπο κατοικίας για
να προστατευτούν από τις ληστροσυμμορίες που λυμαίνονταν την περιοχή κάνοντας με
τα καραβάνια τους τα δρομολόγια Γιάννινα - Αργυρόκαστρο και
αντίστροφα.
Τα στοιχεία για τις
προηγούμενες τοποθεσίες και τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους, επιβεβαιώνονται
και από διάφορα υπολείμματα ερειπίων, κυρίως όμως από τις εκκλησίες που
διασώζονται σε καλή κατάσταση.
Η εκκλησία της Αγ.
Παρασκευής, προστάτιδα του χωριού, που για κάποια χρονική περίοδο λειτούργησε
και σαν μονή, έχει την δική της ξεχωριστή ιστορία.
Ο χώρος δεν μας
επιτρέπει να αναφερθούμε εκτενώς στο θέμα. Με μια άλλη παρέμβαση θα γίνει
αναλυτική παρουσίαση με όποιες πληροφορίες και στοιχεία υπάρχουν στη διάθεσή
μας.
Θα αναφερθούμε όμως
εδώ, έστω και δι ολίγων, στην εκκλησία του Αι Γιώργη. Ο ναός χτίστηκε στα 1705
και ήταν για 270 χρόνια η ενορία και για το παλιό αλλά και για το νέο χωριό
μέχρι το 1974, οπότε εγκαινιάστηκε ο νεόκτιστος ναός του Αγίου Παντελεήμονα. Η
νέα μας εκκλησία, χτισμένη σε ψηλότερο σημείο στην κεντρική πλατεία, δίπλα στο
Δημ. Σχολείο έγινε με πρωτοβουλία και δαπάνες της Αδελφότητας και των απανταχού
Καταρρακτιωτών.
Με την ίδια φροντίδα και ενέργειες της Αδελφότητας,
ανακαινίστηκε και ο νέος ναός του Αγίου Γεωργίου, που με κάποιες άστοχες
παρεμβάσεις στην δομή του κτίσματος, από άγνοια ή κακή εκτίμηση
κινδύνευσε
να
καταρρεύσει.
Με δαπάνες της Νομαρχίας Ιωαννίνων,
έγινε γενική ανακαίνιση και εγκαινιάστηκε με τη νέα του μορφή τον Ιούλιο του
2009. Ο Αϊ Γιώργης, σαν μνημείο της μεταβυζαντινής εποχής, αποτελεί πλέον
στολίδι για την περιοχή μας.
Οι περισσότεροι
έχουμε μνήμες και βιώματα από τον χώρο αυτό και η ανακαίνισή του μας χαροποίησε
ιδιαίτερα.
Κατά τα τελευταία
χρόνια της τουρκοκρατίας και μέχρι την απελευθέρωση στα 1913, στο χωριό είχε την
έδρα του ο Αγάς διαμένοντας στο 'κονάκι' του, χτισμένο στην πλατεία.
Φρόντιζε για την
είσπραξη φόρων και μαζί με τους υπεύθυνους δημογέροντες (μιουχτάρηδες),
διακανόνιζε και όλες τις υποθέσεις των κατοίκων του χωριού.
Κατά τη διάρκεια των
Βαλκανικών πολέμων έλαβαν μέρος όλοι οι άνδρες του χωριού που επιστρατεύτηκαν με
την έναρξη του αγώνα. Πολλοί απ' αυτούς παρέμειναν επιστρατευμένοι μέχρι και την
Μικρασιατική εκστρατεία, με τις γνωστές οδυνηρές συνέπειες για όλο τον
Ελληνισμό.
Σε άλλη εργασία που
προετοιμάζουμε θα αναφερθούμε αναλυτικότερα και γι αυτό το θέμα, όπως και για
όλες τις άλλες πλευρές και δραστηριότητες των ανθρώπων του χωριού μας. Συνοπτικά
να προσθέσουμε λίγα λόγια ακόμη, κλείνοντας την εργασία αυτή.
Οι βασικότερες
ασχολίες των κατοίκων ήταν γεωργοκτηνοτροφικές. Καλλιεργούσαν σιτηρά, όσπρια και
αμπέλια και στις αδρευόμενες εκτάσεις (700 - 800 στρεμ.) καλαμπόκι, φασόλια,
κρεμμύδια, κηπευτικά και κτηνοτροφές (τριφύλλι, βίκος κ.α.). Κάθε σπίτι
διατηρούσε ένα μικρό ή μεγαλύτερο κοπάδι με γιδοπρόβατα και λίγα βοοειδή για τις
ανάγκες τους.
Ασβεστοκάμινα, μικρά
εργοτάξια για χωματότουβλα, κεραμίδια και πρόχειρα ξυλουργία στήνονταν πολύ
συχνά και κατά περίπτωση για το χτίσιμο σπιτιών και βοηθητικών χώρων.
Δύο νερόμυλοι,
αμέσως μετά τον μεγάλο καταρράκτη, εξυπηρέτησαν επί πολλά χρόνια τις ανάγκες του
χωριού και της ευρύτερης περιοχής. Για το θέμα αυτό θα ακολουθήσει ξεχωριστό
σημείωμα.
Η κοινωνική ζωή
ήταν, κατά το δυνατόν καλά οργανωμένη. Όλες οι εκδηλώσεις και δραστηριότητες των
κατοίκων ήταν αρθρωμένες κατά τα ήθη και τα αυστηρά κοινωνικά χαρακτηριστικά της
εποχής. Γάμοι, τοπικά πανηγύρια, μεγάλες θρησκευτικές εορτές, Απόκριες κ.τ.λ.
Αποτελούσαν μόνιμα σημεία αναφοράς για ολόκληρη την μικρή - κλειστή κοινωνία.
Η εκκλησία και το
Σχολείο, όπως άλλωστε συνέβαινε σε όλο το φάσμα της Ελληνικής υπαίθρου, έπαιξαν
πρωταρχικό ρόλο .
Το Δημοτικό Σχολείο
λειτούργησε 80 και πλέον χρόνια, με μια μικρή διακοπή στα χρόνια της κατοχής και
του εμφυλίου.
Χρίστηκε στα τέλη
του 19ου αιώνα (στη δεκαετία του 1890), στη θέση που σήμερα λειτουργεί το
Πολιτιστικό Κέντρο και το Δημοτικό Καφενείο - Ιατρείο και φιλοξένησε τα παιδιά
του χωριού 50 και πλέον χρόνια.
Κατά το σχ. Έτος 1953/54
εγκαινιάστηκε το νέο κτήριο, στο κέντρο της πλατείας και συνέχισε τη λειτουργία
του μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 οπότε έκλεισε λόγω έλλειψης
μαθητών.
Η μαζική
εσωτερική μετανάστευση που άρχισε μετά τον πόλεμο και το τέλος του εμφυλίου και
η εγκατάσταση στην Αθήνα, τα Γιάννενα και αλλού, ερήμωσαν το χωρίο, όπως και όλη
την ύπαιθρο χώρα. Έτσι οι λίγοι 'ταξιδεμένοι', στις αρχές του προηγούμενου αιώνα
έγιναν κανένας στο τέλος στο τέλος του, όπως περιγράφεται αναλυτικά στο επόμενο
σημείωμα για την ιστορία της Αδελφότητας.
Η κοινότητα με τον
νόμο του 'ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ' συμπεριλήφθηκε στο Δήμο 'ΑΝΩ ΚΑΛΑΜΑ' (Παρακάλαμος) και με
τον 'ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ' στο Δήμο ΠΩΓΩΝΙΟΥ, με έδρα το Καλπάκι
Ο
Καταρράκτης της Γλίζιανης στο ποταμό Καλαμά Σπουδαίο αξιοθέατο της
περιοχής
Ο Καταρράκτης της Γλίζιανης (έτσι
ήταν γνωστός πριν από εκατοντάδες χρόνια) υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά
αξιοθέατα της περιοχής του Καλαμά και αυτό αποδεικνύεται τόσο από μαρτυρίες
αξιόλογων ιστορικών όπως αυτή του Αραβαντινού που αναφέρει χαρακτηριστικά :
"Το ύψος ου και η βαρύτατη κατάπτωση των αφροδέστατων νερών δημιουργούν
τεράστια εντύπωση, ο δε θόρυβος ακούγεται σε απόσταση δύο με τρεις ώρες,
καταστράφηκε όμως εξαιτίας μεγάλης βροχής που έπληξε την κοιλάδα στις 6
Δεκεμβρίου του 1879 ή το 1880 και ο σαφώς υποδεέστερος του αρχικού που είναι
σήμερα γύρω στα 20 περίπου μέτρα".
Όσο επίσης και από τις περιγραφές τις
οποίες έκαναν ξένοι περιηγητές διαφορετικής εθνικότητας και ιδιότητας κατά τον
19ο κυρίως αιώνα, μεταξύ των οποίων:
Του Γάλλου διπλωμάτη - ιατρού Poungeville που τον Μαϊο του 1806
ακολουθώντας το ρεύμα του Καλαμά φτάνει στον Καταρράκτη της Γλίζιανης και του
δίνεται η ευκαιρία να τον περιγράψει εκπληρώνοντας έτσι παλιότερη υπόσχεσή
του:
"Ο Καταρράκτης μια
υδατόπτωση από είκοσι πέντε μέτρα ύψος καθώς το μάτι αγκαλιάζει όλο τον όγκο των
υδάτων του αποτελεί ένα εντυπωσιακό θέαμα"
Του Άγγλου
Στρατιωτικού - τοπογράφου Leake που κατέβηκε στην κοιλάδα του Καλαμά δια μέσω των αμπελιών στις 5
Ιουνίου του 1809 και βρέθηκε μπροστά στον Καταρράκτη:
"Το ποτάμι είναι
εξήντα ή εβδομήντα πόδια (αγγλοσαξονική μονάδα μήκους, και κατά τον Leake το ύψος του είναι 18 - 21 μέτρα
περίπου), και πέφτει σε έναν γκρεμό, ενώ πυκνό δάσος στη μια πλευρά και μερικές
καλύβες και μύλοι στην άκρη της αντίθετης όχθης συμπληρώνουν την ομορφιά του
τοπίου".
Του Άγγλου
G. G. Byron Λόρδου - ποιητή όπου
επισκέφθηκε την περιοχή τον Οκτώβριο του 1809 και ο θαυμασμός που περιγράφει σε
μέρος της παρακάτω στροφής της περίφημης ποιητικής του δημιουργίας "Childe Harold"
"Και το τραχύ αχολόγημα παρέκει του Χειμάρρου
μας δείχνει που
γκρεμίζεται και ο μέγας καταρράκτης
ορμητικός ανάμεσα στους
απότομους βράχους
που ποτ' ευφραίνουν την
ψυχή, και πότε την τρομάζουν!!!"
Του Άγγλου ιατρού
H. Holland ο οποίος πήγε στον
Καταρράκτη της Γλίζιανης το Μάρτιο του 1813.
"ο ποταμός πέφτει από ένα
βράχο ύψους 60 ή 70 ποδιών και είναι μοναδικός λόγω του ότι έχει τα ίδια
χαρακτηριστικά με τον Κλαύντ - Λιν της Σκωτίας, και ο ποταμός χωρίζεται καθώς
περνά από ιτιές και άλλους θάμνους, ενώ σε μικρή απόσταση υπάρχουν και άλλοι
μικρότεροι (σήμερα δύο τον αριθμό)."
Του Ελβετού
A. Schlafli ιατρού - φυσιοδίφη
που μας επιφυλάσσει μια θαυμάσια περιγραφή κατά την επίσκεψη του το Σεπτέμβριο
του 1858.
1 σχόλιο:
Μπράβο για το άρθρο!!! Πάρα πολύ δυνατό. Και οι φωτογραφίες-βίντεο και οι πληροφορίες.
Δημοσίευση σχολίου