Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

Κ.Κρυστάλλης- ένας αδικημένος ποιητής.



Γράφει η Κατερίνα Σχισμένου.

Οδεύουμε στο κλείσιμο του έτους Κρυστάλλη, 150 χρόνια από τη γέννησή του, όπου όλη η Ήπειρος τον τίμησε με κάθε τρόπο και όπως μπορούσε ο κάθε σύλλογος, δήμος, ο κόσμος που του δείχνει ακόμη τη λατρεία του μιας και μιλά πρωτίστως στις καρδιές του απλού και βασανισμένου Ηπειρώτη.Της πολυβασανισμένης Ηπείρου, της Ηπείρου του μόχθου και της ορφάνιας, του αγώνα και της αντίστασης, των υψηλών βουνοκορφών και των μεγάλων πτήσεων του ποιητή στα φτερά του Σταυραετού του. Της Ηπείρου που έχει τα παιδιά της στα ξένα...Αδικήθηκε από τη ζωή, από την μάνα που χάθηκε, απο την ορφάνια που τον ακολουθούσε. Αδικήθηκε από την ασθένεια που κουβαλούσε, από τον αγώνα του για την ελευθερία. Αδικήθηκε από τους κύκλους της Αθήνας που τον περιφρόνησαν και τον χαρακτήρισαν τσοπάνο, αυτόν, έναν απόφοιτο της Ζωσιμαίας σχολής που μιλούσε ξένες γλώσσες και ήξερε να χειρίζεται τη δημοτική, να καταγράφει τη λαογραφία να πεθαίνει κάθε μέρα κι από λίγο. Αδικήθηκε όταν το έργο του- κάηκε ως φορέας της φυματίωσης με όλο του το μπαούλο. Αδικήθηκε ως προτομή μιας και συνεχώς αυξάνονταν η τιμή από τον γλύπτη για αν την ολοκληρώσει. Αδικήθηκε από το χαρακτηρισμό της στάνης και του τσέλιγκα και όλων όσων τον τοποθέτησαν εκεί. Αδικήθηκε από μας τους ίδιους τους φιλολόγους και δασκάλους γιατί ποιός τον δίδαξε φέτος στους μαθητές του, ποιός τον τραγούδησε και τον κατανόησε; Και απαγγέλουμε μέσα στην ελαφρύτητά μας τη Σατραπεία του Καβάφη στο έτος Κρυστάλλη, αντί να πούμε για την Ήπειρο και σταματάμε στα τυριά της να χορτάσουμε τις κοιλιές μας. Θα ξαναβυθιστεί στη μαύρη γη...Τουλάχιστον έκανε μια πτήση πάνω απ΄τα κεφάλια μας....

Ποῦ νὰ τὸν πῶ τὸν πόνο μου, ποῦ νὰ τὸν ἀπορίξω;

Νὰ τὸν εἰπῶ στὰ τρίστρατα, τὸν παίρνουν οἱ διαβάτες,
νὰ τὸν ἀφήσω στὰ κλαριά, τὸν παίρνουν τ᾿ ἀγριοπούλια!..
Κι ἂν κλάψω, τὰ φαρμακερὰ τὰ δάκρια ποῦ νὰ πέσουν;
Ἂν πέσουνε στὴ μαύρη γῆ, χορτάρι δὲν φυτρώνει,
ἂν πέσουνε στὸν ποταμό, ὁ ποταμὸς θὰ στύψει,
ἂν πέσουνε στὴ θάλασσα, πνίγουνται τὰ καράβια,
κι ἂν τὰ βαστάξω στὴν καρδιά, μὲ καῖν᾿ μὲ φαρμακώνουν!






Κατερίνα Σχισμένου.