Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Το Τσάμικο αυτοεγκλωβίζει την αλβανική κυβέρνηση!





Tελικά έπρεπε να διακόψει την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αλβανία ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς, όπως είχε πράξει προ ετών ο τότε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, εξαιτίας της σκηνοθετημένης διαμαρτυρίας οργάνωσης των Τσάμηδων;

Ακόμη περισσότερο που ο πρωθυπουργός Ράμα είχε παρευρεθεί σε εκδήλωσή τους και είχε υποστηρίξει τις θέσεις των Τσάμηδων δύο μόλις ημέρες πριν από την επίσκεψη του έλληνα υπουργού; 
Είμαι της άποψης ότι ορθώς ενήργησε ο κ. Κοτζιάς να μη διακόψει την επίσκεψη, αποδεικνύοντας ότι δεν φοβάται την πρόκληση, και κυρίως να δηλώσει ενώπιον της αλβανικής πολιτικής ηγεσίας και του αλβανικού λαού ότι για την Ελλάδα θέμα Τσάμηδων δεν υφίσταται. Άλλωστε, οι σχέσεις μεταξύ κρατών περιλαμβάνουν και συγκρούσεις. 
Ποιοι όμως είναι αυτοί οι Τσάμηδες; Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για έναν αλβανόφωνο ή -για το ακριβέστερο- αρβανιτόφωνο πληθυσμό που ζούσε μέχρι τα τέλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στη Θεσπρωτία, κυρίως στην πόλη της Παραμυθιάς και τη γύρω περιοχή. Το πιθανότερο είναι ότι επρόκειτο για οικογένειες εξισλαμισθέντων, γεγονός που ενισχύεται και από το γεγονός ότι πολλοί είχαν συγγενικές σχέσεις με χριστιανικές οικογένειες και πολλά κοινά ήθη και έθιμα. Σε κάθε περίπτωση, επρόκειτο για υπολείμματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν η διακίνηση φυλών και πληθυσμών ήταν ελεύθερη σε όλη τη βαλκανική χερσόνησο. 
Με την απελευθέρωση της Ηπείρου (1912-1913) από τον οθωμανικό ζυγό παρέμειναν στη Θεσπρωτία ως έλληνες υπήκοοι και όχι ως αναγνωρισμένη μειονότητα... Η συμβίωση με το ελληνικό χριστιανικό στοιχείο ήταν ειρηνική. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923), που τερμάτισε τους ελληνοτουρκικούς πολέμους, οι Τσάμηδες συμπεριλήφθηκαν στους αναγκαστικά ανταλλάξιμους πληθυσμούς ως τουρκικός πληθυσμός. Η ανταλλαγή δεν έγινε αυτομάτως. Στο μεταξύ, στην Ιταλία είχε, από το 1922, εγκαθιδρυθεί το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, που έχοντας βλέψεις να προσαρτήσει την Αλβανία, όπως και έπραξε αργότερα, παρέσχε διπλωματική στήριξη στην Αλβανία, η οποία ζήτησε να εξαιρεθούν της αναγκαστικής ανταλλαγής οι Τσάμηδες επειδή επρόκειτο, όπως υποστήριζε, περί Αλβανών και όχι Τούρκων. 
Το θέμα απασχόλησε την τότε ΚτΕ (Κοινωνία των Εθνών), που απέστειλε ειδική επιτροπή να εξετάσει το θέμα. Η επιτροπή με έκθεσή της ανέφερε ότι οι Τσάμηδες δεν είχαν καμιά εθνική συνείδηση. Απλά αυτοπροσδιορίζονταν ως μουσουλμάνοι. Το θέμα ελύθη επί καθεστώτος Πάγκαλου, ο οποίος, ύστερα από ένα ταξίδι στη Ρώμη του Μουσολίνι, αποδέχθηκε την εξαίρεσή της και οι Τσάμηδες παρέμειναν στη Θεσπρωτία. Λίγα χρόνια πριν από την κήρυξη του πολέμου της φασιστικής Ιταλίας κατά της Ελλάδος, ο Μουσολίνι φρόντισε να μυήσει και να δημιουργήσει μυστικές συνωμοτικές οργανώσεις Τσάμηδων, υποσχόμενος την αυτονόμηση της Θεσπρωτίας και την προσάρτησή της στην Αλβανία. 



Με την ιταλική εισβολή, οι Τσάμηδες συντάχθηκαν με τον εχθρό και το ίδιο έπραξαν στη συνέχεια, όταν οι Γερμανοί διαδέχθηκαν τους ιταλούς εισβολείς. Τα χρόνια αυτά διαπράχθηκαν από τους Τσάμηδες εκατοντάδες εγκλήματα σε βάρος των ελλήνων συμπολιτών τους, ενώ στην πόλη της Παραμυθιάς αντικατέστησαν τις νόμιμες δημοτικές αρχές με δική τους διοίκηση. Με την υποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, οι Τσάμηδες επιδόθηκαν σε φρικαλεότητες εναντίον του ελληνικού στοιχείου, με αποκορύφωμα την εκτέλεση (29-9-1943) 49 προκρίτων της Παραμυθιάς. Ο Ναπολέων Ζέρβας, αρχηγός του ΕΔΕΣ, προελαύνοντας και καταδιώκοντας τους υποχωρούντες Γερμανούς, συνέλαβε αρκετούς από τους συνεργάτες των Ιταλών και Γερμανών που είχαν διαπράξει εγκλήματα σε βάρος των Ελλήνων, τους οποίους, έπειτα από σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις, εκτέλεσε. 
Άκρως αποκαλυπτικό για τα γεγονότα της περιόδου αυτής είναι το βιβλίο του συγγραφέα και αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων Βασίλη Κραψίτη με τίτλο «Η ιστορική αλήθεια για τους αλβανοτσάμηδες της Θεσπρωτίας». Προ των μεγάλων ευθυνών που έφεραν για τη συμπεριφορά τους κατά τη διάρκεια της ιταλογερμανικής Κατοχής, οι ταγοί των Τσάμηδων προκάλεσαν την ομαδική, οικειοθελή εγκατάλειψη των προγονικών εστιών τους με κατεύθυνση την Αλβανία. Στρατοπέδευσαν προσωρινά εκείθεν του ποταμού Καλαμά και ζήτησαν την παρέμβαση της ΚτΕ για να επιστρέψουν στις εστίες τους. Μια διεθνής επιτροπή, που επελήφθη του θέματος, κατέληξε ότι δεν μπορούσε να εγγυηθεί την ασφαλή επιστροφή τους, επειδή κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν είχαν διαπραχθεί πολλά εγκλήματα και είχαν δημιουργηθεί καταστάσεις που καθιστούσαν τη συμβίωση με το ελληνικό χριστιανικό στοιχείο άκρως επισφαλή. 
Μετά τη σαφή, ρητή τοποθέτηση της ερευνητικής επιτροπής της ΚτΕ, που ενοχοποιούσε τους Τσάμηδες, ανεχώρησαν οικειοθελώς προς την Αλβανία. Και εκεί, όμως, δεν έτυχαν καλύτερης υποδοχής. Το καθεστώς Χότζα, που στο μεταξύ είχε εγκαθιδρυθεί, τιμώρησε αυστηρά τους συνεργάτες των Ιταλών και των Γερμανών και κατένειμε τους Τσάμηδες σε διάφορα σημεία της Αλβανίας, κυρίως στα κεντρικά και νότια της χώρας. Ο Χότζα δεν έθιξε ποτέ, ούτε ήγειρε σε διμερές ή διεθνές επίπεδο θέμα Τσάμηδων. Μετακομμουνιστικώς, θέμα Τσάμηδων τέθηκε για πρώτη φορά κατά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στα Τίρανα (1991) ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, για την οποία ο γράφων έχει προσωπική εμπειρία. Κατά γενική εκτίμηση, δεν ήταν σχεδιασμένη. Ήταν μια αυθόρμητη αντίδραση από τον αλβανό ΥΠΕΞ Μαλίλε σε μαξιμαλιστικές αξιώσεις της ελληνικής αντιπροσωπείας, που ζήτησε να απογραφεί ο Ελληνισμός στην Αλβανία και πέραν της αναγνωρισμένης μειονοτικής περιοχής.



Αντιδρώντας, ο αλβανός αξιωματούχος έθεσε θέμα εκδίωξης των Τσάμηδων από τη Θεσπρωτία όπως και ύπαρξης αλβανικής μειονότητας στην Ελλάδα! Με κομψότερο τρόπο, αλλά εκτός των επίσημων συνομιλιών, το θέμα επανήλθε έναν χρόνο μετά την ελληνοαλβανική υπουργική συνάντηση της Κέρκυρας, που προκάλεσε την άμεση αντίδραση του τότε έλληνα ΥΠΕΞ κ. Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος χαρακτήρισε το θέμα ανύπαρκτο. Από την πρώτη στιγμή κατέστη φανερό ότι οι αλβανικές κυβερνήσεις και οι πολιτικές δυνάμεις θα αυτοεγκλωβίζονταν και θα συντηρούσαν το θέμα των Τσάμηδων ως αντιστάθμισμα στο νόμιμο ελληνικό ενδιαφέρον για τον σεβασμό των δικαιωμάτων της αναγνωρισμένης, βάσει διεθνών κειμένων, ελληνικής μειονότητας στη Β. Ήπειρο.
Συχνά στην Αλβανία χρησιμοποιείται ο όρος «εκδίωξη» των Τσάμηδων. Βάσει ποιων στοιχείων; Η προδοτική στάση τους έναντι της Ελλάδος, της οποίας ήταν πολίτες, όπως και η σύμπραξη με τον εχθρό αποσιωπούνται. Στις ΗΠΑ, ακόμη και σήμερα, απελαύνεται ή εκδίδεται ο αμερικανός πολίτης, αν θεμελιώνονται κατηγορίες ότι συνέπραξε με τους Ναζί και συμμετείχε στην εξολόθρευση των Εβραίων. Κατανοητό ότι ο αλβανικός λαός, μετά την αποσκίρτηση του Κοσόβου από τη Σερβία και την αυτοδιακήρυξη της ανεξαρτησίας, διακατέχεται από εθνικιστικές εξάρσεις. Ο μεγαλοϊδεατισμός, όμως, βλάπτει.
Η ελληνική διπλωματία οφείλει, εφόσον τα Τίρανα εξακολουθήσουν να υποθάλπουν και να υποστηρίζουν τις οργανώσεις των Τσάμηδων ή εγείρουν θέμα επιστροφής, αναγνώρισης γενοκτονίας και άλλες απαιτήσεις, να επανεξετάσει και να αλλάξει άμεσα η ελληνική στάση σε ό,τι αφορά: α) Το θέμα του Κοσόβου, την αναγνώριση του οποίου εισηγούνται ορισμένοι κύκλοι. β) Τη στάση μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έναντι της ευρωπαϊκής προοπτικής της Αλβανίας. Για το σύνολο, δε, των διμερών σχέσεων να εφαρμόζεται αυστηρά η αρχή του DO UT DES.

Δεν υπάρχουν σχόλια: