Σάββατο 2 Αυγούστου 2014

Είναι εθνικό μας χρέος η γνωριμία με την παράδοση!


  Συχνά λέγονται και γράφονται πολλά και πολλές φόρες παράδοξα πράγματα γύρω από το συγκεκριμένο θέμα και συμβαίνει αυτό, όταν δεν υπάρχει σαφής γνώση του θέματος της παράδοσης. Η λέξη παράδοση από το ρήμα παραδίδωμι σημαίνει μεταβίβαση, μετάδοση. Επομένως σημαίνει αυτό που πρέπει να παραδώσουμε στις επόμενες γενεές. Παράδοση είναι η δια μέσου των γενεών μετάδοση στους μεταγενέστερους ηθών, εθίμων, δοξασιών. Το θέμα αυτό έχει μία αρνητική και μία θετική πλευρά. Αρνητική είναι εκείνη που αναφέρεται στην παρεξήγηση του αληθινού νοήματος και της καθαρής έννοιας. Η θετική είναι εκείνη, που αναφέρεται στο ποιά πρέπει να είναι η ορθή στάση μας απέναντι στην αξία και τη σημασία, που πρέπει να έχει για το βίο και τη ζωή μας.

Παράδοση είναι η ιστορία, γιατί αν δεν γνωρίζουμε την ιστορία μας, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την Παράδοσή μας. Παράδοση είναι και η Παιδεία. Ποιο σωστά: Αφορμή αλλά και περιεχόμενο παιδείας. Είναι η μετάδοση από την ακμάζουσα γενιά όλων των κατακτήσεών της προς τους νέους: Ο Ρώσος θεολόγος και στοχαστής Π. Ευδοκίμωφ γράφει: «Παράδοση είναι η συμφωνία με το μέλλον, που το βρίσκουμε μέσα στο παρελθόν.» Κάτι ανάλογο είχε πει και ο Ουίνστων Τσώρτσιλ: «Όσο περισσότερο κοιτάζει κανείς προς τα πίσω (στην παράδοση), τόσο ευκρινέστερα βλέπει προς τα εμπρός (στην πρόοδο). Και εδώ ερχόμαστε να επισημάνουμε ότι παράδοση δεν σημαίνει οπισθοδρόμηση. Αντίθετα: Πατώντας κανείς στην παράδοση μπορεί να αντλήσει δυνάμεις για τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος.




Αυτό διακήρυξε και ο Νομπελίστας ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης: «Σβήνοντας κανείς ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνουμε κι ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον. Κι είναι θλιβερή η ζωή που μοιάζει με ακατοίκητο σπίτι.».
Παράδοση είναι η διαρκής ανανέωση. Πριν απ' όλα είναι μια αφετηρία. Ένα ξεκίνημα. Γι' αυτό δεν σημαίνει υποχρέωσή μας να διατηρήσουμε τα αποστεωμένα στοιχειά του παρελθόντος, αλλά να ξετυλίξουμε το νήμα της. Και αυτό γιατί «η δημιουργική ζωή είναι μία διαρκής έξοδος. Όμως είναι μία έξοδος από την παράδοση, από εκείνο που προηγήθηκε. Μία έξοδος από πουθενά, οδηγεί στο πουθενά.»
Ο Καζαντζάκης γράφει: «Η κραυγή που γροικάς δεν είναι δική σου. Δεν μιλάς εσύ. Μιλούν αρίφνητοι (αναρίθμητοι) πρόγονοι με το στόμα σου».
Η Παράδοση είναι η αρχέγονη γλώσσα του λαού μας (κάθε λαού). Μέσα από την αρχέγονη αυτή γλώσσα ομιλεί το παρελθόν. Η Παράδοση «συλλαμβάνει», ας πούμε, το παρελθόν και το οδηγεί μέχρι τις ημέρες μας: Το σέρνει και το φέρνει μέσα στο «σήμερα». Έτσι, το φωτίζει, το οικειώνεται και το κάνει παρόν.
Από τη σκοπιά αυτή είναι δυνατό να λεχθεί ότι η Παράδοση είναι η ζωντανή ιστορική συνείδηση που έχουμε για το παρελθόν, μία συνείδηση πολύκλαδη και πολυδύναμη. Η Παράδοση, τώρα, είναι το σύνολο των αξιών, ηθικών, θρησκευτικών, επιστημονικών, οικονομικών, αισθητικών, που δημιουργεί ο ανθρώπινος μόχθος κατά την πορεία πολλών αιώνων της ιστορικής ζωής του. Οι αξίες αυτές δεν «κουρνιάζουν», δεν μένουν ακίνητες στο χθες, αλλά ζουν μέσα στο «σήμερα» και ανοίγουν δρόμους για να περάσουν στο «αύριο». Η Παράδοση πηγάζει από το παρελθόν και περνώντας από το παρόν το ζωογονεί και εκβάλλει στο μέλλον.




Το δέντρο της Παράδοσης απλώνει τις ρίζες του μέσα στη ζωή μας και χωρίς να το καταλαβαίνουμε γευόμαστε τους εύχυμους καρπούς του. Το χρέος μας όμως είναι να γνωρίσουμε τις ρίζες του, δηλαδή ΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΜΑΣ, διότι έτσι θα δυναμώσουμε την ελληνική μας συνείδηση. Διαφορετικά θα σιγήσουν οι φωνές των προγόνων μας που βοούν μέσα μας είτε ως Γλώσσα και Θρησκεία, είτε ως Τέχνη και Τεχνική, είτε ως Επιστήμη και Φιλοσοφία, είτε ως Οικονομία και Ζωή. Διαφορετικά θα σταματήσει να τρέχει μέσα στις φλέβες μας το αίμα της Ελλάδας ανήσυχο, δημιουργικό και ακατάλυτο.
Είναι εθνικό χρέος η γνωριμία με την παράδοση. Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Και αυτό γιατί προβάλλει μπροστά μας απειλητική η Παγκοσμιοποίηση, η οποία στοχεύει να ισοπεδώσει τα πάντα. Είναι μια οργανωμένη προσπάθεια «ομογενοποίησης», που ξεκινάει μεν από τον οικονομικό τομέα με την προοπτική, όμως, να επεκταθεί και σε όλους τους άλλους τομείς του κοινωνικού βίου και όχι μόνο, αφού αποβλέπει ακόμη και στον επηρεασμό της όλης προσωπικότητας του ανθρώπου. Στόχος του σχεδίου αυτού είναι η μετατροπή των ανθρώπων σε ένα παγκόσμιο πλαγκτόν, ευκόλως διαχειριζόμενο, με το οποίο θα τρέφονται οι παγκόσμιοι εξουσιαστές.
Για να γίνει, όμως, αυτό πρέπει να ισοπεδωθούν τα πάντα, οτιδήποτε αποτελεί βασικό στοιχείο μιας κοινωνίας. Το ηθικό υπόβαθρο, η ιστορία του, τα πολιτιστικά γνωρίσματα, η γλώσσα, τα φυλετικά γνωρίσματα, τα εθνικά σύμβολα, η θρησκεία. Μεγάλη προσπάθεια καταβάλλεται να ξεριζώσουν από την ψυχή μας την αυτάδελφη σχέση Ορθοδοξίας και Έθνους.
Έπειτα από όλα αυτά, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς γιατί είναι εθνικό χρέος η γνωριμία με την παράδοση. Γιατί τον άγριο πόλεμο που ξεκίνησαν κάποιες δυνάμεις κατά των ιερών και οσίων του Έθνους, θα έλθει κάποια στιγμή που θα μείνει μοναδικό «αποκούμπι» η παράδοση.
Όπως βρήκε αποκούμπι κάποτε ο αγρότης που ιδροκοπούσε με πρωτόγονα μέσα όλη μέρα στο χωράφι και στ' αμπέλι του, ο τσοπάνης που ολημεριάζει στο βουνό, χρειάστηκαν τις δικές τους θεότητες, που τις έχουν συντροφιά και προστασία, να τους λένε τον πόνο τους, να τις λατρεύουν, να τους κάνουν θυσίες και να τους εμπιστεύονται τη σοδειά τους. Βρήκαν τον άγιο Μόδεστο για τα χωράφια και τα ζωντανά τους, τον άγιο Τρύφωνα για τ' αμπέλια και τους κήπους τους, την Παναγία τη Μισοσπορίτισσα για τα σπαρτά τους. Βρήκαν τον Προφήτη Ηλία και τον έκαμαν θεό του φωτός, τον έστησαν ψηλά στις κορυφές των βουνών, τον γιόρτασαν στις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού, και τον συμβουλεύτηκαν προφητικά για τους καιρούς του χρόνου. Έτσι και οι πρόγονοί τους είχαν τη Δήμητρα για τα σπαρτά και το Διόνυσο για τα αμπέλια, έτσι λάτρευαν σαν θεότητα ηλιακή τον Απόλλωνα, του έκτιζαν ναούς στις κορυφές και τον είχαν μάντη για τα πεπρωμένα τους.




Τα δάση και τα βουνά, τα ποτάμια, οι ρεματιές και οι θάλασσες είναι σήμερα γεμάτες από Νεράιδες και Δαιμονικά, από Λάμιες και Στρίγγλες και Γοργόνες και Τελώνια, πάνε και έρχονται, όπως τότε, σε ώρες σκοτεινές ή μεσημεριάτικες, οι Νύμφες και οι Σάτυροι γύριζαν κυρίαρχοι στην πράσινη φύση και στα νερά.
Η μαγεία, η μαντική, οι δεισιδαιμονίες, οι προλήψεις και οι δοξασίες, που είναι και αυτά εκδηλώσεις λατρείας, παρουσιάζονται στη νεοελληνική λαϊκή συνείδηση το ίδιο γνωστά και απαραίτητα, όπως και στην αρχαία. Ο Άγγλος λαογράφος John Lawson, στο πλούσιο και επιστημονικό βιβλίο του για τη Λαογραφία, τονίζει ότι περισσότερο από τα αρχαία κείμενα και την τέχνη, η σύγχρονη ελληνική παράδοση είναι η πιο σοβαρή πηγή για τη μελέτη της αρχαίας θρησκείας.
Η λαϊκή παράδοση στην Ελλάδα διατηρήθηκε πάντα αχάλαστη και συνεχής. Η συνοχή της και η ζωντάνια της πρέπει κυρίως να αποδίδονται στον αναλλοίωτο φορέα της, την ψυχή του ελληνικού λαού που ανάμεσα από τόσες περιπέτειες κατάφερε να μένει πάντα ο ίδιος και ζωντανός, εκδηλώνοντας παντού την ίδια πνευματικότητα, τα ίδια συναισθήματα και τον ίδιο χαρακτήρα. Με τις ιδιότητές του αυτές χάρισε πολλές φορές μέχρι σήμερα στον εαυτό του και στην ανθρωπότητα το φως του πολιτισμού.
Στην ψυχοσύνθεση του Νεοέλληνα επιζεί και το Βυζάντιο. Εξακολουθούμε να αισθανόμαστε όπως μας διέπλασαν τα 1650 χρόνια του Βυζαντίου. Η Ελληνική Ορθοδοξία έχει ταυτιστεί με την εθνική μας υπόσταση δηλαδή με την ελευθερία μας. Έχει γίνει δηλαδή εθνική θρησκεία, όπως το Δωδεκάθεο του Ολύμπου ήταν η εθνική θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων. 



Στη διάρκεια του Βυζαντίου, πάνω στα κατάρτια των βαρβαρομάχων καραβιών της Πόλης κυμάτιζαν τα χρυσά λάβαρα της Παναγίας, που ήταν για το χριστιανικό κράτος στρατηλάτης μαζί και πολέμαρχος, σαν την Αθηνά. 
Προς Αυτήν, προς την Υπέρμαχο Στρατηγό (τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια), αποτείνεται το θαυμάσιο βυζαντινό τροπάριο, το οποίο στην πραγματικότητα είναι ο εθνικός ύμνος του Βυζαντίου.
Έτσι, κάθε φορά που ένα μεγάλο εθνικό γεγονός τρικυμίζει την ψυχή μας, το βυζαντινό τροπάριο αυθόρμητα ανεβαίνει στα χείλη μας και σμίγει στους στίχους του Σολωμού (Σε γνωρίζω.). 
Στην παράδοση συνδέεται άμεσα το Βυζάντιο. Στο έπος του 1940-41, οι Έλληνες στρατιώτες έβλεπαν την Υπέρμαχον του Βυζαντίου να πολεμάει επικεφαλής του στρατού τους επιδρομείς.
Όταν έπεσε το Βυζάντιο (1453), τον κρατικό οργανισμό υποκατέστησε η Εκκλησία, σαν μηχανισμός Εθνικής ενότητας. Τα σύμβολα της Αυτοκρατορίας τα κράτησε η Εκκλησία και τα διατήρησε μέσα στους μαύρους αιώνες της σκλαβιάς. 
Και μέσα σ' αυτούς τους φοβερούς αιώνες, αυτή στάθηκε το πνευματικό και εθνικό κέντρο της μαρτυρικής φυλής. Πολύ σωστά ειπώθηκε, πως σε πολλές κρίσιμες ώρες το ράσο στάθηκε η εθνική σημαία της Ελλάδας στα χρόνια της σκλαβιάς.
Αν υπάρχουμε σήμερα σαν Ελληνική Φυλή, είναι γιατί κρατηθήκαμε από το άμφιο της θρησκείας μας όλα αυτά τα χρόνια.
Το θέμα της Παράδοσης είναι τεράστιο και ανεξάντλητο. Γεύση από μικρά ψήγματα πήραμε.

  Γράφει ο Αθανάσιος Δέμος

Δεν υπάρχουν σχόλια: