Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Aμμουδιά (Σπλάντζα) Πρέβεζας, στο Ιόνιο, δίπλα στο Αχέροντα και το Νεκρομαντείο, στις πύλες του Άδη. Απολαύστε τα video.





Απολαύστε τα video.
























Η Αμμουδιά είναι ένα χωριό του νομού Πρέβεζας.
Το χωριό της Αμμουδιάς βρίσκεται στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού, γνωστού από τη μεταφορά των νεκρών στο βασίλειο του Άδη. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Φαναρίου του Νομού Πρεβέζης και βρέχεται από τα νερά του Ιονίου Πελάγους. Αρχικά αναγνωρίστηκε ως κοινότητα του Ελληνικού κράτους με το όνομα Σπλάντζα(1919). Μετονομάστηκε Αμμουδιά(1928), αρχικά υπαγόμενη στο Νομό Θεσπρωτίας. Από το 1946 ανήκει πλέον στο Νομό Πρεβέζης. Ο πρώτος κάτοικος εγκαταστάθηκε στην Αμμουδιά περίπου κατά το 1450 κοντά στο λόφο Γορτσούλα, ενώ το χωριό κατοικήθηκε ουσιαστικά κατά το 1700.

Ετυμολογία 
Το όνομα Σπλάντζα προέρχεται από την ιταλική λέξη Spiaggia που σημαίνει παραλία, αμμουδιά
Το όνομα Αμμουδιά προέρχεται από τη μεγάλη αμμώδη παραλία που απλώνεται στον όρμο του χωριού.













Μυθολογική παράδοση
Μυθολογία Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, η περιοχή ανήκε στην εξουσία των υποχθόνιων θεοτήτων, κατοικούμενη από τους Κιμμέριους, οι οποίοι θεωρούνταν προσωποποιήσεις των ψυχών. Το χωριό αναδύθηκε από τα σπλάχνα της Αχερουσίας λίμνης, η οποία αποτελούσε την είσοδο της κοινωνίας των ψυχών. Επομένως δίκαιος μπορεί να θεωρηθεί ο χαρακτηρισμός της Αμμουδιάς ως χωριό του «Κάτω Κόσμου». Αξιοσημείωτος είναι ο θρύλος της ύπαρξης δύο στοιχειών του Μπούμπη στο έλος της Σπλάντζας και του Μπούντη στο έλος της Μπούντας, τα οποία θεωρούνταν νυχτερινοί φύλακες των πυλών του Άδη και στενοί συνεργάτες του Κέρβερου.

Η Αμμουδιά κατά την αρχαιότητα 
Στο βορειοδυτικό σημείο της περιφέρειας της Αμμουδιάς, κατά την αρχαιότητα βρισκόταν η αρχαία πόλη Ελέα τμήμα της οποίας καταστράφηκε. Τα ερείπια που σώζονται θεωρείται ότι αποτελούσαν το φρούριο άμυνας ή την ακρόπολη ενώ στα δίχτυα ψαράδων βρέθηκαν πήλινα αγγεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη της πόλης. Στο ακρωτήρι Χειμέριο, το βόρειο άκρο του όρμου της Αμμουδιάς υπήρχε το φανάρι (φάρος), το οποίο για αιώνες καθοδηγούσε τους επισκέπτες στο Νεκρομαντείο, που βρίσκεται στο χωριό Μεσοπόταμος, για επικοινωνία με τις ψυχές των αγαπημένων τους προσώπων. Από το φανάρι προήλθε το όνομα του Δήμου Φαναρίου. Στην απέναντι όχθη του Αχέροντα υπάρχουν τα ερείπια του τελωνείου που αποδεικνύουν ότι η Αμμουδιά ήταν λιμάνι μεγάλης εμπορικής δραστηριότητας.

Ονόματα που πέρασαν από την Αμμουδιά 
Το βασίλειο του Πλούτωνα και της Περσεφόνης επισκέφθηκαν ηχηρά ονόματα του αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Η αναλυτική περιγραφή του Ομήρου στην κ' ραψωδία, φανερώνει ότι ο ίδιος είχε επισκεφθεί την περιοχή και μέσα από τη φαντασία του, ο Οδυσσέας έφτασε στην κοινότητα των ψυχών για να επικοινωνήσει με την ψυχή του μάντη Τειρεσία έτσι ώστε να ενημερωθεί για το γυρισμό του στην Ιθάκη.
Ο Ηρόδοτος περιγράφει την επίσκεψη των απεσταλμένων του Περίανδρου στο Νεκρομαντείο για να ρωτήσουν την ψυχή της γυναίκας του Μέλισσας για τον κρυμμένο θησαυρό. Επίσης ο Ορφέας κατέβηκε στον Άδη για να ζητήσει πίσω με όπλο τη μουσική του, την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Επίσης ο Θησέας με τον φίλο του Πειρίθου κατέβηκαν με σκοπό να αρπάξουν την Περσεφόνη θέλοντας να παντρευτούν κόρες θεών.
Ο Ηρακλής ενσάρκωσε τον 12ο άθλο του, που αφορούσε τον Κέρβερο στις πύλες του Άδη. Πλήθος άλλων θεών ημίθεων και ηρώων κατέφθαναν κατά διαστήματα στο Νεκρομαντείο.

Ιστορική παράδοση
Επανάσταση του 1821
Κατά την Τουρκοκρατία, η Αμμουδιά έγινε μάρτυρας της ηρωικής θυσίας του Μανιάτη ήρωα Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου έστειλε τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη με 500 συμπατριώτες του προς ενίσχυση των Σουλιωτών. Ο Μαυρομιχάλης αποβιβάστηκε στην Αμμουδιά και επέλεξε τη Μονή της Αγίας Ελένης ως βάση των εξορμήσεών του. Μέσω προδοσίας οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν τις προετοιμασίες της πρώτης εξόρμησης και το πρωί της 16ης Ιουλίου1822 περίπου 4000 Τουρκαλβανοί με επικεφαλής το Μουσταφά Μπέη επιτέθηκαν κατά των Ελλήνων σηματοδοτώντας την έναρξη της «μάχης της Σπλάντζας». Η Ελληνική δύναμη τοποθετημένη κοντά στο τελωνείο απέκρουε αποτελεσματικά τα αντίπαλα στρατεύματα μέχρι την απώλεια των επικεφαλής των δύο δυνάμεων. Ο ηρωικός θάνατος του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη σήμανε το τέλος της μάχης και την οπισθοχώρηση των Ελληνικών στρατευμάτων. Στη Μονή της Αγίας Ελένης έγινε η ταφή του Μαυρομιχάλη και αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στην πατρίδα του.

Γερμανική Κατοχή
Η Αμμουδιά πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε την 12η Αυγούστου του 1943 από τους Γερμανούς κατ΄υπόδειξη των ντόπιων συνεργατών τους Αλβανοτσάμηδων της Θεσπρωτίας, με αποτέλεσμα να αναγκαστούν οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν το χωριό και να μεταβούν στην Πάργα. Το 1948, το χωριό ανοικοδομήθηκε από την υπηρεσία στεγάσεως πυροπαθών.

Κατακτητές Εξαιτίας της θέσης της η Αμμουδιά περιήλθε στην κυριότητα:

  • Τούρκων
  • Αλβανών
  • Ιταλών
  • Βενετών και
  • Αράβων
Η Αμμουδιά σήμερα.
 Η Αμμουδιά αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο κυρίως λόγω της μεγάλης παράδοσης και της σημαντικής περιβαλλοντικής της αξίας. Τόσο οι πληροφορίες που προέρχονται από τα μνημεία, όσο και τα σπάνια είδη της χλωρίδας και πανίδας που υπάρχουν στην περιοχή, αποτελούν σημαντική πηγή γνώσης και έρευνας.


Θερινό Πανεπιστήμιο 

Το χωριό της Αμμουδιάς φιλοξενεί το θερινό πρόγραμμα του Κέντρου Διδασκαλίας Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, το οποίο θεσμοθετήθηκε το 1996. Βασικός στόχος του προγράμματος είναι η διδασκαλία των ελληνικών ως δεύτερη ξένη γλώσσα και η προώθηση τόσο του ελληνικού πολιτισμού, όσο και της τοπικής παράδοσης, σε αλλοδαπούς φοιτητές απ'όλο τον κόσμο.















Οικονομία της περιοχής 

Οι κάτοικοι της Αμμουδιάς απασχολούνται κατά βάση με τον τουρισμό και την αλιεία ενώ κάποιοι επιδίδονται σε γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες.
Στον τομέα της αλιείας, με σκοπό να προωθηθεί η αναπαραγωγή των ψαριών αλλά και να αποφευχθούν οι καταστροφικές για το θαλάσσιο περιβάλλον συνέπειες της ανεξέλεγκτης αλιείας από μηχανότρατες, έγινε πόντιση τεχνητών υφάλων. Με τους ύφαλους αυτούς δημιουργούνται στην παράκτια ζώνη αποικίες ψαριών και διατηρείται η βασιζόμενη στην αλιεία οικονομία.

Οικολογία 
Η ευρύτερη περιοχή της Αμμουδιάς και γενικότερα το Δέλτα του Αχέροντα, ανήκει στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000 (με κωδικό GR2140001), συνολικής έκτασης 4935 εκταρίων. Οι εκβολές του Αχέροντα αποτελούν σημείο αναφοράς των υγρότοπων της Δυτικής Ελλάδας καθώς στις όχθες του συναντώνται πλήθος σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας τα οποία προστατεύονται από διεθνείς συμβάσεις.
Στο Δέλτα του Αχέροντα, υπάρχουν συνολικά 19 τύποι οικότοπων και 449 είδη χλωρίδας ενώ στις πλέον αξιόλογες υγροτοπικές περιοχές εντάσσεται και το έλος της Αμμουδιάς. Το 10% της πεδιάδας του Αχέροντα καταλαμβάνουν αβαθείς κόλποι και κολπίσκοι, ένας οικότοπος που συναντάται σε αβαθή θαλάσσια οικοσυστήματα ενώ στις εκτάσεις του Δέλτα με αλατούχα νερά βρίσκεται ο οικότοπος «Αλοφυτική βλάστηση και είδη λασπωδών και αμμωδών ζωνών».Επίσης η περιοχή της Αμμουδιάς χαρακτηρίζεται από υφάλμυρα έλη ενώ ο οικότοπος με τη μεγαλύτερη προτεραιότητα αναφέρεται ως «Λόχμες των παραλιών με αρκεύθους».



Η Μάχη της Σπλάντζας

Πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, στο πλαίσιο της Επανάστασης του 1821. Έλαβε χώρα στη Σπλάντζα ή Σπιάτζα Φαναρίου (σημερινή Αμμουδιά Πρεβέζης) στις 4 Ιουλίου 1822 και έληξε χωρίς νικητή επί του πεδίου της μάχης.


Προ της Μάχης

Στα μέσα Ιουνίου του 1822 ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης και ο Ιωάννης Ραζηκότσικας, με δύναμη 500 ανδρών από τη Μάνη και το Μεσολόγγι, αποβιβάστηκαν στις ηπειρωτικές ακτές, με εντολή του Προέδρου του Εκτελεστικού (πρωθυπουργού) Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Αποστολή τους ήταν να ενισχύσουν τους στενά πολιορκούμενους στην Κιάφα Σουλιώτες. Τους μετέφεραν από το Μεσολόγγι υδραίικα πλοία, με επικεφαλής τον Νικόλαο Βώκο.

Η ολιγάριθμη ελληνική δύναμη κατέλαβε πρώτα το λιμάνι του Μούρτου (σημερινά Σύβοτα Θεσπρωτίας), όπου έκαψε τα σπίτια και συνέλαβε αιχμαλώτους 150 Τούρκους κατοίκους της περιοχής, τους οποίους έστειλε με πλοία στην Πελοπόννησο. Η αποβατική ενέργεια προκάλεσε την αντίδραση των Άγγλων, που κατείχαν τότε τα Επτάνησα και διαφέντευαν το Ιόνιο Πέλαγος. Αγγλικό πλοίο που έφθασε στον Μούρτο απαίτησε από τον Μαυρομιχάλη να εγκαταλείψει αμέσως την περιοχή. Ο μανιάτης οπλαρχηγός, επειδή φοβήθηκε πολεμική ενέργεια από μέρους των Άγγλων, αναχώρησε νοτιότερα και κατέλαβε τη Σπλάντζα, η οποία απείχε επτά ώρες από την Κιάφα και βρισκόταν στις εκβολές του ποταμού Αχέροντα.

Την άφιξη του ελληνικού αποσπάσματος πληροφορήθηκαν οι πολιορκούμενοι Σουλιώτες κι έστειλαν στη Σπλάντζα τον Λάμπρο Ζάρμπα με 60 άνδρες για να ζητήσουν πολεμοφόδια και τρόφιμα. Μετά από λίγες ημέρες κατέφθασαν στο ελληνικό στρατόπεδο ο Ζώης Πάνου και ο Βασίλειος Ζέρβας, με άλλους 100 άνδρες. Την άφιξη Μαυρομιχάλη στη Σπλάντζα δεν ήταν δυνατό να μην την πληροφορηθούν και οι Οθωμανοί πασάδες. Ανησύχησαν σφόδρα από την πιθανότητα οι Έλληνες επαναστάτες να αποκτήσουν προγεφύρωμα στη Σπλάντζα κι έτσι να δυσκολέψουν τον αγώνα τους εναντίον των Σουλιωτών. Έκριναν, λοιπόν, ότι θα έπρεπε να αναληφθεί στρατιωτική δράση και αποφάσισαν να αποσταλεί δύναμη εκ τριών χιλιάδων Τουρκαλβανών και Τσάμηδων, με επικεφαλής τον Μουσταφάμπεη, παλιό Κεχαγιάμπεη της Πελοποννήσου, ο οποίος είχε αιχμαλωτισθεί κατά τη διάρκεια της απελευθέρωσης της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) και στη συνέχεια είχε αφεθεί ελεύθερος.

Στις 2 Ιουλίου 1822, ο Μουσταφάμπεης διαμοίρασε το στρατό του σε μικρές διάσπαρτες ομάδες, οι οποίες μέσα από διάφορα μονοπάτια θα έφθαναν στον καθορισμένο τόπο συνάντησης την επομένη ημέρα. Πράγματι, στις 3 Ιουλίου ο στρατός του Μουσταφάμπεη συγκεντρώθηκε σε μια τοποθεσία που απείχε μία ώρα από τη Σπλάντζα. Οι επιτιθέμενοι είχαν το πλεονέκτημα ότι μπορούσαν να φθάσουν απαρατήρητοι στο ελληνικό στρατόπεδο μέσα από τις καλαμιές και τους θάμνους και να επωφεληθούν από το ελώδες του εδάφους. Και αυτή τη δυνατότητα σκόπευαν να εκμεταλλευτούν.
Όμως, για κακή τους τύχη, ένας τσοπάνης είδε τις κινήσεις τους και ειδοποίησε τους Έλληνες αρχηγούς. Στο στρατόπεδο της Σπλάντζας σήμανε συναγερμός. Οι Έλληνες ήταν απροετοίμαστοι για μάχη, καθώς δεν περίμεναν τόσο ταχεία αντίδραση από τους Οθωμανούς πασάδες. Στη σύσκεψη που ακολούθησε, επικράτησε η άποψη του Μαυρομιχάλη και των Σουλιωτών να παραμείνουν και να πολεμήσουν, ενώ δεν πέρασε η πρόταση κάποιων αξιωματικών να αποφύγουν τη σύγκρουση, επιβιβαζόμενοι στα πλοία.
Αμέσως κατασκευάστηκε ένας πρόχειρος λίθινος τοίχος κατά μήκος της ακτής, όπου ταμπουρώθηκαν οι Σουλιώτες του Πάνου, ενώ ο Ζάρμπας με 50 άνδρες οχυρώθηκε σ' ένα πύργο στις εκβολές του ποταμού για να επιτηρεί την τυχόν εμφάνιση ιππικού. Ο Μαυρομιχάλης με τους Μανιάτες του κατέλαβε το δεξιό άκρο μέχρι της βραχώδους ακτής της Σπλάντζας.

Η Μάχη
Μία ώρα πριν από την ανατολή του ηλίου άρχισε η τουρκική επίθεση, σύμφωνα με το σχέδιο του Μουσταφάμπεη, που πίστευε ότι οι Έλληνες θα είναι ανοργάνωτοι και η αναμέτρηση θα ήταν ένας περίπατος για τους άνδρες του. Έπεσε έξω στους υπολογισμούς του, μόλις διαπίστωσε τα πρόχειρα οχυρωματικά έργα και την ετοιμότητα των ανδρών του Πάνου. Τότε διέταξε τους στρατιώτες του να αρχίσουν να πυροβολούν. Και πάλι για κακή του τύχη, τα όπλα των ανδρών του δεν εκπυρσοκρότησαν κατά το ένα τρίτο, επειδή η πυρίτιδα είχε διαβρωθεί από την υγρασία.
Οι Έλληνες απάντησαν στους πυροβολισμούς με επιτυχία, έχοντας τους Τουρκαλβανούς ακάλυπτους. Οι Μανιάτες βρίσκονταν σε ικανή απόσταση και δεν ενεπλάκησαν στα πρώτα στάδια της μάχης. Όμως, ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης δεν μπορούσε να παραμείνει αδρανής. Σπεύδοντας να βοηθήσει τους Σουλιώτες του Πάνου βρέθηκε ξαφνικά  μπροστά στον Μουσταφάμπεη, που προσπαθούσε να εμψυχώσει τους άνδρες του. Οι δύο άνδρες, παλιοί γνώριμοι από την πολιορκία της Τριπολιτσάς, αιφνιδιάστηκαν από την απρόσμενη συνάντηση. Γρήγορα ανέκτησαν την αυτοκυριαρχία τους και άρχισαν τις μεταξύ τους λεκτικές προσκλήσεις.
Η μάχη όλο και δυνάμωνε. Και τότε συνέβη το μοιραίο. Μια σφαίρα από  εχθρικό όπλο βρήκε στη μασχάλη τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και τον τραυμάτισε σοβαρά. Λίγο προτού αφήσει την τελευταία του πνοή, διέταξε τον ιπποκόμο του να πάρει την αιματοβαμμένη ζώνη του και να την παραδώσει στην οικογένειά του στη Μάνη. Οι Έλληνες, απορροφημένοι από το θλιβερό γεγονός της απώλειας του αρχηγού τους, θα διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο, εάν ένα δικό τους βόλι δεν έριχνε άπνου τον Μουσταφάμπεη.
Οι Τούρκοι οπισθοχώρησαν, το ίδιο έπραξαν και οι Έλληνες. Η τρίωρη μάχη είχε λήξει χωρίς νικητή. Οι απώλειες για μεν τους Τούρκους ήταν 43 νεκροί και πέντε αιχμάλωτοι και για τους Έλληνες μόλις τρεις νεκροί. Οι Μανιάτες, αφού σκότωσαν τους πέντε αιχμαλώτους για να εκδικηθούν την απώλεια του Μαυρομιχάλη, επιβιβάσθηκαν στα πλοία τους και αναχώρησαν για το Μεσολόγγι με τον νεκρό αρχηγού τους.
Την ίδια ημέρα (4 Ιουλίου 1822) οι ελληνικές δυνάμεις υπέστησαν δεινή ήττα σε μια άλλη πιο σημαντική μάχη στο Πέτα της Άρτας. Έτσι, σε συνδυασμό με τη μάχη της Σπλάντζας, η ελληνική εκστρατεία στην Ήπειρο σημείωσε παταγώδη αποτυχία. Οι Σουλιώτες μετ' ολίγον συνθηκολόγησαν με τους Οθωμανούς κι εγκατέλειψαν το Σούλι για τα Επτάνησα. Έτσι, έμεινε ανοιχτός ο δρόμος για την κάθοδο των Οθωμανών προς την Πελοπόννησο, εξέλιξη που θα έθετε σε κίνδυνο την Ελληνική Επανάσταση.


  
Νεκρομαντείο του Αχέροντα


Νεκρομαντείο Αχέροντα
Το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα βρίσκεται στο χωριό Μεσοπόταμος, του Νομού Πρεβέζης, στο σημείο όπου έσμιγε ο ποταμός Αχέρων με τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας Λίμνης, η οποία αποτελούσε την είσοδο του κόσμου των ψυχών. Είναι χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, στον οποίο κατέληγαν οι επισκέπτες από το Ακρωτήρι Χειμέριο του χωριού Αμμουδιά, για να επικοινωνήσουν με τις ψυχές των αγαπημένων τους προσώπων. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια περιγράφει αναλυτικά την περιοχή κατά την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη.












Μέθοδος μαντείας Καταλυτικός για τη μαντεία ήταν ο ρόλος των ιερέων, οι οποίοι επεδίωκαν συζητήσεις με τους επισκέπτες για να γνωρίσουν τις προθέσεις τους και να δώσουν τις ανάλογες απαντήσεις, καθώς και η ιεροτελεστία που ακολουθούνταν. Υπέβαλαν τους επισκέπτες σε ψυχολογικές και σωματικές δοκιμασίες είτε με τη δαιδαλώδη, επιβλητική κατασκευή του μαντείου και τις σκοτεινές γεμάτες υγρασία αίθουσες είτε με δίαιτα και με τη βοήθεια κυάμων που μασούσαν ώστε να θολώνουν το μυαλό τους και να εξάπτουν τη φαντασία τους.

Για να λάβει ο επισκέπτης απάντηση από την ψυχή έπρεπε να τελέσει προσφορές και να τη βγάλει από τη λήθη δίνοντάς της να πιει αίμα. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Ομήρου σύμφωνα με την οποία η μάνα του Οδυσσέα δεν τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ήπιε από το αίμα της προσφοράς.

Οι ψυχές θεωρούνταν άυλες σαν σκιές. Τα "είδωλα" των ψυχών τα ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς από την υπόγεια αίθουσα. Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο.



Σχεδιάγραμμα του Νεκρομαντείου και διαδικασία μύησης

  
Κάτοψη του Νεκρομαντείου του Αχέροντα

Η διαδικασία μύησης:

Μόλις ο επισκέπτης διέσχιζε την είσοδο του νεκρομαντείου βρισκόταν στην υπαίθρια αυλή (1). Οι ιερείς τον υποδέχονταν και τον οδηγούσαν στα δωμάτια υποδοχής (2) που βρισκόταν δίπλα. Εκεί υπήρχαν και άλλα δωμάτια τα οποία ήταν βοηθητικοί χώροι ή χώροι προσωπικού (2).

Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι ιερείς του νεκρομαντείου ήταν να πάρουν πληροφορίες για το λόγο της επίσκεψης, την οικονομική και την κοινωνική κατάσταση του επισκέπτη και στη συνέχεια τον οδηγούσαν στο νότιο τμήμα της αυλής όπου βρισκόταν τα δωμάτια παραμονής και προδιαίτησης (3). Εκεί παρέμειναν οι επισκέπτες για να προετοιμαστούν για τη δοκιμασία που θα ακολουθούσαν.

Μετά την προετοιμασία τους, ο ιερέας τούς οδηγούσε μέσα από τις δύο πύλες (4) & (5) στα υπνοδωμάτια (6). Εδώ οι επισκέπτες υποβάλλονταν σε ειδική δίαιτα με κουκιά, χοιρινό λίπος και όστρακα, ουσίες που προκαλούσαν αναστάτωση στον οργανισμό τους. Όταν έκρινε ο ιερέας ότι κάποιος ήταν έτοιμος, τον οδηγούσε στον ανατολικό διάδρομο μέσα από την τρίτη πύλη (8). Πριν από αυτό όμως επισκεπτόταν το λουτρό (7) όπου έριχνε μια πέτρα δεξιά του για να εξορκίσει το κακό και έπλενε τα χέρια του στο λουτήρα (ένα πιθάρι με νερό).

Μετά το πλύσιμο των χεριών ο επισκέπτης οδηγούνταν στο τελευταίο βόρειο δωμάτιο παραμονής (9) για άγνωστο χρονικό διάστημα όπου η δίαιτα ήταν αυστηρότερη και με τις συνεχείς προσευχές αλλά και τις διηγήσεις του ιερέα μέσα στο σκοτάδι, οι αισθήσεις άρχισαν να υπολειτουργούν οδηγώντας τον σε μια κατάσταση παραισθήσεων.

Τελικά με οδηγό τον ιερέα, ο επισκέπτης έβγαινε στον ανατολικό διάδρομο (10) όπου θυσίαζε ένα ζώο (συνήθως πρόβατο) και κατευθύνονταν στην πύλη (11) του νότιου διαδρόμου.

Ο νότιος διάδρομος (12) ήταν δαιδαλώδης σαν λαβύρινθος με τρεις τοξωτές πύλες που είχαν σιδερένιες πόρτες με καρφιά ώστε να ενισχύει την αίσθηση του κάτω κόσμου. Εδώ πρόσφεραν στους θεούς άλευρα (άλφιτα) μέσα σε πήλινες λεκάνες που τις έσπαζαν επιτόπου.
Η τελευταία πύλη ήταν η είσοδος του ιερού (13) επίσης σιδερόφρακτη και οδηγούσε στην κεντρική αίθουσα του ιερού (14), μιά αίθουσα μεγέθους 15 Χ 4,25 μ. δεξιά και αριστερά της οποίας υπήρχαν από τρία δωμάτια τα οποία ήταν αποθηκευτικοί χώροι (15) για δημητριακά και προσφορές των επισκεπτών.
Εδώ στην κεντρική αίθουσα (14) γινόταν οι «χοές» δηλ. προσφορές σε υγρή μορφή, όπως γάλα, μέλι, κρασί και αίμα θυσιασμένων ζώων, που χύνονταν στο πλακόστρωτο δάπεδο για να εξευμενίσουν τους θεούς του κάτω κόσμου. Μετά από αυτό, σ' αυτό το χώρο εμφανιζόταν και οι «σκιές» των νεκρών και μιλούσαν στον επισκέπτη.
Στο τέλος ο επισκέπτης οδηγούνταν στην έξοδο (16) του ανατολικού διαδρόμου για να μη συναντηθεί με τους άλλους που ακόμα προετοιμαζόταν. Δεν έπρεπε να πει σε κανέναν τι είδε και τι έζησε γιατί θεωρούνταν βλασφημία.


  Μονή Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου


Ανασκαφές και ευρήματα

Τα αρχαιότερα ευρήματα του Νεκρομαντείου, ανάγονται στη μυκηναϊκή εποχή (14ος -13ος αι.π.Χ.) κατά την οποία χρονολογούνται και τρεις παιδικοί τάφοι με ελάχιστα ευρήματα. Όστρακα αγγείων και πήλινα είδωλα που βρέθηκαν δυτικά του λόφου ανάγονται στα μέσα του 7ου αι.π.Χ. ενώ τα λείψανα του Νεκρομαντείου που σώζονται τοποθετούνται στην ελληνιστική περίοδο. Το κύριο τμήμα του ιερού χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους (τέλη 4ου -αρχές 3ου αι.π.Χ.)

Το 167 π.Χ. πυρπολήθηκε από τους Ρωμαίους και έπαυσε η λειτουργία του για να κατοικηθεί ξανά τον 1ο αι.π.Χ. Τον 18ο αι.μ.Χ. οικοδομήθηκε στο χώρο η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου η οποία σώζεται μέχρι σήμερα με το αντίστοιχο νεκροταφείο. Στο χώρο βρέθηκαν επίσης εκατοντάδες αγγεία που περιείχαν προσφορές, λυχνάρια και μικρότερα αγγεία διακοσμημένα με το ρυθμό «δυτικής κλιτύος». Στις αποθήκες βρέθηκαν μυλόπετρες, θαλασσινά όστρεα, γεωργικά και οικοδομικά εργαλεία και ειδώλια της Περσεφόνης και του Κέρβερου.

Η Αρχαιολογική Εταιρία διενήργησε ανασκαφές στο χώρο του Νεκρομαντείου τα έτη 1958-1964 και 1976-1977 υπό τον καθηγητή αρχαιολογίας Σωτήριο Δάκαρη ύστερα από παρότρυνση του δάσκαλου Σπύρου Γ. Μουσελίμη.












Αρχιτεκτονική 

Από αρχιτεκτονικής άποψης το Νεκρομαντείο ταυτίζεται με μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο ή μαυσωλείο της Ανατολής του 5ου αι. Αποτελείται από πολυγωνική τοιχοδομία, σιδερόφρακτες πύλες, εσωτερική διαίρεση με διαδρόμους, κατασκευή που εξυπηρετεί τη λατρεία και τις τελετουργίες των υποχθόνιων θεών.

Το κυρίως ιερό χωρίζεται με δύο παράλληλους τοίχους σε μία κεντρική αίθουσα και δύο μικρές πλαϊνές. Κάτω από την κεντρική αίθουσα βρίσκεται μία άλλη υπόγεια αίθουσα λαξευμένη στο βράχο η οροφή της οποίας στηρίζεται σε δεκαπέντε πώρινα(=από πωρόλιθο) τόξα.

Ακουστική του χώρου
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η ακουστική του χώρου της υπόγειας αίθουσας. Επ' αυτού εκπονήθηκε μια μελέτη από τους επιστημονικούς συνεργάτες του Εργαστηρίου Ακουστικής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Καραμπατζάκη και Βασίλη Ζαφρανά,η οποία διήρκεσε 12 έτη και παρουσιάστηκε σε συνέδριο στην Ιταλία. Σύμφωνα με αυτήν,στην υπόγεια αίθουσα βασιλεύει απόλυτη ησυχία και ταυτόχρονα ο χρόνος αντήχησης του χώρου είναι εξαιρετικά χαμηλός. Οι κ.κ. Καραμπατζάκης και Ζοφρανάς χρειάστηκαν αλλεπάλληλες μετρήσεις και διαφορετικά και εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, για να επιβεβαιώσουν αυτό το φαινόμενο. Η παρατήρηση των τόξων, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές του χρόνου αντήχησης και του θορύβου βάθους, οδήγησαν τους δύο ερευνητές στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν συνειδητά κατασκευασμένος, ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη του έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ακουστικές τιμές, πλησιάζουν την ακουστικότητα που υπάρχει στους ανηχοϊκούς θαλάμους (σύγχρονα εργαστήρια ακουστικής).

Θνητοί στον Άδη

Αχέρων. Το μυθικό ποτάμι της Ηπείρου

Ποταμός της λύπης∙ προθάλαμος του Κάτω Κόσμου∙ η τελευταία διαδρομή των ανθρώπινων ψυχών…Ο Αχέροντας κουβαλάει στα νερά του πλήθος μυθολογικών αναφορών. Τραγική περίπτωση η απέλπιδα προσπάθεια του Ορφέα να διεκδικήσει από τους υποχθόνιους θεούς του σκότους την αγαπημένη σύζυγό του Ευρυδίκη και να την οδηγήσει ξανά στη γη του φωτός.

Στις πηγές του Αχέροντα

Στα βουνά του Σουλίου, σε υψόμετρο 1.600 μέτρων, 2 μόλις χλμ. από το χωριό Γλυκή συναντάμε τις πηγές του Αχέροντα. Δημιουργώντας στο πέρασμά του τοπία απέραντης γαλήνης και μοναδικού φυσικού κάλλους, ο μυθικός ποταμός συνεχίζει απτόητος το αέναο ταξίδι του προς τη θάλασσα εκβάλλοντας στο Ιόνιο Πέλαγος, στην περιοχή της Αμμουδιάς.

Με αφετηρία τη Γλυκή, εκεί που τους κανόνες του «πάνω κόσμου» ορίζει η φύση και η ξεγνοιασιά, τα ζωηρά, κρυστάλλινα νερά του – πολύ ορμητικά τον χειμώνα, απόλυτα προσβάσιμα το καλοκαίρι – διασχίζουν φαράγγια∙ σχηματίζουν νερόλακκους και μικρές λίμνες∙ φιλοξενούν ένα πολυσύνθετο οικοσύστημα προστατευμένο, μάλιστα, από το Δίκτυο Natura 2000.

Αιωνόβια πλατάνια τον σκιάζουν. Θεόρατοι κατακόρυφοι βράχοι στέκονται φρουροί στο διάβα του. Χιλιάδες πουλιά δοξάζουν την ομορφιά του ξορκίζοντας έτσι την «μυθική θλίψη» στο όνομα της χαράς της ζωής!

Από δω αρχίζει το ταξίδι…
Τον Αχέροντα δεν αρκεί απλά να τον δεις και να τον ακούσεις. Πρέπει να τον διασχίσεις και μάλιστα με τα πόδια.
Με αφετηρία το Κέντρο Πληροφόρησης της Γλυκής ξεκινήστε μια σύντομη ευκολοδιάβατη διαδρομή με κατεύθυνση τη θέση Σκάλα Τζαβέλαινας. Ακολουθώντας το περίφημο μονοπάτι που χρησιμοποιούσαν και οι Σουλιώτες κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, κατηφορίστε την καταπράσινη πλαγιά μέχρι την όχθη του ποταμού. Σταθείτε για λίγο στην Σπηλιά του Δράκου – σημείο όπου αναβλύζουν γάργαρες πηγές. Βαθύσκιωτα δάση με πλατάνια, αναρριχώμενα φυτά και πυκνές φτέρες κατά μήκος του ποταμού θα σας οδηγήσουν πίσω στη Γλυκή.
Αφού έχετε πάρει μια μικρή μόλις γεύση από την ομορφιά της περιοχής, επιχειρείστε να την ανακαλύψετε σε όλο της το μεγαλείο!
Μια από τις πιο εντυπωσιακές πεζοπορίες ξεκινά από τη θέση Σκάλα Τζαβέλαινας με τελικό προορισμό το Οροπέδιο Σουλίου (χωριό Σαμονίβα).
Στη διαδρομή θα αντικρύσετε το επιβλητικό φαράγγι του Αχέροντα και θα σαγηνευθείτε από τις υπέροχες εναλλαγές του τοπίου. Η εντυπωσιακή τοξωτή γέφυρα Ντάλα στεφανώνει τον ποταμό που κυλάει τα ορμητικά νερά του στα κατάλευκα ασβεστολιθικά πετρώματα της κοίτης. Κατάφυτες ορθοπλαγιές κατεβαίνουν μέχρι την όχθη του ποταμού. Σε κάποιο σημείο, το ποτάμι στενεύει πολύ και τα πανύψηλα βράχια μοιάζουν να απαγορεύουν την πρόσβαση. Παλαιότερα, οι βράχοι ήταν ενωμένοι στην κορυφή, δίνοντας την εντύπωση τρομερής πύλης- της «Πύλης του Άδη».
Τελικός προορισμός το χωριό Σαμονίβα, το πρώτο από τα Σουλιωτοχώρια.
Παράδεισος εναλλακτικού τουρισμού
Ο Αχέροντας ποταμός έχει εξελιχθεί σ’ έναν χώρο αθλημάτων της φύσης, όπως:
• Ιππασία στις Πηγές
• Αλεξίπτωτο πλαγιάς στην Παραμυθιά
• Rafting, kayak και canoe – kayak στα Στενά
• Ποδηλασία κατά μήκος του ποταμού
• Canyoning στα Στενά
• Παρατήρηση της φύσης
• Μίνι κρουαζιέρα με μικροκάικα στις εκβολές του ποταμού, στο καλοκαιρινό θέρετρο της Αμμουδιάς
• Κολύμπι – αν αντέχετε τα παγωμένα νερά του ποταμού
• Καταδύσεις και όλα τα θαλάσσια σπορ στην Αμμουδιά

Κοντινοί προορισμοί που αξίζουν τον κόπο...
• Τα ιστορικά χωριά του Σουλίου
• Η κοσμοπολίτικη και γραφική Πάργα με τα καταπράσινα νησάκια και το ιστορικό της Κάστρο
• Το Νεκρομαντείο του Αχέροντα, στο χωριό Μεσοπόταμος (3 χλμ. από την Αμμουδιά)
• Τα ερείπια και το Μουσείο της Αρχαίας Νικόπολης (8 χλμ. ΒΔ της Πρέβεζας)
• Η Αρχαία Κασσώπη
• Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης
• Η πόλη της Πρέβεζας με τη νησιώτικη όψη και τη βουνίσια καρδιά

Ο δρόμος σας οδηγεί..
Από την Αθήνα, ακολουθώντας την Εθνική Οδό Αθηνών - Πατρών και κατόπιν την Εθνική Οδό Ρίου - Ιωαννίνων.
Από την Βόρεια Ελλάδα μέσω της Εγνατίας Οδού.
Η περιοχή εξυπηρετείται αεροπορικώς από τα αεροδρόμια Ακτίου και Ιωαννίνων.

Ήρθατε όμως για να μείνετε…
Για τη διαμονή σας θα βρείτε πολλά καταλύματα με όλες τις ανέσεις στην Γλυκή, την Παραμυθιά και την Αμμουδιά. Ευρύτερα, προτιμήστε την Πάργα ή τα Σύβοτα, που τους καλοκαιρινούς μήνες σφύζουν από ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: