Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Η κουρά των αμνών και η αξία του μαλλιού


Κάθε χρόνο, αυτή την εποχή, οι κτηνοτρόφοι κουρεύουν τα πρόβατά τους. Τα παλαιότερα χρόνια, η εργασία αυτή αποτελούσε μια κοπιαστική και επίπονη δραστηριότητα, η οποία απαιτούσε ιδιαίτερη τεχνική. Οι κτηνοτρόφοι, όμως, συνεργάζονταν μεταξύ τους και μετέτρεπαν τη διαδικασία σε μια γιορτή της άνοιξης που σχεδόν πάντα συνοδευόταν με γλέντι και παραδοσιακά εδέσματα. Ακόμη και σήμερα, αρκετοί παίρνουν μέρος στη γιορτή και το τελετουργικό της ημέρας. Το μαλλί αποτελούσε μέρος της οικιακής οικονομίας και κάλυπτε σχεδόν στο σύνολο τις ανάγκες κάθε αγροτικής οικογένειας σε ένδυση, κλινοσκεπάσματα, χαλιά και άλλα υφαντά. Για πολλά χρόνια, η οικιακή υφαντουργία παρήγαγε εκπληκτικά έργα της ελληνικής λαϊκής τέχνης, αρκετά από τα οποία κοσμούν σήμερα κρατικά μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.
Η επεξεργασία του μαλλιού σε οικογενειακό επίπεδο γινόταν με απλά εργαλεία, όπως η λανάρα, η ρόκα, ο αργαλειός κ.ά., και περιελάμβανε τα παρακάτω στάδια:
κούρεμα προβάτων, πλύσιμο μαλλιού, κοπάνισμα, βάψιμο, λανάρισμα, γνέσιμο, πλέξιμο, ύφανση σε αργαλειό.
Τον κύριο ρόλο της διαχείρισης του μαλλιού μετά το κούρεμα τον αναλάμβαναν οι γυναίκες. Σε μαζικό επίπεδο, εκατοντάδες επιχειρήσεις, οι γνωστές εριοϋφαντουργίες, επεξεργάζονταν το μαλλί και το πουλούσαν στις βιοτεχνίες ένδυσης, οι οποίες με τη σειρά τους αξιοποιούσαν το ύφασμα για την παραγωγή νέων προϊόντων. Ήταν μια παραγωγική διαδικασία που ιστορικά αποτελούσε έναν πυλώνα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας.



Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών και υλικών στη βιομηχανία της ένδυσης κατέστησε την εριοϋφαντουργία παρωχημένη και την οδήγησε σε παρακμή και μεγάλη συρρίκνωση. Το μαλλί από βασικό προϊόν της αιγοπροβατοτροφίας έγινε πλέον υποπροϊόν, που παραμένει στα αζήτητα και σε αρκετές περιπτώσεις οι κτηνοτρόφοι το πετάνε.

Παράδοση για… µουσείο

Σύμφωνα με τον κτηνοτρόφο Γιάννη Γκρίνια, η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη, ωστόσο με ένα συγκεκριμένο επενδυτικό και αναπτυξιακό σχέδιο μπορεί να ξεπεραστεί:
«Για εμάς τους κτηνοτρόφους, το κούρεμα των προβάτων αποτελεί μέχρι και σήμερα κομμάτι της παράδοσης και του τρόπου ζωής μας. Βλέπουμε όμως ότι κινδυνεύει να χαθεί και στο τέλος να έχει έναν μουσειακό χαρακτήρα. Λόγω της εισόδου στην παραγωγή φθηνών συνθετικών ινών, σταδιακά εγκαταλείφθηκε το αιγοπρόβειο μαλλί, με όλες εκείνες τις αρνητικές επιπτώσεις για τον κλάδο μας. Τα αποτελέσματα αυτής της εγκατάλειψης και των επιλογών σε μοντέρνα συνθετικά ρούχα τα βλέπουμε στην οικονομία, αλλά και στην υγεία μας».

¡Οι εισαγόμενες φυλές των προβάτων, όπως οι γαλλικές Λακόν, δεν έχουν πλούσια κόμη σε σύγκριση με τις ντόπιες ελληνικές (Σαρακατσάνικη, Άρτας, Καλαρύτική κ.ά.), οι οποίες παράγουν από 1,5 έως 3 κιλά μαλλί. Η κάλυψη σε όλο σχεδόν το σώμα του ζώου με μαλλί το βοηθά να αντεπεξέλθει στις δύσκολες καιρικές συνθήκες: βροχές, χιόνια και παγετούς. Εξάλλου, και οι κάπες των κτηνοτρόφων ήταν και αυτές φτιαγμένες από αιγοπρόβειο μαλλί.


Όπως εξηγεί, «η αξία του μαλλιού σήμερα κυμαίνεται στα 15 λεπτά το κιλό. Η τιμή αυτή σε καμιά περίπτωση δεν προκαλεί οικονομικό ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα οι κτηνοτρόφοι να βλέπουν το μαλλί ως υποπροϊόν και να το πετάνε μετά το κούρεμα.
Γνωρίζοντας, όμως, το δυναμικό της αιγοπροβατοτροφίας της χώρας μας και τις δυνατότητες αξιοποίησης του μαλλιού μέσα από τη σύγχρονη τεχνολογία και έρευνα, θα πρέπει να στρέψουμε το ενδιαφέρον όλων των εμπλεκόμενων φορέων προς αυτή την κατεύθυνση. Θα πρέπει να αναζητήσουμε νέους παραγωγικούς τρόπους, ώστε από αυτό το προϊόν να κερδίσουμε όλοι. Ξέρουμε ότι χρησιμοποιείται στην υψηλή ραπτική ακόμη και στην οικοδομή ως μονωτικό υλικό. Δυστυχώς, όμως, η απαξίωση αυτού του προϊόντος είναι το αποτέλεσμα της υιοθέτησης ενός καταναλωτικού μοντέλου παραγωγής».


Καταλήγοντας, ο ίδιος υπογραμμίζει: «Πρέπει να καταλάβουμε ότι η αιγοπροβατοτροφία και κυρίως η ελευθέρας βοσκής δεν είναι μόνο αριθμοί. Ο ρόλος της είναι πολυλειτουργικός με μεγάλες αναπτυξιακές δυνατότητες. Αν αλλοιωθεί αυτός ο χαρακτήρας, θα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό και ο παραγωγικός χάρτης της χώρας μας με όλες τις αρνητικές συνέπειες».


Δεν υπάρχουν σχόλια: