Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

Quo vadimus?




«γιγνόμενα μέν καί ε σόμενα, έως άν ατή φύσις νθρώπων»
Είναι λογικό, μάλλον, να παρασύρεται κανείς από την ένταση των όσων συμβαίνουν στη χώρα μας και να του διαφεύγει, κάποιες φορές, το «όλον», δηλαδή το ευρύτερο πλαίσιο που, πολλές φορές, όχι μόνο επηρεάζει αλλά και δρομολογεί τις εσωτερικές εξελίξεις. Για παράδειγμα η αυξομειούμενη πόλωση μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ για λόγους εντυπωσιοθηρικούς ώστε να επικαλύπτουν τον ενδιάμεσο χώρο ή οι απροσδόκητα αυστηρές αλλά αναγκαίες, ίσως, ποινές που επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια σε πολιτικά πρόσωπα για να αποθαρρύνονται ανάλογα φαινόμενα είναι κάποια από τα θέματα που μας απασχόλησαν πρόσφατα ως κοινωνία.
Ομοίως, οι ομολογούμενες καθυστερήσεις στην πραγματοποίηση των αναγκαίων εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων και η χαρακτηριστική ελληνική ασυνέπεια λόγων και έργων, σε συνδυασμό με τον έντονο λαϊκισμό του πολιτικού μας προσωπικού και τον ακατάσχετο κομματισμό που κυριαρχεί στο συνδικαλισμό αλλά και στη διοίκηση, «φρενάρουν» την προσπάθεια της χώρας να ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό πιο αναπτυγμένο περιβάλλον.
Παρ' όλα αυτά -και παρά την αρνητική συγκυρία της οικονομικής κρίσης που αποδυνάμωσε τη χώρα ακόμη και σε επίπεδο εθνικής κυριαρχίας- υπήρξαν και θετικά γεγονότα στην οικονομία (π.χ. εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος, αύξηση των εξαγωγών) αλλά και στο εθνικό μέτωπο. Στο σκέλος αυτό υπήρξε η εξαιρετική πρόταση της κυβέρνησης να θεωρηθεί η ελληνική ΑΟΖ ως τμήμα της ευρωπαϊκής. Ήδη το ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε την ελληνική πρόταση και έλαβε αυτή την σημαντική πολιτική απόφαση κατά την υπερψήφιση του ενεργειακού χάρτη πορείας μέχρι το 2050 αναγνωρίζοντας την αξία που έχουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) οι υδρογονάνθρακες (H/C) της περιοχής μας.
Στο θέμα αυτό (ΑΟΖ-Η/C) απαιτούνται ιδιαίτερα λεπτές και προσεκτικές κινήσεις τόσο εκ μέρους των κυβερνητικών εταίρων που έχουν τη βασική ευθύνη για τους χειρισμούς όσο και εκ μέρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Διότι η πιθανότητα ύπαρξης πλούσιων κοιτασμάτων Η/C στο Αιγαίο ή στη Μεσόγειο είναι φυσικό να προκαλεί τη διάθεση για εμπλοκή των γειτόνων και ιδιαίτερα της Τουρκίας. Είναι κοινός τόπος άλλωστε, από πολύ παλιά, ότι «δι γρ τν τν χρημάτων κτσιν πάντες ο πόλεμοι γίγνονται» (Πλάτωνος, Φαίδων, 66d).
Για το πετρέλαιο, ως γνωστόν, έγιναν αρκετοί πόλεμοι στο παρελθόν και χύθηκε πολύ αίμα όπως π.χ. οι εκστρατείες των Βρετανών στην Καλλίπολη και στη Κριμαία για των έλεγχο των αποθεμάτων του Καυκάσου ή οι προσπάθειες των Γερμανών επί Χίτλερ (Hitler) να «βάλουν πόδι» στο μεσανατολικό πετρέλαιο. Αλλά και οι πρόσφατες εισβολές των Αμερικανών στο Ιράκ ή η σχεδιαζόμενη επίθεση στο Ιράν έγιναν και θα γίνουν για τον έλεγχο των ενεργειακών αποθεμάτων.
Συνεπώς και έχοντας υπόψη το βουλιμικό ενδιαφέρον των ισχυρών για τους όπου Γης υδρογονάνθρακες (Η/C: πετρέλαιο, φυσικό αέριο, υδρίτης μεθανίου) απαιτούνται εκ μέρους μας (ελλαδιτών και Κυπρίων) δεξιοτεχνικές κινήσεις «χειρουργικού τύπου» καθώς αυτοί (οι ισχυροί) «καθαρίζουν» το τοπίο πέριξ της λεκάνης της Μεσογείου, εξασθενίζοντας με κάθε μέσο τις χώρες που την περιβάλλουν.
Έτσι χώρες με αυταρχικά καθεστώτα όπως η Υεμένη, η Αίγυπτος, η Λιβύη (και τώρα η Συρία που αντιστέκεται αιμορραγώντας) υπέστησαν και υφίστανται επιθετικό και κατευθυνόμενο «εκδημοκρατισμό» (;) ενώ τα φιλοδυτικά αραβικά και εξίσου αυταρχικά καθεστώτα (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Ιορδανία...) δεν στοχοποιήθηκαν για τα δημοκρατικά τους ελλείμματα ούτε καν ενοχλήθηκαν, παρότι ο πλέον καταζητούμενος και προσφάτως δολοφονηθείς τρομοκράτης Οσάμα Μπιν Λάντεν (Osama Bin Laden) ανήκε σε εξέχουσα σαουδαραβική οικογένεια.
Το αντίθετο συνέβη στις χώρες της νοτίου Ευρώπης (PIGS) που βρέχονται από τη Μεσόγειο, όπου η δημοκρατία υποχώρησε. Οι εκλεγμένες ηγεσίες τους, που εκ των πραγμάτων υποχρεούνται να δίνουν λόγο στους λαούς τους, εξαναγκάστηκαν σε συμβιβασμό και υποταγή μέσω του οικονομικού πολέμου που έπληξε μονομερώς τα λαϊκά στρώματα και τους νέους. Ορισμένες μάλιστα από αυτές τις ηγεσίες -Παπανδρέου, Μπερλουσκόνι (Berlusconi)- αποχώρησαν κακήν-κακώς υπό το βάρος των υπογραφών που αναγκάστηκαν να βάλουν. Εκδιώχθηκαν ως αναλώσιμοι και όχι ως εκφραστές της λαϊκής βούλησης. 'Aρα στις χώρες αυτές είχαμε αλλοίωση της λαϊκής εντολής και εκφυλισμό της δημοκρατίας δυτικού τύπου.
Μόνο οι ανιστόρητοι ή οι ανυποψίαστοι θεωρούν εντελώς τυχαία και συμπτωματικά τα όσα συμβαίνουν αυτή την περίοδο στις χώρες γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου. Δηλαδή την ταυτόχρονη εξασθένιση-έλεγχο των χωρών της βορείου Αφρικής και της νοτίου Ευρώπης με την «ανακάλυψη» τώρα των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων εντός αυτής. Αποδίδουν, μάλιστα, σε θεωρίες συνομωσίας και όχι σε διερεύνηση των γεω-στρατηγικών παιγνίων, απόψεις που προσπαθούν να περιγράψουν και να τεκμηριώσουν, με εργαλείο την κοινή λογική, τα τεκταινόμενα στην περιοχή. Πλανώνται.
Με βάση τα παραπάνω είναι περισσότερο από σαφές ότι οι καιροί δεν επιτρέπουν στις μικρές και αποδυναμωμένες πια χώρες να επιδίδονται σε ψευτονταηλίκια, σε ανέξοδους λαϊκισμούς και σε ψευδεπίγραφες πολώσεις που υποσκάπτουν το εσωτερικό μέτωπο και υπονομεύουν την όποια διαπραγματευτική ισχύ διαθέτει πλέον η χώρα. Οι επιζήμιοι και καταστροφικοί διχασμοί του παρελθόντος είναι απαραίτητο να δώσουν τα αναγκαία μαθήματα στην σημερινή πολιτική ελίτ ώστε να επιδιώκει διαρκώς το όφελος της χώρας έχοντας γνώση της ιστορικής συγκυρίας και επίγνωση των ευθυνών που ανέλαβε.
'Αλλωστε η προστασία των συμφερόντων της πατρίδας μας στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο και κυρίως οι στρατηγικοί της στόχοι δεν ταυτίζονται αναγκαστικά και μόνο με τα ποσοτικά δεδομένα (που ακόμη αγνοούμε) για τους υδρογονάνθρακες αλλά και με ποιοτικές επιλογές που διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή μας. Ενδεχομένως λοιπόν, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, μια γενναιόψυχη και ρεαλιστική στάση, δίχως ταπεινωτικές υποχωρήσεις, απέναντι ακόμη και σε ένα δύσκολο γείτονα, μπορεί να γίνει η αφετηρία για μια πορεία με μακρόχρονη ειρήνη και δημιουργική ανάπτυξη στην περιοχή.
Σε μια τέτοια περίπτωση αποκτά νόημα και ουσιαστικό περιεχόμενο και το αρχικό ερώτημα: που βαδίζουμε; Διότι η κατανόηση των ιστορικών φαινομένων καθώς και η αναγνώριση ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός δομήθηκε, εν πολλοίς, με βία και αίμα (σύμφωνα και με τη ρήση του Αθηναίου ιστορικού) συμβάλλει ασφαλώς στην συλλογική μας αυτογνωσία. Επιπλέον, όμως, μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε την ανεπάρκεια των ηγεσιών εκείνων που μας οδήγησαν (με τη δική μας ψήφο) στις δαγκάνες της κρίσης στις οποίες, όπως παραπάνω εξηγήσαμε, μας ώθησαν εξίσου και τα συμφέροντα των «φίλων» και «συμμάχων» μας.

του Δημήτρη Νούλα Ο Δημήτρης Νούλας είναι χημικός και εργάζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Δεν υπάρχουν σχόλια: