Απολαύστε τα video
Ραδοβίζι
Το Ραδοβίζι (Τοπική Κοινότητα Ραδοβιζίου - Δημοτική
Ενότητα ΜΟΛΟΣΣΩΝ), ανήκει στον δήμο ΖΙΤΣΑΣ της Περιφερειακής Ενότητας ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
που βρίσκεται στην Περιφέρεια Ηπείρου, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της
Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα "Καλλικράτης".
Η επίσημη ονομασία
είναι "το Ραδοβίζιον". Έδρα του δήμου είναι η Ελεούσα και ανήκει στο γεωγραφικό
διαμέρισμα Ηπείρου.
Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο
"Καποδίστριας", μέχρι το 2010, το Ραδοβίζι ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα
Ραδοβιζίου, του πρώην Δήμου ΜΟΛΟΣΣΩΝ του Νομού ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ.
Το Ραδοβίζι έχει
υψόμετρο 592 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, σε γεωγραφικό πλάτος
39,5902423307 και γεωγραφικό μήκος 20,5719553058. Οδηγίες για το πώς θα φτάσετε
στο Ραδοβίζι θα βρείτε εδώ.
Ιστορία
Η ιστορία του χωριού μας χάνεται στα βάθη των αιώνων, μας είναι άγνωστο
για το πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά. Κάποια κομμάτια κεραμικών που έχουν
βρεθεί και η ονομασίες «Καστρί και κεραμίδια» μαρτυρούν μια ιστορία που μπορεί
να μην την ξέρει κανείς. Παλεώτερα πίστευαν ότι το Ραδοβίζι ήταν η αρχαία
Πασσαρώνα όμως αργότερα απεδήχθη πώς ήταν λάθος.
Την περίοδο Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πιθανών δεν κατοικούνταν από
Τούρκους, σίγουρα όμως πλήρωναν το γνωστό «χαράτσι», αιτία της επανάστασης του
Διονυσίου Φιλοσόφού το 1611.
Στον B! Παγκόσμιο πόλεμο το Ραδοβίζι ήταν το στρατηγείο
του 10ου Συντάγματος Στρατού
και κατεστράφη ολοκληρωτικά με φωτιά από τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής στης
23 Ιουλίου 1943.
Η Μονή
Διχουνίου
Τέσσερα χιλιόμετρα μετά το
Ραδοβίζι, στο δρόμο που οδηγεί προς το
Σενίκο, βρίσκεται το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου Διχουνίου, σε
υψόμετρο 550 μέτρα. Το μοναστήρι συνορεύει, σύμφωνα με ακριβή περιγραφή του
ηγουμένου του Ιωσήφ, « ανατολικά με τόπον του χωρίου Τοσκεσάκη και Λάλεζας, από
το βώρειον μέρος με τόπον του χωρίου Ραδοβήζντι, από δυτικά με τόπον των χωρίων
ντοβλά και Βαρμπότα εις τον πάτον του ποταμιού από το εν μέρος είναι ο λάκκος
του Κωστάκη ονομαζόμενος και από το άλλο κουτζποαίς και στην ράχη, και από
μεσημβρίαν με τόπον των χωρίων Βερνίκου και στραγανέτζη». Στο σημείο, που
είναι χτισμένο το μοναστήρι, σμίγουν δύο
χούνες και απ' αυτές ονομάστηκε Διχούνη ή Ντιχούνι ή Ντουχάν και κατ' άλλη
εκδοχή πήρε αυτό το όνομα από την τοποθεσία «Ντιχούνι», που στ' αρβανίτικα
σημαίνει «δύο παλούκια» ή από δύο πύργους του, που είχε παλιά.
Ο χρόνος της ίδρυσης
του πρώτου μοναστηριού μας είναι άγνωστος, αλλά γνωρίζουμε ότι σε αυτό μόνασε ο
επίσκοπος Τρίκκης Διονύσιος ο Φιλόσοφος και από εκεί ξεκίνησε την επανάσταση του
1611 η αποτυχία της οποίας οδήγησε στην καταστροφή του και την αρπαγή της περιουσίας
και των κειμηλίων του, μεταξύ των οποίων ήταν και ένας επίχρυσος αργυρός
σταυρός, που υπάρχει στο ναό της Επισκοπής Παραμυθιάς.
Το παλιό μοναστήρι,
πριν από την καταστροφή του είχε, σύμφωνα με τον Αραβαντινό, πλούσια μετόχια σε
25 χωριά, ενώ, αντίθετα, ο Φώτιος Οικονόμου αναφέρει, ότι είχε μόνο 12, το
καθένα με την εκκλησία του, και ο Νίκος Ζιάγκος τ' ανεβάζει σε 18, μαζί με
πλούσια κτήματα σε 15 χωριά της περιοχής.
Μεταξύ των μετοχίων
του αναφέρονται η Ζωοδόχος Πηγή Κερασόβου, ο Άγιος Νικόλαος Κάμενας, στα σύνορα
μεταξύ Ραδοβιζίου και Λάλιζας, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, στα σύνορα Δοβλάς
και Ραδοβιζίου, η Κοίμηση της Θεοτόκου Γρανίτσας, Αγγελομάχου Κουρέντων, Άγιος
Δγμήτριος Μπουρελέσιας, Αγία Παρασκευή Βαλανιδιάς, Άγιος Ιωάννης (τώρα γενέθλια
Θεοτόκου) Καταμάχης, Άγιος Νικόλαος Ζωτικού και μερικά άλλα, τα οποία εξαφάνισαν
οι Τούρκοι, ύστερα από την κήρυξη της περιοχής Παραμυθιάς, ως επαναστατημένης,
από το διοικητή των Ιωαννίνων Οσμάν Πασά.
Είχαν περάσει 152
χρόνια από την καταστροφή του μοναστηριού, και σύμφωνα με την παράδοση, ένας
καλόγερος από την Κακαβιά είδε στον ύπνο του την τοποθεσία και ήρθε στο
Ραδοβίζι. Πήρε ανθρώπους με τσεκούρια κι άνοιξε δρόμο μέσα στο πυκνό ρουμάνι,
που δεν μπορούσε ούτε λύκος να σπάσει, και στην αυλή του σημερινού μοναστηριού,
εκεί που είναι μια βρύση, βρήκε την εικόνα του Αη-Δημήτρη απάνω στο πορί και
ξανάχτισε το μοναστήρι. Σύμφωνα με εντοιχισμένη με κεραμίδια χρονολογία,
αριστερά και πάνω από την πόρτα του καθολικού του, χτίστηκε το 1763 στην ίδια
μάλλον τοποθεσία, που άλλοτε ήταν και το παλιό. Αντίθετη, ωστόσο, άποψη έχουν
ο
Βασ.
Πετρόπουλος, ο οποίος υποστηρίζει, στηριζόμενος στην στην παράδοση των περίοικων
χωριών, ότι το παλιό μοναστήρι βρισκόταν δύο με τρία χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του
σημερινού και ο Θεοφάνης Αγγελίδης, ο οποίος μας πληροφορεί, ότι το σημερινό
μοναστήρι απέχει χίλια μέτρα από παλιό, που ήταν αντίπερα στη θέση «Βελέικα» στο
Στραγανέτσι, όπου δύο κατεστραμμένα πηγάδια επιβεβαιώνουν την τοπική
παράδοση.
Πρωτοκτήτορες του
μοναστηριού ήταν οι ιερομόναχοι Ζαχαρίας και Άνθιμος, οι οποίοι εικονίζονται στο
δυτικό τοίχο του πρόναου (νότιο μέρος). Στην εικόνα του κυρίως κτήτορα Ζαχαρία,
ο οποίος βαστάει στα χέρια του την εκκλησία, υπάρχει η επιγραφή «Ζαχαρίας
ιερομόναχος και ηγούμενος του μοναστηριού και κτήτωρ της αγίας μονής ταύτης»,
ενώ σ' αυτή του Ανθίμου η παρακάτω: «Άνθιμος ιερομόναχος και ευημερεύοντος της
αγίας μονής ταύτης».
Ο ναός είναι
βυζαντινού ρυθμού και έχει μάκρος 10 μέτρα και πλάτος 5,75 μέτρα. Το σημερινό
μοναστήρι αποτελείται από το καθολικό, που είναι μονόκλιτη βασιλική με τρούλο,
έχει μια μικρή πόρτα εισόδου στη δυτική του πλευρά και πάνω απ' αυτή, μέσα σε
κόγχη, ζωγραφισμένο πεζό τον Άγιο Δημήτριο, ένα διώροφο κτίριο, που χρησίμευε
για ηγουμενείο, ξενώνας και αποθήκη, ένα μικρότερο, ισόγειο, νεόκτιστο οίκημα κι
ένα νεόκτιστο καμπαναριό. Στην αυλή του υπάρχει πηγή με άφθονο τρεχούμενο νερό
κι ένα μικρό κοιμητήριο.
"Μαρτυρίες κατοίκων του Ραδοβιζίου αναφέρανε ότι πίσω
από την βρύση υπήρχε και μία σπηλιά."
Στο εσωτερικό του
καθολικού, που χωρίζεται σε πρόναο, κυρίως ναό και Ιερό Βήμα, υπάρχουν
μαυρισμένες και μισοκαταστραμμένες τοιχογραφίες του 18ου αιώνα και
στο βόρειο τοίχο του κυρίως ναού είναι ζωγραφισμένος ο Άγιος Ιωάννης ο εξ
Ιωαννίνων. Πάνω από την εξωτερική πόρτα της εκκλησίας, προς την πλευρά του
πρόναου και πάνω από την πόρτα, που συνδέει τον κυρίως ναό με τον πρόναο, προς
την πλευρά του κυρίως ναού, υπάρχουν κατεστραμμένες επιγραφές.
Το φως της εκκλησίας
είναι ελάχιστο από τα δύο μικρά παράθυρα του ιερού και τέσσερα όμοια του κυρίως
ναού και τα 8 σχισμοειδή μονόβολα του τρούλου.
Το τέμπλο, τέλος, της
εκκλησίας είναι ξυλόγλυπτο με ανάγλυφες κληματαριές, φίδια και άλλες παραστάσεις
και με εμφανή τα ίχνη του χρόνου.
Σε μικρό χρονικό διάστημα, όχι μεγαλύτερο των δύο χρόνων, το
μοναστήρι απέκτησε σημαντική περιουσία προερχόμενη κυρίως από τα περίοικα χωριά
Τοσκεσάκι, Λάλιζα, Ραδοβίζι, Δοβλά, Βαρπότα, Βερνίκου και Στραγανέτση.
Το κίνημα του Διονυσίου
Φιλοσόφου.
Το Μοναστήρι του Αϊ-Δημήτρη
Την 7η Σεπτεμβρίου του
1611 και ημέρα Τετάρτη ο Διονύσιος έδωσε το σύνθημα της επανάστασης. Επικεφαλής
800 χωρικών εξοπλισμένων με ακόντια, τόξα, ρόπαλα και γεωργικά εργαλεία, 40 μόνο
από αυτούς διέθεταν αρκεβούζια «σύγχρονα για την εποχή όπλα» όρμισε κατά των
χωριών Ζαραβούτζι (σημ. Άγιος Νικόλαος) και Τουρκογρανίτζης (σημ. Γρανίτσα), που
διέθεταν ισχυρές φρουρές. Αφού φόνευσαν τις φρουρές και πολλούς Τούρκους
κατοίκους κατέλαβαν τα χωριά το ένα μετά το άλλο.
Τη νύχτα της 10ης προς
11η Σεπτεμβρίου (Σάββατο προς Κυριακή) οι επαναστάτες στράφηκαν κατά
των Ιωαννίνων. Οι επιτιθέμενοι έψαλλαν «Κύριε ελέησον» και φώναζαν τα συνθήματα
« χαράτζι - χαρατζόπουλον» και «αναζούλι -αναζουλόπουλον» υπαινισσόμενοι τους
φόρους που είχαν προ ολίγου επιβληθεί από το σουλτάνο. Πρώτα πυρπόλησαν το
Διοικητήριο στην συνοικία Καλούτσεσμε (σημ. Καλούτσανη). Ο διοικητής των
Ιωαννίνων Οσμάν πασάς, καταγόμενος από την Παραμυθία, μόλις κατάφερε να διαφύγει
με την γυναίκα του πηδώντας από το παράθυρο.
Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν, αλλά
τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας (Κυριακή) αντεπετέθηκαν με λίγους ιππείς,
με εξοπλισμένους τούρκους των Ιωαννίνων, με τους χριστιανούς σπαχήδες του
κάστρου και με τους τουρκόφιλους οπαδούς του Μάξιμου, διέλυσαν τους ανοργάνωτους
επαναστάτες και άρχισαν να τους φονεύουν.
Πολλοί κάτοικοι των Ιωαννίνων που
ήταν μυημένοι στο κίνημα, ενώ είχαν υποσχεθεί ότι θα συνδράμουν στον αγώνα,
τελικά, για άγνωστο λόγω, δεν ενίσχυσαν τους επαναστάτες. Αρκετοί πάντως
περίεργοι χριστιανοί που βρίσκονταν αμέριμνοι στην αγορά, φονεύτηκαν χωρίς
αιτία.
Μόλις ο Διονύσιος είδε τους
άντρες του διασκορπισμένους να φονεύονται και να συλλαμβάνονται, κρύφτηκε στο
σπήλαιο του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην βόρεια πλευρά του φρουρίου της
πόλης. Από τότε το σπήλαιο αυτό, που βρίσκεται κοντά στο τζαμί του Ασλάν πασά,
λέγεται «τρύπα του Σκυλόσοφου». Κατόπιν ο Οσμάν πασάς έπιασε με προδοσία τον
Διονύσιο και με διαταγή του τον έγδαραν ζωντανό στην πλατεία της πόλης. Ύστερα
γέμισαν με άχυρο το δέρμα του και αφού του φόρεσαν τα αρχιερατικά άμφια, τον
περιέφεραν στην πόλη. Τρεις μέρες αργότερα συνέλαβαν τον Ντελή Γιώργο και τον
Λάμπρο που τους έκαψαν ζωντανούς.
Το μαρτύριο του Διονυσίου ήταν
πρωτοφανές και πρωτάκουστο. Συνέβηκε την 12η ή 13η
Σεπτεμβρίου. Το γεμισμένο με άχυρα δέρμα του το περιέφεραν σε πόλεις της Ελλάδας
για εκφοβισμό των σκλάβων και τελικώς το διακόμισαν στην Κωνσταντινούπολη την
24η Σεπτεμβρίου μαζί με 85 κεφάλια επαναστατών. Την καταστολή της
ανταρσίας επακολούθησε ατμόσφαιρα τρόμου και αναρχίας. Η εκδίκηση των Τούρκων
κατά των επαναστατών, συνεργούντων, δυστυχώς, και των Εβραίων της πόλης, υπήρξε
απερίγραπτα φρικτή. Άφθονο χριστιανικό αίμα χύθηκε στην συνοικία των Ιωαννίνων
Πλινθοκοπείο από τη σφαγή, ιδίως, γυναικών και παιδιών. Πολλοί από τους
συλληφθέντες σουβλίστηκαν, άλλοι κάηκαν ζωντανοί και άλλοι κρεμάστηκαν. Μεγάλος
αριθμός χριστιανών, μεταξύ αυτών και 35 τιμαριούχοι, δεν άντεξε τα βασανιστήρια
και αλλαξοπίστησε. Ο ιερομόναχος Μάξιμος ο Πελοποννήσιος, ο βασικός κατήγορος
του Διονυσίου, ήταν αυτόπτης μάρτυρας εκείνων των γεγονότων (λέγεται πως είχε
μυστικά εξωμόσει). Οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε λεηλασίες, ενώ πολλά σπίτια
καταστράφηκαν από τα θεμέλια. Θέλησαν να σφάξουν και όλους τους χριστιανούς του
κάστρου, αλλά μερικοί φρόνιμοι εμπόδισαν αυτή τη σφαγή. Καταργήθηκαν επίσης
μερικά από τα προνόμια που είχε παραχωρήσει στους Γιαννιώτες το 1430 ο Σινάν
πασάς, όπως η εξαίρεση από το παιδομάζωμα, κ.ά.
Λίγες μέρες μετά ο Oσμάν πασάς με
πολλές στρατιωτικές δυνάμεις κατευθύνθηκε προς τη Θεσπρωτία για να τιμωρήσει
τους κατοίκους που συμμετείχαν στην επανάσταση. Πολλοί κάτοικοι σκοτώθηκαν,
άλλοι πουλήθηκαν σκλάβοι, αρκετοί αλλαξοπόστησαν, ενώ πολλοί σκορπίστηκαν εδώ κι
εκεί, κυρίως στα βουνά. Τότε καταστράφηκε και το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου
του Διχουνίου και δεσμεύτηκαν τα κτήματα του, επειδή υπήρξε το κέντρο οργάνωσης
του άτυχου αυτού επαναστατικού κινήματος.
Κατά τη διάρκεια αυτών των
θλιβερών γεγονότων ο Μάξιμος ο Πελοποννήσιος (εξαίρετος λόγιος αλλά αμφιλεγόμενο
άτομο) έγραψε το γνωστό λόγω Στηλιτευτικός κατά του Διονυσίου, στον οποίο
κατέκρινε την επανάσταση και έβριζε με τα χειρότερα λόγια τον Διονύσιο
αποκαλώντας τον «απατεώνα», «νέον διάβολον», «Δαιμονύσιον», κλπ.
Η ανεξέλεγκτη κατάσταση και όλες
αυτές οι αγριότητες μετέστρεψαν, ακόμη, και τα αισθήματα μεγάλης μερίδας του
χειμαζόμενου λαού της Ηπείρου, που τις δύσκολες εκείνες ώρες αναθεμάτιζε και
καταριόταν τον Διονύσιο ως υπαίτιο όλων αυτών των δεινών. Τότε πιθανόν
αποκαλείται και «Σκυλόσοφος».
Αυτό ήταν το τέλος του τραγικού
Ιεράρχη και του πρώτου επαναστατικού κινήματος της Ηπείρου. Ανεξάρτητα από την
έκβαση και τις συνέπειες που είχε το κίνημα μέσα στο βαρύ χειμώνα της σκλαβιάς,
αποτέλεσε το ελπιδοφόρο προανάκρουσμα της άνοιξης του 1821.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου