Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Βαγγέλης Κούτας, ο αφηγητής του βάλτου.



Την συνέντευξη πήρε η Κατερίνα Σχισμένου

Συνεχίζοντας το αφιέρωμά μας στους συγγραφείς με αφορμή την παγκόσμια πρωτεύουσα βιβλίου που κηρύχτηκε η Αθήνα, εμείς συζητούμε, αναρωτιόμαστε και προβληματιζόμαστε με συγγραφείς . Συγγραφείς που αγαπήσαμε από τα βιβλία τους, από τις ιστορίες  που μας αφηγήθηκαν αλλά και πολλές φορές θέλοντας να λειτουργήσουμε με τα πενιχρά μέσα που διαθέτουμε ως νομοθέτες. Ποιας νομοθεσίας; Αυτής της σκοτεινής αδικίας που συχνά υφίστανται από λασπώδη ασπόνδυλα, που παντού ευημερούν μιας και είναι παράσιτα. Είχα την μεγάλη τιμή και τύχη να γνωρίσω τον πιο γλυκό και αυθεντικό συγγραφέα  της περιοχής μου μια λαμπερή μέρα και να συνομιλήσω μαζί του μέσα στο ανοιξιάτικο φως που εκπέμπει και ο ίδιος.


Ποιός είναι ο Βαγγέλης Κούτας
-15 ετών έφτασα στην Αθήνα, μετά στα Γιάννενα όπου σπούδασα Αρχιτεκτονικό σχέδιο για τρία χρόνια και μετά πίσω πάλι στην Αθήνα.
Πώς ήρθε η συγγραφή στη ζωή σας;
-Η συγγραφή ήρθε από την προτροπή μιας φιλολόγου, όταν ήμουν 19 ετών. Μου είπε να μην ξεχάσω να έχω ένα φύλλο χαρτί μπροστά σου για να γράφω. Δεν το ξέχασα και στα 26 μου, όταν πέθανε ο πατέρας μου και αισθάνθηκα την ανάγκη να του γράψω ένα γράμμα 180 σελίδων όπου το έβαλα σ΄ένα συρτάρι. Στα 40 μου ξεπέρασα τη συστολή του πρωτολείου, τόλμησα να το δώσω σ΄έναν εκδότη και όλα πήραν το δρόμο τους. Μετά από την κυκλοφορία του βιβλίου έκανα ένα πέρασμα από μια εκπομπή της ΕΡΤ που παρουσίασα συγγραφείς. Χτύπησε κάποια στιγμή το τηλέφωνο και ήταν από τον τηλεοπτικό σταθμό του 902 .Έτσι ξεκίνησε μια εκπομπή βιβιλιοπαρουσιάσεων που κράτησε 6 χρόνια. «Μονοπάτια της λογοτεχνίας». Όταν γράφεις ένα βιβλίο κι έρχεται κι ένα δεύτερο νιώθεις πως κάτι άλλαξε στη ζωή σου . Ποτέ δεν ξέρεις αν αυτό που κάνεις είναι σημαντικό. Υπάρχει πάντοτε η ανασφάλεια. Όσο πιο βαθιά βουτάς στη λογοτεχνία τόσο μεγαλώνει η ευθύνη.  Όπως όλα, χτίζονται σιγά –σιγά έτσι και η ευθύνη απέναντι στη λογοτεχνία. Μαθαίνεις να διαχωρίζεις το καλ’ο απ΄το κακό βιβλίο. Μέσα από το συνεχές διάβασμα .Η απόψή μου είναι ότι ο λογοτέχνης πρωτίστως πρέπει να διαβάζει..
Είστε συμπατριώτης μας, από τη Βίγλα, τόσο κοντά αλλά τελικά τόσο μακρυά....
-Δεν βρίσκω κανένα λόγο που πρέπει να με γνωρίζουν οι πολλοί αν και πάντα βρίσκεις όταν θέλεις . Δεν ήρθα να υπηρετήσω τη λογοτεχνία για να με προσκυνήσει ο κόσμος ή το σύμπαν. Όμως ο γενέθλιος χώρος  έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στα γραπτά μου.  Άλλωστε τα 15 πρώτα χρόνια της ζωής μου είναι αυτά που καθόρισαν τα άλλα, και επειδή η μαγεία της ζωής του ανθρώπου βρίσκεται στα πρωτόγνωρα. Έζησα έως 12 ετών παρέα με νεροφίδες κολυμπώντας στο βάλτο του χωριού μου χωρίς να έχω δει την πόλη. Αυτό ήταν τότε ο τρόπος ζωής και μετά απ΄αυτό μεγάλος πια, διαβάζοντας Μαρκές, είχα κι εγώ ένα βάλτο να περιγράψω. Ο μικρόκοσμός μας είναι οι ψηφίδες που δημιουργούν το μεγάλο ψηφιδωτό του κόσμου. Αλήθεια έχετε διαβάσει το «Ταξίδι στην άκρη άκρη της νύχτας» του Σελίν; Η λογοτεχνία ξέρετε, υπηρετεί τον άνθρωπο κι όχι το συγγραφέα. Ο συγγραφέας  κάνει το δικό του σύμπαν και κυβερνά τον κόσμο που πλάθει στις σελίδες του. Οφείλει να είναι ταπεινός, λιτός και ευαίσθητος και να σέβεται τον αναγνώστη, έχει πολλές πιθανότητες να κάνει κάτι καλό.
Πώς κρίνετε  ένα λογοτεχνικό έργο ως καλό;
-Ο Αμερικανός Άρθουρ Μίλερ είπε κάτι σπουδαίο ψάχνω σ΄ έναν βάλτο λέξεων να βρω μερικά διαμάντια λογοτεχνία υπηρετείται από αφαιρετικότητα είναι σπουδαία. Ο συγγραφέας καλείται να μας πεί μ΄έναν αμίμητο τρόπο για το ηλιοβασίλεμα, έναν έρωτα, ένα θάνατο χωρίς βερμπαλισμούς και πλεονασμούς.
Τι σημαίνει διαδικασία γραφής;
-Είναι μια απόδραση μια φευγάλα. Οι συγγραφείς γράφουν για ν΄αποφορτίσουν από τα εγκληματικά τους ένστικτα. Ο δολοφόνος πρωταγωνιστής ενός βιβλίου έχει τα γνωρίσματα της ψυχοσύνθεσης  του συγγραφέα.. Ό,τι κι αν γράψουμε είμαστε εμείς. Πρέπει η μαγεία του ταξιδιού μας ν΄ αγγίζει την ψυχή του αναγνώστη. Επίσης η ανάγνωση είναι τέχνη. Και οι περισσότεροι αναγνώστες δεν έχουν τέτοια παιδεία η οποία ξεκινά από το σχολείο . Η Οδύσσεια και η Ιλιάδα,η Πολιτεία, το Συμπόσιο  δεν θα ΄πρεπε να ναι αποτρεπτικά ή να βαθμολογούνται αλλά ένα όμορφο ταξίδι στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Δεν είναι τυχαίο όπου όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς αναφέρονται στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους.


Διαβάζοντας τα έργα σας «Χαραμάδα φως» και « Η κραυγή του Ήταυρου» αισθάνθηκα κάτι παραπάνω από συγκίνηση, δέος θα έλεγα. Σίγουρα το υπόβαθρο ήταν βιωματικό.
-Εδώ θα επανέλθω στην ερώτηση τόσο κοντά μα τόσο μακρυά. Όσο κι αν φαίνεται αστείο, ένα είναι βέβαιο. Πως ζώντας σε μια πόλη  τόσων εκατομμυρίων όσο η Αθήνα είναι σα να περπατάς σε μια έρημο και διψάς για νερό που έπινες παλιά. Και έτσι επιστρέφω ακριβώς εκεί, στα ασήμαντα που τότε δεν ήξερα πόσο σημαντικά ήταν για μένα. Το να τσαλαβουτώ στο βάλτο,ψάχνοντας γι΄αυγά, από αγριόπαπιες να ζω σαν αγρίμι ήταν θαυμαστά πράγματα που αντιλήφθηκα μεγάλος  Αυτοβιογραφικά στοιχεία δεν υπάρχουν, αλλά όλη η περιουσία ήταν μπροστά μου, μια χώρα σπαρμένη με λουλούδια, μια μαγεία που έρχονταν το σούρουπο με την κραυγή του Ήταυρου και  αισθάνομαι πολύ τυχερός που έζησα τέτοιες στιγμές. Άλλες εποχές βέβαια,άλλες ζωές, που μεταφέρει η λογοτεχνία. Αυτό είναι το σπουδαίο στο μωσαϊκό που αναφέραμε πριν.

Φτάνουμε στο τελευταίο σας βιβλίο.
-Ο δολοφόνος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, μια κρητική μαντινάδα λέει, «Οπού αγαπάς μην πολύ πας, κι αν πολύ πας μην πολύ κάτσεις, κι αν πολύ κάτσεις μην πολύ μιλείς, κι αν πολύ μιλείς να κατέχεις ίντα λες...» και είναι ενός φίλου που αγαπώ πολύ. Αυτό που μας μένει είναι η λιτή  αφήγηση και περιγραφή που υπηρετείται από την αφαίρεση. Δεν εξυπηρετεί σε τίποτα η φλυαρία των πολλών σελίδων. Η ιστορία θα μας δικαιώσει ή όχι, θα κρατήσει τα ψήγματα χρυσού που ψάχνουμε στη λογοτεχνία. Όλοι έχουν το δικαίωμα στη γραφή, αλλά μπορεί να προχωράς και τελικά να βρίσκεσαι στο ίδιο σημείο χωρίς αυτό να εκληφθεί ως διδακτισνμος.

Ένα διαφορετικό βιβλίο σας που αναφέρεστε σε μια συγκλονιστική ιστορία, πραγματική αυτή τη φορά Αετοί και Λύκοι.
-Όλα τα πράγματα έχουν τη στιγμή τους . Μια.μεγάλη περιπέτεια. Γνώρισα στην Αθήνα έναν διευθυντή σχολείου, το Θύμιο Ρέντζιο. Τον ρώτησα αυθόρμητα ο ληστής; Και  μου απάντησε, μη φοβάσαι δε θα σου πάρω το πορτοφόλι. Με γνώριζε από το βιβλίο «Η κραυγή του Ήταυρου». Όταν ανέφερε το επίθετο Ρέντζιος  ο φίλος μου πια Θύμιος, ήδη ήταν μέσα στο κεφάλι μου απ΄τα παιδικά μου χρόνια, η μεγάλη ληστεία της Πέτρας και οι απαγωγές. Του ανέφερα πως έπρεπε να με πείσει πως ήταν απόγονος των Ρεντζαίων, γίναμε φίλοι, ήπιαμε πολλά κρασιά, είπαμε πολλές ιστορίες .Υπήρχε και ένα χρονικό, κάποιου συμπατριώτη μας  του Νίκου Πάνου, καθώς και το  βιβλίο του φίλου μου του Βασίλη Τζανακάρη για τη ληστοκρατία στην Ελλάδα . Μελέτησα αυτά τα βιβλία και μαζί με τις διηγήσεις του Θύμιου άρχισα να γράφω μια ιστορία, με δυσκολία στη διαχείριση των ιστορικών στοιχείων. Επειδή πρωτίστως έπρεπε να μπω στο μυαλό του Γιάννη Ρέντζιου, που βρίσκεται στο χιόνι, χωρίς όραμα και ορφανός από πατέρα, έπρεπε να ταυτιστώ. Ευτυχώς δεν ήταν και μεγάλη η χρονική απόσταση, με βοήθησε και η καταγωγή μου και η ευθύγραμμη ζωή που έζησα. Άρχισα να αφηγούμαι και ταυτόχρονα να κλαίω την ορφάνια και των δυό μας, ώσπου κατέληξα να μεταλλαχθώ γράφοντας για τους Ρεντζαίους. Όλα πήραν το δρόμο τους,μετά στο Μεταίχμιο και την Ελένη Μπούρα που της εμπιστεύτηκα το βιβλίο. Αναρωτήθηκε τι μπορεί να έγραψα για μια ιστορία που στο ίντερνετ πιάνει 10 σελίδες. Τι θα μπορούσα να γράψω;  Πάντοτε πίστευα πως η ιστορία του Γιάννη και Θύμιου Ρέντζιου δεν μπορούσε να περάσει και να μείνει στις δέκα σελίδες. Είναι μια εποχή που δε μπορούσε να μείνει αθέατη- ανδρογέννα Ήπειρος. Εδώ σταματώ γιατί δεν θα ΄θελα να πω και να βγάλω πικρίες,άλλωστε πικρίες βγάζουν οι άνθρωποι όταν είναι τρωτοί. Εγώ δεν διεκδικώ καμία δόξα για να μαι τρωτός. Η λογοτεχνία υπηρετεί  τις φευγάλες μας και όχι τις προσωπικές μας επιδιώξεις για κοινωνική ανέλιξη. Άλλωστε θέλω να μαι πάντα ο Βαγγέλης των 12 ετών. Και οι φίλοι μου είναι όσοι έχουν την παιδική αθωότητα, γιατί μεγαλώνουμε και ξεχνάμε φορώντας άλλα κοστούμια που δεν μας αντιπροσωπεύουν. Μα για να πάμε παραπέρα, πρέπει πρώτα να  αγαπάμε και να σεβόμαστε τον άνθρωπο.


Πώς βλέπετε τους αρτινούς δημιουργούς;
-Ας δανειστούμε τον τίτλο ενός σπουδαίου βιβλίου. «Ο θεός των μικρών πραγμάτων». Πόσες στιγμές, όπως το χαμόγελο ενός παιδιού η το πέταγμα μιας πεταλούδας στο δειλινό χάσαμε; Αγαπητοί μου όλοι χωράμε σ΄ αυτόν τον μικρό μέγα κόσμο. Μη συνωστιζόμαστε αναζητώντας το πρώτο βαγόνι γιατί έχει καταληφθεί από αιώνες. Στα μικρά πράγματα βρίσκεται η ευτυχία. Αρκεί να έχουμε όλες τις αισθήσεις μας σ΄ επιφυλακή και να μεγαλώσουμε την καρδιά μας.






Κατερίνα Σχισμένου

Δεν υπάρχουν σχόλια: