Γράφει η Αθηνά Παππά
Είναι
κάποιοι άνθρωποι που γεννήθηκαν με την
αλήθεια στην κούνια τους και δεν
ξεγελάστηκαν ποτέ τους. Περήφανοι,
απλοί, πολέμιοι των αδικούντων που
δεν συνηθίζουν να χάνουν τις μάχες...
που δίνουν καθημερινά στον στίβο της
ζωής.
Στη δημοσιογραφία δεν συλλέγουμε
μπράβο…και όλα τα χρόνια που την υπηρετώ
έχω μάθει πολλά κυρίως από ανθρώπους
που με τις ιστορίες τους δηλώνουν ότι
είναι παρόντες και τους είμαι ευγνώμων.
Να
ευχαριστήσω τον Μπάρμπα – Γιάννη (Γιάννη
Μακρυγιάννη) που μου εμπιστεύτηκε ένα
μέρος από την ιστορία της ζωής του.
Δέχτηκε να μου μιλήσει, με δυσκολία
είναι αλήθεια, και ένα μέρος από αυτά
που μου είπε για όσα έζησε αδιαφορώντας
για τους διωγμούς και την εξορία είναι
δημοσιευμένα σήμερα στην Εφημερίδα το
«Βήμα της Πρέβεζας»...
Η συγκλονιστική μαρτυρία του Συρρακιώτη Γιάννη Μακρυγιάννη Είχε το θάρρος να καταγγείλει αστυνομικό κράτος της δικτατορίας
Μια σημαντική μαρτυρία για τη μαύρη περίοδο της χούντας στην Ελλάδα, μας κατέθεσε ο Συρρακιώτης Γιάννης Μακρυγιάννης – Αχιλλέας του Χρήστου ή αλλιώς μπάρμπα- Γιάννης με όσα μας είπε όχι τόσο για όσα ο ίδιος έζησε όταν ήταν εξόριστος στο στρατόπεδο του Λακκίου στη Λέρο, στις φυλακές της Κέρκυρας, στη Γιούρα, στον Ωρωπό, στο Παρθένι , αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά, αλλά για όσα πέρασε ο ίδιος και η οικογένειά του, μετά όταν επέστρεψε από την εξορία .
Η Πρέβεζα είναι η δεύτερη πατρίδα του Μπάρμπα – Γιάννη και η αλήθεια είναι πως τέτοιες ημέρες σαν την επέτειο του Πολυτεχνείου οι ιστορικές μαρτυρίες "αυτών που δεν σιώπησαν" αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη αξία και σημασία. Με μεγάλη δυσκολία και μετά από έρευνα αρκετών μηνών κατάφερα να μιλήσω μ’ ένα πρόσωπο που αναφέρεται πολύ σπάνια στο παρελθόν και στα γεγονότα που πρωταγωνίστησε αν και η αντιδικτατορική του δράση του αλλά και η στάση του ήταν γνωστή στους κύκλους του Πανεπιστήμιου των Ιωαννίνων και όχι μόνο στην διάρκεια του επτάχρονου "γύψου" αλλά και στους αρχηγούς εκείνων των ομάδων που φώναξαν στις διαδηλώσεις ότι "η χούντα δεν τέλειωσε το 73".
Μετά από τέσσερα χρόνια εξορίας απελευθερώθηκε το 1971
Απαντήσεις αναζήτησα μέσα από συζητήσεις για τον Γιάννη Μακρυγιάννη που ανήκε στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά και συμμετείχε στον αγώνα απέναντι στην Χούντα των συνταγματαρχών. Η οικογένεια του αναγκάστηκε να εγκατάλειψε το γαλακτοπωλείο στο Σαιτάν – Παζάρ. Ο ίδιος μετά από τέσσερα χρόνια εξορίας απελευθερώθηκε το 1971 παραμονές Πάσχα, μετά από γενική αμνηστία, ο μοναδικός από τη Δυτική Ελλάδα που έφυγε τελευταίος και άρρωστος...
Ο Γιάννης Μακρυγιάννης προσπάθησε να φτιάξει στη ζωή του στην Αθήνα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων όπως ήθελε να πιστεύει αλλά πολύ σύντομα ήρθε αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα και δεν άργησε να καταλάβει ότι οι «χαφιέδες συνέχιζαν να φακελώνουν»... Παντού λογοκρισία και χαφιεδισμός και οι αστυνομικοί άρχισαν τις επισκέψεις στο σπίτι του, ακατάλληλες ώρες, όταν εκείνος ήταν στη δουλειά.
Στάθηκε απέναντι στον αστυνομικό μηχανισμό της δικτατορίας
Πικρές και δύσκολες μέρες για την γυναίκα του με αποτέλεσμα στις 14 Οκτωβρίου του 1973 ο Γιάννης Μακρυγιάννης να καταθέσει καταγγελία ενώπιον του Εισαγγελέως πλημμελειοδικών Παρότι κάποιοι πίστευαν ότι στη Χούντα δεν μπορούσες να μηνύσεις το κράτος και να διεκδικήσεις το δίκιο σου…ο Γιάννης Μακρυγιάννης πήρε μια δύσκολη απόφαση αλλά γενναία γιατί δεν του ήταν εύκολο να ζει …σ’ έναν κόσμο που βαλτώνει στην καταπίεση και την ανισότητα.
Ο Γιάννης Μακρυγιάννης στάθηκε απέναντι στον αστυνομικό μηχανισμό της δικτατορίας χωρίς να φοβάται το «σκοτεινό βασίλειο» των Μάλλιου και Μπάμπαλη (δημοσιεύουμε το έγγραφο που καλείται στη γενική ασφάλεια για εξέταση από τον Μπάμπαλη Πέτρο). Τα «στημένα» κατηγορητήρια, οι αποφάσεις των στρατοδικείων που δεν εφεσιβάλλονται, οι μηχανισμοί καταστολής…βρισκόταν σε πλήρη εγρήγορση
Ευτυχώς το πνεύμα δεν φυλακίζεται...
Η δικτατορία της 21ης Απρίλη για να μπορέσει να μπορέσει να κυβερνήσει απαγόρευε και διέλυε τα πάντα και ο Δικηγόρος Σπύρος Κατηνιώτης που είχε αναλάβει τότε την υπόθεση θυμάται την αγωνία του νεαρού τότε Μπαμπα-Γιάννη να προστατεύσει την οικογένειά του αλλά και την αξιοπρέπεια του, όταν τον συνέλαβαν μαζί με χιλιάδες άλλους με μόνη κατηγορία τον χαρακτηρισμό «επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια», για τον ίδιο λόγο κατηγορήθηκαν και άλλα μέλη τη οικογένειας του, για τον ίδιο λόγο δεν επέτρεψαν στην μητέρα του να πάει στη Σουηδία, για τον ίδιο λόγο κλείσανε το μαγαζί του πατέρα του Κυριαρχούσε τότε το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» κάτι που συνεχίστηκε και όταν ο Γιάννης Μακρυγιάννης επέστρεψε από την εξορία στην Αθήνα και συχνά στο σπίτι του πήγαιναν αστυνομικοί ακατάλληλες ώρες και ενοχλούσαν τη γυναίκα του και το μόλις δύο μηνών παιδί τους Σε «ελεύθερη διαβίωση» ζούσε στην εξορία, δεν άντεχε το ίδιο να συμβεί και στο σπίτι του το οποίο όπως μας είπε ήταν γι΄ αυτόν άσυλο.
«Επειδή η κατοικία εκάστου αποτελεί άσυλον της παραβιάσεως επιτρεπομένης μόνον όπου και όπως ο νόμος ορίζει…επειδή πας πολίτης δύναται να αιτήσηται την εν τω νόμω προστασία κατά των αυθαιρεσιών και παραβιάσεων των οργάνων της διοικήσεως αιτούμαι την υπό του νόμου παρεχόμενη προστασίαν επι τω τέλει όπως παύση εις το εξής πάσα αυθαίρετος των ανωτέρω οργάνων της διοικήσεως πράξις εις βάρους μου» αναφέρει μεταξύ άλλων η καταγγελία, όπως φαίνεται και στα έγγραφα που δημοσιεύουμε, και όπως θυμάται ο κ. Κατηνιώτης στην καταγγελία γινόταν λόγος ακόμη και για άσκηση ψυχολογικής πίεσης στη σύζυγο του από την οποία υπέστει βλάβη της υγείας της. Ευτυχώς το πνεύμα δεν φυλακίζεται και ο Γιάννης Μακρυγιάννης κινητοποιήθηκε και κατήγγειλε ότι «όργανα του Η’ Αστυνομικού τμήματος επισκέπτονται συχνάκις την οικίαν μου… ήρχισαν να φέρονται σκαιώς προς τη σύζυγό μου απειλούντες να προσαγάγουν αυτήν βιαίως εις το αστυνομικόν τμήμα…»
Κανείς όπως είναι φυσικό εκείνη την εποχή δεν ήθελε να έχει στα χέρια του μια καταγγελία και ο κ. Κατηνιώτης θυμάται πως όταν πήγαν να την καταθέσουν υπήρχε άρνηση στην εισαγγελία να την παραλάβουν απαντώντας μάλιστα στις αντιδράσεις… «από μένα να φύγετε και να πάτε όπου θέλετε»
Ο Γιάννης Μακρυγιάνης ήταν άνθρωπος που δεν κώλωνε, συνέχισε ο κ. Κατηνιώτης και μπορεί η κατηγορία να μην έφτασε ποτέ σε κάποιο δικαστήριο, αν και εκείνος το ήθελε, η αλήθεια είναι πως σταμάτησαν οι συνεχείς επισκέψεις της αστυνομίας στο σπίτι του. Αντιστάθηκε χωρίς να επιχειρήσει να εξαργυρώσει αυτόν τον αγώνα με τα χρώματα κάποιας κομματικής “φανέλας”.
Ο ελληνικός λαός τον Απρίλιο του 1967 μπήκε στον... γύψο για να απελευθερωθεί με φόρο αίματος μια επταετία αργότερα στις 17 Νοέμβρη του 1974…. Έτσι είναι και σήμερα ο Γιάννης Μακρυγιάννης περήφανος για τη Συρρακιώτικη καταγωγή του, αγέρωχος σαν τις ψηλές βουνοκορφές και αυθεντικός σαν τις σμιλεμένες πέτρες των σπιτιών του Συρράκου. Άσχημες αναμνήσεις μιας παλιάς ιστορίας, με ανθρώπους που, όπως έλεγε ο Τζόρτζ Όργουελ, νομίζουν ότι είναι «πιο ίσοι από τους άλλους». Μια ιστορία γεμάτη πόνο αλλά και αγώνα. Μια μαρτυρία, που έχει το σημαντικό στοιχείο ότι είναι μια βιωμένη πραγματικότητα η οποία όμως δεν παρουσιάζεται ως άθλος αλλά ως μια υπενθύμιση στην κοινωνία αυτής της χώρας, ότι 44 χρόνια είναι πολύ λίγα για να ξεχάσουμε.
Αθηνά Παππά
Η συγκλονιστική μαρτυρία του Συρρακιώτη Γιάννη Μακρυγιάννη Είχε το θάρρος να καταγγείλει αστυνομικό κράτος της δικτατορίας
Μια σημαντική μαρτυρία για τη μαύρη περίοδο της χούντας στην Ελλάδα, μας κατέθεσε ο Συρρακιώτης Γιάννης Μακρυγιάννης – Αχιλλέας του Χρήστου ή αλλιώς μπάρμπα- Γιάννης με όσα μας είπε όχι τόσο για όσα ο ίδιος έζησε όταν ήταν εξόριστος στο στρατόπεδο του Λακκίου στη Λέρο, στις φυλακές της Κέρκυρας, στη Γιούρα, στον Ωρωπό, στο Παρθένι , αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά, αλλά για όσα πέρασε ο ίδιος και η οικογένειά του, μετά όταν επέστρεψε από την εξορία .
Η Πρέβεζα είναι η δεύτερη πατρίδα του Μπάρμπα – Γιάννη και η αλήθεια είναι πως τέτοιες ημέρες σαν την επέτειο του Πολυτεχνείου οι ιστορικές μαρτυρίες "αυτών που δεν σιώπησαν" αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη αξία και σημασία. Με μεγάλη δυσκολία και μετά από έρευνα αρκετών μηνών κατάφερα να μιλήσω μ’ ένα πρόσωπο που αναφέρεται πολύ σπάνια στο παρελθόν και στα γεγονότα που πρωταγωνίστησε αν και η αντιδικτατορική του δράση του αλλά και η στάση του ήταν γνωστή στους κύκλους του Πανεπιστήμιου των Ιωαννίνων και όχι μόνο στην διάρκεια του επτάχρονου "γύψου" αλλά και στους αρχηγούς εκείνων των ομάδων που φώναξαν στις διαδηλώσεις ότι "η χούντα δεν τέλειωσε το 73".
Μετά από τέσσερα χρόνια εξορίας απελευθερώθηκε το 1971
Απαντήσεις αναζήτησα μέσα από συζητήσεις για τον Γιάννη Μακρυγιάννη που ανήκε στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά και συμμετείχε στον αγώνα απέναντι στην Χούντα των συνταγματαρχών. Η οικογένεια του αναγκάστηκε να εγκατάλειψε το γαλακτοπωλείο στο Σαιτάν – Παζάρ. Ο ίδιος μετά από τέσσερα χρόνια εξορίας απελευθερώθηκε το 1971 παραμονές Πάσχα, μετά από γενική αμνηστία, ο μοναδικός από τη Δυτική Ελλάδα που έφυγε τελευταίος και άρρωστος...
Ο Γιάννης Μακρυγιάννης προσπάθησε να φτιάξει στη ζωή του στην Αθήνα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων όπως ήθελε να πιστεύει αλλά πολύ σύντομα ήρθε αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα και δεν άργησε να καταλάβει ότι οι «χαφιέδες συνέχιζαν να φακελώνουν»... Παντού λογοκρισία και χαφιεδισμός και οι αστυνομικοί άρχισαν τις επισκέψεις στο σπίτι του, ακατάλληλες ώρες, όταν εκείνος ήταν στη δουλειά.
Στάθηκε απέναντι στον αστυνομικό μηχανισμό της δικτατορίας
Πικρές και δύσκολες μέρες για την γυναίκα του με αποτέλεσμα στις 14 Οκτωβρίου του 1973 ο Γιάννης Μακρυγιάννης να καταθέσει καταγγελία ενώπιον του Εισαγγελέως πλημμελειοδικών Παρότι κάποιοι πίστευαν ότι στη Χούντα δεν μπορούσες να μηνύσεις το κράτος και να διεκδικήσεις το δίκιο σου…ο Γιάννης Μακρυγιάννης πήρε μια δύσκολη απόφαση αλλά γενναία γιατί δεν του ήταν εύκολο να ζει …σ’ έναν κόσμο που βαλτώνει στην καταπίεση και την ανισότητα.
Ο Γιάννης Μακρυγιάννης στάθηκε απέναντι στον αστυνομικό μηχανισμό της δικτατορίας χωρίς να φοβάται το «σκοτεινό βασίλειο» των Μάλλιου και Μπάμπαλη (δημοσιεύουμε το έγγραφο που καλείται στη γενική ασφάλεια για εξέταση από τον Μπάμπαλη Πέτρο). Τα «στημένα» κατηγορητήρια, οι αποφάσεις των στρατοδικείων που δεν εφεσιβάλλονται, οι μηχανισμοί καταστολής…βρισκόταν σε πλήρη εγρήγορση
Ευτυχώς το πνεύμα δεν φυλακίζεται...
Η δικτατορία της 21ης Απρίλη για να μπορέσει να μπορέσει να κυβερνήσει απαγόρευε και διέλυε τα πάντα και ο Δικηγόρος Σπύρος Κατηνιώτης που είχε αναλάβει τότε την υπόθεση θυμάται την αγωνία του νεαρού τότε Μπαμπα-Γιάννη να προστατεύσει την οικογένειά του αλλά και την αξιοπρέπεια του, όταν τον συνέλαβαν μαζί με χιλιάδες άλλους με μόνη κατηγορία τον χαρακτηρισμό «επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια», για τον ίδιο λόγο κατηγορήθηκαν και άλλα μέλη τη οικογένειας του, για τον ίδιο λόγο δεν επέτρεψαν στην μητέρα του να πάει στη Σουηδία, για τον ίδιο λόγο κλείσανε το μαγαζί του πατέρα του Κυριαρχούσε τότε το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» κάτι που συνεχίστηκε και όταν ο Γιάννης Μακρυγιάννης επέστρεψε από την εξορία στην Αθήνα και συχνά στο σπίτι του πήγαιναν αστυνομικοί ακατάλληλες ώρες και ενοχλούσαν τη γυναίκα του και το μόλις δύο μηνών παιδί τους Σε «ελεύθερη διαβίωση» ζούσε στην εξορία, δεν άντεχε το ίδιο να συμβεί και στο σπίτι του το οποίο όπως μας είπε ήταν γι΄ αυτόν άσυλο.
«Επειδή η κατοικία εκάστου αποτελεί άσυλον της παραβιάσεως επιτρεπομένης μόνον όπου και όπως ο νόμος ορίζει…επειδή πας πολίτης δύναται να αιτήσηται την εν τω νόμω προστασία κατά των αυθαιρεσιών και παραβιάσεων των οργάνων της διοικήσεως αιτούμαι την υπό του νόμου παρεχόμενη προστασίαν επι τω τέλει όπως παύση εις το εξής πάσα αυθαίρετος των ανωτέρω οργάνων της διοικήσεως πράξις εις βάρους μου» αναφέρει μεταξύ άλλων η καταγγελία, όπως φαίνεται και στα έγγραφα που δημοσιεύουμε, και όπως θυμάται ο κ. Κατηνιώτης στην καταγγελία γινόταν λόγος ακόμη και για άσκηση ψυχολογικής πίεσης στη σύζυγο του από την οποία υπέστει βλάβη της υγείας της. Ευτυχώς το πνεύμα δεν φυλακίζεται και ο Γιάννης Μακρυγιάννης κινητοποιήθηκε και κατήγγειλε ότι «όργανα του Η’ Αστυνομικού τμήματος επισκέπτονται συχνάκις την οικίαν μου… ήρχισαν να φέρονται σκαιώς προς τη σύζυγό μου απειλούντες να προσαγάγουν αυτήν βιαίως εις το αστυνομικόν τμήμα…»
Κανείς όπως είναι φυσικό εκείνη την εποχή δεν ήθελε να έχει στα χέρια του μια καταγγελία και ο κ. Κατηνιώτης θυμάται πως όταν πήγαν να την καταθέσουν υπήρχε άρνηση στην εισαγγελία να την παραλάβουν απαντώντας μάλιστα στις αντιδράσεις… «από μένα να φύγετε και να πάτε όπου θέλετε»
Ο Γιάννης Μακρυγιάνης ήταν άνθρωπος που δεν κώλωνε, συνέχισε ο κ. Κατηνιώτης και μπορεί η κατηγορία να μην έφτασε ποτέ σε κάποιο δικαστήριο, αν και εκείνος το ήθελε, η αλήθεια είναι πως σταμάτησαν οι συνεχείς επισκέψεις της αστυνομίας στο σπίτι του. Αντιστάθηκε χωρίς να επιχειρήσει να εξαργυρώσει αυτόν τον αγώνα με τα χρώματα κάποιας κομματικής “φανέλας”.
Ο ελληνικός λαός τον Απρίλιο του 1967 μπήκε στον... γύψο για να απελευθερωθεί με φόρο αίματος μια επταετία αργότερα στις 17 Νοέμβρη του 1974…. Έτσι είναι και σήμερα ο Γιάννης Μακρυγιάννης περήφανος για τη Συρρακιώτικη καταγωγή του, αγέρωχος σαν τις ψηλές βουνοκορφές και αυθεντικός σαν τις σμιλεμένες πέτρες των σπιτιών του Συρράκου. Άσχημες αναμνήσεις μιας παλιάς ιστορίας, με ανθρώπους που, όπως έλεγε ο Τζόρτζ Όργουελ, νομίζουν ότι είναι «πιο ίσοι από τους άλλους». Μια ιστορία γεμάτη πόνο αλλά και αγώνα. Μια μαρτυρία, που έχει το σημαντικό στοιχείο ότι είναι μια βιωμένη πραγματικότητα η οποία όμως δεν παρουσιάζεται ως άθλος αλλά ως μια υπενθύμιση στην κοινωνία αυτής της χώρας, ότι 44 χρόνια είναι πολύ λίγα για να ξεχάσουμε.
Αθηνά Παππά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου