Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Ελληνικό μνημόνιο. Ωρίμασαν οι συνθήκες για μια συνολική διαπραγμάτευση με επίκεντρο το μνημόνιο, το οποίο, ούτως ή άλλως, τελειώνει και θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια νέα συμφωνία.

'Οπως εξελίσσεται η κατάσταση στην Ελλάδα, νομίζω ότι ωρίμασαν οι συνθήκες για μια συνολική επαναδιαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους, μια διαπραγμάτευση με επίκεντρο το μνημόνιο, το οποίο, ούτως ή άλλως, τελειώνει και θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια νέα συμφωνία.

Για να γίνει όμως η επαναδιαπραγμάτευση, πρέπει να υπάρξει μια πρόταση από ελληνικής πλευράς. Μια πρόταση η οποία να είναι συμβατή με τους στόχους που θέτει η Ευρώπη (όχι μόνο στην  Ελλάδα, αλλά σε όλες τις χώρες-μέλη) και να λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες της ελληνικής αγοράς, τις ιδιαιτερότητες της οικονομίας και της κοινωνίας μας, τις ανάγκες και τις προτεραιότητές μας. 


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια τέτοια πρόταση είναι δύσκολο να φτιαχτεί. Διότι είναι δύσκολο να συνδυάσεις τους στόχους της μείωσης του ελλείμματος, της σταθερής δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων και της σταδιακής μείωσης του χρέους με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας -δηλαδή την ανάγκη δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων για να περάσουμε σε ανάπτυξη και την ανάγκη ενός μεγάλου κοινωνικού κράτους (για να καλύπτει και τα ασφαλιστικά ταμεία και τους ανέργους)- και τις ανθεκτικές, όπως αποδείχτηκε στον χρόνο και στις πιέσεις, στρεβλώσεις ενός κράτους-ομπρέλας για τις εκατοντάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους και κομματικούς στρατιώτες. 

Δυστυχώς, όλα αυτά δεν μπορούν να συνδυαστούν και κάπου πρέπει να υπάρξουν συμβιβασμοί και θυσίες. Χωρίς αυτά όμως δεν θα μπορέσουμε ποτέ να απεγκλωβιστούμε από το μνημόνιο, ούτε από τις υποδείξεις-εντολές των εταίρων δανειστών μας. Το ερώτημα είναι αν μπορεί η κυβέρνηση ή η αντιπολίτευση να ετοιμάσουν μια ολοκληρωμένη πρόταση πολιτικής, ένα ελληνικό μνημόνιο, όχι με την τρόικα και τους εταίρους, αλλά με τον ελληνικό λαό, το οποίο να είναι ρεαλιστικό στην εφαρμογή του και συμβατό με τους στόχους της Ευρώπης.

Κατά τη γνώμη μου, αυτό μπορούν να το κάνουν και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση. 




Διαθέτουν τα στελέχη μέσα στους μηχανισμούς τους, αλλά και (κυρίως) εκτός αυτών. Η χώρα διαθέτει ικανότατους ανθρώπους με γνώσεις, ευφυΐα και αποτελεσματικότητα. Δεν διαθέτει όμως ισχυρούς πολιτικούς για να δώσουν την εντολή εκπόνησης αυτού του σχεδίου και για να σηκώσουν το πολιτικό βάρος υλοποίησής του. Και εδώ τίθεται ένα ακόμη ερώτημα: υπάρχει πλέον πολιτικό κόστος με την έννοια που υπήρχε προ κρίσης; Είναι οι ίδιοι παράγοντες που δημιουργούν πολιτικό κόστος σε ένα κόμμα ή μια κυβέρνηση με αυτούς που ήταν πριν ξεκινήσει η κρίση; 

Νομίζω πως όχι. Ο «κακομαθημένος» λαός που γαλουχήθηκε με παροχολογίες και ρουσφέτια, νομίζω, έχει απομακρυνθεί αρκετά από αυτή τη λογική. Ολοι πλέον συζητάνε πώς θα ξεφύγουμε από την κρίση, δεν πιστεύουν ότι θα επανέλθουμε ποτέ στα προ κρίσης επίπεδα, απλώς θέλουν μια ανακούφιση από τους δυσβάστακτους φόρους, θέσεις εργασίας, ανταποδοτικότητα στους φόρους που πληρώνουν (και την οποία δεν έχουν, ούτε είχαν ποτέ) και διαφάνεια στη λειτουργία του κράτους. Η καταπολέμηση της διαφθοράς είναι κοινή απαίτηση, αφού πλέον έγινε σαφές σε όλους ότι από τις βασικές αιτίες της κρίσης ήταν οι λαμογιές και η διαπλοκή. 

Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιδείξει πολύ μεγαλύτερο θάρρος στις αποφάσεις της - εφόσον βέβαια είχε δικό της σχέδιο και αφού πάψει να εφαρμόζει το μνημόνιο κατηγορώντας για όλα τους ξένους. Το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση έχει ήδη εμφανιστεί και θα αποτυπωθεί στις ευρωεκλογές. Αν τα αποτελέσματα των εκλογών πλησιάζουν αυτά που κατά μέσο όρο προβλέπουν σήμερα οι δημοσκόποι, δηλαδή αν ο συνασπισμός Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ είναι κοντά στο 20% και ο ΣΥΡΙΖΑ στέκεται, πάνω κάτω, στο ίδιο ποσοστό ή λίγο ψηλότερα, αυτό σημαίνει ότι στις βουλευτικές εκλογές ο κυβερνητικός συνασπισμός θα αντέξει. Κατά τη γνώμη μου, η κυβέρνηση έχει ήδη επιβαρυνθεί σχεδόν με το σύνολο του πολιτικού κόστους και αυτό που πρέπει να κάνει σήμερα είναι να δώσει μια προοπτική στα πράγματα. Μια προοπτική όμως που να μην περιορίζεται στο σύνηθες ευχολόγιο, αλλά να είναι ρεαλιστική. Κάτι που η αντιπολίτευση δεν δίνει. Και αυτή είναι η αιτία που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει ακόμη να ξεχωρίσει με μεγάλη διαφορά ως πρώτο κόμμα. Δεν έχει καταστρώσει ένα πλήρες και ρεαλιστικό σχέδιο πολιτικής που να αντικαθιστά το μνημόνιο και να εξασφαλίζει ανάπτυξη χωρίς να διακινδυνεύει τους στόχους μείωσης των ελλειμμάτων, την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την αποπληρωμή του χρέους. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ούτε η κυβέρνηση ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν καταφέρει να φτιάξουν κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης και επανόδου σε μια φυσιολογική λειτουργία.

Αν όμως δεν το κάνουν ούτε οι μεν ούτε οι δε, ούτε η χώρα θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις πολύ αυξημένες απαιτήσεις των συνθηκών, ούτε την ανεξαρτησία της θα κερδίσει, ούτε οι υπάρχοντες πολιτικοί σχηματισμοί θα επιβιώσουν και το χάος τελικά θα επικρατήσει.

Γρ. Νικολόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια: