Οι ρατσιστικές απόψεις του Δημήτρη Καμμένου γνώρισαν
πανελλήνια αποδοκιμασία μέχρι την οριστική αποπομπή του από την κυβέρνηση. Μέρος
της κριτικής στράφηκε και ενάντια στον πρωθυπουργό. Μα είναι δυνατόν να μη
γνώριζε, αναρωτήθηκαν κάποιοι. Όπως και με την υπόθεση της αποτυχημένης
διαπραγμάτευσης, όπου πολλοί έψαχναν για κάποια κρυφή ατζέντα ενώ η κυβέρνηση
διακήρυττε επίσημα ότι η χρεοκοπία ήταν το δυνατό διαπραγματευτικό χαρτί της
χώρας, έτσι και σήμερα, πολλοί αναρωτιούνται αν ο Αλέξης Τσίπρας είχε κάποια
κρυφή γνώση των απόψεων Καμμένου. Σε αντιστοιχία με τη φανερή πορεία που έθεσε η
κυβέρνηση της χώρας προς τη χρεοκοπία τον περασμένο Ιούνιο, ο εθνικισμός δεν
είναι καθόλου κρυφή αλλά φανερή, επίσημη εθνική πολιτική της κυβέρνησης
ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Ο πρωθυπουργός έχει άλλωστε αποταθεί ανοιχτά προς την ελληνική
κοινωνία με την άποψη ότι η αξιοπρέπειά της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την
αντίσταση στους ξένους. Κατά τον ίδιο, η φημισμένη «εθνική αξιοπρέπεια» μπορεί
να διασωθεί μόνον εφόσον πούμε τα περήφανα ΟΧΙ μας στους κακούς Ευρωπαίους και
ειδικά στους κακούς Γερμανούς. Η αυτοεκτίμηση και η αξιοπρέπειά μας κρίνεται
δηλαδή από τη διάθεσή μας να αντισταθούμε σε ένα άλλο έθνος. Πρόκειται στην
πραγματικότητα για μία βαθιά εθνικιστική στάση.
Ποια η ουσιώδης διαφορά
μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού όμως; Οι ερευνητές Thomas Blank και Peter
Schmidt, το 2003, θέλησαν να εξετάσουν τον τρόπο που λειτουργούν
διαφορετικά ο εθνικισμός, δηλαδή η πεποίθηση της ανωτερότητας ενός έθνους (που
μετρήθηκε με δηλώσεις τύπου «Νιώθω ότι η χώρα μου είναι η καλύτερη χώρα του
κόσμου»), από τον πατριωτισμό, δηλαδή την αγάπη προς την πατρίδα (που μετρήθηκε
με δηλώσεις τύπου «Όταν κάποιος είναι πιστός στη χώρα του, πασχίζει να διορθώσει
τα προβλήματά της»). Η έρευνά τους έδειξε ότι όσο περισσότερο πατριώτης
αισθάνεται κάποιος, τόσο λιγότερο υιοθετεί αρνητικές στάσεις απέναντι σε
Εβραίους και μετανάστες. Αντιθέτως, όσο περισσότερο εθνικιστής είναι κάποιος,
τόσο περισσότερο υιοθετεί αρνητικές στάσεις απέναντι σε Εβραίους και
μετανάστες.
Με άλλα λόγια, φαίνεται ότι ο εθνικιστής γενικότερα υιοθετεί
αρνητικές στάσεις απέναντι σε άλλες κοινωνικές ομάδες και μειονότητες, όχι μόνο
ενάντια στα άλλα έθνη. Σε αυτό το σημείο, Τσίπρας και Καμμένος
αλληλοσυμπληρώνονται. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ δείχνει προκατάληψη απέναντι σε ένα έθνος
υψηλού κύρους, τους Γερμανούς, και οι δε ΑΝΕΛ, απέναντι σε ομάδες χαμηλού κύρους
όπως οι μετανάστες. Η ανίερη αυτή συμμαχία διαμορφώνει μια βαθιά συντηρητική,
εθνικιστική αλλά και ρατσιστική κυβέρνηση με χαμηλή ανοχή απέναντι σε αρκετές
κοινωνικές ομάδες.
Τι έφερε κοντά εξαρχής ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ όμως; Σε έρευνά
τους το 2015, ο Jan-Willem van Prooijen και οι συνεργάτες του βρήκαν
ότι αυτό που συνδέει τα πολιτικά άκρα είναι ο κοινωνικο-οικονομικός φόβος και τα
αρνητικά πολιτικά συναισθήματα. Βεβαίως υπάρχει διαφορετική στόχευση. Οι
Chambers, Schlenker και Collison έδειξαν το 2013 ότι
οι ακροαριστερές παρατάξεις στοχεύουν ενάντια σε ομάδες με συνήθη δεξιά πολιτική
τοποθέτηση (π.χ. επιχειρηματίες, τραπεζίτες) και οι ακροδεξιές παρατάξεις
ενάντια σε ομάδες με συνήθη αριστερή πολιτική τοποθέτηση (π.χ. μετανάστες,
ομοφυλόφιλους). Πώς είναι δυνατόν να συγκεραστούν τόσο διαφορετικές στοχεύσεις;
Tο μνημόνιο ίσως αποτέλεσε μία σπάνια ευκαιρία ταχύτατης απαξίωσης του πολιτικού
συστήματος και γρήγορης απομάκρυνσης της κοινωνίας από το πολιτικό κέντρο. Δεν
υπήρξε ουσιαστικός χρόνος για να διαμορφωθούν συμπαγείς πολιτικές ταυτότητες στα
άκρα. Έτσι, η κοινωνία έμεινε ευάλωτη σε οποιοδήποτε καιροσκόπο θα φιλοδοξούσε
να δώσει ένα ενιαίο αφήγημα για τους φοβισμένους και τους αγανακτισμένους προτού
υπάρξει ο χρόνος να κατασταλάξουν σε παγιωμένες ακραίες απόψεις.
Αρχιτέκτονας
της σύγκλισης των πολιτικών άκρων είναι αναμφισβήτητα ο Αλέξης Τσίπρας. Ξεκίνησε
με τη ρητορική της «πατριωτικής αριστεράς» ενάντια στους Γερμανούς. Κατά τον
ίδιο, οι Γερμανοί και ο κακός Σόιμπλε φταίνε για πολλά από τα δεινά που περνάμε.
Δεν αποκλείει να φταίνε βεβαίως και κάποιοι Έλληνες, αλλά, και πάλι κατά τον
ίδιο, αυτοί είναι Γερμανοτσολιάδες και εξυπηρετούν τα σχέδια των Γερμανών. Η
χώρα χωρίστηκε σε υπηρέτες του Σόιμπλε (δηλαδή το πολιτικό κέντρο) και εχθρούς
του Σόιμπλε (δηλαδή τα πολιτικά άκρα). Ο εθνικισμός αποτέλεσε αναμφισβήτητα το
όχημα της ανόδου του Τσίπρα στην εξουσία. Ήταν λογικό να επιλέξει ως συνοδοιπόρο
και συνοδηγό τον Πάνο Καμμένο, που φημίζεται για τις ακροδεξιές, εθνικιστικές
θέσεις του αλλά κυρίως για την καιροσκοπική του προσέγγιση στην
πολιτική.
Βεβαίως, υπάρχει ένα ισχυρό κόστος σε όλη αυτή τη διαδικασία. Όπως
αναφέρθηκε, ο εθνικισμός συνοδεύεται από μία σειρά αρνητικών στάσεων απέναντι σε
όλες τις μειονότητες καθώς και από σαφή ρατσισμό. Ο Δημήτρης Καμμένος δεν είναι
παρατράγουδο της εθνικιστικής κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, είναι εκφραστής της.
Δυστυχώς θα υπομείνουμε τέτοια φαινόμενα μέχρι η κοινωνία να απορρίψει τα άκρα
και να επιστρέψει σε πιο μετριοπαθείς θέσεις. Ας είμαστε όμως προετοιμασμένοι,
έχουμε να δούμε ακόμη πολλά.
Το πιο κωμικοτραγικό στοιχείο της ρητορικής
Τσίπρα είναι η προειδοποίησή του προς τους Ευρωπαίους ότι αν συμβάλλουν στην
πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, τότε θα συμβάλλουν στην άνοδο της ακροδεξιάς. Εννοεί προφανώς
ότι θα ενισχυθεί η Χρυσή Αυγή, η οποία όμως δεν θα κάνει τίποτα παραπάνω από το
να συνεχίσει τον αντιευρωπαϊκό εθνικισμό που καλλιέργησε συστηματικά ο
ίδιος.
Βλέπετε, όταν είσαι βασικός πρεσβευτής του εθνικισμού, είναι δεδομένο
ότι θα συνεχίσεις να κατηγορείς τους άλλους λαούς για τα δεινά που συμβαίνουν
στη χώρα σου. Ακόμη και για την άνοδο του εθνικισμού που έφερες ο ίδιος.
Ο Αλέξης
Αρβανίτης διδάσκει ψυχολογία στο Οικονομικό Κολέγιο
Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου