Η
αιγοπροβατοτροφία αποτελεί µέρος της
πολιτισµικής κληρονοµιάς πολλών χωρών
και πηγή απασχόλησης σε µειονεκτικές
αγροτικές περιοχές που παράγει υψηλής
ποιότητας παραδοσιακά προϊόντα ευρείας
αναγνώρισης. Είναι το αποτέλεσµα
µιας αειφόρου και πολυλειτουργικής
µορφής γεωργίας που συµβάλει στη
διαφύλαξη του περιβάλλοντος και τη
διατήρηση του κοινωνικού ιστού της
υπαίθρου.
Τα
τελευταία χρόνια αντιµετωπίζει
οικονοµικές και δοµικές δυσκολίες που
συνίστανται στη συρρίκνωση του αριθµού
των εκτρεφόµενων αιγοπροβάτων, στην
εκδήλωση επιδηµικών ασθενειών και στις
πολιτικές αλλαγές που αφορούν τα δηµόσια
προγράµµατα χρηµατοδότησης του κλάδου.
Η αιγοπροβατοτροφία, µε έναν πληθυσµό
98 εκατ. κεφαλών κι ένα προϊόν που
αντιπροσωπεύει ένα πολύ µικρό ποσοστό
του συνολικού εισοδήµατος της Ευρωπαϊκής
Ένωσης από τη ζωική παραγωγή, δεν εγγυάται
την αυτάρκεια στα προϊόντα που παράγει.
Γι’ αυτό άλλωστε η ΕΕ αποτελεί τον
σηµαντικότερο εισαγωγέα προβείου
κρέατος, κυρίως από τη Νέα Ζηλανδία και
την Αυστραλία. Επιπλέον, ως µια από τις
λιγότερο αµειβόµενες γεωργικές
δραστηριότητες ασκείται σε µειονεκτικές
περιοχές και δεν προσελκύει επενδύσεις
ή νέους ανθρώπους στο επάγγελµα.
Η ΕΕ
προσφέρει ενισχύσεις στο συγκεκριµένο
κλάδο λόγω του ότι προσφέρει ποιοτικά
τρόφιµα και άλλα κοινωνικά αγαθά, όπως
διατήρηση του ιστού της υπαίθρου και
της βιοποικιλότητας στις βοσκήσιµες
εκτάσεις.
Παρά τον
µεγάλο αριθµό εκτρεφόµενων αιγοπροβάτων
παγκοσµίως (2,2 δις), το πρόβειο και αίγειο
γάλα αντιπροσωπεύει µόνο το 1,3% και 1,9%
της παγκόσµιας παραγωγής γάλακτος
αντιστοίχως (πιν. 1) διότι µόνο το 20,8%
αυτών είναι γαλακτοπαραγωγά.
Η παραγωγή
αιγοπρόβειου γάλακτος εστιάζεται σε
τρεις, κυρίως, ηπείρους: την Ασία, την
Αφρική και την Ευρώπη (πιν. 2), µε κυρίαρχες
χώρες την Κίνα (14, 7 %), την Τουρκία (10,7%)
και την Ελλάδα (7,3 %).
Οι χώρες
της Μεσογείου και αυτές περί τη Μαύρη
Θάλασσα παράγουν το 27,1% και το 41,4% του
παγκοσµίως παραγόµενου προβείου και
αιγείου γάλακτος αντιστοίχως, ενώ
Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία το
12,9% και το 19,1% του παγκοσµίως παραγόµενου
προβείου και αιγείου γάλακτος αντιστοίχως
(FAOSTAT, 2018).
Ισπανία,
Ιταλία και Γαλλία παράγουν συνολικά το
93% του συνόλου των τυριών που παρασκευάζονται
από αµιγώς πρόβειο γάλα στην ΕΕ, η Γαλλία
το 50% αυτών που παρασκευάζεται από αµιγώς
αίγειο γάλα και η Ισπανία µε την Ελλάδα
το 77% του συνόλου των τυριών που
παρασκευάζεται στην ΕΕ από ανάµεικτο
αιγοπρόβειο γάλα. Οι παραπάνω τέσσερις
Μεσογειακές χώρες έχουν καταχωρήσει
σηµαντικό αριθµό τυριών τους ως ΠΟΠ, τα
οποία παράγονται σύµφωνα µε παραδοσιακές
συνταγές, µε κυριότερα τα Roquefort (Γαλλία),
Φέτα (Ελλάδα), Pecorino Romano (Ιταλία) και
Manchego (Ισπανία).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου