Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

“Δεν περιμένω να μου μιλήσεις για την Ήπειρο. Το ξέρω. Μπερδεύεται η γλώσσα σου. Είναι γιομάτη λουλούδια η φωνή σου”.


Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος

Η Π Ε Ι Ρ Ο Σ
«Του βλέμματός του να ρουφώ τη ζαφειρένια δρόσο»


Η Π Ε Ι Ρ Ο Σ
της αγνότητας, της χαράς, και της προσφοράς
Ήπειρος της Αντίστασης, του αγώνα, του κεφιού και του γλεντιού.
Ήπειρος της μάθησης και της μετανάστευσης!
Ήπειρος της Παράδοσης και της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Αχολογούν οι ρεματιές και στα λουμάκια οι τζιτζικάδες συνεχίζουν το τραγούδι τους.
Να ‘χα νερό απ’ τον τόπο μου
  1. και μήλο απ’ τη μηλιά μου,
  2. σταφύλι ροδοστάφυλο
  3. απ’ την κληματαριά μου
Αυτή είναι η Ήπειρος και εμείς που είμαστε μαζί της δεμένοι με «χίλιες χρυσές λιανωκάμωτες αλυσίδες».

«Το πάθος τ’ ακαπίστρωτο με σέρνει καβαλάρη»
                                   Κωστής  Παλαμάς


Εκεί, στην Ήπειρο …
Γη φτενή, χώμα λίγο. Περισσεύουν τα τσιόκαλα. Και οι κοφτερίδες σκίζουν τα αγριοπόδαρα.
Μακρόχρονος μόχθος, σκληρή δουλειά, ακριβό το δώρο της ζωής. Κόποι ανείπωτοι, ποτάμια ο ιδρώτας, κορμιά αντρειωμένα που αντιστέκονται στους μανιασμένους ανέμους, που στύβουν τις πέτρες μέσα στα χέρια τους, ατρόμητοι κι ακατάβλητοι εραστές, που «βατεύουν» τη γη, για να γευτούν τη Δημιουργία. Της Δημιουργίας αυτής είμαστε και εμείς ΚΟΙΝΩΝΟΙ.


Να! ξεμυτίζει το κεχρί, ροδίζει το σταφύλι,
κορφοπρασίνισε η συκιά, κατάπεσε ο θρακιάς,
το στάχυ γέρνει προς τη γη, προς το φιλί τ’ αχείλι,
προς τ’ ουρανού τα ολάνοιχτα,καπνέ,φιδογλιστράς.
                                                               Κωστής  Παλαμάς

Ηπειρώτες. Άνθρωποι γεμάτοι λυρισμό, πολλές φορές «αλύγιστοι», αλλά παθιασμένοι με τον τόπο τους, με συναίσθημα, που  μέσα τους στέριωσε ο έρωτας.
Ήπειρος σημαίνει πάθος για τη ζωή, αυτό που δείξαμε παιδάκια, που είναι αλήθεια ότι δεν είχαμε να φάμε, αλλά περίσσευε σε μάς το όνειρο. Κι αυτό το όνειρο με αγώνα το πραγματοποιήσαμε. Σ’ έναν τόπο που αγαπήσαμε.
Εκεί τ’ αηδόνια ως άκουγα, τριγύρω μου,
και τους καρπούς γευόμουν απ’ το δίσκο
είχε τη γέψη του σταριού, του τραγουδιού και του μελιού
βαθιά στον ουρανίσκο.
                                                             Άγγελος Σικελιανός

Το ηπειρώτικο χώμα το πάτησαν παλικάρια. Εκεί βρίσκουμε αμαλαϊά και λειτουργεί αζάπωτα, απείθαρχα και ανυπάκουα η σκέψη μας. Ελεύθερη.
Η επαφή με τον τόπο μας δεν είναι και δεν πιστεύουμε πως είναι ακινησία. Είναι ρεύμα σκέψης, ελπίδα και ζωή. Περπατώντας τα Ηπειρώτικα   στρουγγλίθια, βιώνουμε τα ονείρατα της νιότης συντάσσουμε και ζούμε τις ίδιες κι απαράλλακτες χρυσές ελπίδες των παιδικών μας χρόνων.



νάχω και κόρην όμορφη στεφανωτή μου νάχω,
να μου βοηθάη στο σάλαγο, να μου βοηθάη στα γρέκια
κι όντας θα τα σταλίζουμε τα δειλινά στους ίσκιους,
στης ρεματιάς τη χλωρασιά μαζί της να πλαγιάζω,
να με κοιμίζει με φιλιά στους δροσερούς της κόρφους.
                                                  Κώστας Κρυστάλλης

Μας δένει η γλώσσα μας, η Ηπειρώτικη λαλιά, που στοιχειοθετεί την ύψιστη πολιτιστική κληρονομιά μας.

Γιατί μ’ αρέσει η γλώσσα σου, γιατί μ’ αρέσει εμένα,
Σαν κάποια αργά ανεβάσματα σε κάποια ορθά βουνά.
Μέσα  της πέλαγα άψαχτα. Στα δάση τα παρθένα
Φωλιάζουν όλα τ’ άπιαστα και τ’ άγρια πουλιά.
                                                                      Κωστής  Παλαμάς
                                                                                          
Εκεί, γινόμαστε αληθινοί  « κελαϊδεστάδες».
Όλα μας δένουν  με την Ήπειρο.
Και οι θύμισες της νιότης και οι καταβολές μας, και η ανείπωτη ομορφιά της θάλασσας , η ηδονή της αγριάδας των βουνών και το μεγαλείο της παράδοσης. Της Ηπειρώτικης Παράδοσης.
Εκεί στην Ήπειρο…

Στην Ήπειρο, όπου όλα αυτά συμφύρονται και συνθέτουν την ιερή και πολύτιμη Ηπειρώτικη πολιτιστική κληρονομιά.

Πόθοι κι αγάπες, όνειρα κι ελπίδες στο ηπειρώτικο λιακωτό από λούλουδα βαλμένες.


(Και κοντά στα εξωκκλήσια οι ερωτευμένοι λειτουργοί και τα φιλιά τροπάρια )
  1. Ήπειρος παντού…
  2. Κι όλα αυτά δεν είναι, απλά ένα σελάγισμα μιας περασμένης ζωής, μια βουκολική αναπόληση, μια θύμηση περαστική, ένα ξάφνιασμα της μνήμης.
«Του βλέμματός του να ρουφώ τη ζαφειρένια δρόσο»


Κυρίες και κύριοι, ηπειρώτες και ηπειρώτισσες, φίλες και φίλοι της Ηπείρου.
Το ξέρω, το ξέρω..
Δεν περιμένω να μου μιλήσεις για την Ήπειρο. Το ξέρω.
Μπερδεύεται η γλώσσα σου. Είναι γιομάτη
λουλούδια η φωνή σου”.


Ήλιος, θάλασσα και ελιά, σύμφωνα με τον ποιητή είναι η Ελλάδα. Ο ήχος του κλαρίνου, η εικόνα του πέτρινου γιοφυριού, ο χτιστός φούρνος η μυρωδιά του πλαστού, και οι πεντανόστιμες πίτες , φτιαγμένες από χέρια ηπειρώτισσας…Αυτή είναι η Ήπειρος.
Κι αρχίζει η σύνθεση του ηπειρώτικου πολιτισμού, της ηπειρώτικης πολιτιστικής κληρονομιάς.



«Εκεί στην Ήπειρο φκιάχνουν κάτι πίτες, άλλο πράμα. Να γλείφεις τα δάχτυλά σου!»
Πόσοι και πόσες δεν μας το είπαν αυτό.
Μα, και μεις, κάθε καλοκαίρι, με πόση βουλιμία δεν τρώμε-καταβροχθίζουμε θα ‘λεγα- τις Ηπειρώτικες πίτες από ηπειρώτισσες χρυσοχέρες, νοικοκυρές, άφταστες μαγείρισσες!
Η νοστιμιά της ηπειρώτικης πίτας μας πάει χρόνια πίσω, αλλά χωρίς να το καταλαβαίνουμε, ακολουθούμε τη σύγχρονη εποχή με τα χαρακτηριστικά της.

Γύρω από το τραπέζι πραγματοποιούνταν καθημερινά η συνάντηση των μελών της οικογένειας, συζητούσαν για τα προβλήματά τους, έδιναν λύσεις, διατύπωναν σκέψεις, επιθυμίες, προσδοκίες και όνειρα. Εξωτερίκευαν τον εσωτερικό τους κόσμο. Με λίγα λόγια επικοινωνούσαν.
Το φαγητό ήταν ιεροτελεστία. Εκεί φαινόταν η δημιουργική τέχνη της ηπειρώτισσας νοικοκυράς. Από το τίποτε, έπαιρνε το αλεύρι το ανακάτωνε με λάχανα ή έβαζε και κανένα σπυρί τυρί και… πραγματικά συνέθετε.
Πίτες, μπλατσάρα, πρασοπ’τα, προζμόπ’τα ή μουντζωτή, καθαρόπ’τα, τραχανόπ’τα, τυρόπ’τα, λαχανόπ’τα… Νόστιμες, χορταστικές και υγιεινές.
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κανόνας είναι η διάσπαση της οικογένειας. Τα μέλη της εργάζονται, άγχονται, τρώνε «στο πόδι», -στα πεταχτά, στα σβέλτα, στα φευγάτα, στο άρπα κόλα-, στα φαστφουντάδικα κ.τ.λ. Το βράδυ delivery, γιατί άπαντες, αγκυλωμένοι στην τηλοψία, μπουκώνουν με ζυμάρια προψημένα και μετά «ξεραίνονται στον ύπνο», για τον αυριανό αγώνα.



Τότε το κοινό πρόβλημα ήταν και το φαγητό.
Η χαρά της νοικοκυράς να λύσει το πρόβλημα αυτό.
Η χαρά των παιδιών, αφού ντερλικώσουν…
Γι’ αυτό και η πίτα συνοδευόταν με γεύση άριστη, αλλά και με αισθήματα ικανοποίησης!!!
Νοσταλγούμε, γιατί συνειδητοποιήσαμε-επώδυνα φυσικά- πως είμαστε σκλάβοι των δημιουργημάτων μας.
Νοσταλγούμε το παλιό, τις παραδοσιακές ηπειρώτικες συνταγές της γιαγιάς, τη λαχανόπιτα, που είναι άνοστη χωρίς το οικογενειακό τραπέζι, χωρίς τον ηπειρώτικο παραδοσιακό τρόπο ζωής.
Γι’ αυτό με πάθος τις αποζητάμε…
Και ‘κει στα μαγαζιά, με φίλους - θεωρώντας ότι επικοινωνούμε- βάζουμε το κεφάλι στο πιάτο, όπως τα ζώα στη φάτνη…, αφού «η χωρίς λόγον τράπεζα ουδέν φάτνης διαφέρει»!!!
Με λίγα λόγια. Τα μαγαζιά ταΐστρες. Εμείς κρεμάνε τα ταϊσάρια, τα γιομίζουμε ταή και τ’λωνόμαστε στο φαΐ. Κι αν πει κανείς ότι θέλουμε τσιοκάν’σμα στο μυαλό, μη χολιάτεκαθόλ’. Καλοφάουτες οι πίτες.
Η ηπειρώτικη παράδοση, η ηπειρώτικη πολιτιστική κληρονομιά δίνει πάντα λύση.



Φίλες και φίλοι, Ηπειρώτες και Ηπειρώτισσες

Στην ηπειρώτικη παράδοση, στον ηπειρώτικο πολιτισμό κυριαρχεί ο αγώνας των ηπειρωτών. Η Ήπειρος έγινε η πρώτη και ένδοξη γραμμή αντίστασης απέναντι στη φασιστική επέλαση.
Η Ήπειρος ταυτίστηκε με τον αδούλωτο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, και στην ουσία μετατράπηκε σε άπαρτο κάστρο της λευτεριάς.
Στα μαρτυρικά χωριά της Ηπείρου !
Τόπος ιερός, εδώ όπου σταυρώθηκε η Ελλάδα.
Εδώ, όπου σκάφτηκαν τάφοι και στους τάφους δε χωρούσαν οι λεβέντες, καθώς δεν χωρά στα σπλάχνα τόσος πόνος.
Εδώ, όπου κραυγές σταυρωμένες σε μια αιωνιότητα διατυμπανούν μ’ ένα αδιόρατο, αλλά νικηφόρο χαμόγελο στα χείλη, αυτή την ακατάνυκτη αξιοπρέπεια:
Για να διατηρηθεί το σιγαλό, βιολετί, καρδιοχτύπι του ηλιοβασιλέματος και να κρατήσει τη ζωή ακέραιη, άσπιλη και αμόλυντη.
Νικηφόρα και περήφανη.
Κι ολάκερη η Ήπειρος ένας Επιτάφιος μ' όλα του τα κεριά σβησμένα.
Τα μαρτυρικά χωριά της Ηπείρου
Αυτά γράφει η Ηπειρώτικη παράδοση.
Μια παρακαταθήκη ελευθερίας, αξιοπρέπειας και διδαχής:
Καμιά ταπείνωση δεν είναι εκεί, όπου η ζωή ζητάει να ζήσει.
Και οι νεκροί ακόμα και σήμερα
Γυρεύουν το ψωμί που δε φάγανε
Γυρεύουν τον ήλιο που τους κλέψανε
Γυρεύουν τη ζωή που τους κόψανε
Εδώ στην Ήπειρο



Ηπειρώτες και Ηπειρώτισσες
Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς,
Αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά.



ΟΜΩΣ
«κάποτε στους πολέμους πρέπει να πάψουν να υπάρχουν μόνο θύματα. Κάποτε θα πρέπει και τα θύματα να δικαιώνονται και οι θύτες να πληρώνουν για τις πράξεις τους».
κι αυτό ισχύει ΑΠΟΛΥΤΑ για τους σημερινούς ΔΗΘΕΝ «σπλαχνικούς εταίρους μας» και τους τότε βάρβαρους κι αιμοσταγείς κατακτητές μας.
Ό,τι γράφτηκε με αίμα ...
δε σβήνει με βρώμικο μελάνι !
Αυτή θα είναι η αρμόζουσα και μοναδική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς που εκπέμπεται από τα μαρτυρικά χωριά της Ηπείρου.


Φίλες και φίλοι της Ηπείρου.

Ο τρίτος πυλώνας της Ηπειρώτικης παράδοσης είναι η ξενιτιά.
Ξενιτιά και Ήπειρος, όπως ακριβώς την αποτύπωσε η παράδοσή μας.
Στην Ήπειρο, εκεί όπου ο καθένας θα μολογάει:

Βλέπω το λουλούδι που ξεριζώθηκε από τη γη, που γεννήθηκε και μαραίνεται σιγά σιγά ξαναφυτεμένο στο ηπειρώτικο χώμα.
Ποια είναι η αιτία του σιγαλού και θλιβερού θανάτου;

Είναι το νέο χώμα που δέχτηκε στις ρίζες του;
Είναι ο ιδρώτας που το νοτίζει;
Το νερό που το ποτίζει;
Είναι ο ήλιος που το φωτίζει;
Είναι τα πουλιά που κελαηδούν γύρω του;
Ή μήπως είναι η μουσκεμένη ποδιά της Ηπειρώτισσας από τα δάκρυα που πηγάζουν από την ξενιτιά;



Οι απάνθρωπες συνθήκες ζωής, οι ματωμένοι πόλεμοι, οιανελέητες ληστείες, ο πολιτικός καταδιωγμός και ησαρκοβόρα πείνα ξερίζωσε βίαια την Ήπειρο, αφούτον πολυπόθητο καρπό που έφτυνε αίμα για να τον μαζέψει ο Ηπειρώτης, τού τον λήστευαν οι αετομάτηδες τοκογλύφοι, οι έμποροι και οι
φεουδαρχικοί ιδιοκτήτες. Καμιά χαραμάδα ελπίδας στη βαλαντωμένη καρδιά του Ηπειρώτη.
Γι' αυτό έφευγαν οι Ηπειρώτες με την απατηλή ελπίδα να
γυρίσουν σύντομα με παραπανίσια χρήματα, να ξεχρεώσουν τα κτήματά τους, να κάνουν μια δουλειά στον τόπο τους ή να προικίσουν τις αδελφές τους.
Άλλοι γύρισαν κι άλλοι έμειναν εκεί.
Όλοι τους συνθέτουν το δράμα της ξενιτιάς.
Ο Εθνικός ύμνος της Ηπείρου: “Ξενιτεμένα μου παιδιά”.



Κι όλα αυτά με το τραγούδι και το χορό, που καταγράφονται και αποτυπώνονται στα πανηγύρια. Τα πανηγύρια.Στα πανηγύρια οι Ηπειρώτες τραγούδησαν, τραγουδούν και εκφράζουν την ικανοποίησή τους, την ευχαρίστηση και την αγαλλίασή τους, για την απόδοση της δουλειάς τους, για τον κάματο και τον ίδρωτά τους. Πώς και γιατί πρέπει να τα προστατεύσουμε τα είπαμε στην Ημερίδα που διοργάνωσε η Πανηπειρωτική το Νοέμβριο 2015

Αυτός ο κακόπαθος, αλλά περήφανος τόπος, η Ήπειρος, κρατάει στον κόρφο του μια αληθινή και ατόφια παράδοση. Την παράδοση αυτή έχουμε χρέος να τη διατηρήσουμε και να την κληροδοτήσουμε ακέραια στις ερχόμενες γενιές.
Κι όταν μιλούμε για ακεραιότητα της παράδοσης εννοούμε, φυσικά, πρώτα να μπορέσουμε να την προσαρμόσουμε στα σημερινά δεδομένα. Διαφορετικά αναιρούμε το κύριο χαρακτηριστικό της, τη ζωντάνια της.
Η ζωντάνια, η δυνατότητα της παράδοσης να προσλαμβάνει, να αποβάλει και να μεταπλάθει παραδοσιακά στοιχεία προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Και για να πετύχουμε κάτι τέτοιο είναι ανάγκη να επικοινωνήσουμε με τα πρόσωπα που τη δημιούργησαν και να αφομοιώσουμε τις αξίες πάνω στις οποίες αυτή θεμελιώθηκε.



Ηπειρώτισσα μάνα και Ηπειρώτικος πολιτισμός ταυτίζονται ΑΠΟΛΥΤΑ!!!
Αν έζησε η Ήπειρος και έθρεψε γενιές ολόκληρες και απόδιωξε όλους τους σιαταναρέους, φασίστες επιδρομείς και κατακτητές, εντός και εκτός εισαγωγικών, έβαλε πλάτη η Ηπειρώτισσα μάνα.
Όμορφη, αγία και σεπτή αντιμετώπισε και ξεπέρασε τις δοκιμασίες και τις περιπέτειες ψύχραιμα, αξιόπρεπα, με άγρυπνη τη συνείδησή της, που όριζε το ύψος και το ήθος της ύπαρξής της.
Κράτησε τα μυστικά της ψυχής του λαού μας, τα σμίλεψε με ομορφιά και τα βάφτισε στη γλύκα που εκπέμπει ο αντίλαλος της Ηπειρώτικης φυσικής μελωδίας. Μπροστά στην πανδαισία της φυσικής και μελωδικής χαρμονής του τόπου τους, στάθηκαν οι Ηπειρώτισσες παντεπόπτριες και διαφεντεύτρες της ολόφωτης και απρόσμενης ομορφιάς.



Αυθεντική, ατόφια, αφκιασίδωτη και αγνή και με το άρωμα της ελληνικής λεβεντιάς στην καρδιά και στο κορμί της εξέπεμψε έναν αυτογενή δυναμισμό ανθρωπισμού και μάγεψε φανερώνοντας την ακμή και την αρχοντιά της Ηπειρώτικης ψυχής.
Με ψυχή αγνή, ταπεινή και άδολη σε φύση πλανεύτρα και γη σκληρή, ιδιότροπη και ανυπάκουη στο αλέτρι και στο τσαπί μπάζωσε τις ρίπες κι έφκιαξε τα χωραφάκια της, με σεβασμό στη φύση και στην Δημιουργία.
Και με όλα αυτά και άλλα αναρίθμητα προβλήματα άντεξε, δόμησε την Ηπειρώτικη κοινωνία, αντιμετώπισε εισβολείς -παντός είδους- και δίδαξε ανθρωπισμό, ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΗΘΟΣ.
Ηπειρώτες και Ηπειρώτισσες


Πέρασαν δύο χρόνια από την κατάρρευση του γεφυριού της Πλάκας. Δύο ολόκληρα χρόνια με το γεφύρι καταποντισμένο στα νερά του Αράχθου και στα απόβλητα θολά νερά της αδιαφορίας, της γραφειοκρατίας και της όποιας ανικανότητας… Κουβέντες και παρελκυστική τακτική, «άτακτα πλάγια βήματα» αποχώρησης, «στρίβειν» και «αμούντ», διαβούλια και υποσχεσιολόγια, όλα αυτά απάδουν με τη σοβαρότητα του θέματος και την όποια υπευθυνότητα της περίστασης.
Δύο ολόκληρα χρόνια και, δυστυχώς, βλέπουμε καταρχάς το χρονοδιάγραμμα της αναστήλωσης να καταβυθίζεται και αυτό… Περιμένουμε. Κι ακαρτέρει, κι ακαρτέρει…. Υποσχέσεις, φούμαρα, γκουρμπένια και παλαμωνίδες. Θα φωνάξουν, θα φωνάξουν οι Τζουμερκιώτες, θα βραχνιάσουν, θα σταματήσουν… Τον καιρό να γκυλίσουμε. Θάρθουν οι άλλ’, οι επόμενοι και οι μεθεπόμενοι. Ε, κάτι θα βρούνε να πούν’.
Και μ’ αυτό το κάτι θα ξεμπλέξουμε! Απεταξάμην…

Πού να μάθει και ποιος να καταλάβει ότι το γεφύρι της Πλάκας συμβολίζει μια ιστορία αγώνα και ελευθερίας για την περιοχή, για τον τόπο. Δεν παράγει πλέον το γεφύρι επικοινωνιακή πολιτική. Αλλού πια είναι το «ίνουρου». Αλλού, πέρα, μακριά από το γεφύρι, εκεί που το ορίζουν -καλύτερα το καθορίζουν- οι επικοινωνιολόγοι, που στήνουν φωτό και συνθέτουν πλάνα με κάθε λογής, αποδοτικά «δι’ ημάς» τοπία, όχι όμως της Πλάκας. Εκεί γκρεμίστηκε όχι το γεφύρι, αλλά η επικοινωνιακή μας μόστρα.
Την αξιοπρέπεια…, θα δούμε. Τον προγενέστερο και τωρινό πολιτισμό τα μεταβαπτίζουμε, για να τα ξεπουλήσουμε. Σύμβολα, σαν το γεφύρι κοστίζουν. Ξίκ’ κι αμούντ. Την κληρονομιά την κάναμε γκιλντάρα στον Καιάδα της αδιαφορίας, της αδιαφάνειας και της παχυλής «κακουργίας».
Αυτό το γενικό ξεπούλημα, ας μην φαει και τα πολιτιστικά μας μνημεία.


Άλαλα και πάλαλα!  Mαςαποδοκίμασ’ ο Θεός, μ’ αυτά που γλέπ’ από κει πάν’! Τόσα αφύσ’κα πράγματα και τέτοιες πατσιαβέλες που κάνουμε. Αμ, τι θα μας άφ’νε; Και χτύπ’σε εκεί που μας τσουζ’ και μας τσουρουφλίζ’.  Βάρεσε το διοφύρ’, έτσι για να μας έρθουν απόχάκ’ και οι Τούρκ’.  
Εκατό χρόνια από τότε που λευτερώθ’κε όλο το Τζουμέρκο  στα χαρτιά. Γιατί λεύτερ’ οι Τζουμερκιώτες ήταν πάντα. Λεύτερα πάντα ζούσαμε. «Κάπα, ντρουβά και ντφέκ’». Κι  τον μέσα Τούρκο, τον είχαμε διώξ’ και τον όξου τον είχαμε στείλ’ στα τσακίδια.

Τζουμέρκα μου περήφανα, παλικαριών λημέρια.
Το γεφύρ’ αντιδρά και φωνα’ζ’. Φωνή τρανή.
«Η ζωή των ανθρώπων και, φυσικά των Τζουμερκιωτών, δεν είναι μόνο αριθμοί που απεικονίζουν τα κέρδη και τις κονόμες. Πάνω απ’ όλα είναι η αξιοπρέπεια: ατομική, οικογενειακή, εργασιακή, κοινωνική, εθνική και φυσικά Τζουμερκιώτικη. Να σέβεστε μωρέ φασμακωμένα τον ίδρωτα, τον κόπο, τον καημό, την προσπάθεια,  την ιστορία και τον πολιτισμό  του τόπου μας.»

Ηπειρώτες και Ηπειρώτισσες

Ολόκληρη η ηπειρώτικη παράδοση, ο ηπειρώτικος πολιτισμός είναι μια ελπίδα για μια ζωή ειρηνική, αξιοπρεπή, χωρίς να πλανάται πουθενά ο φασισμός, σε όποια παλιά ή και νεότευκτη μορφή μπορεί να εξυφαίνεται.
Για να βασιλεύει κάποτε το δίκαιο.
Το δίκαιο που φωνή δεν έχει, αλλά ακούγεται στους γκρεμούς και στα φαράγγια των Ηπειρώτικων βουνών, στα λημέρια της κλεφτουριάς και στα απόσκια της ηπειρώτικης αντρειοσύνης. Εκεί όπου λιπάστηκε με τα σώματα αγωνιστών και ποτίστηκε με τα δάκρυα μαυροφορεμένων γυναικών.
Αυτό το δίκαιο υπηρέτησαν κι αυτή την παράδοση συνέθεσαν.
Τι κι αν του έδωσαν πολλά ονόματα. Ένα είναι το δίκαιο. Αυτό που υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι τα ανθρωπόμορφα φασιστοειδή. Σ’ αυτό το δίκαιο ορκίζεται η ηπειρώτικη παράδοση.
Άλλα δέντρα θα φυλλορροήσουν κι άλλα θα επιζήσουν.
Θα ξαναστράψει το μυαλό της ζωής.
Θα καπνίσουν τα τζάκια στα χωριά.
Τη ζωή που μας έδωσαν να ζήσουμε, θα τη ζήσουμε.
Χαμένοι μέσα στις μαύρες δάφνες σκοτωμού και του ξεριζωμού.
Κι ούτε λυπόμαστε τον συναγωνιστή που μοιράστηκε τη στέρησή μας που βύθισε τον ήλιο σαν κοράκι με μια ελπίδα.
Βρήκαμε τη στάχτη. Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας. Και τη βρήκαν…
Κι ας το πάρουμε απόφαση:



Ο ρατσισμός εμφυτεύεται και βλασταίνει μέσα μας. Τον ρατσισμό ποτίζει η ρητορική του μίσους και του αποκλεισμού και λιπαίνει η αντίληψη πως κινδυνεύει με αλλοίωση η ακεραιότητα και η καθαρότητα του ιθαγενούς πολιτισμού.
Όσο έχουμε απεμπολήσει αξίες και ιδανικά που υπηρετούν τον άνθρωπο και τις έχουμε αντικαταστήσει από τη ματαιοδοξία και τη μωροφιλοδοξία του «μοναδικού» και ως εκ τούτου «ανώτερου», τόσο θα καταγκρεμίζουμε τις γέφυρες που ενώνουν την αδελφοσύνη με την αξιοπρέπεια, τη διαφορετικότητα με την ισότητα.
Γιατί πώς να το κάνουμε; Δεν είμαστε όλοι ίδιοι και ούτε μπορούμε να είμαστε. Ίσοι οφείλουμε να είμαστε, δεν μπορούμε παρά να μην είμαστε, αν θέλουμε να καταξιώνουμε και να υπηρετούμε τη δομή του πολιτισμού και την υφή του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας. Ίσοι ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες. Το επιβάλλει το δίκιο του ανθρωπισμού και της ειρήνης, το διδάσκει η ηπειρώτικη παράδοση..
Κάθε αδιαφορία συνιστά ανακολουθία στην καταξίωση της ανθρώπινης προσωπικότητας σε μοναδική και ανεπανάληπτη αξία. Κάθε ανθρώπου. Όλων των ανθρώπων. Διαφορετικά θα επαληθευτεί ο ποιητής.


«Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του.
Για την ατίμωσή του». (Οδυσσέας Ελύτης)

Αυτά διδάσκει

Η Ήπειρος που κρατάει στον κόρφο της μια απίστευτη και μοναδική παράδοση, σμιλεμένη -χρόνια τώρα- με καημό, περίσκεψη και πίστη στον άνθρωπο. Ποτάμια ο ιδρώτας, ατέλειωτο το συναίσθημα και η πίστη στον αγώνα για κάτι καλύτερο. Αυτή την πολιτιστική κληρονομιά εμείς οι Ηπειρώτες δεν την ξεχνάμε. Την τιμούμε. Κι εδώ σήμερα καταπραΰνουμε τον πόνο μας, για την πατρίδα. Άλλωστε «η πιο καλή πατρίδα είναι η καρδιά».



Χρήστος Α. Τούμπουρος







Δεν υπάρχουν σχόλια: