Πανάκριβοι ποδοσφαιριστές. Υπερτιμημένα αστέρια με φουσκωμένα εγώ. Υποτιμημένοι εργάτες της μπάλας. Λησμονημένες παλιές βεντέτες. Παχυλά αμειβόμενοι παράγοντες. Αυταρχικοί πολιτικοί. Ολοι τους πιόνια στο παιχνίδι της προβολής, θα συμμετέχουν στον αγώνα ανάδειξης του κορυφαίου.
Το πλέον αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό στο Ναό του ποδοσφαίρου, όμως, δεν θα είναι ούτε ο Χάινκες, ούτε ο Κλοπε, ούτε ο Λεβαντόφσκι, ούτε ο Ριμπερί. Πόσω μάλλον ο Πλατινί.
Το πιο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό του τελικού είναι ο ύμνος. Το τραγούδι του Champions League. Μπορεί να μην έχει ρυθμό χιτ. Μπορεί τους στίχους του να τους γνωρίζουν απειροελάχιστοι. Να μην μπήκε ποτέ στα τσαρτς ή να μην κατέγραψε υψηλές πωλήσεις.
Ο ύμνος, όμως, είναι το ίδιο το Champions League. Ολοι περιμένουν με αξιοπερίεργη προσήλωση ν' ακούσουν τον ήχο του που σε συνδυασμό με την ένταση, την έξαψη της στιγμής σου προκαλεί - ασυναίσθητα - ανατριχίλα. Δίχως αυτόν δεν νοείται Champions League. Είναι το σήμα κατατεθέν της διοργάνωσης.
Ο ύμνος δημιουργήθηκε το 1992 και η επιρροή του ξαφνιάζει ακόμα και τον δημιουργό του, τον Τόνι Μπρίτεν. «Πρέπει να πω ότι εκπλήσσομαι σχετικά με το πόσο έχει αντέξει στο χρόνο και πόσο δημοφιλές έχει γίνει», δηλώνει και συνεχίζει: «Για να είμαι ειλικρινής όταν ανέλαβα τη δημιουργία του ύμνου, ήταν απλώς άλλη μια δουλειά για μένα. Η όλη διαδικασία κράτησε περίπου ένα μήνα».
Ο Μπρίτεν εμπνεύστηκε από ένα κομμάτι ηλικίας 300 ετών, το «Ζάντοκ, ο Παπάς», έναν από τους τέσσερις ύμνους που είχαν γραφτεί για την ενθρόνιση του Αγγλου βασιλιά Γεωργίου του δεύτερου το 1727. Ενός βασιλιά γνωστού για τις πολλές εξωσυζυγικές του σχέσεις και το οξύθυμο του χαρακτήρα του.
Ο επιβλητικός ήχος και τα όργανα ταίριαζαν με την ποιότητα, την κλάση που η UEFA ήθελε να βγάλει προς τα έξω. «Χρειαζόμασταν μουσική κι όλοι πίστευαν ότι θα καταλήξουμε στο We are the champions των Queen, αλλά εμείς θέλαμε κάτι στ' αλήθεια ξεχωριστό», θυμάται ο Γκρεγκ Τόμσον, ο τότε διευθύνων σύμβουλος της ΤΕΑΜ, της εταιρίας που έχει την εμπορική εκμετάλλευση της διοργάνωσης.
Ο Μπρίτεν, πήρε την εισαγωγή του παλιού ύμνου κι άρχισε να δουλεύει προσθέτοντας τους στίχους που - σύμφωνα με τις προσταγές της UEFA - θα... ψάλλονταν από χορωδία. Ο ύμνος έπρεπε να γραφτεί σε τρεις γλώσσες. Αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Αυτό που έκανε ο Μπρίτεν, λοιπόν, ήταν να γράψει μια λίστα με επίθετα, να τα μεταφράσει στις άλλες δύο γλώσσες και να δει αν το αποτέλεσμα ταιριάζει.
Επειτα από μελέτη κατέληξε στο ρεφρέν. Το γνωστό πια The Champions. Οι εναλλακτικές λύσεις ήταν The greatest, the finest, the most exciting, the most significant. «Αν το καλοσκεφτείς, αν επιλέγαμε κάποια από αυτές τις εναλλακτικές, ο ύμνος θα ήταν καταστροφή», λέει σήμερα ο Μπρίτεν.
Ο ύμνος ηχογραφήθηκε στο Λονδίνο με τη συμμετοχή της Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας και έκανε το ντεμπούτο του στην έναρξη της σεζόν 1992-93. «Ο ύμνος αυτός δεν είναι και κανένα... μνημείο τέχνης», παραδέχεται ο δημιουργός του και λέει απενοχοποιημένα: «Δεν ήθελα να κάνω τέχνη. Ηθελα να δημιουργήσω ένα κομμάτι κατάλληλο για τη δουλειά που προοριζόταν να κάνει».
Την έκανε και την κάνει ακόμα και σήμερα με ξεχωριστή επιτυχία. Σύμφωνα με έρευνα της TEAM, ο ύμνος του Champions League είναι αναγνωρίσιμος από το 98% των ευρωπαίων πολιτών και αποτελεί το... φετίχ των ποδοσφαιριστών.
Ο Ιταλός τερματοφύλακας Τζιανλουίτζι Μπουφόν σε συνέντευξή του έχει παραδεχτεί πως όταν η Γιουβέντους έμεινε δύο σεζόν εκτός της διοργάνωσης, αυτό που του έλειπε περισσότερο ήταν η ανάκρουση του ύμνου. «Τον άκουγα από τον καναπέ του σπιτιού μου και σκεφτόμουν ότι αυτό δεν είναι δίκαιο», είπε χαρακτηριστικά.
Δείτε και τα δύο βίντεο.
www.iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου