Συναγερμός» έχει σημάνει στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αλλά και στο υπουργείο Εργασίας, από το επερχόμενο -χωρίς προηγούμενο- κύμα συνταξιοδοτήσεων στο στενό Δημόσιο. Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες του «Κ» από το ΓΛΚ, οι συνταξιούχοι που θα προέλθουν από το νυν τακτικό προσωπικό και τους εργαζομένους με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) και θα επιβαρύνουν τον κρατικό Προϋπολογισμό εκτιμάται ότι θα φτάσουν τους 100.000 από αυτήν τη στιγμή έως -το αργότερο- το τέλος του 2017. Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα επιβάρυνε τον κρατικό Προϋπολογισμό κατά επιπλέον 1,2 δισ. ευρώ (ή 15%) στο τέλος της επόμενης τριετίας.

Από πού προέρχεται αυτή η εκτίμηση; Πηγές  από το ΓΛΚ εξηγούν αναλυτικά πως:

Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν περίπου 13.000 εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης.

Να σημειωθεί πως, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, από την 1η Ιανουαρίου του 2014 μέχρι και σήμερα έχουν αποχωρήσει από το στενό Δημόσιο περίπου 16.000 υπάλληλοι. Ο μέσος χρόνος απόδοσης της σύνταξης από τη στιγμή της κατάθεσης του σχετικού αιτήματος ανέρχεται σήμερα στους 6 με 8 μήνες.


Κοντά στους 12.000 εκπαιδευτικούς αναμένεται να παραιτηθούν από την ενεργό υπηρεσία μετά τον Σεπτέμβριο, διπλασιάζοντας άμεσα τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης και πιθανόν τον... χρόνο απόδοσης των συντάξεων. Οι υπό συνταξιοδότηση εκπαιδευτικοί προέρχονται από τη γιγάντια δεξαμενή των 175.000 δημοσίων υπαλλήλων ηλικίας 50 έως 65 ετών.

Από την ίδια δεξαμενή (αφαιρώντας τους 12.000 προς αποχώρηση εκπαιδευτικούς) εκτιμάται ότι θα αποχωρήσουν στην επόμενη τριετία περίπου 75.000 δημόσιοι υπάλληλοι. Οι 13.000 εξ αυτών βρίσκονται σε ηλικία 60 ετών και άνω, ενώ άλλοι 63.000 βρίσκονται στην ηλικία 56 έως 60 ετών.

Έκρηξη δαπανών
Ένα τέτοιο κύμα συνταξιοδοτήσεων τα επόμενα δύο-τρία χρόνια θα αύξανε κατά 20% τις κρατικές δαπάνες για τις συντάξεις των πρώην υπαλλήλων των υπουργείων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κατά 7% τις κρατικές δαπάνες για τις συντάξεις όλων των ασφαλιστικών ταμείων (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ κ.λπ.). Και αυτό, γιατί η κρατική χρηματοδότηση για την πληρωμή συντάξεων του στενού Δημοσίου θα εκτοξευθεί από τα 6,1 δισ. ευρώ στα 7,3 δισ. Ευρώ.

Το συνολικό πλήθος των συνταξιούχων του στενού Δημοσίου στο διάστημα 2014-2017 εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από τους 463.997, που ήταν τον Αύγουστο του 2014, σε πάνω από 560.000, λίγο... κάτω, δηλαδή, από το σημερινό πλήθος των εργαζομένων (583.338). Φυσικά, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, οι εργαζόμενοι θα μειωθούν κατά περίπου 90.000, μιας και θα συνεχίσει μέχρι τουλάχιστον το τέλος του 2016 να ισχύει ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο γίνεται μία πρόσληψη για κάθε δέκα αποχωρήσεις.


Συνεπώς, το 2017 το κράτος θα πληρώνει περίπου 490.000 υπαλλήλους του στενού Δημοσίου και πάνω από... 560.000 συνταξιούχους του Δημοσίου. Αυτή θα ήταν μια πρωτοφανής εξέλιξη για την ιστορία του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, παραδέχονται στο υπ. Εργασίας, καθώς κανένα ασφαλιστικό ταμείο δεν είχε μέχρι τώρα περισσότερους συνταξιούχους από εργαζομένους...

Τι θα σημάνει αυτή η εξέλιξη για τη σύνθεση των δαπανών του κράτους για μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου; Από το ΥΠΟΙΚ αναφέρουν πως σήμερα οι δαπάνες για συντάξεις του Δημοσίου (6,1 δισ. ευρώ) αναλογούν στο 55% των μισθών (11,6 δισ. ευρώ). Το 2017, αν δεν έχει υπάρξει κάποια νέα μείωση στις κρατικές δαπάνες, οι συντάξεις (7,3 δισ. ευρώ) θα αποτελέσ

υν το... 77% των δαπανών για μισθούς (9,3 δισ. Ευρώ).

Θρυαλλίδα για το επερχόμενο νέο κύμα των συνταξιοδοτήσεων δεν είναι άλλη από το νέο συνταξιοδοτικό, που κυοφορείται στις αναλογιστικές μελέτες για τα Ταμεία κύριας ασφάλισης -οι οποίες θα είναι έτοιμες στο τέλος του ερχόμενου Οκτωβρίου- και που, πιθανότατα, θα φέρει νέα αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.

Ωστόσο, δεν θα φταίει μόνο αυτό το σενάριο για το επερχόμενο κύμα αποχωρήσεων, αλλά και το γερασμένο και κουρασμένο προσωπικό στο Δημόσιο, σημειώνουν στελέχη της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ) στο «Κ».

«Γερασμένο», γιατί το 30% των δημοσίων υπαλλήλων είναι άνω των 50 ετών και «κουρασμένο», γιατί είναι αναγκασμένο να δουλεύει κατά 15% περισσότερο (σ.σ.: λόγω μείωσης του προσωπικού) με 15% μικρότερες αποδοχές.