Γράφει
η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
e-mail: agelimaria@yahoo.gr
"
Απρίλη, Απρίλη δροσερέ, Μάη καμαρωμένε,
σε
μήνυσαν, Μάη μου, τα πρόβατα ν’ αξιώνεις
τα χορτάρια,
Σε
μήνυσαν οι όμορφες ν’ αξιώνεις τα
λουλούδια,
σε
μήνυσαν και τα πουλιά της άνοιξης τ’
αηδόνια
ν’
αξιώνεις τα κοντά κλαδιά και τα ψιλά
δενδράκια.
Δημοτικό τραγούδι "
Ο
στάλος ή σταλός ή
στάλισμα στο
πλούσιο λεξιλόγιο του τσοπάνη είναι το
μέρος ή το «κατοικιό» που ξεμεσημεριάζουν
τα ζώα…. Στάλος
λέγεται το σκιερό δένδρο ή η συστάδα
δένδρων, αλλά και το τσαρδάκι ή φραντζάτο
που κατασκεύαζε ο ίδιος ο τσοπάνης.
Αυτό
το «κατοικιό» τις περισσότερες φορές
το έχει έτοιμο η φύση. Σε κάποιο
βουναλάκι ή διάσελο, σε κάποιο σκιερό
δένδρο, πουρνάρι, βελανιδιά, έλατο,
πλάτανο κ.λπ. Ακόμα και σε βραχοσπηλιές…
Αν
δεν το βρει έτοιμο από τη φύση αυτό το
σκιερό μέρος που χρειάζεται τότε το
κατασκευάζει μόνος του ο τσοπάνης.
Διαλέγει τον κατάλληλο τόπο, μαζεύει
τα απαραίτητα υλικά και το
στήνει.
Yλικά: Χρειάζεται
φούρκες, τέμπλες ή τεμπλιά, βέργες,
κλαδιά και φτέρες. Τέμπλες ή τεμπλιά
είναι μακρουλά ξύλα από πουρνάρι ή
φιλίκι. Και τα απλά εργαλεία που έχει
για τις κατασκευές των μαντριών του:
λοστό, βαριά, σφυρί, τανάλια, σύρμα,
πρόκες…
Κατασκευή: Μπήγει
στη γη καλά τις φούρκες σε τρύπες που
ανοίγει με το λοστό. Τις χτυπάει πάνω
με τη βαριά. Έτσι όπως οι αγρότες
κατασκευάζουν τις «ηλιάστρες ή λιάστρες»
για την αποξήρανση του καπνού… Στη μέση
καρφώνει δυο ψηλότερες φούρκες. Μετά
καρφώνει τις τέμπλες ή τα τεμπλιά από
φούρκα σε φούρκα. Πάνω ρίχνει χλωρά
κλαδιά και πολλές φτέρες. Τα δένει καλά
με λιανές βέργες για να γίνει ένας καλός
σταλός. Η φτέρη είναι πολύ χρήσιμο φυτό
για τις ανάγκες του τσοπάνη. Κυρίως
χρησιμοποιείται στην κατασκευή της
καλύβας του. Χρησιμοποιείται επίσης
για να σκεπάσει στο στάλο του προβάτου.
Είναι αδιαπέραστη στη βροχή και στον
ήλιο. Δημιουργεί πολύ ίσκιο και προστατεύει
τα ζωντανά από τον καύσωνα του
καλοκαιριού…
Εκεί
στο κατασκευασμένο τσαρδάκι ή
φραντζάτο προστατεύονται τα ζώα από
την καλοκαιρινή ζέστη.«Σήκωσα
το στάλο μου», λέει
με ικανοποίηση ο τσοπάνης, που είναι
και μάστορας…
Παρατηρούσα
τα τελευταία χρόνια ανηφορίζοντας με
το αυτοκίνητο από το χωριό Μπαμπίνη
προς Αετό Ξηρομέρου, δεξιά
του δρόμου ένα στάλο και κάποιες φορές
τα ζώα κάτω που ησύχαζαν… Ήταν μια
γραφική εικόνα στις καλοκαιρινές μέρες.
Και όχι μόνο για μένα που λόγω καταγωγής
έχω μια ευαισθησία γύρω από τα
αγροτο-κτηνοτροφικά θέματα, αλλά για
κάθε διερχόμενο νομίζω…
Ο
στάλος ανάλογα με τα ζώα που φιλοξενεί
λέγεται γιδόσταλος ή προβατόσταλος και
πρατόσταλος. Ακόμα
και τοπωνύμια έδωσαν
οι τσοπάνηδες σε μέρη που είχαν σταλούς
των ζώων τους: Όπως «γιδόσταλα»,
«πρατόσταλα», «σταλάκια». Αλλά και
«διαολόσταλα» και «νεραϊδόσταλα»!
Πίστευαν ότι σε κάποιους τόπους
ξεμεσημεριάζουν οι διαβόλοι και οι
νεράϊδες και προξενούν κακό σε όποιον
περάσει από το χώρο τους!
Όταν
ο ήλιος ανεβαίνει ψηλά, Από τις δέκα το
πρωί ίσαμε τις πέντε περίπου το απόγευμα τα
πρόβατα δεν βοσκούν και «σταλίζουν».
Όταν «ο
ήλιος είναι δυο σαμαροτριχιές και μέχρι
να πέσουν τα απόσκια», η
ζέστη είναι δυνατή και ανυπόφορη.
Χρησιμοποιώ μια χαρακτηριστική έκφραση
του ποιμενικού κόσμου για τη μέτρηση
του χρόνου. Η ώρα μετριέται με τριχιές
και μάλιστα αυτές που χρησιμοποιούσαν
για το σαμάρι των ζώων, και με τον ίσκιο.
Είναι ένας πρακτικός τρόπος μέτρησης
του χρόνου από τον άνθρωπο της υπαίθρου…Η
σαμαροτριχιά είναι σαράντα οργιές, όπως
με διαβεβαίωσε με απόλυτη σιγουριά ο
υπερήλικας ξηρομερίτης Αλέξανδρος
Κυριαζής. Και μου εξήγησε ότι χρειαζόταν
τόσο μεγάλη για να φορτώνουν και μεγάλα
φορτώματα στο σαμάρι των ζώων. Για
παράδειγμα τα βριζόνια που κουβαλούσαν
μέσα άχυρο για τα ζώα…[Βριζόνια ήταν
ειδικά σύνεργα μέσα στα οποία έβαζαν
το άχυρο].
Το
πρόβατο κυρίως, αναζητάει πολύ τον
στάλο. Δεν αντέχει τη ζέστη. Χρειάζεται
το στάλο για να ξεκουραστεί, να ηρεμήσει
και να ανασάνει… Τα πρόβατα το καλοκαίρι
τα πιάνει η «φυσομάνα», «φ’σομάνα», όπως
τη λένε οι ξηρομερίτες κτηνοτρόφοι. Τα
ζώα ανοίγουν το στόμα και με δυσκολία
ανασαίνουν. Αφήνουν τη βοσκή και τρέχουν
για τον ίσκιο και τον αέρα. Εκεί θα
χαλαρώσουν, θα πλαγιάσουν, θα αναχαράξουν.
Σαν ψόφια αφήνονται στο στάλο…
Το
γίδι είναι πιο ανθεκτικό αλλά και αυτό
θέλει το στάλο του. Τα γίδια επιθυμούν
πολύ την καθαριότητα. Το στάλο ο τσοπάνης
τον διατηρεί καθαρό. Τον καταβρέχει με
νερό, αν μπορεί, για να κάθεται η σκόνη
που σηκώνουν τα ζώα… Θέλει και το «πράμα»
καθαρό «γιατάκι»! Γι’ αυτό επιλέγει τα
καλύτερα μέρη για γιδοσταλούς και
πρατοσταλούς. Φροντίζει την καλοπέραση
και την υγεία του κοπαδιού του…
Ο
γιδοβοσκός συνήθως βρίσκει έτοιμους
φυσικούς στάλους. Η φύση προνοεί για
κείνον και τα ζώα του. Και με τη «μαστοριά
της» τον ανακουφίζει από αυτό τον
κόπο.
Τις
ώρες που σταλίζουν τα ζώα ξεκουράζονται
και οι τσοπάνηδες. Τρώνε το λιτό φαγητό
τους, στρίβουν ένα τσιγάρο, κλέβουν
λίγες ώρες ύπνο κάτω σε ένα ίσκιο εκεί
δίπλα στο στάλο.Αυτές τις ώρες και το
τσοπανόσκυλο ξεκουράζεται. Ο τσοπάνης
παραπέρα σε παχύ ίσκιο και αυτός ξαπλώνει
μπρούμυτα ή ανάσκελα απολαμβάνει τον
δροσερό αέρα και κοιμάται γλυκά. Σταλίζουν
τα πράματα, ο σκύλος και ο τσοπάνης! Είναι
ώρες ηρεμίας των τσοπάνηδων και των
ζώων. Γαλήνη και ηρεμία… Μόνο τα
κουδούνια ακούγονται αργά καθώς
αναδεύονται τα ζωντανά… Και ενδιάμεσα
το ήρεμο γαύγισμα του τσοπανόσκυλου,
απλά για να δηλώσει παρόν!
Εικόνα: Φυσικός
στάλος για ζώα και ανθρώπους…
Το
μεγάλο δένδρο αποτελούσε το φυσικό
στάλο του κοπαδιού
του
Νίκου Δ. Αγγέλη στα Βρύστιανα
Ξηρομέρου.
Σήμερα
αποτελεί ένα τοπόσημο για
τα παιδιά και τα εγγόνια του που περπατούν
στα χνάρια του…
Κάθε
κτηνοτρόφος της περιοχής είχε το δικό
του φυσικό στάλο… Το δικό του δένδρο.
Και αναφερόμαστε σε δέντρα εξαιρετικού
κάλλους! Τοπόσημα σήμερα…
Οι
αρμόδιοι φορείς μπορούν να δείξουν
ενδιαφέρον και
να προχωρήσουν στην κήρυξη αυτών των
αιωνόβιων δένδρων ως: Διατηρητέα
Μνημεία της Φύσης. Και
τούτο λόγω
της ιδιαίτερης επιστημονικής, οικολογικής,
αισθητικής, ιστορικής και πολιτισμικής
αξίας τους… Υπάρχει σχετική νομοθεσία
προστασίας της φύσεως.
Ας
«ακούσουμε» την αφήγηση ενός υπέργηρου
τσοπάνη για το στάλο:
«Τα
πρόβατα σταλίζουν το καλοκαίρι άμα
είναι λιοβόρι από το πρωί μέχρι τ(ι)ς
πέντε το απόγευμα. Σε πιρνάρια, σε
βελανιδιές, σε πλατάνια κ.λπ. Είναι και
τεχνικοί στάλοι. Με διάφορα πανιά τώρα
τελευταία, αλλά φοβάμαι δεν είναι
κατάλληλα. Σαν αυτά πόβαναμε στα καπνά…
Πάλι ζέστη φέρνουν. Με κλαριά και φτέρες
που ’φκιαναμε παλιά ήταν καλύτερα για
τα πρόβατα… Έκοβα φούρκες όπως αυτές
για τα κρεβάτια στα καπνά,[τις ηλιάστρες]
τις έμπηγα στο χώμα και μετά ένα τεμπλί
απάν’ σ’ αυτές γένονταν ένα γυροβόλι
σαν το τιμόνι τ’ αυτοκινήτου!
Κατάλαβες; Μετά αυτό το γυροβόλι το
σκέπαζαμε με ξύλα, κλαριά, πλατάνια,
μηλιοκ(ο)κιές, πλατύφυλλα, και πολλή
φτέρη. Δεν πηράει ο ήλιος τ’ φτέρη. Για
να μην νε πάρει ο αέρας τ’ φτέρη την
πλάκωναμε με κλάρες ή λούρες…
Εγώ
τώρα έχω φυσικό στάλο. Εκεί στο χωράφι
είναι πιρνάρια κι νια απηδιά. Πάνε μισά
πρόβατα στο ’να μισά στ’ άλλο. Μοιράζονται
από δω κι από κει. Αν δεν ήταν αυτά θα
’φκιανα με φούρκες.
Εδώ
στην Μπαμπίνη δεν έχει δέντρα και
φκιάνουν με φούρκες, τεμπλιά και φτέρες.
Τις ώρες που σταλίζουν τα πρόβατα
ξεκουράζεται κι ο τσοπάνης. Μπορεί να
πάει στ(ι)ς δ(ου)λειές του. Παράδειγμα
έχει μια δ(ου)λειά να πεταχτεί στ’
Αγρίνιο...
Παλιά
τα πρόβατα τα ’πιανε η φυσ(ού)να. Είναι
όταν ο στάλος είχε χώμα, σκόνη τα πείραζε.
Είχανε πρόβλημα στ’ μύτ(η). Δεν ανασαίνουν…
Τώρα με τα φάρμακα δεν έχουν
πρόβλημα…» [Προφορική
αφήγηση Σπύρου(Πίπη) Μπαρμπαρούση
γενημέννου το 1931 στα Βλυζιανά
Ξηρομέρου].
Το
απόγευμα όταν άρχιζε να δροσίζει,
«ξεστάλιζαν», σκάριζαν
τα ζώα και πήγαιναν για βοσκή. Αρχίζει
πάλι το βόσκημα με την επίβλεψη του
τσοπάνη…
«Kαι
σαν τσακίσουν τα ζερβά και σαν διαβεί
το κάμα
Από
τα τόπια τα δροσά,
Σκαρίζουν
τα γιδόπρατα κι όλα μαζί αντάμα,
Αργοσκαλώνουν
την πλαγιά…»
[Β.
Λαμνάτου, Ο Αγναντευτής της Ρούμελης,
Αθήνα 1963, σελ. 93]
Ο
στάλος εκτός από ανάπαυση χρησιμεύει
επίσης και ως ρολόϊ για το τσοπάνη. Με
τις συνήθειες των ζώων υπολογίζουν την
ώρα. είναι και το φυσικό ρολόϊ του
τσοπάνη. Είναι θαυμαστός ο τρόπος που
ο αγρότης και ο τσοπάνης «βλέπουν την
ώρα» στα ρολόγια της φύσης…
Ο
στάλος αλλιώς: Με
το στάλο και με άλλες συνήθειες των
ζωντανών τους, με διάφορα σημάδια, όπως
η θέση του ήλιου, του φεγγαριού, κ.λπ.
υπολόγιζαν την ώρα οι άνθρωποι της
υπαίθρου αγρότες και ποιμένες…
«Παν
τα πράματα στο στάλο», υπολογίζουν
την ώρα περίπου δέκα το πρωϊ.
«Απόσταλα», είναι
μετά το στάλο, δηλαδή η ώρα πέντε το
απόγευμα.
«Στο
στάλο τα πράματα», δηλαδή
όλο το μεσημέρι…
Ο
σταλός και το ρήμα σταλίζω χρησιμοποιήθηκαν
και σε λαϊκές εκφράσεις με μεταφορική
σημασία. Ενδεικτικά παραθέτω:
«Σταλίζει
αυτός»: λέγεται
για άνθρωπο κοιμάμενο! Συνώνυμη έκφραση:
«κοιμάται όρθιος»!
«Στάλισα
πολλή ώρα εκεί…». Λέγεται
σε περιπτώσεις που περιμένει κάποιος
πολλές ώρες ακούνητος για κάποια
δουλειά, χωρίς να καταφέρει κάτι!
Επίσης,
και ως φοβέρα χρησιμοποιήθηκε
το ρήμα σταλίζω, όπως γράφει ο μελετητής
της τσοπάνικης ζωής Δημήτριος
Λουκόπουλος:
«Θα
σου δείξω εγώ πού σταλίζει η ψείρα!». Η
ιδιαίτερη αυτή λαϊκή έκφραση σημαίνει
θα σε εκδικηθώ όπως σου αξίζει!
Kαι
ως κατάρα χρησιμοποιήθηκε
το ρήμα. Ιδιαίτερα στην περιοχή του
Ξηρομέρου:
«Να
σταλίσει ο διάολος μέσα σου!».Στην
προκειμένη περίπτωση ο «διαολόσταλος»
δεν ήταν ένα σκιερό μέρος, αλλά ο ίδιος
ο άνθρωπος στον οποίο απευθυνόταν η
κατάρα.
Θα
κλείσω με στίχους του Βασίλη Λαμνάτου
που ύμνησε τη ζωή των τσελιγγάδων:
«…Από
μικρός βλαχόζησα στης ερημιάς τα
τόπια,
Κοντά
σε στάνες, σε κοπές, γιδάρης και
πρατάρης.
Με
τη δροσιά της χαραυγής, το πρόσωπό μου
βρέχα
και
την καρδιά μου γέμιζα, μ’ αρώματα του
λόγγου!
Αχ,
πού ’ναι τώρα βρε παιδιά, τα χρόνια
εκείνα πού ’ναι!
Είπεν
ο γερο-μπιστικός κι έγειρε το κεφάλι
Στο
στοιχειωμένο χέρι του, ύπνο γλυκό να
πάρει!»
[Β.
Λαμνάτου, Ο Αγναντευτής της Ρούμελης,
Αθήνα 1963, σελ.30-33]