Γράφει
η Κατερίνα Σχισμένου.
Περνώντας
αντίκρυ από την μία πατρίδα στην άλλη,
από τον έναν κόσμο στον άλλον μας
περιγράφει αριστοτεχνικά έως και
κινηματογραφικά ο Θοδωρής Δεύτος σ΄αυτό
του το μυθιστόρημα. Ένα βιβλίο που
διαπραγματεύεται τις σιωπές που οποίες
συσσωρεύονταν για πολλά χρόνια σε μια
σιωπηλή και καλά κλεισμένη πατρίδα, και
όπως είπε και ο Οδυσσέας ο κεντρικός
ήρωας του βιβλίου αυτού, μαζεύω σιωπές
για να κάνω μια κραυγή’’ . Μια κραυγή
μια μεγάλη μαρτυρία η οποία αφορά την
επιβίωση των Ελλήνων της Βόρειας Ηπείρου,
που έβλεπαν και είχαν πάντοτε στραμμένα
τα μάτια τους και την καρδιά τους σε
μας, στην μητρόπολη, την Ελλάδα.
Κακουχίες
και βασανισμοί, απίστευτες πορείες που
αν δεν καταγραφούν όπως εδώ στο
συγκεκριμένο βιβλίο που δεν αποτελεί
μυθιστορία αλλά πραγματική και βιωμένη
ιστορία θα χαθούν μαζί με αγώνες και
απορίες. Μαζί μ΄ένα μεγάλο γιατί;
Τι
έζησε ο ελληνικός λαός, οι ελληνικοί
πληθυσμοί των γύρω περιοχών της μεγάλης
μικρής και πικρής πατρίδας, Τι όραμα
είχαν, τι προσδοκούσαν και τελικά τι
βρήκαν;
Η
πατρίδα αγαπητοί μου ακροατές και φίλοι
δεν οριοθετείται με σύνορα και δεν
υπακούει σε κανέναν νόμο και σκληρό
κανόνα, δεν κάμπτεται με βασανιστήρια
και μαρτυρά με αίμα και θυσίες κάτι που
σε μας φαίνεται ίσως μακρινό και ουτοπικό,
υπήρξαν όμως άνθρωποι , άγνωστοι, άσημοι
ήρωες μεγάλες καρδιές που την υπερασπίστηκαν
σε κελιά φυλακών, σε βασανιστήρια που
τους άφησαν σακάτηδες, ή τους έστειλαν
στον τάφο. Αυτούς κάποτε πρέπει να
μνημονεύουμε και μνημονεύουμε. Πατρίδα
δεν είναι μόνο το φως. Πριν το φως υπάρχει
σκοτάδι και υπήρξαν άνθρωποι που κάηκαν
για να το προκαλέσουν.
Μέσα
στα 31 κεφάλαια αυτού του βιβλίου γίνεται
αυτή ακριβώς η διαπραγμάτευση μέσω της
προσωπικής ιστορίας του Οδυσσέα
Ντάικου.Αυτού που κατάφερε και δραπέτευσε
από ένα καθεστώς που όποιος δεν το έχει
ζήσει, δεν μπορει καν να
υποψιαστεί.Κολεκτιβοποίηση- πέντε
κότες, ένα γαϊδούρι, τρία γίδια, δυο
πρόβατα όπου το 1980 πάνε κι αυτά. Με το
δελτίο το αλεύρι, το ψωμί. Η απόλυτη
πείνα και εξαθλίωση , όλοι να τρέχουν
μπροστά κι αυτοί όλος ο λαός δηλαδή
πίσω.
Βάσανα,
παράλληλες τραγικές ιστορίες μέσα στην
πατρίδα με το βλέμμα προς την πατρίδα.
Συχνά ασχολούμενη με ανθρώπους που για
πολιτικούς λόγους αναγκάστηκαν ν΄αλλάξουν
χώρο και να επιβιώσουν σε νέα πλαίσια
έχω συζητήσει μαζί τους την
επαναδιαπραγμάτευση της πατρίδας και
το τί είναι πατρίδα.
Γιατί
πιστεύω πως αυτή είναι και η επιθυμία
του συγγραφέα, να μας παρουσιάσει τη
πατρίδα όλων αυτών των ανθρώπων της
βορείου Ηπείρου, της δικής τους πατρίδας,ή
οποία αποτελεί για μας εδώ τους Έλληνες
της Ελλάδας ίσως μια σκοτεινή πλευρά.
Ένα
βιβλίο γεμάτο πατρίδα, τη δική μας και
τη δική σας πατρίδα με ερωτήματα όπως
αυτό- «Πού ήταν η μητέρα πατρίδα,- η
μητρόπολις θα πω εγώ-που ενώ επί δεκαετίες
συντελούνταν η εξόντωση των παιδιών
της και αφανίζοντας εμείς με τι
ασχολούμασταν την δεκαετία αυτή και
πιο πριν; Μήπως έχουμε ασθενή μνήμη;
Ποιός
υπερασπίστηκε την ελληνική μειονότητα
τότε εκεί; Ή μήπως δεν υπήρχε, και αν
αυτό ήταν υποχρέωση των πολιτικών αυτοί
γιατί δεν το έκαναν; Ίσως μόνο η εκκλησία
προσπάθησε ή προσπαθούσε και επέμενε
– η Βόρειος Ήπειρος.... Και όπως λέει
κάπου ο συγγραφέας ... « Εν τέλει
αποδείχτηκαν μοιραίοι και άθλιοι
απέναντι στη ιστορία και στην πατρίδα....»
Πώς
επιβιώνει η έννοια της πατρίδας , η
γλώσσα ως φορέας της, η παιδεία και η
εκπαίδευση όταν αυτή διώκεται και συν
τοις άλλοις τιμωρείται, φυλακίζεται
και δεσμεύεται;
Ποιά
είναι η πατρίδα που βλέπεις απέναντι,
στο επόμενο βουνό και κορυφή να λαμπυρίζει
κι εσύ απλώς την ανασαίνεις μιας και
είναι ό ιδιος αέρας της πατρίδας αυτής;
Ένας
αιώνιος πόλεμος για τις πατρίδες σε
αυτό τον κόσμο μαίνεται. Η δική μου η
πατρίδα είναι καλύτερη από τη δική σου
και κυρίως είναι μόνο δική μου. «Τι
ειν’ η πατρίδα μας ; Μην είν’ οι κάμποι
;
Μην
είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά ;
Μην
είν’ ο ήλιος της, που χρυσολάμπει ;
είναι
τ’ άστρα της τα φωτεινά ;» Ιωάννης
Πολέμης (από το Αναγνωστικό Ε΄Δημοτικού,
Αθήνα 1964). «…Όλα πατρίδα μας ! Κι αυτά
κι εκείνα, και κάτι, που ‘χομε μες στην
καρδιά, και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου
ακτίνα…»
Πατρίδα
είναι οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους,
πατρίδα είναι η γλώσσα και τα παιδιά
μας, οι λέξεις μας - "Και οι λέξεις
φλέβες είναι. Μέσα τους αίμα κυλάει…θα
μας πεί ο ποιητής Γ. Ρίτσος.
Πατρίδα
είναι και οι στίχοι –«Aλησμονώ και
χαίρομαι, θυμιούμαι και λυπιούμαι,
θυμήθηκα
την ξενιτιά και θέλω να πααίνω.»
Πολύτσανη
και Πωγώνι, Δρόπολη, Κολορτζή, Δερβιτσάνη,
Επισκοπή, Κακαβιά Αργυρόκαστρο
Στουπέζι, Τεπελένι και Κλεισούρα.-
Αντιγόνεια, Ιουστιανούπολη, Αδριανούπολη...
δεν είναι αυτή η πατρίδα και η πατρίδα
του Οδυσσέα και η δική μας πατρίδα;
Παρατηρούμε
πως συνεχώς τον απασχολεί
το ζήτημα της πατρίδας. Της χαμένης
πατρίδας, της εσωτερικής και βιωμένης
πατρίδας, της πατρίδας που διανύει
κάποιος χιλιόμετρα και κάθε είδους μέσο
και τρόπο για να τη συναντήσει και να
φιλήσει το χώμα της.
Ο
συγγραφέας περιγράφει τη δική του μικρή
και πικρή πατρίδα που είναι συνάμα και
πολλές πατρίδες- « Πώς σε λένε μπρε;-θα
γράψει σ΄ένα σημείο του βιβλίο του.
Ντόντη Νταίκο- Τι όνομα είναι αυτό το
Ντόντης_ Θοδωρή με λένε κύριε αλλά στο
χωριό με φωνάζουνε Ντόντη-Έχεις μωρέ
το όνομα του Κολοκοτρώνη και δέχεσαι
να σε φωνάζουν Ντόντη;» Αυτό είναι η
πατρίδα, η μνήμη και η λήθη συνάμα.
Και
αν οφείλουμε κάτι σ΄αυτούς τους αγωνιστές
στο από κει πέρασμα είναι ακριβώς αυτό.
Το όνομα, το τραγούδι η κοινή μας γλώσσα
και κρυφή προσευχή και σταυρος που
έκαναν τα μαρτύρια που έζησε το κορμί
κλαίει η ψυχή τους, οι ισωπεδώσεις και
καταστροφές που φύσηξε από πάνω τους
και πάλι στάθηκαν και αντιστάθηκαν και
αυτή είναι και η διδαχή.
Εκεί
που γίνονται οι απροσδόκητες συναντήσεις
και βιώνονται οι μεγάλες συγκινήσεις
– να έχεις να συναντήσεις τον αδερφό
σου τον Ανέστη και η ψυχή να αιμορραγεί
για τριανταπέντε χρόνια –και αν
μοιρολογείς με –«αυτού ψηλά που περπατάς,
τρυγόνα, τρυγόνα, χαμηλά λογιάζεις και
κλαίς και αναστενάζεις....» Αυτό είναι
η πατρίδα μας, να ξυπνάς μέσα στο σκότος
και να λές μέσα από τα; Χείλη σου- Παναγιά
μου , να μου έχεις καλά την Ελλάδα μου.
Μεγάλες
και πολλές οι συγκινήσεις των γεγονότων
και της ιστορίας μέσα στο βιβλίο του
Θοδωρή Δεύτου – Το πέρασμα αντίκρυ- από
τις εκδόσεις Κλειδάριθμος. Πολλές οι
χαμένες οι πατρίδες κύριος Δεύτο, μιά
όμως η ψυχή και η διάνοια, πολλά τα βιβλία
μία όμως μαρτυρία ακόμη που μας οδηγεί
μακάρι δηλαδή λίγο πιο ενδότερα σε
τόπους ιδιωτικούς και ταυτόχρονα κοινούς
όσο και αν δεν μπορούμε να το αντιληφθούμε.
Στο τόπο της πατρίδας μας που καλό είναι
να την γνωρίσουμε, και την γνωρίζουμε
λίγο περισσότερο μέσα απ΄αυτό το βιβλίο
λίγο καλύτερα λίγο πιο βαθιά και σίγουρα
λίγο πιο τραγικά.....
Γράφει η Κατερίνα Σχισμένου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου