Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Kορίτσια στον ήλιο.The next big thing.




Μπορεί η χώρα μας, να κάνει ό,τι μπορεί για να διώξει τους τουρίστες, κάτι φαίνεται όμως να τους μαγνητίζει στην Ελλάδα, καθώς αψηφούν τις απεργίες στους αρχαιολογικούς χώρους, τα διαρκή επεισόδια και τις πορείες στο κέντρο...


Σύμφωνα με τις ιδιαίτερα αισιόδοξες προβλέψεις για τα αναμενόμενα μεγέθη αφίξεων-εσόδων, το 2013 θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί «χρονιά του τουρισμού», παρά το γεγονός ότι η περσινή χρονιά κλείνει με πτώση 3,4%, δηλαδή 500.000 λιγότερες αφίξεις.

Ο τουρισμός ήδη αποτελεί για πολλούς «the next big thing» της οικονομίας. Περίπου 1 εκατ. περισσότεροι τουρίστες προσδοκάται ότι θα επιλέξουν φέτος ως προορισμό τη χώρα μας και, από τις 16 εκατ. διεθνείς αφίξεις οι οποίες «σφράγισαν» τη χρονιά που πέρασε, θα υποδεχτούμε μέχρι το τέλος του 2013 περισσότερους από 17 εκατομμύρια τουρίστες. Τα άμεσα τουριστικά έσοδα υπολογίζεται ότι θα φτάσουν τα 11 δισ. ευρώ και θα εισφέρουν επιπλέον 1,5 μονάδα στο ΑΕΠ της χώρας.

Τα πρώτα μηνύματα που έρχονται από τις «τουριστικές πηγές» είναι, πάντως, θετικά. Μετά τη Ρωσία και την Ουκρανία, που φαίνεται ότι θα αποτελέσουν τις πλέον ανερχόμενες χώρες προέλευσης, κινητικότητα δείχνει να υπάρχει σε tour operators της Βρετανίας. Η Thomas Cook, πιο συγκεκριμένα, έχει ξεκινήσει να «παίζει» την Ελλάδα σχετικά υψηλά, προσφέροντας οργανωμένα πακέτα διακοπών «all inclusive» σε resorts και spa σε Κρήτη, Ίο, Λέσβο, Κω, Κέρκυρα και Ζάκυνθο, προσφέροντας, μάλιστα, επιπλέον έκπτωση 10% στην τελική τιμή.

Η έκπληξη, ωστόσο, ήρθε από την Αυστρία, όπου η αύξηση στις κρατήσεις για την Ελλάδα αγγίζει το 20% σε σχέση με πέρυσι, όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο αυστριακός ταξιδιωτικός οργανισμός TUI.

Πρόκειται, όμως, πράγματι για αντιστροφή του κλίματος ή ο τουρισμός επανήλθε στο προσκήνιο εξαιτίας των ανεκμετάλλευτων μέχρι σήμερα δυνατοτήτων του, αλλά και της επιτακτικής ανάγκης να δοθεί η πολυπόθητη ανάσα ζωής στην ελληνική οικονομία; Το ερώτημα που προκύπτει, αφενός, είναι κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε από πλευράς υποδομών και οργάνωσης σε αυτήν τη διαφαινόμενη ανάδειξη του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και, αφετέρου, εάν η χώρα θα καταφέρει να χαράξει επιτέλους μια σταθερή στρατηγική για τον τουρισμό, πέρα από το κλισέ «ήλιος και θάλασσα».

Ο προβληματισμός είναι αναμενόμενος, καθώς τα τελευταία πέντε χρόνια ο ελληνικός τουρισμός ακολουθεί πτωτική τροχιά. Όπως δηλώνει στο «Κ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Ανδρέας Ανδρεάδης, «ο ελληνικός τουρισμός αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτικός και ήταν μάλλον η μοναδική οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας, η οποία διατήρησε τον αριθμό θέσεων εργασίας, όταν η ανεργία στους άλλους τομείς έχει φτάσει σε πρωτόγνωρα για τη χώρα μας επίπεδα. Σαφής ένδειξη, έως απόδειξη, είναι η αύξηση του πληθυσμού στους τουριστικούς νομούς στη διάρκεια μιας περιόδου όπου οι περισσότεροι νομοί χάνουν πληθυσμό, λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης που προκαλεί η κατά τόπους ανεργία. Αυτές οι επιδόσεις είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας επενδυτικής προσπάθειας».




Από πλευράς διαθέσιμων υποδομών, δεν φαίνεται, προς το παρόν, να παρατηρείται ανεπάρκεια, καθώς ο τουριστικός κλάδος δύναται να φιλοξενήσει έως και 20 εκατομμύρια τουρίστες, όπως υποστηρίζουν οι επιχειρηματίες του χώρου. Εξάλλου, αυτήν την περίοδο εξετάζονται και βρίσκονται σε διαδικασία αδειοδότησης αρκετές επενδυτικές προτάσεις για τη δημιουργία σύνθετων καταλυμάτων, με τις πιο σημαντικές αυτές στην Κέα, στη Μήλο, στο Λασίθι και στην Ίο. Το ζητούμενο είναι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, να μπορέσουν να «κρατηθούν ζωντανές» οι ξενοδοχειακές μονάδες και οι υπόλοιπες τουριστικές επιχειρήσεις μέχρι να εισρεύσει χρήμα στα ταμεία.

Προκειμένου, όμως, ο όποιος προγραμματισμός για τον τουρισμό να έχει διάρκεια και μέλλον, απαιτείται ένα σωστά δομημένο πλάνο ανάπτυξης. Ήδη υπάρχουν διαθέσιμες δύο σημαντικές μελέτες για τις προοπτικές που ανοίγονται μέσω του τουρισμού. Η πρώτη είναι του ΣΕΤΕ και αναφέρεται στο νέο αναπτυξιακό μοντέλο του ελληνικού τουρισμού στην πορεία προς το 2020.

Η δεύτερη μελέτη ανήκει στη McKinsey και ποσοτικοποιεί τις δυνατότητες και τους στόχους του ελληνικού τουρισμού στο πλαίσιο των δυνατοτήτων και των στόχων της ελληνικής οικονομίας για το 2021. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για την υλοποίηση των στόχων της τουριστικής πολιτικής, όπως επιμένουν παράγοντες της αγοράς, είναι η συνεργασία του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα.

Με το βλέμμα στο μέλλον
Οι στόχοι που έχουν τεθεί προς το 2020 είναι η Ελλάδα να συγκαταλέγεται μέσα στους 10 πρώτους τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο. Επίσης, βασικός στόχος για το 2020 είναι η άμεση και έμμεση τουριστική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία από τον κλάδο του τουρισμού να ανέλθει σε 50 δισ. ευρώ, με επιπλέον 220.000 θέσεις εργασίας.

Και αυτό, καθώς σήμερα υπολογίζεται ότι η τουριστική κατανάλωση επηρεάζει το 60% των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, ενώ ο τουριστικός πολλαπλασιαστής εκτιμάται σε 2,184.
Με άλλα λόγια, κάθε ευρώ που καταναλώνεται στον τουρισμό δημιουργεί υπερδιπλάσια δευτερογενή κατανάλωση στην υπόλοιπη οικονομία.

Τέλος, για κάθε άμεση θέση απασχόλησης στον τουρισμό δημιουργείται σχεδόν ακόμα μία στην ευρύτερη οικονομία.

Δείτε το βίντεο.




Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 12ης Ιανουαρίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: