Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Το δέος και η μελαγχολία της Πίνδου

«Κορυφή Αστράκα του ορεινού συγκροτήματος της Τύμφης, Μάιος 2014».






                                    «Κορυφή Αστράκα του ορεινού συγκροτήματος της Τύμφης».

Το αποτύπωμα της Ελλάδας στον χάρτη αποτελείται από δύο, χονδρικά, σημεία αναφοράς. Από τη μία ο πιτσιλωτός καμβάς των εκατοντάδων νησιών κι από την άλλη η κάθετη χερσόνησος με το σκληρό ανάγλυφο και πρωταγωνιστές τους ψηλούς ορεινούς της όγκους. Για εμάς τους «περίεργους» που προτιμούμε το βουνό από τη θάλασσα, η Πίνδος, «βασίλισσα των βουνών» του τόπου, είναι εκείνο το μέρος που αισθανόμαστε σαν καταφύγιο από την καθημερινή, εκτός φύσης, πραγματικότητα. Παρ' όλα αυτά, το φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Διβάνη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μέλισσα, ομώνυμο της ξακουστής οροσειράς, είναι πολύτιμο τόσο για τους λάτρεις της Πίνδου όσο και για εκείνους που θέλουν νοητά να ταξιδέψουν σε ένα μέρος, από κάθε άποψη μοναδικό.
Η Πίνδος, όπως και ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα, είναι δύσκολος τόπος. Οι απότομες πλαγιές της, οι δυσπρόσιτες κορυφές, οι αφιλόξενες καιρικές συνθήκες στέκονταν πάντα εμπόδιο στην ανθρώπινη δραστηριότητα και κατοίκηση. Δεν είναι τυχαίο που εκεί πάνω κατέφευγαν διαχρονικά οι κάθε λογής «παράνομοι»· επαναστάτες του '21, αντιστασιακοί της Κατοχής και αντάρτες του Εμφυλίου έφτιαξαν εκεί το σπίτι τους, ακριβώς για να δυσκολέψουν οποιονδήποτε να τους προσεγγίσει. Αυτήν τη γοητευτική αίσθηση του απρόσιτου περιέχουν και οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Διβάνη. Δημιουργημένα αποκλειστικά σε φιλμ και χωρίς καμία περαιτέρω επεξεργασία, τα κάδρα του επικεντρώνουν στο φυσικό περιβάλλον, είτε στην παρθένα του μορφή είτε με τις ανθρώπινες κατασκευές που αυτό (σε εκπληκτική αρμονική σχέση) ενσωματώνει. Μισογκρεμισμένα σπίτια, προχειροφτιαγμένα μαντριά, τοξωτές γέφυρες, φιδογυριστά μονοπάτια και αναλήμματα μετατρέπονται σε σύμβολα που ανακαλούν άλλες εποχές. Ταυτόχρονα, η ανθρώπινη μορφή καταγράφεται μόνο ως λανθάνων κομπάρσος, σχεδόν παράταιρη δίπλα στην πέτρα, το ξύλο, το νερό και το χιόνι.
Θα πει κανείς -και θα έχει δίκιο- πως Πίνδος δεν είναι βέβαια μόνο αυτά. Τα υπέροχα Ζαγοροχώρια, το αρχοντικό Μέτσοβο, οι εκατοντάδες μικροί και μεγαλύτεροι οικισμοί που είναι κρυμμένοι μέσα στις πτυχές της μακράς οροσειράς είναι προφανώς αναπόσπαστο μέρος του γενικότερου αποτυπώματος. Παράλληλα όμως καθένα από αυτά τα κοινωνικά κέντρα είναι στον μέγιστο βαθμό διαμορφωμένα -οικονομικά, πολιτισμικά, ακόμα και γαστριμαργικά- από την κυριαρχία του τοπίου. Εδώ, περισσότερο ίσως από οπουδήποτε αλλού στην πατρίδα μας, οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν και να χρησιμοποιήσουν όλη τους την εφευρετικότητα για να τα βγάλουν πέρα και, τελικά, να διακριθούν ακόμα κι έξω από τα ελληνικά σύνορα.
Κοιτάζοντας τις φωτογραφίες του Δημήτρη Διβάνη, αλλά και από προσωπική εμπειρία, καταλήγω πως η Πίνδος αποπνέει ένα συναίσθημα ανάμεικτο, δέους και μελαγχολίας. Αν μάλιστα κάποιος αφιερώσει τον χρόνο του ώστε να την περιδιαβεί, εκτός των 5-6 δημοφιλών της κέντρων (όπως έκανε και ο ντόπιος ορειβάτης-φωτογράφος), θα ανακαλύψει τοπία βγαλμένα από ταινία του λεγόμενου «καλλιτεχνικού» σινεμά: ομίχλες αναδυόμενες μέσα από απόκοσμες χαράδρες, ανθρώπινα έργα που αμείλικτα παραδίδονται στο όργιο της φύσης, αέναα κινούμενα νερά. Η ομορφιά, ως γνωστόν, είναι υποκειμενική...

Δεν υπάρχουν σχόλια: