Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

Μηλιά Μετσόβου: Ένας τόπος προκλητικά όμορφος


Μια ηρεμία προκλητικά όμορφη, η Μηλιά Μετσόβου, όσο και το τοπίο, σας πλημμυρίζει σαν βρεθείτε σε αυτή τη γωνιά της ελληνικής γης, στη συμβολή των συνόρων της Ηπείρου, της Δυτικής Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Πίσω από τα ψηλά βουνά και τις μαγευτικές οροσειρές της Πίνδου κρύβεται η Μηλιά Μετσόβου ή Αμέρου, στην τοπική βλάχικη διάλεκτο.
Αγκαλιασμένη απ’ τα όρη Λιβάδι, Μαυροβούνι και Τσαπούλη της οροσειράς της Πίνδου και απ’ τα Αντιχάσια, βρίσκεται μεταξύ του Μετσόβου (Ν. Ιωαννίνων), του Μαλακασίου, της Παλιάς Κουτσούφλιανης (Ν. Τρικάλων) και της Κρανιάς (Ν. Γρεβενών).
Κτισμένη σε υψόμετρο 1.300 μέτρα, σε απόσταση μόλις 65 χιλιομέτρων από τα Γιάννενα, απέχει 12 χιλιόμετρα από το Μέτσοβο και βρίσκεται μία ανάσα από τον Εθνικό Δρυμό της Βάλια Κάλντα. Συγκαταλέγεται στα βλαχοχώρια της Πίνδου, με μόνιμο πληθυσμό 450 κατοίκους. Με την εφαρμογή του προγράμματος «Ι. Καποδίστριας» παρέμεινε ανεξάρτητη κοινότητα του Νομού Ιωαννίνων, εκτάσεως 54.000 στρεμμάτων, εκ των οποίων τα 36.000 είναι δάση!
Σήμερα, ο οικισμός έχει χαρακτηριστεί με Προεδρικό Διάταγμα παραδοσιακός. Οι κάτοικοι του χωριού, συντηρούν τα παλαιά πετρόκτιστα σπίτια ή κτίζουν καινούργια, σύμφωνα με τον παραδοσιακό τρόπο κτισίματος. Τυπική μορφή των σπιτιών αυτών, είναι του τρίχωρου, με τον οντά, το σαράι και τον χωτζιαρέ. Ενώ εξαιτίας της γεωγραφικής του θέση έχει δεχτεί επιρροές και από τη Δυτική Μακεδονίας, κυρίως στην αρχιτεκτονική και λαογραφία.
Στο κέντρο του χωριού, μια βαλσαμωμένη αρκούδα, η οποία βρέθηκε τραυματισμένη από κάτοικο της περιοχής και εξέπνευσε την ίδια ημέρα. Το άτυχο ζώο βαλσαμώθηκε και τοποθετήθηκε σε γυάλινη κατασκευή, προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της περιοχής.

Η ιστορία από την αρχαιότητα στον μεσαίωνα

Η περιοχή αποτελούσε μέρος της αρχαίας μακεδονικής Τυμφαίας και παραδοσιακά πρόσφερε πρόσβαση στα σύνορα Μακεδονίας – Ηπείρου. 
Ο στρατηγικός της χαρακτήρας, έκανε την περιοχή της Μηλιάς ενδιαφέρουσα και τράβηξε την προσοχή όλων των κατοπινών κατακτητών του Ελλαδικού χώρου. Ήταν από τα πλέον σημαντικά και δύσβατα περάσματα, όπως αναφέρεται και απ’ τον Ρωμαίο ιστορικό Τίτο Λίβιο. Οι Ρωμαίοι ήταν αυτοί που επάνδρωσαν τα όντως δύσκολα αλλά σημαντικά αυτά περάσματα. Το ενδιαφέρον για την περιοχή, ήταν σίγουρα έντονο και κατά την χιλιόχρονη βυζαντινή περίοδο, για στρατιωτικούς αλλά και για εμπορικούς προφανώς λόγους.
Οι Τούρκοι, όταν με τη σειρά τους κατέκτησαν τα εδάφη, διατήρησαν την παλιά τάξη της αυτονομίας, προσεταιρίζοντας όμως από τη μια μεριά τους καπεταναίους και από την άλλη σε μεγάλο βαθμό ανέχονταν τους κλέφτες. Η Μηλιά εντάχθηκε στο ευνοημένο αρματολίκι του Μαλακασίου, το οποίο τελούσε υπό ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης, κάτι που έφερε ευημερία και γαλήνη στον τόπο. Η περιοχή έγινε πόλος έλξης για πολλούς πρόσφυγες και μετανάστες.
Από τα χρόνια της τουρκοκρατίας η Μηλιά αναφέρεται ως «μαχαλάς» της «Χώρας Μετσόβου», που πολύ νωρίς εξασφάλισε προνόμια, αυτοδιοίκηση και επίσημα όρια σφραγισμένα με σουλτανική βούλα. Με την απελευθέρωση η Μηλιά δεν αποδεσμεύτηκε από τον πολιτισμικό χώρο στον οποίο τετρακόσια και πλέον χρόνια συμπορεύτηκε και παρέμεινε στην Ήπειρο παρόλο που γεωφυσικά ανήκει στη Μακεδονία.
Aπό την Μηλιά κατάγονταν οι Καραμίχος Αναστάσιος και τα αδέλφια Ισαυρίδης Γεώργιος, Ισαυρίδης Μιχαήλ και Ισαυρίδης Ζήνων του Ιωάννη, που υπήρξαν μελή της Φιλικής Εταιρείας. Ο Μηλιώτης Γαβριήλ Α’ ήταν Αρχιεπίσκοπος Γρεβενών (1633).

Σύγχρονη ιστορία της Μηλιάς Μετσόβου



Ο σημερινός οικισμός της Μηλιάς, σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες και παραδόσεις που διασώζονται, κτίστηκε πριν τον 16ο αιώνα. Υπάρχει η παράδοση ότι, κατά τα μέσα του 16ου αιώνα, πολλές οικογένειες απ’ το χωριό Φτέρη Ολύμπου, κυνηγημένες απ’ τους Τούρκους, αναζήτησαν καταφύγιο στην Μηλιά και ενίσχυσαν πληθυσμιακά τον προϋπάρχοντα μικρό οικισμό.
Η Μηλιά απελευθερώθηκε το Νοέμβριο του 1912 από τον αντισυνταγματάρχη Σταμ. Μήτσα και τον εθελοντικό στρατό του. Οι Μηλιώτες έδωσαν το παρών στις εθνικές περιπέτειες του Μικρασιατικού πολέμου και του Αλβανικού Έπους. Κατά τη δεκαετία 1940 – 1950 θρήνησαν αρκετές δεκάδες θύματα. Το χωριό κάηκε τρεις φορές και οι κάτοικοι κατέφυγαν πρόσφυγες για 3 χρόνια στο Μέτσοβο, στα Ιωάννινα και τα Τρίκαλα. Όταν το 1950 επέστρεψαν, άρχισαν πάλι από την αρχή με κόπο και σκληρή δουλειά να χτίζουν τα σπίτια τους πάνω στα ερείπια. Ασχολήθηκαν στην αρχή με την κτηνοτροφία, την υλοτομία, τη βαρελοποιΐα και το αγωγιατλίκι που ήταν και οι παραδοσιακές ασχολίες τους.

Ζωντανή κοινότητα  με οικονομική ευημερία


Από τη δεκαετία του 1970 η πλειονότητα των κατοίκων του χωριού ασχολείται με την παραγωγή και το εμπόριο προϊόντων λαϊκής τέχνης. Αυτή η επαγγελματική δραστηριότητα συνέβαλε στην οικονομική ευημερία των Μηλιωτών και στην ανακοπή του μεταναστευτικού ρεύματος προς το εσωτερικό και προς το εξωτερικό που είχε αρχίσει από τη δεκαετία του 1950. Σήμερα στο χωριό κατοικούν περίπου 400 μόνιμοι κάτοικοι οι οποίοι ακόμη, κυρίως οι ηλικιωμένοι, ζουν πολύ κοντά στην παράδοση, ενώ οι απανταχού Μηλιώτες ξεπερνούν τους 2.000.
Οι κάτοικοι ζουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία σήμερα από τη βιοτεχνία ξυλόγλυπτων ειδών, τα οποία εμπορεύονται συνήθως οι ίδιοι ταξιδεύοντας ανά την Ελλάδα. Τεχνίτες από τα παιδικά τους χρόνια οι Μηλιώτες, δίνουν μορφή στο ξύλο και φτιάχνουν βαρέλια, οικιακά σκεύη, όπως πλάστες κουτάλες, θήκες για ψωμί, δοχεία για νερό και κρασί, κρεμάστρες, καθρέπτες και πολλά άλλα είδη, χρήσιμα για το σπίτι και τη διακόσμηση. Πολλοί, εμπνέονται από τα ζώα του δάσους, που τους περιβάλλει και δημιουργούν αρκούδες και λύκους, από ξύλο, ως διακοσμητικά.
Εκτός από την οξιά, τα ξύλα που χρησιμοποιούν είναι ρόμπολο, καστανιά και δρυς. Οι παππούδες τους και οι πατεράδες τους  τα δούλευαν με  το χέρι. Οι νέοι τώρα έχουν εκσυγχρονιστεί. Οι τεχνίτες – παραγωγοί της Μηλιάς, απευθύνονται στην ελληνική αγορά. Έχουν πελάτες σε όλη την χώρα, η καλύτερη όμως περίοδος για το εμπόρευμα τους, είναι τα πανηγύρια του καλοκαιριού και οι εμποροπανηγύρεις που διοργανώνονται σε διάφορες περιοχές.

Επεξεργασία ξύλου και λαϊκή τέχνη


Κάθε οικογένεια έχει και ένα εργαστήριο επεξεργασίας ξύλου. Η επεξεργασία του ξύλου και η λαϊκή τέχνη, αποτελεί παράδοση, ενώ 40 εργαστήρια ξυλογλυπτικής και επεξεργασίας του ξύλου, και οι δύο δασικοί συνεταιρισμοί δίνουν εργασία στους κατοίκους του χωριού.
Χρησιμοποιούν την οξιά την οποία εκμεταλλεύονται για τη λαϊκή τέχνη, ενώ τη μαύρη πεύκη για τη δημιουργία κολόνων της ΔΕΗ και τις οικοδομές. Τα εργαστήρια, βρίσκονται στα υπόγεια των σπιτιών, ενώ ο επισκέπτης σε κάθε γωνιά του οικισμού αντικρίζει μεγάλες ποσότητες ξυλείας τι οποίες, όπως εξηγούν, αφήνουν σε πρώτο στάδιο έξω για να στεγνώσουν και στη συνέχεια τις μεταφέρουν σε υπόγεια, για να ολοκληρωθεί η διαδικασία.

Παραδοσιακά πανηγύρια



Σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, το καλοκαίρι ιδίως, πραγματοποιούνται εκδηλώσεις με αποκορύφωμα τα πανηγύρια, τα οποία διατηρούν τον παραδοσιακό χαρακτήρα τους. Οι χοροί με τα τραγούδια, εκτελούνται με το παραδοσιακό ύφος και μέτρο. Μεγάλη γιορτή είναι και ο δεκαπενταύγουστος, κατά τη διάρκεια της οποίας διοργανώνεται μεγάλο πανηγύρι για να τιμηθεί, όσο γίνεται πιο λαμπρά, η Κοίμηση της Θεοτόκου. Την καλοκαιρινή περίοδο (Ιούλιος – Αύγουστος) ο πληθυσμός του χωριού ξεπερνά τα 1.500 άτομα. Την Πρωτοχρονιά αναβιώνει κάθε χρόνο το έθιμο της μεταμφίεσης και του καρναβαλιού. Οι κάτοικοι του χωριού μεταμφιέζονται, τριγυρίζοντας όλα τα κατοικημένα σπίτια.

Πηγές:
Σύνταξη κειμένου: Ευθύμιος – Σπυρίδων Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου

https://www.maxmag.gr

Ευχαριστούμε την φίλη nely nely που μας έστειλε τον παραπάνω σύνδεσμο

Δεν υπάρχουν σχόλια: