Ανδρες του 79ου Εφεδρικού Τάγματος μετά την
εισβολή στους Λιγκιάδες
Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδίας κ. Γιόαχιμ Γκάουκ θα
βρεθεί στις 7 Μαρτίου σε έναν μαρτυρικό τόπο, στο χωριό Λιγκιάδες Ιωαννίνων,
όπου οι γερμανοί ναζί εκτέλεσαν 91 χωρικούς, οι μισοί απ' αυτούς μικρά παιδιά
και ηλικιωμένοι. Ο γερμανός πρόεδρος πηγαίνει στο χωριό που βίωσε τη γερμανική
θηριωδία μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο
Παπούλια. Η επίσκεψη είναι σημαδιακή. Ο κ. Παπούλιας φέρνει μαζί του
στον τόπο του μαρτυρίου τον γερμανό ομόλογό του για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι
τα εγκλήματα πολέμου των ναζί. Θα καταθέσει μάλιστα στεφάνι στον χώρο όπου
έγιναν οι εκτελέσεις.
Οι πρωταίτιοι της σφαγής καταδικάστηκαν στη Δίκη της Νυρεμβέργης, αλλά
λίγο αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι. Για τους Γερμανούς, έως τώρα, η σφαγή στους
Λιγκιάδες σχεδόν αποσιωπάται. Στα γερμανικά ΜΜΕ γίνεται συχνά αναφορά στις
θηριωδίες των ναζί στη Ρωσία, στην Πολωνία και αλλού, αλλά ποτέ στην Ελλάδα. Εως
σήμερα μόνο ο πρόεδρος Γιοχάνες Ράου επισκέφθηκε το 2000 τα
Καλάβρυτα και ο προκάτοχός του Ρίχαρντ φον Βαϊτσέκερ την
Καισαριανή.
Τα εγκλήματα πολέμου, όμως, στην Ελλάδα δεν ανήκουν στη γερμανική
συλλογική μνήμη και αυτό είναι που πληγώνει τους Ελληνες. Αλλά αυτήν τη φορά το
ταξίδι του κ. Γκάουκ στους Λιγκιάδες γίνεται, όπως φαίνεται, τη σωστή στιγμή.
Ηδη ασχολήθηκε με αυτό η εβδομαδιαία εφημερίδα «Die Zeit», η οποία επανέφερε το
διαχρονικό ελληνικό αίτημα προς τη γερμανική κυβέρνηση για την καταβολή
αποζημιώσεων για τα εγκλήματα πολέμου καθώς και την επιστροφή του κατοχικού
δανείου. Σημειώνει μάλιστα και τον φόβο της γερμανικής κυβέρνησης ότι στην
περίπτωση που καταβληθούν αποζημιώσεις θα ξεσηκωθεί κύμα απαιτήσεων απ' όλο τον
κόσμο: «Μόνο έτσι εξηγείται γιατί έως τώρα οι γερμανοί πολιτικοί απέφευγαν
όχι μόνο να επισκεφθούν αλλά και να κάνουν αναφορά στα ελληνικά χωριά που
μαρτύρησαν από τα στρατεύματα του Χίτλερ» αναφέρει η εφημερίδα. Και τούτο
παρά το γεγονός ότι εκδόθηκαν ήδη δύο βιβλία από γερμανούς ιστορικούς οι οποίοι
αποκάλυψαν την εγκληματική δράση των ναζί στην Ελλάδα. Το πρώτο, σε δύο τόμους,
είναι γραμμένο από τον Χέρμαν Φρανκ Μάγερ και έχει τίτλο
«Αιματοβαμμένο Εντελβάις». Ο Μάγερ επισκέφθηκε πρώτη φορά την Ελλάδα το 1963 για
να αναζητήσει να ίχνη του αγνοούμενου πατέρα του, ο οποίος ως Γερμανός
αξιωματικός της Βέρμαχτ είχε έρθει στην Ελλάδα το 1942 για να συμμετάσχει στην
επισκευή της γέφυρας του Γοργοποτάμου. Χρειάστηκε 25 ολόκληρα χρόνια για να
συγκεντρώσει τα στοιχεία για τον θάνατο του πατέρα του. Στο βιβλίο του
περιγράφει το εγκληματικό ξέσπασμα των ναζί στο χωριό Λιγκιάδες
Ιωαννίνων.
Το δεύτερο βιβλίο είναι μια τριλογία του
Κρίστοφ Γουστάβους, καθηγητή της Ιστορίας του Δικαίου στο
Πανεπιστήμιο της Βρέμης, ο οποίος ερεύνησε τις θηριωδίες των συμπατριωτών του
στην Ελλάδα. Γράφει χαρακτηριστικά: «Στις 3 Οκτωβρίου 1943, ημέρα Κυριακή,
και ενώ ακόμα δεν έχει χαράξει, οι προβολείς και το πυροβολικό του γερμανικού
στρατού κατοχής είναι στραμμένα στο χωριό. Εξι καμιόνια με γερμανούς καταδρομείς
ανηφορίζουν προς τα εκεί. Υστερα από λίγες ώρες το χωριό θα έχει σβηστεί από τον
χάρτη. Και οι 91 κάτοικοι - κυρίως γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι - δεν θα
προλάβουν ούτε καν να ρωτήσουν σε τι έφταιξαν. Καπνοί θα σκεπάσουν τα Γιάννενα
και η λήθη τη μνήμη». Ο Κρίστοφ Γκουστάβους μίλησε με επιζώντες της σφαγής,
έδωσε τον λόγο σε θύματα, αλλά κυρίως έψαξε στη Γερμανία τους θύτες. Ακόμα
προσπαθεί να καταλάβει γιατί ποτέ δεν λογοδότησαν για τα τόσο φρικτά εγκλήματά
τους.
Η σφαγή έγινε εξαιτίας του συνταγματάρχη Γιόζεφ Ζάλμινγκερ,
ενός σκληρού και απάνθρωπου ναζί, διοικητή του 98ου συντάγματος της Βέρμαχτ.
Στις 30 Σεπτεμβρίου ο Ζάλμινγκερ διασκέδαζε έξω από την Πρέβεζα, σ' ένα
στρατόπεδο των ναζί. Ενώ το τσιμπούσι συνεχιζόταν, ο Ζάλμινγκερ ζήτησε να
επιστρέψει στο διαμέρισμά του, αλλά του είπαν ότι ο δρόμος προς την Πρέβεζα δεν
ήταν ασφαλής από τις επιθέσεις των ανταρτών. Επιπλέον, ο Ζάλμινγκερ γνώριζε πως
οι αντάρτες ήταν ιδιαιτέρως δραστήριοι τις προηγούμενες ημέρες, αφού την
προηγουμένη είχαν βρεθεί 16 πεσμένοι τηλεγραφικοί στύλοι τρία χιλιόμετρα νότια
της Αρτας. Τότε οι στρατιώτες του 28ου συντάγματος είχαν συλλάβει ως αντίποινα
στα κοντινά χωριά Νεοχωράκι και Κομπότι 30 αμάχους, τους οποίους και παρέδωσαν
στο διοικητήριο της Αρτας. Την επομένη, επίσημη ανακοίνωση του 98ου συντάγματος
ανέφερε: «Ως μέτρο αντιποίνων για δολιοφθορά στις επικοινωνίες τα ξημερώματα
εκτελέσθηκαν 17 άμαχοι».
Ο Ζάλμινγκερ ήταν το καμάρι της Βέρμαχτ στην περιοχή. Είχε
πρωταγωνιστήσει στην κατάληψη της Κεφαλλονιάς και στη σύλληψη 15.000 ιταλών
στρατιωτών της Μεραρχίας Ακουι. Συμμετείχε στη μαζική εκτέλεση που ακολούθησε
την αιχμαλωσία. Ηταν υπερόπτης, ανθέλληνας, πιστός στα κελεύσματα του
Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας και του Χίτλερ. Παρά το γεγονός ότι
είχε απόλυτη επίγνωση του κινδύνου στην περιοχή, μεθυσμένος πήδηξε στο κάθισμα
του αυτοκινήτου του και είπε στον οδηγό του Αντον Μπάντερ
«επιστρέφουμε». Ηταν η τελευταία του νύχτα στην Ελλάδα και ήθελε να την
περάσει με το σύνταγμά του. Οπως γράφει στο βιβλίο του ο Χέρμαν Μάγερ, η ώρα
ήταν 1 το πρωί. Οι γερμανοί αξιωματικοί επιχείρησαν να τον εμποδίσουν: «Αλλά
δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Ο Ζάλμινγκερ απλά πήδηξε μέσα στο αυτοκίνητο.
Ο οδηγός του Μπάντερ έβαλε μπρος πριν καλά καλά ανέβει η μπάρα και προκάλεσε
ζημιές στο οδόφραγμα. Σίγουρο είναι ότι ο οδηγός είχε κακή ορατότητα, επειδή όλα
τα αυτοκίνητα ταξίδευαν τη νύχτα με καλυμμένους προβολείς για να μην τραβούν την
προσοχή των ανταρτών. Επειτα από μια γέφυρα, σε μια απότομη στροφή, προσέκρουσε
σε μεγάλη ταχύτητα πάνω σε έναν μεγάλο στύλο. Το αυτοκίνητο χτύπησε με τέτοια
ορμή στο εμπόδιο, που εκσφενδονίστηκε στην κοίτη του ποταμού και καταπλάκωσε τον
οδηγό. Ο συνταγματάρχης Γιόζεφ Ζάλμινγκερ βρέθηκε την επομένη νεκρός στους
θάμνους, δίπλα στον δρόμο, με μια σφαίρα στην κοιλιά και άλλα τραύματα από
πυροβολισμούς. Στο χέρι του κρατούσε ακόμη το πιστόλι».
Η απώλεια για τους Γερμανούς ήταν μεγάλη. Ενας γερμανός αξιωματικός,
μέλος των ορεινών καταδρομέων, που με ψύλλου πήδημα εκτελούσε αμάχους ως
αντίποινα και κατέστρεφε χωριά, ήταν νεκρός. Τα αντίποινα είχαν ήδη αποφασιστεί
από τους Γερμανούς. Ετσι, στις 3 Οκτωβρίου η μεραρχία καταδρομών Εντελβάις
συγκέντρωσε στα κελάρια των σπιτιών 96 αμάχους, γυναίκες, ηλικιωμένους και
παιδιά - ανάμεσά τους ένα παιδί μόλις 11 μηνών - και μετά πυρπόλησαν το χωριό.
Από την καταστροφική επίθεση των ναζί επέζησαν μόνο πέντε άνθρωποι, ενώ πολλοί
είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα θύματα θα ήταν πολύ περισσότερα αν δεν είχε
μεσολαβήσει ένα γεγονός: η ώρα της σφαγής συνέπεσε με την ώρα της λειτουργίας.
Πλην όμως, την ημέρα εκείνη ο παπάς του χωριού λειτούργησε σε διπλανό χωριό, με
αποτέλεσμα οι κάτοικοι να πάνε στα χωράφια τους και όχι στην εκκλησία.
Από τους 96 που μέτρησαν με σπουδή οι κατακτητές γλίτωσαν το θάνατο
μόνο πέντε: ένα βρέφος, μια νεαρή γυναίκα η οποία καλύφθηκε από τα πτώματα
συγχωριανών της και τρεις 24χρονοι άνδρες που οι σφαίρες τραυμάτισαν επιπόλαια.
Ενας από τους επιζώντες, ο Παναγιώτας Μπαμπούσκας, είχε πει: «Να σκεφτείτε,
έψαχνα γυναίκες να θηλάσουν το μωρό ανάμεσα στους εκτελεσμένους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου