Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Το γεφύρι της Πλάκας και η αναστήλωση

C:\Users\User\Pictures\ΓΕΦΥΡΑ ΠΛΑΚΑΣ ΦΩΤΟ2.PNG

(Έλαβα σήμερα μια επιστολή από μια νεαρά που αναφέρεται στην
αναστήλωση του γεφυριού της Πλάκας. Έντονη, συναισθηματική γραφή
με εξαιρετικό πολιτικό περιεχόμενο και αλήθειες που καίνε. Συμφωνώ
απόλυτα. Γι’ αυτό και τη δημοσιεύω αυτούσια με χαρά και  με μια κραυγή.
Υπάρχουν ευτυχώς οι νέοι!)


"Υπογράφεται στις 5 το απόγευμα η σύμβαση για το έργο «Στερέωση, Αποκατάσταση, Αναστήλωση, Ανάδειξη Γέφυρας Αράχθου στην Πλάκα»  παρουσία του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Χρήστου Σπίρτζη. Με την υπογραφή της σύμβασης θα εγκατασταθεί και ο ανάδοχος του έργου. Στην τελετή υπογραφής της σύμβασης αναμένεται να παραστεί και η υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη."  (Σημερινό Δημοσίευμα στον ημερήσιο Τύπο).


Κατά το γνωστό και δρόμους θα φτιάξουμε
Αφού κατάπιαμε αμάσητα και αγόγγυστα όλα αυτά τα 10 χρόνια της οικονομικής κρίσης κάθε φερετζέ που μας φόρεσαν, κάθε καπίστρι που μας φόρτωσαν, (όλα φυσικά για τη σωτηρία μας), ήρθανε τώρα να μας αναστηλώσουν το γεφύρι μας.
Το γεφύρι που συντρόφευε κάθε παιδική μας μνήμη και χαρά. Το γεφύρι που στις παιδικές μας ψυχές έμοιαζε σαν από παραμύθι. Μεγάλο τοξωτό φρύδι του ποταμού, που είχαν οι άνθρωποι από παλιούς καιρούς στολίσει, για να μας δείχνει καθημερινά τι πα να πει ομορφιά και αγάπη και έρωτας και δημιουργία. Τι πα να πει ο άνθρωπος δημιουργός, αυτός ο άνθρωπος, ο γίγας!
Αυτό το γεφύρι που μας μύησε τα παιδιά της πόλης, τα παιδιά του καυσαερίου, της τηλεόρασης και των fast food, στο λαϊκό πολιτισμό. Αυτό, που αντικρίζοντας το πρώτη φορά, νοιώθεις και εσύ, και ας μην το έχεις νοιώσει ποτέ, δέος.
Και τώρα, αφού αναστήλωσαν τη χώρα, αναστηλώνουν το γεφύρι μας.
Κι αυτό πάνω σε τι θα αναστηλωθεί; Πάνω στο ίδιο υλικό που αναστηλώσατε τη χώρα; Πάνω στα ερείπια, πάνω στην κατακρεουργημένη περηφάνια μας, στα σμπαράλια της ζωής μας; Πάνω σε μια γενιά νέων που δεν γνωρίζει τι θα πει δουλειά με δικαιώματα, που θεωρεί φυσιολογική τη σύγχρονη σκλαβιά; Που της έμαθαν να μισεί και να αντιπαθεί κάθε διεκδίκηση, κάθε φωνή αντίστασης, να θεωρεί τον αγώνα πάντα ξεπουλημένο, πάντα από τους βολεψάκηδες; Που έχασε κάθε δημιουργικότητα και πάθος να σφίξει στα χέρια της τη ζωή και να ζήσει όπως αξίζει σήμερα σε κάθε άνθρωπο; Πάνω σε αυτά θα το αναστηλώσουν;
Για να μας έρθουν ύστερα και οι επιχειρηματίες και η ιδιωτική πρωτοβουλία -για το καλό μας πάντα- και να δώσουν και κάτι ψιλά βρε αδερφέ για να διαμορφώσει το χώρο, γιατί είναι και από τα μέρη μας, γιατί τον ήξερα εγώ, είναι καλό παιδί και φιλότιμο, αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας με κότερα, με βίλες, δίνει και επίδομα επιπλέον στους εργάτες του! Οποία φιλευσπλαχνία!  Να φτιάξουμε και κανά μαγαζί και κανά θέρετρο, για να γίνουμε εμπορικοί και να βγάλουμε κέρδος. Να κατοχυρώσουμε και το city branding Τι; Ποιος θα τα δουλεύει και με τι συνθήκες; Μα καλά πού ζεις; Η ανάπτυξη δεν είναι για εμάς. Το λαό, την πλέμπα, τα ανθρωπάκια.
Χάσαμε το μέτρημα των χρόνων, χάσαμε το μέτρημα των εξαγγελιών, χάσαμε τον μπούσουλα και τη δύναμή μας. Χάσαμε τα όνειρά μας, χάσαμε την πίστη μας.
Κι όμως σε αυτούς τους ζοφερούς καιρούς, σε αυτές τις μαύρες μέρες πάντα μα πάντα κερδίζει ο άνθρωπος. Γιατί τίποτα δε μένει σταθερό και ακίνητο. Σαν το ποτάμι μας, διαρκώς όλα κινούνται και αλλάζουν κι ας μοιάζουν ίδια τα νερά. Και ας βαλτώνουν σε ορισμένα σημεία.
Κι όπως το γεφύρι μας εκεί κολοβό παραμένει, εμείς και μόνο εμείς θα το χτίσουμε και θα το ομορφέψουμε. Γιατί κάθε μεγάλο, σπουδαίο, ιδανικό και όμορφο το φτιαξε ο ίδιος: ο δούλος, ο πληβείος ,ο κάλφας, ο δουλοπάροικος, ο εργάτης.
Ούτε οι σωτήρες, οι δαίμονες, ούτε τα θεία πνεύματα, ούτε οι δουλοκτήτες ούτε, οι πατρίκιοι ούτε οι βαρόνοι , ούτε οι αστοί.
Εμείς. Οι εργάτες των χεριών και του μυαλού. Εμείς που κινούμε την ιστορία.
«Εμείς
με πρόσωπο σαν αγουροξυπνημένο σεντόνι,
με χείλια κρεμασμένα σαν πολύφωτα,

Εμείς
οι κατάδικοι της πολιτείας των λεπρών,
όπου η βρώμα κι ο χρυσός γαγγραίνιασαν τη λέπρα,

Εμείς,
είμαστε πιο καθάριοι κι απ' το κρούσταλλο της Βενετιάς
που το ξεπλύνανε μαζί κ' οι θάλασσες κι ο ήλιος.
Στα παλιά μας παπούτσια κι αν δε βρίσκονται
στους Ομήρους και στους Οβίδιους
ανθρώποι σαν και μας,
βλογιοκομμένοι απ' την καπνιά.

Εμείς,
καθένας από μας,
κρατάμε μέσα στη γροθιά μας
τους κινητήριους ιμάντες του συμπάντος.

[...]

Εκεί που τ' ανθρώπινο βλέμμα τσακίζεται ανήμπορο,
βλέπω να καταφθάνει
των πεινασμένων στρατηλάτης,
φορώντας το ακάνθινο στεφάνι της επανάστασης
το 1916.

Κι ανάμεσά σας είμαι εγώ,
ο Πρόδρομός του,
κ' είμαι όπου βρίσκεται κι ο πόνος, πάντοτε παντού.

Πάνω σε κάθε μια σταλαματιά του νέφους των δακρύων
έχω σταυρωθεί.

Τίποτα πια δεν είναι για συγγνώμη.

Κι όταν
τον ερχομό του διαλαλώντας
ανταριασμένοι
θα βγείτε να δεχτείτε τον Σωτήρα,
εγώ για σας
θα ξεριζώσω την καρδιά μου
θα την ποδοπατήσω
κ' έτσι μεγαλωμένη
και καταματωμένη
θα σας τη δώσω για σημαία.»

Τα πόδια θα στυλώσουμε και θα ξανασηκωθούμε. Έτσι και το γεφύρι μας. Με ένα τεράστιο χαμόγελο και μια καρδιά από ήλιο, εμείς λοιπόν θα το αναστηλώσουμε, εμείς όπως θα αναστηλώσουμε και τη ζωή μας. Κι ας τρέμουν αυτοί που τη βρώμα σκορπίζουν μπροστά στη θέλησή μας.


Για την αντιγραφή Χρήστος Α.Τούμπουρος

Δεν υπάρχουν σχόλια: