«Αυτό το μπικίνι με έκανε σταρ» είχε
δηλώσει η ελβετίδα ηθοποιός Ούρσουλα Αντρες για το λευκό σέξι μαγιό με το οποίο
έκανε πάταγο ως το πρώτο κορίτσι του Μποντ στην ταινία «Dr. No» (1962). «Χάρη
σ΄αυτό το μαγιό κέρδισα πολλούς ρόλους αμέσως μετά, κι έτσι κατάφερα να γίνω
οικονομικά ανεξάρτητη».
Η αλήθεια είναι ότι το μπικίνι καθιερώθηκε τελικά
μέσα από ταινίες – το φορούσαν οι γυναίκες ινδάλματα της δεκαετίας τους 1950 και
μετά άρχισαν να το φοράνε και οι απλές, καθημερινές γυναίκες στην παραλία.
Ομως το μπικίνι (στη μορφή που το ξέρουμε σήμερα)
υπήρχε ήδη, από το 1946. Δημιουργήθηκε στη Γαλλία αμέσως μετά το τέλος του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τα υφάσματα ήταν ακόμη περιορισμένα και θεωρούνταν
μεγάλη πολυτέλεια, και όταν οι γυναίκες, μπορούσαν πια να κυκλοφορούν πιο
ελεύθερες. Το τελευταίο το είχαν κερδίσει με τον ιδρώτα τους, εργαζόμενες στη
θέση των ανδρών κατά τη διάρκεια του πολέμου, τότε που έπρεπε αυτές να καλύπτουν
τις ανάγκες τόσο της οικονομίας και της κοινωνίας, όσο και της δικής τους
οικογένειας, αφού ο άντρας είτε πολεμούσε, είτε είχε μείνει ανάπηρος, είτε είχε
σκοτωθεί.
Ηδη από το 1945, οι γυναίκες της Γαλλίας
είχαν ψηφίσει για πρώτη φορά – στις πρώτες γενικές εκλογές μετά την απελευθέρωση
της χώρας από τη γερμανική κατοχή. Και το 1946 θεσπίστηκε από το Γαλλικό
Σύνταγμα η υποχρέωση του κράτους για οικονομικά βοηθήματα προς τα κοινωνικά
αδύναμα άτομα, και ειδικά προς τις γυναίκες, τα παιδιά και τους εργάτες που
είχαν συνταξιοδοτηθεί. Από την άλλη, τότε, μετά τον πόλεμο, οι γυναίκες που
πλέον εργάζονταν, ελάμβαναν και το επίδομα καλοκαιρινής άδειας, το οποίο στη
Γαλλία είχε θεσπιστεί λίγο πριν από τον πόλεμο, το 1936.
Η γυναίκα λοιπόν,
τότε, το 1946, αποκτούσε μια νέα θέση στη γαλλική κοινωνία ή για να το πούμε πιο
σωστά στη δυτική κοινωνία. (Στην Ελλάδα, η εργαζόμενη γυναίκα, έπαιρνε κι εκείνη
το δικό της επίδομα άδειας από το 1945)
Το μπικίνι, στη σημερινή του μορφή, το λανσάρισαν
το 1946 ένας μηχανικός, ο Λουί Ρεάρ και ένας σχεδιαστής μόδας, ο Ζαν Εμ. Οι δυο
τους ήταν ανταγωνιστές, δεν ήταν συνεργάτες. Πρώτος το έβγαλε στην αγορά ο
σχεδιαστής και το ονόμασε άτομο εμπνεόμενος από την ονομασία του μικρότερου
σωματιδίου ενός χημικού στοιχείου – η ονομασία παρέπεμπε ευθέως στην ατομική
βόμβα. Ο Εμ θεώρησε ότι το αντίκτυπο που θα έχει το μπικίνι, με το σλόγαν «Το
μικρότερο μαγιό» θα ήταν αντίστοιχη μιας βόμβας. Δεν ήταν.
Αμέσως μετά το
λανσάρισμα του ατόμου, ο μηχανικός Λουί Ρεάρ παρουσίασε «Το μικρότερο μικρό
μαγιό», παραφράζοντας το σλόγκαν του Ζαν Εμ. Ο Ρεάρ το δικό του σέξι μαγιό, το
ονόμασε μπικίνι, από την ομώνυμη ατόλλη των Νήσων Μάρσαλ στον Ειρηνικό Ωκεανό, η
οποίες βρίσκονται ανάμεσα στη Χαβάη και στις Φιλιππίνες. Στην ηφαιστιογενή και
κοραλλιογενή ατόλλη Μπικίνι έγιναν οι πρώτες δοκιμές των Αμερικανών για την
ατομική βόμβα.
Σε κάθε περίπτωση το μικρό μαγιό εθεωρείτο από τους
δημιουργούς του βόμβα. Ομως η απήχησή του ήταν μικρή το 1946.
Η γυναίκα τότε
αναγνωριζόταν από το κράτος ως ενεργός πολίτης και ως εκ τούτου έπαιρνε τα πάνω
της, αλλά όχι τόσο ώστε να τα βάλει με τη θρησκεία (που της απαγόρευε να φορέσει
τέτοιο όνειδος) και την κοινωνία, η οποία θα της έβαζε την ταμπέλα «εύκολη» και
«πρόστυχη» και θα την απομόνωνε αυτοστιγμεί. Επιπλέον, όσον αφορά τον κοινωνικό
αποκλεισμό – το 1946 ακόμη ήταν νωπές οι εικόνες της «πρόστυχης» που πήγε με
Γερμανό στον πόλεμο, και που για τιμωρία οι πατριώτες την κούρευαν γουλί και την
κρεμούσαν σε κλαδί.
Ετσι ο Ρεάρ δεν μπορούσε να βρει ούτε καν μοντέλο για να
φωτογραφηθεί με το μπικίνι του στη διαφήμιση του μαγιό. Τελικά η μόνη που
δέχτηκε, ήταν μια επαγγελματίας στρίπερ, η Μισελίν Μπερναντινί, η οποία στη
φωτογραφία φοράει το μπικίνι και κρατάει ένα μικροσκοπικό κουτί (περίπου σε
μέγεθος κουτιού κοσμήματος). Η διαφήμιση έλεγε ότι το μπικίνι είναι τόσο μικρό,
που χωράει μέσα σ’ αυτό το κουτί.
Ούτε το κουτί, ούτε το μπικίνι, έπεισαν τις
Γαλλίδες. Επεισαν όμως και τα δύο, τη γαλλική βιομηχανία της ομορφιάς, η οποία
μεταπολεμικά αναζητούσε νέους δρόμους ανάπτυξης. Τα αντηλιακά ήταν ένας τέτοιος
δρόμος και το μπικίνι άφηνε πολύ δέρμα ακάλυπτο, ελεύθερο να δεχτεί τις βλαβερές
ακτίνες του ήλιου.
Τα μπάνια στη θάλασσα προπολεμικά δεν συνδέονταν με την
ηλιοθεραπεία. Γυναίκες και άνδρες, ακόμη και στα bains mixtes, βουτούσαν στο
νερό με τα ολόσωμα μπανιερά τους (οι γυναίκες φορούσαν και μαύρα χοντρά καλσόν!)
και αμέσως μετά εγκατέλειπαν την παραλία. Φορούσαν τα ρούχα τους και πήγαιναν να
πιουν τη λεμονάδα τους στο παρακείμενο καφέ, εστιατόριο ή μπαρ.
Το πρώτο
αντηλιακό στην ιστορία, το λάνσαρε το 1927 ο παρισινός οίκος αρωματοποιίας Jean
Patou. Αιτία ήταν η Γκαμπριέλ Κοκό Σανέλ, ταχύτατα ανερχόμενη σχεδιάστρια και
επαναστατικό fashion icon της εποχής.
Η Σανέλ πήγε στη Νίκαια διακοπές και κατά λάθος
κάηκε από τον ήλιο. Επέστρεψε στο Παρίσι, και το μαυρισμένο δέρμα της το
«πούλησε» ως το νέο στιλ της μοντέρνας γυναίκας στις πελάτισές της, που αγόραζαν
τότε σαν ζεστό ψωμάκι το επαναστατικό μαύρο ζέρσεϊ φόρεμα Chanel και έκοβαν με
το ψαλίδι τα καταπιεστικά κρινολίνα.
Το αντηλιακό του Ζαν Πατού, ονομαζόταν
«Huile de Chaldée», δηλαδή το λάδι της Χαλδαίας (οι Χαλδαίοι υπήρξαν βιβλικός
λαός της Βαβυλώνας). Εκείνα τα χρόνια, οι πλούσιοι Ευρωπαίοι ταξίδευαν πολύ στη
Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, οπότε η ονομασία του λαδιού, που θα μπορούσαν να
χρησιμοποιήσουν στα ταξίδια τους στις ηλιόλουστες χώρες ήταν αρκούντως
ατμοσφαιρική, μυστικιστική και πετυχημένη.
Τη δεκαετία του 1930 η
ηλιοθεραπεία άρχισε να συνταγογραφείται ως βοηθητική αγωγή για διάφορες παθήσεις
– από υπερκόπωση έως φυματίωση. Και στη δεκαετία του 1940, αμέσως μετά τον
πόλεμο, πρωτοφάνηκαν στα γυναικεία περιοδικά οι διαφημίσεις αντηλιακών που
προέτρεπαν τις γυναίκες να καθίσουν ελεύθερα στον ήλιο για να ξεκουραστούν, να
νιώσουν πιο υγιείς και πιο όμορφες.
Κάπως έτσι
το ένα χέρι ένιβε το άλλο. Τα αντηλιακά χρειάζονταν το μπικίνι για να διαδοθούν
και να αναπτυχθούν. Από την άλλη το μπικίνι δημιουργούσε και μία ακόμη ανάγκη
στη γυναίκα που θα το φορούσε: την αποτρίχωση. Οι ανατολίτισσες, οι Αιγύπτιες,
είχαν από την αρχαιότητα εφεύρει τις μεθόδους – κερί, καραμέλα. Γιατί να μην
εκμεταλλευτεί αυτές τις αποτελεσματικές εφευρέσεις η δυτική βιομηχανία της
ομορφιάς;
Εδώ λοιπόν, έπαιξε τον ρόλο του το Χόλιγουντ. Η λύση του
προβλήματος ήρθε από την Αμερική. Οι σταρ του Χόλιγουντ ήταν είδωλα. Οι ΗΠΑ ήταν
μια χώρα πιο ελεύθερη, πιο χαλαρή, πιο ανάλαφρη από τη Γαλλία – δεν έσερνε πίσω
της το βάρος της ευρωπαϊκής ιστορίας με τα αμέτρητα ταμπού. Η αμερικανίδα σταρ
στη μεγάλη οθόνη δεν φαινόταν πρόστυχη όταν φορούσε το μπικίνι της, ούτε τη
φανταζόταν κανείς κουρεμένη γουλί και κρεμασμένη στο κλαδί. Η Ρίτα Χέιγορθ, η
Αβα Γκάρντνερ, η Μέριλιν Μονρόε, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Λάνα Τάρνερ, φαίνονταν
εντυπωσιακές, χαριτωμένες, δυναμικές, κομψές, μοιραίες, προοδευτικές… αναλόγως
με τον ρόλο που υποδύονταν.
Το 1953, η δεκαεφτάχρονη τότε Μπριζίτ Μπαρντό,
σύζυγος του δυναμικού σκηνοθέτη Ροζέ Βαντίμ φόρεσε μπικίνι στην ταινία «Manina,
la fille sans voiles» (Μανίνα, το κορίτσι αποκαλύπτεται). Την ίδια χρονιά
φωτογραφήθηκε στις Κάννες με το μπικίνι της, για την προβολή της ταινίας. Το
μπικίνι, κατέλαβε το κορυφαίο ευρωπαϊκό φεστιβάλ κινηματογράφου. Εκεί
φωτογραφήθηκαν με το μικροσκοπικό μαγιό κι άλλες ευρωπαίες σταρ, όπως η Σοφία
Λόρεν και η Ανίτα Εκμπεργκ.
Η Μπριζίτ
Μπαρντό, έγινε η γαλλίδα εκπρόσωπος του μπικίνι. Το καλοκαίρι του 1953,
φωτογραφήθηκε υπό την καθοδήγηση του Βαντίμ σε όλες τις παραλίες της Νότιας
Γαλλίας με μπικίνι. Οταν 5 χρόνια μετά, το 1958, η ταινία προβλήθηκε για πρώτη
φορά στις ΗΠΑ ο τίτλος ήταν αλλαγμένος σε «Manina, the girl in the
bikini».
Πάντως το 1953, και η αμερικανική εταιρεία Coppertone λανσάρισε το
πρώτο αντηλιακό της, με σήμα ένα κοριτσάκι με μπικίνι, κι ένα σκυλάκι που του
δαγκώνει το μαγιό. Η Αμερική ξέρει να απενοχοποιεί τα πάντα, καλύτερα από τον
καθένα.
Κι έτσι το μπικίνι έγινε θεσμός στον δυτικό κόσμο. Λίγα χρόνια
αργότερα, τη δεκαετία του 1960 οι φεμινίστριες θα το απέρριπταν μετά βδελυγμίας,
ως σύμβολο υποταγής της γυναίκας τις φαλλοκρατικές ορέξεις του άνδρα. Ομως δεν
είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα και γι’ αυτό οι φεμινίστριες δεν κατόρθωσαν να
πείσουν τις γυναίκες να μην το φορούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου