Ο Χρήστος Ζώτος, με καταγωγή από την Φιλιππιάδα Πρέβεζας γεννήθηκε τό 1937 στην Καντήλα Ξηρομέρου. Είναι γόνος μιας μακραίωνης παράδοσης μουσικών τόσο άπ' την πλευρά του πατέρα του όσο και από εκείνη της μητέρας του. Ό πατέρας του, Σπύρος Ζώτος, ήταν έξοχος λαουτιέρης και πολύ καλός τραγουδιστής, με πολύ πλούσιο ρεπερτόριο. Είχε δραστηριοποιηθεί στις περιοχές Πρέβεζας, Άρτας και Αιτωλοακαρνανίας (γεννήθηκε και μεγάλωσε και ανδρώθηκε μουσικά στη Φιλιππιάδα Πρέβεζας και παντρεύτηκε στήν Καντήλα Ξηρομέρου).
Ο Χρήστος Ζώτος ξεκίνησε άπό πολύ μικρή ήλικία, παρά τις άντιρρήσεις του πατέρα του πού οφείλονταν στή χαμηλή κοινωνική θέση των μουσικών τήν εποχή εκείνη, νά μαθαίνει λαούτο και βιολί. Συγκεκριμένα ξεκίνησε τό λαούτο σε ήλικία επτά χρονών περίπου, κρυφά άπό τον πατέρα του, δείχνοντας άπό τήν άρχή εξαιρετική έπίδοση.
Παρακολουθώντας τούς μουσικούς, με τούς όποιους συνεργαζόταν ό πατέρας του και ρουφώντας σάν σφουγγάρι, έξελίσσεται γρήγορα σε δεξιοτέχνη και ήδη άπό 13 χρονών άντικαθιστά, σάν ύπεύθυνος λαουτιέρης, τον πατέρα του στά γλέντια της περιοχής Ξηρομέρου Πρέβεζας, Άρτας, Λευκάδας και Αγρινίου.
Δεκαέξι χρονών πηγαίνει στήν Άρτα, όπου συναντάει και μαθητεύει γιά 2 χρόνια στο μεγάλο δάσκαλο του λαούτου Γεράσιμο Λάλο. Έκει ό Ζώτος βάζει τά θεμέλια καί τις βάσεις πού διαμόρφωσαν τό ιδιαίτερο, όσο και δύσκολο τεχνικά, ύφος του πού δεν περιορίζεται στή χρήση του λαούτου ώς συνοδευτικού οργάνου άλλά άναπτύσσει και σπουδαίο σολιστικό ρόλο, με ιδιαίτερες και λεπτές έκφραστικές άποχρώσεις. Αργότερα, ή θητεία του αύτή στον σολίστα λαουτιέρη Γεράσιμο Λάλο, μαζί με μιά έντελώς προσωπική τεχνική πού ανακάλυψε ό Χρήστος Ζώτος, μέ την όποια συνδυάζει τό οριζόντιο μέ τό κάθετο παίξιμο, θα τόν καθιερώσει ώς τον τελευταίο μεγάλο λαουτιέρη, εκφραστή μιας πολύ παλιάς σχολής πού χρησιμοποιεί τα νυκτά άχλαδόσχημα έγχορδα (λαούτα, ταμπουράδες κτλ.) ώς σολιστικά όργανα, ανταγωνιστές πολλές φορές του κλαρίνου και τού βιολιού. Τήν ίδια περίοδο πού μαθητεύει στον Λάλο, γύρω στο 1953, δουλεύει και στα Γιάννενα μέ τούς Χαλιγιανναίους, τόν Γρ. Καψάλη, τόν Ν. Ράρρα, τόν Γιώργο Μπραχόπουλο κ.ά., άποκτώντας και τό άνάλογο τοπικό ρεπερτόριο και μπαίνοντας στά «πιασίματα» και τις τεχνικές τόσο τού «βυζαντινότροπου» Ζαγορίου όσο και τού πενταφθόγγου ιδιώματος τής Ηπείρου.
Καθοριστική για τό Χρήστο Ζώτο συνεργασία στή δεκαετία τού '50 ήταν, όπως θεωρεί ό ίδιος, αύτή μέ τό Βασίλη Σαλέα, πού τόν βοήθησε, όπως λέει, νά άποκτήσει βαθειά γνώση τού «τραβηχτού» αλά Τούρκα παιξίματος, προσαρμόζοντας τεχνικές τού κλαρίνου στο λαούτο, διαδικασία πού άλλωστε είχε ξεκινήσει όταν ό Χρήστος Ζώτος δούλεψε στήν Πρέβεζα και τό Ξηρόμερο μέ τόν Βασίλη Μπεσίρη ή Τουρκοβασίλη.
Στις άρχές τής δεκαετίας τού '60 ό Χρήστος Ζώτος δραστηριοποιείται στή Βόρειο Ελλάδα, έχοντας ώς βάση τή Λάρισα, και δουλεύει μέ τούς κλαρινίστες Μανώλη Παπαγεωργίου, Βάϊο Μάλλιάρα, τόν περίφημο Γιάντζο κ.ά. Τό όνομά του γίνεται ξακουστό και περιζήτητο στούς κύκλους τών μουσικών. Στο σμυρνέϊκο και πιο άλά Τούρκα ύφος συνεργάζεται μέ μεγάλα βιολιά, όπως ό Γιάννης Όγδοντάκης, ό Τάκης Τζέμος και ο Φώτης Ντίνου και οι 2 άπ' τήν Πρέβεζα, ό Γιώργος Κόρος, ό Στάθης Κουκουλάρης κ.ά.
Εκτός άπό τούς σπουδαίους μουσικούς, όλη αύτή τήν περίοδο 1953-1966, συνεργάζεται μέ όλους τούς καλούς τραγουδιστές: Γιώργο Παπασιδέρη, Γιάννη Μαϊκαντή, Μήτσο Αραπάκη, Κώστα Ζωγράφο, Γιώργο Μεϊντανά, Δημήτρη Ζάχο, Τάκη Καρναβά, Αργυρούλα Γόντυκα, Τασία Βέρρα, πού είναι μερικοί μόνο άπό τους τραγουδιστές με τους όποιους ό Χρήστος Ζώτος συνεργάστηκε, ήχογράφησε μαζί τους και βοήθησε στην επιτυχία τους.
Άπό τό 1966 έως τό 1982 ό Χρήστος Ζώτος μεταναστεύει στον Καναδά. Ή περίοδος αύτή, κατά την όποία είναι άπραγος καλλιτεχνικά κατ' ούσίαν, άποτελει μιά άνω τελεία τής πρώτης καλλιτεχνικής του περιόδου, πού προετοιμάζει όμως τή δεύτερη μεγάλη άνθισή του. Μένοντας μακριά άπ' τις έξελίξεις ό Ζώτος, στην ούσία, διαφύλαξε συνειδητά ή άσυνείδητα τό παλιό ύφος και ήθος του παιξίματος, πού κατά τή δεκαετία του '70 άρχισε νά χάνεται.
Μέ τήν επάνοδο του στήν Ελλάδα τό 1982, ό Χρήστος Ζώτος άναγκάζεται νά ξαναθυμηθεί τήν τεχνική του άπ' τήν άρχή, μιας και είχε άφήσει γιά 14 χρόνια τό όργανο. Ή δεύτερη αύτή καριέρα του Ζώτου, πού άξιοσημείωτο είναι ότι ξεκίνησε μέ τή βοήθεια του Π. Καβακόπουλου και του Γ. Παπαδάκη, αποδίδει σπουδαίους καρπούς σέ μιά περίοδο ώριμότητας και δημιουργικότητας γιά τον ίδιο, τούς οποίους καρπούς άπολαμβάνει ό εύρύτερος μουσικός χώρος.Ό Ζώτος ηχογραφεί άκατάπαυστα και παίζει όχι μόνο στο χοροστάσι και στο γλέντι αλλά και σέ συναυλίες σέ μικρούς ή μεγάλους χώρους, όπως και σέ μεγάλες διεθνείς συναντήσεις. Κορυφαία στιγμή άποτελει ή συνεργασία του με τόν διάσημο Ιρακινό μουσικό Μουνίρ Μπασίρ, ή όποία λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές. Παντού ό Χρήστος Ζώτος, άπό τό πανηγύρι μέχρι τό Μέγαρο Μουσικής και άπό τή συναυλία μέχρι τό μικρότερο μπαράκι, έρμηνεύει και δημιουργεί, προσφέροντας και διδάσκοντας ήθος, μέτρο και βίωμα.
Αύτη τή δεύτερη περίοδο ό Χρήστος Ζώτος μας άφήνει δισκογραφικά ολοκληρωμένα μνημεία της τέχνης του, έρμηνεύοντας τό πιο βαρύ και δύσκολο ρεπερτόριο (όπως ό Αλάμπεης, ή Φράσια, ή Παπαδιά κ.ά.) ενώ επεκτείνει τις συνεργασίες του και σέ άλλες περιοχές της Ελλάδας ή άλλα είδη και ιδιώματα, παίζοντας και ήχογραφώντας μέ μουσικούς και τραγουδιστές, όπως ό R. Daly, ό Χρόνης Άηδονίδης και ή Δόμνα Σαμίου.
Επίσης συνεργάζεται στη δισκογραφία και στίς συναυλίες μέ σημαντικούς μουσικούς της νέας γενιάς όπως: ό Μάνος Άχαλινωτόπούλος, ό Νίκος Οίκονομίδης, ό Σωκράτης Σινόπουλος, ό Αλέξανδρος Αρκαδόπουλος κ.ά., ένώ την ίδια περίοδο τονίζει και διευρύνει την ώριμη πιά μουσική του σκέψη στό χώρο του αύτοσχεδιασμου και τής προσωπικής δημιουργίας.
Παράλληλα μέ όλη αύτη την πλούσια καλλιτεχνική δράση, ό Χρήστος Ζώτος μετά τό 1985 γίνεται ό μεγάλος και άοκνος δάσκαλος, όχι μόνο γιά τό λαούτο αλλά γιά όλη τή βιωμένη γνώση πού κουβαλάει. Διδάσκει σε λαουτιέρηδες, τραγουδιστές, κλαρινίστες, βιολιστές: τρόπο, παίξιμο, τραγούδια, τεχνική, τόσο σέ ιδιωτικά μαθήματα στη Αθήνα και την πατρίδα του την Φιλιππιάδα Πρέβεζας όσο και στό Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου, του όποιου ύπήρξε διδάσκων τήν περίοδο 2000-2010.Όλη αύτή ή δράση άνθίζει και άναπτύσσεται άπό έναν μεγάλο καλλιτέχνη άλλά και έναν γενναιόδωρο και σπουδαίο άνθρωπο. Ό Ζώτος είναι τό δυναμικό μείγμα του καλού οικογενειάρχη και τής έκρηκτικής, όσο και θυμόσοφης ψυχής. Είναι «σχολή» άπό μόνος του, όχι μόνο γιά τό παίξιμο, τήν έρμηνεία ή τή δημιουργία αλλά και γιά τον τρόπο πού σχολιάζει, πού σκέπτεται ή πού κάνει χιούμορ. Είναι μιά διαρκής νεότητα πού τή χαρακτηρίζει τό πάθος γιά τή ζωή και τήν Τέχνη.
Δείτε τα βίντεο
Ο Χρήστος Ζώτος, με καταγωγή από την Φιλιππιάδα Πρέβεζας γεννήθηκε τό 1937 στην Καντήλα Ξηρομέρου. Είναι γόνος μιας μακραίωνης παράδοσης μουσικών τόσο άπ' την πλευρά του πατέρα του όσο και από εκείνη της μητέρας του. Ό πατέρας του, Σπύρος Ζώτος, ήταν έξοχος λαουτιέρης και πολύ καλός τραγουδιστής, με πολύ πλούσιο ρεπερτόριο. Είχε δραστηριοποιηθεί στις περιοχές Πρέβεζας, Άρτας και Αιτωλοακαρνανίας (γεννήθηκε και μεγάλωσε και ανδρώθηκε μουσικά στη Φιλιππιάδα Πρέβεζας και παντρεύτηκε στήν Καντήλα Ξηρομέρου).
Ο Χρήστος Ζώτος ξεκίνησε άπό πολύ μικρή ήλικία, παρά τις άντιρρήσεις του πατέρα του πού οφείλονταν στή χαμηλή κοινωνική θέση των μουσικών τήν εποχή εκείνη, νά μαθαίνει λαούτο και βιολί. Συγκεκριμένα ξεκίνησε τό λαούτο σε ήλικία επτά χρονών περίπου, κρυφά άπό τον πατέρα του, δείχνοντας άπό τήν άρχή εξαιρετική έπίδοση.
Παρακολουθώντας τούς μουσικούς, με τούς όποιους συνεργαζόταν ό πατέρας του και ρουφώντας σάν σφουγγάρι, έξελίσσεται γρήγορα σε δεξιοτέχνη και ήδη άπό 13 χρονών άντικαθιστά, σάν ύπεύθυνος λαουτιέρης, τον πατέρα του στά γλέντια της περιοχής Ξηρομέρου Πρέβεζας, Άρτας, Λευκάδας και Αγρινίου.
Δεκαέξι χρονών πηγαίνει στήν Άρτα, όπου συναντάει και μαθητεύει γιά 2 χρόνια στο μεγάλο δάσκαλο του λαούτου Γεράσιμο Λάλο. Έκει ό Ζώτος βάζει τά θεμέλια καί τις βάσεις πού διαμόρφωσαν τό ιδιαίτερο, όσο και δύσκολο τεχνικά, ύφος του πού δεν περιορίζεται στή χρήση του λαούτου ώς συνοδευτικού οργάνου άλλά άναπτύσσει και σπουδαίο σολιστικό ρόλο, με ιδιαίτερες και λεπτές έκφραστικές άποχρώσεις. Αργότερα, ή θητεία του αύτή στον σολίστα λαουτιέρη Γεράσιμο Λάλο, μαζί με μιά έντελώς προσωπική τεχνική πού ανακάλυψε ό Χρήστος Ζώτος, μέ την όποια συνδυάζει τό οριζόντιο μέ τό κάθετο παίξιμο, θα τόν καθιερώσει ώς τον τελευταίο μεγάλο λαουτιέρη, εκφραστή μιας πολύ παλιάς σχολής πού χρησιμοποιεί τα νυκτά άχλαδόσχημα έγχορδα (λαούτα, ταμπουράδες κτλ.) ώς σολιστικά όργανα, ανταγωνιστές πολλές φορές του κλαρίνου και τού βιολιού. Τήν ίδια περίοδο πού μαθητεύει στον Λάλο, γύρω στο 1953, δουλεύει και στα Γιάννενα μέ τούς Χαλιγιανναίους, τόν Γρ. Καψάλη, τόν Ν. Ράρρα, τόν Γιώργο Μπραχόπουλο κ.ά., άποκτώντας και τό άνάλογο τοπικό ρεπερτόριο και μπαίνοντας στά «πιασίματα» και τις τεχνικές τόσο τού «βυζαντινότροπου» Ζαγορίου όσο και τού πενταφθόγγου ιδιώματος τής Ηπείρου.
Καθοριστική για τό Χρήστο Ζώτο συνεργασία στή δεκαετία τού '50 ήταν, όπως θεωρεί ό ίδιος, αύτή μέ τό Βασίλη Σαλέα, πού τόν βοήθησε, όπως λέει, νά άποκτήσει βαθειά γνώση τού «τραβηχτού» αλά Τούρκα παιξίματος, προσαρμόζοντας τεχνικές τού κλαρίνου στο λαούτο, διαδικασία πού άλλωστε είχε ξεκινήσει όταν ό Χρήστος Ζώτος δούλεψε στήν Πρέβεζα και τό Ξηρόμερο μέ τόν Βασίλη Μπεσίρη ή Τουρκοβασίλη.
Στις άρχές τής δεκαετίας τού '60 ό Χρήστος Ζώτος δραστηριοποιείται στή Βόρειο Ελλάδα, έχοντας ώς βάση τή Λάρισα, και δουλεύει μέ τούς κλαρινίστες Μανώλη Παπαγεωργίου, Βάϊο Μάλλιάρα, τόν περίφημο Γιάντζο κ.ά. Τό όνομά του γίνεται ξακουστό και περιζήτητο στούς κύκλους τών μουσικών. Στο σμυρνέϊκο και πιο άλά Τούρκα ύφος συνεργάζεται μέ μεγάλα βιολιά, όπως ό Γιάννης Όγδοντάκης, ό Τάκης Τζέμος και ο Φώτης Ντίνου και οι 2 άπ' τήν Πρέβεζα, ό Γιώργος Κόρος, ό Στάθης Κουκουλάρης κ.ά.
Εκτός άπό τούς σπουδαίους μουσικούς, όλη αύτή τήν περίοδο 1953-1966, συνεργάζεται μέ όλους τούς καλούς τραγουδιστές: Γιώργο Παπασιδέρη, Γιάννη Μαϊκαντή, Μήτσο Αραπάκη, Κώστα Ζωγράφο, Γιώργο Μεϊντανά, Δημήτρη Ζάχο, Τάκη Καρναβά, Αργυρούλα Γόντυκα, Τασία Βέρρα, πού είναι μερικοί μόνο άπό τους τραγουδιστές με τους όποιους ό Χρήστος Ζώτος συνεργάστηκε, ήχογράφησε μαζί τους και βοήθησε στην επιτυχία τους.
Άπό τό 1966 έως τό 1982 ό Χρήστος Ζώτος μεταναστεύει στον Καναδά. Ή περίοδος αύτή, κατά την όποία είναι άπραγος καλλιτεχνικά κατ' ούσίαν, άποτελει μιά άνω τελεία τής πρώτης καλλιτεχνικής του περιόδου, πού προετοιμάζει όμως τή δεύτερη μεγάλη άνθισή του. Μένοντας μακριά άπ' τις έξελίξεις ό Ζώτος, στην ούσία, διαφύλαξε συνειδητά ή άσυνείδητα τό παλιό ύφος και ήθος του παιξίματος, πού κατά τή δεκαετία του '70 άρχισε νά χάνεται.
Μέ τήν επάνοδο του στήν Ελλάδα τό 1982, ό Χρήστος Ζώτος άναγκάζεται νά ξαναθυμηθεί τήν τεχνική του άπ' τήν άρχή, μιας και είχε άφήσει γιά 14 χρόνια τό όργανο. Ή δεύτερη αύτή καριέρα του Ζώτου, πού άξιοσημείωτο είναι ότι ξεκίνησε μέ τή βοήθεια του Π. Καβακόπουλου και του Γ. Παπαδάκη, αποδίδει σπουδαίους καρπούς σέ μιά περίοδο ώριμότητας και δημιουργικότητας γιά τον ίδιο, τούς οποίους καρπούς άπολαμβάνει ό εύρύτερος μουσικός χώρος.
Ό Ζώτος ηχογραφεί άκατάπαυστα και παίζει όχι μόνο στο χοροστάσι και στο γλέντι αλλά και σέ συναυλίες σέ μικρούς ή μεγάλους χώρους, όπως και σέ μεγάλες διεθνείς συναντήσεις. Κορυφαία στιγμή άποτελει ή συνεργασία του με τόν διάσημο Ιρακινό μουσικό Μουνίρ Μπασίρ, ή όποία λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές. Παντού ό Χρήστος Ζώτος, άπό τό πανηγύρι μέχρι τό Μέγαρο Μουσικής και άπό τή συναυλία μέχρι τό μικρότερο μπαράκι, έρμηνεύει και δημιουργεί, προσφέροντας και διδάσκοντας ήθος, μέτρο και βίωμα.
Αύτη τή δεύτερη περίοδο ό Χρήστος Ζώτος μας άφήνει δισκογραφικά ολοκληρωμένα μνημεία της τέχνης του, έρμηνεύοντας τό πιο βαρύ και δύσκολο ρεπερτόριο (όπως ό Αλάμπεης, ή Φράσια, ή Παπαδιά κ.ά.) ενώ επεκτείνει τις συνεργασίες του και σέ άλλες περιοχές της Ελλάδας ή άλλα είδη και ιδιώματα, παίζοντας και ήχογραφώντας μέ μουσικούς και τραγουδιστές, όπως ό R. Daly, ό Χρόνης Άηδονίδης και ή Δόμνα Σαμίου.
Επίσης συνεργάζεται στη δισκογραφία και στίς συναυλίες μέ σημαντικούς μουσικούς της νέας γενιάς όπως: ό Μάνος Άχαλινωτόπούλος, ό Νίκος Οίκονομίδης, ό Σωκράτης Σινόπουλος, ό Αλέξανδρος Αρκαδόπουλος κ.ά., ένώ την ίδια περίοδο τονίζει και διευρύνει την ώριμη πιά μουσική του σκέψη στό χώρο του αύτοσχεδιασμου και τής προσωπικής δημιουργίας.
Παράλληλα μέ όλη αύτη την πλούσια καλλιτεχνική δράση, ό Χρήστος Ζώτος μετά τό 1985 γίνεται ό μεγάλος και άοκνος δάσκαλος, όχι μόνο γιά τό λαούτο αλλά γιά όλη τή βιωμένη γνώση πού κουβαλάει. Διδάσκει σε λαουτιέρηδες, τραγουδιστές, κλαρινίστες, βιολιστές: τρόπο, παίξιμο, τραγούδια, τεχνική, τόσο σέ ιδιωτικά μαθήματα στη Αθήνα και την πατρίδα του την Φιλιππιάδα Πρέβεζας όσο και στό Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου, του όποιου ύπήρξε διδάσκων τήν περίοδο 2000-2010.
Όλη αύτή ή δράση άνθίζει και άναπτύσσεται άπό έναν μεγάλο καλλιτέχνη άλλά και έναν γενναιόδωρο και σπουδαίο άνθρωπο. Ό Ζώτος είναι τό δυναμικό μείγμα του καλού οικογενειάρχη και τής έκρηκτικής, όσο και θυμόσοφης ψυχής. Είναι «σχολή» άπό μόνος του, όχι μόνο γιά τό παίξιμο, τήν έρμηνεία ή τή δημιουργία αλλά και γιά τον τρόπο πού σχολιάζει, πού σκέπτεται ή πού κάνει χιούμορ. Είναι μιά διαρκής νεότητα πού τή χαρακτηρίζει τό πάθος γιά τή ζωή και τήν Τέχνη.
Δείτε τα βίντεο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου