Μεγάλη επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ βρισκόταν σε εξέλιξη από
χθες το βράδυ για τον εντοπισμό και τη σύλληψη τουλάχιστον 15 ατόμων που
φέρονται να εμπλέκονται στο σκάνδαλο του Ταχυδρομικού
Ταμιευτηρίου.
Στη λίστα των ενταλμάτων σύλληψης βρίσκονται πρόσωπα
των δύο προηγούμενων διοικήσεων του τραπεζικού ιδρύματος, στελέχη, αλλά και
τρανταχτά ονόματα από τον επιχειρηματικό κόσμο. Μέχρι και αργά χθες το βράδυ, οι
αστυνομικοί της υποδιεύθυνσης Οργανωμένου Εγκλήματος είχαν συλλάβει τουλάχιστον
τρία άτομα, τα οποία μάλιστα, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, είναι «ηχηρά»
ονόματα του επιχειρηματικού χώρου. Κάποια μάλιστα έχουν απασχολήσει και στο
παρελθόν τις δικαστικές Αρχές.
Πληροφορίες του «Εθνους» αναφέρουν ότι ανάμεσα
στα εντάλματα βρίσκονται και τα πρόσωπα που αποτελούσαν την ηγεσία του ιδρύματος
κατά τις περιόδους 2006-2009 και 2009-2011, όταν δόθηκαν τα επίμαχα δάνεια.
Επίσης, στο στόχαστρο των διωκτικών Αρχών βρίσκονται στελέχη και αρκετά μέλη των
επιτροπών δανειοδοτήσεων του ΤΤ που φέρονται να συμμετείχαν στις ύποπτες
συναλλαγές.
Στο... μενού των συλλήψεων συμπεριλαμβάνονται και τρεις γυναίκες
οι οποίες φέρονται να έχουν σχέση με την υπόθεση ως μεσαία στελέχη του ΤΤ. Πέραν
των στελεχών του τραπεζικού οργανισμού, διώκονται και ιδιώτες που
δραστηριοποιούνται στον χώρο του τουρισμού αλλά και του κατασκευαστικού κλάδου,
όπως και στενοί συνεργάτες τους, που φαίνεται ότι εισέπραξαν μεγάλα ποσά ως
δάνεια χωρίς τα απαραίτητα εχέγγυα.
Ιδιες πηγές αναφέρουν ότι τα εντάλματα
αναμένεται να ξεπεράσουν τελικά τα 15 και εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσουν τα 20.
Σύμφωνα με δικαστικές πηγές, το πράσινο φως για τις συλλήψεις δόθηκε από την
εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς Ελένη Ράικου, στο πλαίσιο σχετικής έρευνας στη
Δικαιοσύνη, που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Το κουβάρι των αποκαλύψεων είχε αρχίσει
να ξετυλίγεται με τη σύνταξη πορίσματος-φωτιά της Αρχής κατά της Νομιμοποίησης
προϊόντων από εγκληματική δραστηριότητα (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος) που είχε
φέρει στο φως της δημοσιότητας το «Εθνος της Κυριακής» τον Ιούλιο του 2013. Οπως
είχε καταγράψει ο πρόεδρος της Αρχής για την καταπολέμηση του ξεπλύματος
βρώμικου χρήματος, αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου Παναγιώτης Νικολούδης, η «μαύρη
τρύπα» υπολογίζεται σε 500 εκατομμύρια ευρώ! Για τα χρήματα, που εκτιμάται ότι
μεταφέρθηκαν και διακινήθηκαν μέσω του τραπεζικού συστήματος με τρόπο ώστε να
καμουφλαριστεί η εγκληματική τους προέλευση, αλλά και για τη δέσμευσή τους ο
αντεισαγγελέας έχει πραγματοποιήσει πραγματικό... «σαφάρι».
Οπως αναφέρεται
στο πόρισμα, «το εγκληματικό προϊόν απεκρύβη τελικά και δεν είναι δυνατή η
δέσμευσή του, αφού στους λογαριασμούς των προαναφερθέντων φυσικών προσώπων και
αυτούς των εταιρειών συμφερόντων τους δεν υπάρχουν σήμερα παρά ασήμαντα
υπόλοιπα».
Το σχετικό πόρισμα της Αρχής αποτέλεσε τη βάση για την εξέλιξη της
έρευνας και τον εντοπισμό και των υπόλοιπων χαριστικών δανείων που δόθηκαν σε
«φίλους και ημετέρους» από τις διοικήσεις και άλλων τραπεζών.
Επίσημα πάντως,
η ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας δεν επιβεβαίωνε τις συλλήψεις που είχαν ήδη
πραγματοποιηθεί έως τα μεσάνυχτα. Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, αλλά και
της διαδικασίας εκτέλεσης των ενταλμάτων, είχε κηρυχθεί... «σιγή ασυρμάτου» προς
τους δημοσιογράφους, προκειμένου να μη διαρρεύσουν τα στοιχεία των εμπλεκομένων
και δοθεί η δυνατότητα να διαφύγουν.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν
κατέστη δυνατό να εντοπιστούν αρκετοί από τους «πρωταγωνιστές» της λίστας των
εισαγγελέων, καθώς μερικοί βρίσκονται εκτός Ελλάδας, αλλά και κάποιοι άλλοι δεν
βρέθηκαν στις κατοικίες τους
Το πόρισμα - φωτιά της Αρχής κατά του ξεπλύματος
βρώμικου χρήματος, για τα θαλασσοδάνεια του Τ.Τ.
Στοιχεία σοκ που έφερε
στο φως η έρευνα του προέδρου της Αρχής κατά της Νομιμοποίησης Εσόδων από
Εγκληματική Δραστηριότητα («ξέπλυμα») Παναγιώτη Νικολούδη, τα οποία καταγράφηκαν
σε πόρισμά του που αποκάλυψε το «Εθνος της Κυριακής», οδήγησαν την εισαγγελέα
Διαφθοράς στην έκδοση ενταλμάτων σύλληψης για την υπόθεση των επισφαλών
δανειοδοτήσεων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου εκατοντάδων
εκατομμυρίων.
Σύμφωνα με το βαρύ αποδεικτικό υλικό που συγκέντρωσε η Αρχή
ξεπλύματος μαύρου χρήματος προέκυψε μεγάλο πάρτι διαφθοράς στο Ταχυδρομικό
Ταμιευτήριο τα προηγούμενα χρόνια, με δάνεια που δόθηκαν σε «ημετέρους» με
χαριστικούς όρους και επισφαλείς συμβάσεις, αλλά και δάνεια σε άλλες
τράπεζες.
Η «μαύρη τρύπα» υπολογίζεται σε 500 εκατομμύρια ευρώ, για τα
οποία η Αρχή για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος είχε εξαπολύσει... «σαφάρι», όχι
μόνο για να εντοπιστούν χρηματικά ποσά που εκτιμάται ότι μεταφέρθηκαν και
διακινήθηκαν μέσω του τραπεζικού συστήματος με τρόπο ώστε να καμουφλαριστεί η
εγκληματική τους προέλευση, αλλά και για να δεσμευτούν τα χρήματα, καθώς -όπως
αναφερόταν στο πόρισμα- «το εγκληματικό προϊόν απεκρύβη τελικά και δεν είναι
δυνατή η δέσμευσή του, αφού στους λογαριασμούς των προαναφερθέντων φυσικών
προσώπων και αυτούς των εταιρειών συμφερόντων τους δεν υπάρχουν σήμερα παρά
ασήμαντα υπόλοιπα».
Η αρχή του σκανδάλου έγινε με την αποκάλυψη δύο συμβάσεων
ομολογιακών δανείων, τις οποίες το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο σύναψε στις 23
Μαρτίου και στις 12 Αυγούστου 2009, για ποσά 7.000.000 και 10.000.000 ευρώ
αντίστοιχα, με την εταιρεία «C and C International Ανώνυμος Εταιρεία Εμπορική,
Ξενοδοχειακή, Τουριστική και Εταιρεία Συμμετοχών», συμφερόντων των
επιχειρηματιών Κυριάκου Γριβέα και Αναστασίας Βάτσικα.
Παράλληλα, σύμφωνα
με τα στοιχεία του πορίσματος, εκτός από τα δάνεια των 17 εκατομμυρίων ευρώ, τα
οποία «έχουν καταστεί ανεπίδεκτα εισπράξεως», το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο φέρεται
ότι χρηματοδότησε για δεύτερη φορά ακόμη τρεις εταιρείες των ίδιων
επιχειρηματιών με ποσά συνολικού ύψους 2.385.000 ευρώ, ενώ στις 30 Νοεμβρίου του
2011 φέρεται επιπλέον ότι εξαγόρασε ποσοστό της εταιρείας που είχε
χρηματοδοτήσει αρχικά με 17 εκατομμύρια ευρώ, αντί 500.000 ευρώ.
Από τις
υποθέσεις αυτές, το συνολικό ύψος της ζημιάς της τράπεζας ΤΤ υπολογίζεται σε
19.885.000 ευρώ, ωστόσο το σύνολο των χαριστικών δανείων υπολογίζεται σε περίπου
500 εκατομμύρια ευρώ!
Σύμφωνα με το πόρισμα της Αρχής, «υπάρχουν σαφείς
ενδείξεις ενοχής των υπευθύνων (διοικήσεων) της τράπεζας για το έγκλημα της
απιστίας και των ωφεληθέντων από τις πράξεις αυτές επιχειρηματιών, για άμεση
συνέργεια στις πράξεις απιστίας, καθώς και για νομιμοποίηση προϊόντων
προερχόμενο από εγκληματικές πράξεις (ξέπλυμα)».
Η έρευνα της Αρχής έφερε στο
φως πολύτιμα στοιχεία για τον τρόπο χορήγησης των δανείων και τους όρους υπό
τους οποίους δόθηκαν, καθώς σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο πόρισμα «τα δύο
παραπάνω δάνεια χορηγήθηκαν υπό όρους που καταφανώς δεν πληρούσαν τους συνήθεις
όρους τραπεζικού δανεισμού, αφού περιελάμβαναν την εξαρχής εκταμίευση του
συνόλου των μακροπρόθεσμων δανείων, δινόταν πολυετής περίοδος χάριτος ως προς το
κεφάλαιο και ανεπαρκείς εξασφαλίσεις, παρότι χορηγούνταν σε μία νεοσύστατη
εταιρεία παροχής υπηρεσιών. Συνεπώς εξαρχής δεν διασφαλίζονταν τα συμφέροντα της
δανείστριας τράπεζας».
Από τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Αρχή για τη
συγκεκριμένη υπόθεση φέρεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της χορήγησης των δανείων
και συγκεκριμένα ποσό 15 εκατομμυρίων ευρώ, αντί να χρησιμοποιηθεί από την
εταιρεία για τον σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκε (ως κεφάλαιο κίνησης),
αναλήφθηκε ουσιαστικά από τους μετόχους Κυριάκο Γριβέα και Αναστασία Βάτσικα,
αφού αυτοί το εισέπραξαν ως αντίτιμο πώλησης στην εταιρεία τους τριών δικών τους
κυπριακών εταιρειών (!), οι οποίες μάλιστα ήταν ζημιογόνες, καθώς όπως
αναφέρεται χαρακτηριστικά «είχαν αρνητική καθαρή θέση (-99.000 ευρώ).
Ενώ
ενδεικτικό για το πόσο χαριστικά ήταν τα δάνεια είναι ένα σημείο του πορίσματος
στο οποίο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η αγοραπωλησία αυτή έτυχε της
προέγκρισης της τράπεζας, τα στελέχη της οποίας δεν προέβησαν σε καμία ενέργεια
διασφάλισης της απαίτησή της»
Και συνεχίζει παρακάτω η Αρχή: «... Οι
υπεύθυνοι της τράπεζας σαφώς και γνώριζαν ότι με τις παραπάνω εξαγορές και
μεταβιβάσεις μετοχών μειωνόταν σημαντικά η διασφάλιση της τράπεζας, αφού η
οικονομική κατάσταση της εγγυήτριας εταιρείας θα εξαρτάτο πλέον από τους δύο
μετόχους της».
Οι ευθύνες.
Οι ευθύνες για τη διοίκηση
του ΤΤ αναλύονταν και σε άλλο σημείο, όπου κατά πληροφορίες αναφέρεται:
«Αποτέλεσμα των παραπάνω πράξεων και παραλείψεων των υπευθύνων της τράπεζας από
τη μία και των Κυριάκου Γριβέα και Αναστασίας Βάτσικα από την άλλη ήταν να
καταστεί ανεπίδεκτη εισπράξεως η απαίτηση της τράπεζας, με ζημιά της περιουσίας
της, η οποία υπολογίζεται στο 100% της απαίτησης, δηλαδή 17 εκατομμύρια
ευρώ».
Αποκαλυπτικά στοιχεία για τη διαδρομή των 17 εκατομμυρίων ευρώ
αναφέρονταν σύμφωνα με πληροφορίες στο πόρισμα της Αρχής, κατά το οποίο οι
επιχειρηματίες Γριβέας - Βάτσικα φέρονται ότι τοποθέτησαν αρχικά σε τραπεζικό
λογαριασμό της εταιρείας το ποσόν του ομολογιακού δανείου, μετατρέποντας τις
αντίστοιχες τραπεζικές επιταγές σε ποσό κατάθεσης.
Στη συνέχεια φέρονται ότι
«τμήμα του εγκληματικού προϊόντος ανέλαβαν σε μετρητά και άλλα τμήματα
μετέφεραν, είτε με εμβάσματα, είτε με έκδοση νέων επιταγών σε διαφορετικές
τράπεζες (Alpha, Eurobank, Λαϊκή, Πειραιώς). Το συνολικό ποσό δανείου
(17.000.000) το «έσπασαν» με 57 τραπεζικές επιταγές και το διακίνησαν μέσω των
παραπάνω τραπεζών, με τελική κατάληξη τραπεζικούς λογαριασμούς άλλων εταιρειών
συμφερόντων των ιδίων».
Με αυτό τον τρόπο φέρονται ότι κατάφεραν να
αποκρύψουν τα ίχνη των χρημάτων, καθώς αναφέρεται σχετικά:
«Η πολυδιάσπαση
αυτή του εγκληματικού προϊόντος, παρότι απεικονίζεται μέχρι κάποιο σημείο στους
επισυναπτόμενους πίνακες κίνησης τραπεζικών λογαριασμών, δεν επιτρέπει, στο
στάδιο αυτό τουλάχιστον, την ακριβή ιχνηλάτηση των επιμέρους ποσών που
διακινήθηκαν, ενώ είναι εξαιρετικά πιθανό ότι κάποια από αυτά να μεταφέρθηκαν σε
τραπεζικούς λογαριασμούς εταιρειών των ιδίων στην Κύπρο».
Σύμφωνα με τα
ευρήματα της Αρχής, ενδεικτικό του πολύπλοκου και πολυδαίδαλου τρόπου - δρόμου
μεταφοράς - διακίνησης του εγκληματικού προϊόντος, αλλά και του εξαιρετικού
μεθοδευμένου τρόπου αλλαγής δικαιούχων των εταιρειών είναι μία σειρά ενεργειών
με τις οποίες μεθοδεύτηκε και αποφασίστηκε η αγορά του 100% των μετοχών των
εταιρειών Γριβέας - Βάτσικα με έδρα την Κύπρο.
Οπως αναφέρεται
χαρακτηριστικά: «Με την από 15/12/2009 απόφαση της έκτακτης γενικής συνέλευσης
των μετόχων της εταιρείας C&C αποφασίστηκε η αγορά του 100% των μετοχών των
εταιρειών με έδρα την Κύπρο. Οι εταιρείες αυτές κατέχουν από κοινού το 100% των
μετοχών της εταιρείας»...
Ωστόσο εκείνο που έχει αυξημένη σημασία, σύμφωνα με
την έρευνα της Αρχής, είναι «...η καθαρή και αδιαμφισβήτητη διαπίστωση ότι, με
την προαναφερθείσα πολύπλοκη διαδικασία μετατροπής, μεταφοράς και διακίνησης του
εγκληματικού προϊόντος μέσω του τραπεζικού συστήματος και με σκοπό πάντοτε την
απόκρυψη της αληθούς (εγκληματικής) προέλευσής του, το προϊόν αυτό απεκρύβη
τελικά και δεν είναι δυνατή δέσμευσή του, αφού στους λογαριασμούς (σε ελληνικές
τράπεζες) των προαναφερθέντων φυσικών προσώπων και αυτούς των εταιρειών
συμφερόντων τους δεν υπάρχουν σήμερα παρά ασήμαντα υπόλοιπα».
Οπως προκύπτει
από άλλα στοιχεία της έρευνας που διενήργησε η Αρχή, εκτός από τα δάνεια των 17
εκατ. ευρώ, τον Αύγουστο του 2009, η τράπεζα από κοινού με την εταιρεία C&C
των Γριβέα - Βάτσικα ίδρυσαν ακόμη μία εταιρεία, την Postbank Green Institute,
στην οποία το ΤΤ συμμετείχε με ποσοστό 50%.
Το μετοχικό κεφάλαιο ορίστηκε σε
500.000 ευρώ, από τον οποίο η C&C κατέβαλε το ποσοστό της μέσω... δανεισμού
από την τράπεζα!
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «τις χρηματοδοτήσεις της από
την τράπεζα η προαναφερθείσα εταιρεία PBGI εκταμίευσε προς μικρής επιφάνειας
εταιρείες συμφερόντων Κυριάκου Γριβέα και Αναστασίας Βάτσικα, έναντι υπηρεσιών ή
δήθεν υπηρεσιών διαφημιστικής προβολής, χορηγιών, οργάνωσης εκδηλώσεων κ.λπ.,
τις οποίες παρείχαν ή δήθεν παρείχαν προς την PBGI.
Οι εταιρείες αυτές
καρπώθηκαν το ποσό της δεύτερης χρηματοδότησης συνολικού ύψους 2.385.000
ευρώ.
Τέλος και ενώ η PBGI είχε αρνητική θέση, η τράπεζα στις 30/11/2011 με
μια καταφανώς ζημιογόνα ενέργεια εξαγόρασε επιπλέον το ποσοστό της C&C στην
εταιρεία αυτή αντί 500.000 ευρώ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου