Γράφει ο Χρήστος Τούμπουρος
«Για
ένα πουκάμισο αδειανό, για μια Ελένη»
Γιώργος Σεφέρης
Η γραβάτα ή λαιμοδέτης
ή καπίστρι κατά την Τζουμερκιώτικη
λαλιά, «είναι ένα μακρύ ύφασμα το οποίο
φοριέται γύρω από τον λαιμό, κάτω από
το κολάρο του πουκάμισου και δένεται
μπροστά από το λάρυγγα, με τις άκρες του
να κρέμονται μπροστά από το πουκάμισο
καλύπτοντας τα κουμπιά του. Θεωρείται
επίσημο ένδυμα και αξεσουάρ του άνδρα
σε ανάλογους εργασιακούς κυρίως χώρους».
Η λέξη γραβάτα προέρχεται από την γαλλική
cravate, που είναι παραφθορά του croate
(«Κροάτης»), από τους Κροάτες μισθοφόρους
στην υπηρεσία του γαλλικού στρατού, οι
οποίοι συνήθιζαν, ήδη από τον 17ο αιώνα,
να φορούν ένα χρωματιστό κομμάτι
υφάσματος δεμένο στο λαιμό τους, πρόγονο
της σημερινής γραβάτας. Γνωστό ακόμα
είναι πως σε πολλές χώρες υπάρχουν και
λειτουργούν πολλοί δημόσιοι χώροι
(καζίνο, εστιατόρια πολυτελείας κλπ)
όπου απαγορεύεται η είσοδος χωρίς
γραβάτα (ή παπιγιόν).
Επιπλέον πρέπει
να γνωρίζουμε πως εναντίον της γραβάτας
ως εναλλακτικό πρότυπο προβλήθηκε το
ζιβάγκο. Ειδικότερα εδώ στη χώρα μας
παλιότερα το ζιβάγκο θεωρήθηκε και
τρόπος επίδειξης της προοδευτικότητας
κάθε ανθρώπου «πολιτικά ενεργούμενου»
–όχι φυσικά πολιτικού όντος, αλλά
ασχολούμενου με την πολιτική. Γιατί με
την πολιτική όποιος πει πως δεν ασχολείται,
πολιτική κάνει. Χειμώνα, καλοκαίρι,
κρύο, ζέστη, καύσωνας, δεν έχει σημασία
το ζιβάγκο «πρώτη θέση». Ζιβάγκο και
ζεμπεκιά. Και η ζεμπεκιά δεν παρήλθε,
το ζιβάγκο όμως παραμερίστηκε τρόπον
τινά και μόνο μερικοί μακρολαίμηδες το
φορούν. Η γραβάτα ζει και βασιλεύει.
Άλλοι τη φορούν μανιωδώς κι άλλοι την
«αποφεύγουν». Δεν θέλω να πιστεύω πως
είναι τρόπος ζωής, ιδεολογία η χρήση ή
μη της γραβάτας, αλλά είναι αλήθεια ότι
πολλοί δεν την αποφεύγουν απλά, αλλά
την απεχθάνονται.
Κι έτσι δεν ορκίζονται
στα κοινά και τετριμμένα «θα σκίσω τη
γάτα», «θα πηδηχτώ από το παράθυρο»
κλπ., αλλά «θα φορέσω τη γραβάτα». Και
αυτό σε ένδειξη ενός μεγάλου κατορθώματος,
μιας σπουδαίας πολιτικής επιτυχίας
κ.ο.κ. Και ειδικά στη χώρα μας όπου
«Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα./Τόσα
κορμιά ριγμένα/στα σαγόνια της θάλασσας
στα σαγόνια της γης» Γιώργος Σεφέρης,
μια τέτοια απόφαση, όταν υλοποιείται
είναι «μεγάλη υπόθεση». Όρκος σε μια
γραβάτα, «σ’ ένα πουκάμισο αδειανό»,
σε μια παράσταση, ενώπιον πολλών
χειροκροτητών ή μη, σε μια ατμόσφαιρα
γεμάτη ευωχία από την αυτοϊκανοποίηση
της «επιτυχίας» και από τον πλανταγμό
και την κουφαμάρα με τη μεταφορική
βέβαια έννοια του γνωρίσματος του
«κουφού».
Και, άντε και τη φορέσαμε
τη γραβάτα ως λαιμοδέτη. Και έλαβε τέλος
η παράσταση. Γιατί παραστάσεις «στήνονται»
ανέκαθεν στο Ζάππειο. Τι απόμεινε;
Συντρίμμια, αποκαΐδια, «στάχτη και
μπούρμπερη», μαδημένα όνειρα, μνημόνια
και οργή! Και τα μνημόνια δεν μνημονεύουν
απλά, αλλά κουτσουρεύουν ακόμα και τη
συνταξούλα της γιαγιάς, το φάρμακο, την
περίθαλψη και την έννοια της φράσης
«περήφανα γηρατειά». Η γραβάτα λοιπόν
φορέθηκε και η παράσταση έλαβε τέλος.
Ο ρόλος της βιτρίνας! Και βέβαια φορώντας
τη γραβάτα οι ευχαριστίες «αναπέμθησαν»
παντού, εις το εσωτερικό λόγω της
«κατοχυρωμένης πλέον εθνικής ή και
εδαφικής μας ακεραιότητας» και εις το
εξωτερικόν λόγω της «αναγνωρισμένης
πλέον εθνικής μας ανεξαρτησίας».
Ποτέ
κανείς δεν φαντάστηκε τη δύναμη της
γραβάτας! Γόρδιος δεσμός σε μια χώρα
που δεν μπορεί ούτε έναν απλό νόμο να
ψηφίσει χωρίς την έγκριση των συμμάχων,
θεσμών ή της παρέας που κατοικοεδρεύει
στο ΧΙΛΤΟΝ.
«Ο άνθρωπος είναι απ'
όλα τα ζώα το εφευρετικότερο και το
ικανότερο να ψευτίζει και τα πράγματα
γύρω του και τον ίδιο τον εαυτό του».
Ευάγγελος Παπανούτσος. Αλλά το ψέμα
είναι σαν το πήδημα της γάτας. «Της γάτας
τα πηδήματα μέχρι τα κεραμίδια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου