Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Mην πυροβολείτε το κόστος εργασίας.

Επειτα από τρία χρόνια βαθιάς ύφεσης, η τρόικα άνοιξε και πάλι το θέμα της μείωσης μισθών του ιδιωτικού τομέα ως αναγκαίο για να τονωθεί η χαμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η πρόταση είναι αβάσιμη. Η ανταγωνιστικότητα υπέστη μεν σοβαρή φθορά την τελευταία δεκαετία, όμως ελάχιστη συμμετοχή είχε το κόστος εργασίας. Στους υπολογισμούς που κάνει η ΕΚΤ φαίνεται ότι από το 2000 έως σήμερα η ανταγωνιστικότητα στην Ελλάδα έχει υποχωρήσει μόνο 10% λόγω κόστους εργασίας, δηλαδή λιγότερο από 1% ετησίως! Η Ελλάδα έχει υποστεί λιγότερη χειροτέρευση από την Ιρλανδία και περίπου ίδια με Ισπανία και Ιταλία.



Μάλιστα, μετά την ένταξή της στο ευρώ, η Ελλάδα βελτίωσε τη θέση της στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας και το 2003 ήταν 35η παγκοσμίως. Μετά άρχισε η πτώση, το 2006 βρέθηκε 47η και το 2010 έφτασε στην 83η θέση. Οχι όμως λόγω των εργατικών αμοιβών, αλλά της αλλοπρόσαλλης πολιτικής που επικρατούσε στη φορολογία, τη γραφειοκρατία και την αξιοπιστία γενικότερα, την οποία συχνά διέσυραν όσοι είχαν αναλάβει δήθεν να την υπερασπιστούν.

Η ανταγωνιστικότητα θα μπορούσε να συνεχίσει να βελτιώνεται εάν η Ελλάδα πήγαινε καλύτερα σε θέματα υποδομών, που εγκαταλείφθηκαν, επιχειρηματικού περιβάλλοντος, που υπονομεύθηκε, και εγχώριας τεχνολογίας, που ξεχάστηκε εντελώς τα τελευταία χρόνια.

Μετά την κρίση του 2008, οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα συμπιέστηκαν όχι μόνο μισθολογικά, αλλά και σε παράπλευρα ζητήματα, χωρίς καμία προνομιακή μεταχείριση όπως αυτή που συχνά παρατηρείται στις κρατικές επιχειρήσεις. Δέχθηκαν να δουλεύουν υπερωρίες χωρίς να τις γράφουν, «σπάσανε» το ωράριο απασχόλησης για να μην απολυθούν και υπέκυψαν σε εργοδοτικές υποδείξεις να ακυρώσουν ακόμη και κατοχυρωμένες άδειες αν αυτές είχαν αποδοχές. Απόδειξη ότι κανείς μέχρι τώρα ιδιοκτήτης σοβαρής ιδιωτικής επιχείρησης δεν είχε επικαλεστεί το μισθολογικό κόστος ως πηγή ανησυχίας για το μέλλον της παραγωγής του. Ισως να παρατηρήθηκε μία μεγάλη αύξηση στα μπόνους για υψηλόβαθμα στελέχη του χρηματοπιστωτικού τομέα, αλλά το φαινόμενο άρχισε να αντιστρέφεται τα τελευταία τρία χρόνια.

Το ερώτημα βέβαια είναι πώς θα μπορούσαν τα ελληνικά προϊόντα να γίνουν ανταγωνιστικά εάν δεν μειωθούν οι μισθοί των εργαζομένων; Απλούστατα κοιτώντας και προς την άλλη πλευρά του λόφου, όπου βρίσκονται οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, πολλές από τις οποίες είναι ακριβότερες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μετά την κρίση του 2008, ενώ οι επιχειρήσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες μείωσαν τις τιμές τους για να συγκρατήσουν την πελατεία, στην Ελλάδα οι πιο πολλές τις αύξησαν ακόμα περισσότερο για να συγκρατήσουν τα κέρδη τους.

Το Μνημόνιο θα μπορούσε να είχε αποφύγει τις μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα και να επιτύχει μείωση του κόστους παραγωγής με δύο απλούς τρόπους: Πρώτον, με τη δυνατότητα ανταγωνιστικής τιμολόγησης σε πολλές υπηρεσίες αν τα νομοθετημένα ποσοστά κέρδους από ελάχιστα μετατραπούν και γίνουν μέγιστα. Ετσι, θα ανοίξει και ο πραγματικός ανταγωνισμός τιμών σε φαρμακεία, συμβολαιογράφους, δικηγόρους κλπ.

Δεύτερον, κατευθύνοντας τις κρατικές ενισχύσεις από το ΤΕΜΠΕ, το ΕΣΠΑ και το τραπεζικό σύστημα αποκλειστικά προς τις επιχειρήσεις που μειώνουν τις τιμές και γίνονται ανταγωνιστικές και βιώσιμες. Σε όσες τις αυξάνουν, θα μπορούσε η κυβέρνηση να εξαπολύσει φορολογικούς ελέγχους για να δει αν οφείλονται σε αυξημένο κόστος ή κερδοσκοπία.
Με την πολιτική αυτή, το κοινωνικό σύνολο θα ωφεληθεί και η παραγωγή θα αυξηθεί. Αντίθετα, η περαιτέρω μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα θα επιδεινώσει περαιτέρω την πτώση του εισοδήματος εργαζομένων και συνταξιούχων. Ο αποπληθωρισμός μισθών, που με τόση εμμονή επιδιώκει το Μνημόνιο, όχι μόνο δεν θα βοηθήσει την ανταγωνιστικότητα, αλλά το πιο πιθανό είναι να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη ύφεση και ανεργία.


Κανένας ιδιοκτήτης σοβαρής επιχείρησης δεν έχει επικαλεστεί το εργατικό κόστος ως πηγή ανησυχίας


Toυ Νίκου Χριστοδουλάκη.

Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής Οικονομικών και πρώην υπουργός Εθνικής Οικονομίας.

www.ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: