Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

31 π. Χ., σαν σήμερα. Η ιστορική για την Πρέβεζα Ναυμαχία του Ακτίου


Η Ναυμαχία του Ακτίου (2 Σεπτεμβρίου 31 π.Χ.) ήταν ναυτική αναμέτρηση ανάμεσα στον Οκταβιανό από τη μια πλευρά και τον Μάρκο Αντώνιο και το ναυτικό της Κλεοπάτρας από την άλλη, που έγινε στο Άκτιο, λίγο έξω από τη σημερινή πόλη της Πρέβεζας. Η ναυμαχία ήταν συνέπεια του εμφύλιου πόλεμου ανάμεσα στον Γάιο Οκτάβιο και τον Μάρκο Αντώνιο, που διεκδικούσαν, μετά τη δολοφονία του Καίσαρα, την εξουσία στο απέραντο κράτος της Ρώμης.Τελείωσε με την ήττα του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας και τη διαφυγή τους.


Η σημαντικότερη ημερομηνία για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ιδίως για τους Λατίνους ιστορικούς, είναι η 2α Σεπτεμβρίου του 31 π.Χ., η ημέρα πού έγινε η Ναυμαχία του Ακτίου που έκρινε την τύχη της ανώτατης ηγεσίας του ρωμαϊκού Κράτους. Το Άκτιο είναι το ακροτελεύτιο ακρωτήριο της Ακαρνανίας, στην είσοδο του Αμβρακικού κόλπου, απέναντι από την Πρέβεζα, από την οποία απέχει μόλις 725 m. Αντίπαλοι ήταν από τη μία πλευρά ο Γάιος Οκτάβιος (Gaius Octavius), μετέπειτα Αυτοκράτωρ Αύγουστος (Augustus), ή Οκταβιανός (Octavian) και από την άλλη ο Μάρκος Αντώνιος (Marcus Antonius), γαμπρός του Οκταβιανού (είχε παντρευτεί την Οκταβία, αδελφή του Οκταβιανού) και η Βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα Ζ'. Ο Γάιος Οκτάβιος έπεισε τη Σύγκλητο να επιτεθεί στον Μάρκο Αντώνιο, με την κατηγορία ότι σύνηψε ερωτική σχέση και συμμαχία με την Κλεοπάτρα και ότι σκόπευε να παραδώσει στους Αιγύπτιους Ρωμαϊκή γη.



Ο Γάιος Οκτάβιος απέπλευσε από το Βρινδήσιο (Brindisiun, σημερινό Πρίντεζι) με ισχυρές ναυτικές και στρατιωτικές δυνάμεις. Κάτω από την αρχηγία του ικανότατου ναυάρχου (στρατηγού) Μάρκου Αγρίππα (Marcus Vipsanius Agrippa) κατέπλευσαν στο λιμάνι Κόμαρος (σημερινός Μύτικας) 400 πολεμικά πλοία με 75.000 πεζούς στρατιώτες, και 12.000 ιππείς. Μαρμάρινη προτομή του Αγρίππα εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως. Η προτομή βρέθηκε τυχαία από τον Ιωάννη Νούσια φύλακα του μουσείου Νικοπόλεως σε παρακείμενο χωράφι.



Υπολογίζεται ότι ο Γάιος Οκτάβιος έφτασε στην Πρέβεζα ένα μήνα νωρίτερα από τη ναυμαχία του Ακτίου και οχύρωσε το αρχηγείο του σε λόφο ύψους περίπου 100 μέτρων, βόρεια της κοινότητας Σμυρτούλας, εκεί που ανακαλύφθηκε το Μνημείο Αυγούστου. Πέραν του Αγρίππα, τον Γάϊο Οκτάβιο συνόδευαν οι στρατηγοί του Λούκιος Αρρούντιος (Lucius Arruntius), Μάρκος Λούριος (Marcus Lurius) και ο Μάρκος Οκτάβιος (Marcus Octavius). Ο στόλος του Οκτάβιου παρατάχθηκε δυτικά του Παντοκράτορα Πρέβεζας. Ειδικότερα, ο Μάρκος Οκτάβιος, ο Μάρκος Ουϊψάνιος (Marcus Uepsanius), o Λούσιος Αρρόντιος και ο Οκταβιανός παρατάχθηκαν στα ανοικτά του Ιονίου, παράλληλα προς τις αντίπαλες διατάξεις. Νότια της θαλάσσιας περιοχής του Ακτίου παρατάχθηκε με τα πλοία του ο Μάρκος Λούριος, ενώ ο Τ. Στατίλιος (Τ. Statilius), ήταν επικεφαλής του στρατοπέδου του Οκταβιανού στο λόφο της Σμυρτούλας.
Ο Μάρκος Αντώνιος με την Κλεοπάτρα έφτασαν καθυστερημένα στην περιοχή, και οχύρωσαν βιαστικά ένα στρατόπεδο στο Άκτιο, κοντά στο σημερινό αεροδρόμιο του ΝΑΤΟ, αλλά και ένα μικρότερο προχωρημένο φυλάκιο στη χερσόνησο της Πρέβεζας. Είχαν 480 πολεμικά πλοία, 60.000 πεζούς στρατιώτες και 12.000 ιππείς. Τα πλοία του Αντωνίου, αιγυπτιακής κατασκευής τα περισσότερα, ήταν μεγάλα και ισχυρά, οπλισμένα με πύργους, πετροβόλες μηχανές (καταπέλτες) και κόρακες (τεράστιες σιδερένιες αρπάγες). Αυτό όμως τα καθιστούσε και δυσκίνητα.



Ο στόλος του ενισχυόταν και από 60 Αιγυπτιακά πλοία της Κλεοπάτρας. Λέγεται ότι η Κλεοπάτρα έλαβε μέρος στη Ναυμαχία με τη Βασιλική ναυαρχίδα της, την "Αντωνία", με όλα τα κοσμήματα και θησαυρούς, κατά την Αιγυπτιακή παράδοση. Ενώ όμως ήταν ολοφάνερη η υλική υπεροχή του Αντώνιου, μεγάλο μέρος του στόλου του ήταν ουσιαστικά άχρηστο γιατί παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες να στρατολογηθούν πληρώματα ο αριθμός των κωπηλατών ήταν ανεπαρκής. Η θέση του Αντώνιου ήταν ήδη δύσκολη, αλλά επιδεινώθηκε γιατί μετά από αποκλεισμό του στρατηγού Αγρίππα στερήθηκε το πόσιμο νερό.



Ο Μάρκος Αντώνιος είχε επικεφαλής των ναυτικών του δυνάμεων τον Μάρκο Ινστήϊο (Marcus Insteius), τον Γάϊο Σόσιο (Gaius Sosius), και τον Κλαύδιο Καίλιο (Claudius Kaelius), ενώ στην ξηρά τον Πούβλιο Κανίδιο Κράσσο (Publius Canidius Crassus). Πέραν αυτών υπήρχαν και Αιγύπτιοι στρατιωτικοί και ναυτικοί. Ο Μάρκος Αντώνιος και η Κλεοπάτρα παρατάχθηκαν στον εγγύς θαλάσσιο χώρο του Στενού Πρεβέζης, από τον Παντοκράτορα μέχρι την περιοχή του σημερινού αεροδρομίου του Ακτίου, ανατολικά της παράταξης των πλοίων του Οκταβιανού. Ο Μάρκος Αντώνιος παρατάχθηκε βόρεια, ο Μάρκος Ινστήϊος κεντρικά και ο Γάιος Σόσιος με τον Κλαύδιο Καΐλιο νότια. Κατά τη διάρκεια της Ναυμαχίας έγινε εκ μέρους του Αντωνίου κίνηση υπερκεράσεως με πλεύση σκαφών εντός του Αμβρακικού κόλπου προσθίως της χερσονήσου της Λασκάρας. Ο Πούβλιος Κανίδιος Κράσσος ήταν επικεφαλής του στρατοπέδου του Αντωνίου στο Άκτιο.

























Δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία και είναι άγνωστο από που σιτίζονταν και υδρεύονταν αυτές οι τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις εκατέρωθεν (159.000 άτομα). Η πιο πιθανή εκδοχή ύδρευσης είναι οι πολλές πηγές της περιοχής αλλά και ο καθαρός τότε ποταμός Λούρος (τότε λεγόταν Χάραδρος ποταμός) που εκβάλλει στο Μιχαλίτσι, πολύ κοντά στο Αρχηγείο του Οκτάβιου. Είναι επίσης γνωστό ότι το 168 π.Χ. ο Ρωμαίος Αιμίλιος Παύλος (Aemilius Paulus) είχε επιτεθεί την Ήπειρο και τις γύρω πόλεις τις οποίες κατάστρεψε, συνέλαβε δε 150.000 ομήρους πού οδήγησε ως δούλους στη Νότια Ιταλία. Όμως πολλοί κάτοικοι των πόλεων πού κατάστρεψε ο Αιμίλιος Παύλος γλύτωσαν φεύγοντας στα βουνά και αργότερα επέστρεψαν και κατοίκησαν πάλι τις πόλεις. Το Ανακτόριον και η Βερενίκη είναι δύο από αυτές τις πόλεις πού κατοικήθηκαν πάλι και προφανώς εκατοικούντο κατά την περίοδο της Ναυμαχίας του Ακτίου. Αυτό μας δίνει εξήγηση για το θέμα της σίτισης των χιλιάδων στρατιωτών. Πέραν αυτού υπήρχαν και υπάρχουν γύρω από το Ανακτόριον και το Άκτιο πολλές μικρές λίμνες με πόσιμο νερό.

























Η αλήθεια είναι ότι επιθυμία του Μάρκου Αντωνίου ήταν να γίνει μάχη επί ξηράς και όχι ναυμαχία. Εξάλλου όλες οι προετοιμασίες εκατέρωθεν αποσκοπούσαν σε μάχη επί ξηράς. Όμως υπήρξε διαμάχη ανάμεσα στο επιτελείο του Μάρκου Αντώνιου και τους επιτελείς Αιγύπτιους στρατηγούς της Κλεοπάτρας σχετικά με το θέμα, και τελικά αποφασίσθηκε η αναμέτρηση στη θάλασσα.



Η ναυμαχία άργησε να ξεκινήσει λόγω άπνοιας. Φαίνεται να ξεκίνησε στις 12.00 το μεσημέρι της 2ας Σεπτεμβρίου 31 π.Χ. με βορειοδυτικό άνεμο και συνεχίστηκε μέχρι αργά το απόγευμα. Η σύγκρουση έγινε στο κέντρο της παράταξης, έξω από το Στενό της Πρέβεζας, απέναντι και λίγο βόρεια του Αεροδρομίου του Ακτίου. Τα μικρά και ευέλικτα πλοία του Αγρίππα (λατινικά liburnae και Ελληνικά λιβυρνίδες) άρχισαν να εμβολίζουν το ένα μετά το άλλο τα δυσκίνητα πλοία του Μάρκου Αντώνιου. Πρόσφατες τοπικές έρευνες του Αμερικανού αρχαιολόγου εναλίων αρχαιοτήτων William Murray έδειξαν ότι σαφώς χρησιμοποιήθηκαν και ναυτικοί καταπέλτες που εκτοξεύουν λίθινες σφαίρες διαμέτρου περίπου 20-30cm. Κάποιες από αυτές έχουν φωτογραφηθεί στο βυθό, όπως και ένα πιθανό τμήμα πλοίου.

Κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας τα εμβολιζόμενα πλοία παρεδίδοντο στην πυρά, πυρπολούμενα, ή αιχμαλωτίζονταν. Ενώ η ναυμαχία του Ακτίου εξελίσσονταν, το μεγαλύτερο τμήμα του επίγειου στρατού του Μάρκου Αντώνιου αυτομόλησε και παραδόθηκε στον Αγρίππα. Η Κλεοπάτρα, παρατηρώντας αμέτοχη τις εξελίξεις, πανικοβλήθηκε και αποχώρησε από το χώρο της ναυμαχίας, ξεφεύγοντας μέσα από ένα άνοιγμα των αντιπάλων πλοίων, αφήνοντας αβοήθητο και τραυματισμένο τον Αντώνιο. Επικράτησε πανικός και τελικά ο Μάρκος Αντώνιος διέφυγε με τα απομεινάρια του στόλου του, ακολουθώντας την Κλεοπάτρα.

Οι απώλειες της ναυμαχίας κατά τον Πλούταρχο φαίνεται να ήταν πενήντα πλοία του Αντώνιου και 5.000 άνδρες νεκροί (αρκετοί από τους οποίους πνίγηκαν). Πολλά πλοία αιχμαλωτίστηκαν από τον Αγρίππα αλλά και αρκετά παραδόθηκαν στην πυρά, αφού τους αφαιρέθηκαν τα χάλκινα έμβολα. Είναι βέβαιο ότι αφαιρέθηκαν τουλάχιστον 50 έμβολα, εκ των οποίων τα 36 τοποθετήθηκαν στο Μνημείο Αυγούστου και τα υπόλοιπα εστάλησαν στη Ρώμη. Ο Οκταβιανός είχε νικήσει και κατέστη κυρίαρχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Τελικά μετά από τέσσερα χρόνια, το 27 π.Χ., ο Οκταβιανός ανακηρύχθηκε στη Ρώμη πρώτος Princeps της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και υιοθέτησε τον τίτλο Augustus (Αύγουστος). Σε ανάμνηση της νίκης του έχτισε στο Άκτιο μεγαλύτερο και μεγαλοπρεπέστερο Ναό του Ακτίου Απόλλωνα, και καθιέρωσε να γίνονται κάθε πέντε χρόνια (από το έτος 28 π. Χ.) τα Άκτια, αγώνες με την ίδια επισημότητα που είχαν τα Ολύμπια, τα Ίσθμια, τα Πύθια και τα Νέμεα.

























Ο Οκτάβιος επίσης έκτισε μια καινούργια πόλη, τη Νικόπολη (Nicopolis, Nikopolis), για να θυμίζει τη νίκη του, απέναντι από το Άκτιο, περίπου οκτώ χιλιόμετρα από την Πρέβεζα. Θαυμαστά δημόσια κτίρια της Νικόπολης είναι το Ρωμαϊκό Ωδείο (700 θέσεις), οι τρεις θέρμες (Δημόσια Λουτρά), το Θέατρο Οκταβιανού (2000 θέσεις), το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο Νικόπολης (μήκους 50 χιλιομέτρων) με το Νυμφαίον του, το Ρωμαϊκό Στάδιο, το Γυμνάσιο, τα Ρωμαϊκά Τείχη, κλπ. Όμως το κυριότερο έργο του Αύγουστου Οκταβιανού είναι το λεγόμενο ''Μνημείο Αυγούστου'' ένας ναός αφιερωμένος στους Θεούς Άρη και Ποσειδώνα, στο λόφο της Σμυρτούλας Πρέβεζας, ο οποίος κτίστηκε ακριβώς στο σημείο που είχε το αρχηγείο του.
Η Κλεοπάτρα διέφυγε με το στόλο της μέσα από ένα κενό της διάταξης των εχθρικών πλοίων, έφτασε στην Αλεξάνδρεια και ενημέρωσε ψευδώς το λαό της ότι δήθεν νίκησαν στη ναυμαχία. Ο Μάρκος Αντώνιος επέστρεψε από το Άκτιο στην Αίγυπτο τραυματισμένος ελαφρά, με ένα τμήμα του στρατού του (το υπόλοιπο είχε αυτομολήσει). Μετά από ένα διάστημα μηνών ο Αύγουστος αποβιβάστηκε σε άλλη περιοχή της Αιγύπτου και όδευσε προς την Αλεξάνδρεια.

Κατά μία άποψη ο Αντώνιος βγήκε στην έρημο και «κτυπήθηκε» ανεπιτυχώς με τον Οκταβιανό. Άλλη άποψη λέει ότι ο στρατός του παραδόθηκε ή αυτομόλησε στον Οκταβιανό. Ο Μάρκος Αντώνιος τραυματίστηκε βαριά και επέστρεψε στα ανάκτορα της Κλεοπάτρας μεταφερόμενος σε άρμα. Κατά μία εκδοχή πέθανε σε λίγες ώρες από αιμορραγία ενώ κατ' άλλη εκδοχή λέγεται ότι αυτοκτόνησε με το ξίφος του μαθαίνοντας πως η Κλεοπάτρα είχε πεθάνει.

Σύμφωνα με έναν αυτόπτη μάρτυρα, τον Ολύμπιο, μεταφέρθηκε κοντά σε εκείνη και πέθανε στα χέρια της. Η Κλεοπάτρα φυγάδευσε τον 17χρονο γιό της Καισαρίωνα έγκαιρα, αλλά τελικά το παιδί συνελήφθη και εκτελέστηκε μαζί με το δάσκαλό του, με εντολή του Οκταβιανού. Λέγεται ότι δίνοντας την εντολή ο Οκταβιανός είπε «Υπερβολικά πολλοί Καίσαρες». Ο Οκταβιανός εισέβαλε στην Αλεξάνδρεια και άρχισε διαπραγματεύσεις με την Κλεοπάτρα. Κάποια στιγμή «συμφώνησαν» να οδηγηθεί η Κλεοπάτρα στη Ρώμη και να δηλώσει υποταγή στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αλλά να παραμείνει στον Αιγυπτιακό θρόνο ο γιος της Καισαρίων, πράγμα πού δεν αποδέχθηκε ο Οκταβιανός. Έτσι, η Κλεοπάτρα, υπό το πρόσχημα προετοιμασίας Αιγυπτιακής κηδείας για τον Αντώνιο, στις 12 Αυγούστου 30 π.Χ., κλείσθηκε σε ένα χώρο του ανακτόρου της και κατά την παράδοση, αυτοκτόνησε με τσίμπημα κόμπρας στο στήθος. Το ίδιο έκαναν και οι δύο πιστές της υπηρέτριες. Κατά μια άλλη άποψη η αυτοκτονία έγινε με κάποιο δηλητήριο.

Οι Ρωμαίοι έσπασαν την πόρτα με πολιορκητικό κριό και βλέποντας το πτώμα της Κλεοπάτρας, ο Αύγουστος είπε «Νίκησες Κλεοπάτρα». Στα άλλα τρία παιδιά του Αντώνιου δόθηκε χάρη από τον Οκταβιανό και μεταφέρθηκαν στη Ρώμη όπου τα μεγάλωσε η Οκταβία, αδερφή του Οκταβιανού και χήρα πλέον του Αντώνιου. Το κορίτσι, η Κλεοπάτρα Σελήνη, μεγάλωσε κανονικά και παντρεύτηκε το Βασιλιά Ιούβα ΙΙ της Μαυριτανίας με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Για τα άλλα δύο παιδιά της Κλεοπάτρας και του Αντωνίου, δεν υπάρχουν πληροφορίες.
Η κλασσική άποψη των ιστορικών, με βάση τις περιγραφές του Πλούταρχου, είναι ότι η Κλεοπάτρα διέφυγε διασπώντας τον κλοιό μεταξύ Λούσιου Αρούντιου και Μάρκου Λούριου. Ξέφυγε δηλαδή μέσα από χάσμα της διάταξης των πλοίων. Κατά μία άλλη άποψη, καθαρά προφορική, μη αποδεκτή από την πλειοψηφία των αρχαιολόγων, οι Αιγύπτιοι στρατηγοί της Κλεοπάτρας είχαν σχέδιο διαφυγής το οποίο εκτελέστηκε με επιτυχία. Κατά τη δεύτερη αυτή άποψη, τα πλοία της συγκεντρώθηκαν στον όρμο Αγίου Νικολάου Αιτωλοακαρνανίας. Από εκεί μέσω ενός καναλιού (αυλακιού) διαμέτρου 5 μέτρων (υπάρχει και σήμερα, με το όνομα διώρυγα Κλεοπάτρας) πού είχαν από πριν σκάψει και καμουφλάρει κατάλληλα με δέντρα, εισήλθαν στην αβαθή ελώδη λίμνη Βουλκαριά. Από εκεί ρυμούλκησαν τα πλοία μέσα στην ελώδη περιοχή η οποία συνδέει τη λίμνη Βουλκαριά με τον Όρμο Παλαίρου Αιτωλοακαρνανίας. Από εκεί τα πλοία διέφυγαν προς την Αίγυπτο, περνώντας ανάμεσα στα νησιά Μεγανήσι και Κάλαμος γειτονικά της Λευκάδας.

Οι αρχαιολόγοι δεν υιοθετούν αυτή την άποψη διαφυγής της Κλεοπάτρας και ισχυρίζονται ότι το κανάλι της Κλεοπάτρας είναι μεταγενέστερο», και ουδεμία σχέση έχει με εκείνη την ιστορική περίοδο. Ο τίτλος «Κανάλι της Κλεοπάτρας» είναι εντελώς αυθαίρετος ιστορικά. Σύμφωνα με Γερμανό αρχαιολόγο, ο οποίος δήλωσε ότι πραγματοποίησε τομή εδάφους το έτος 2000, διαπίστωσε ότι το κανάλι είναι μεταγενέστερο, περί το 1.000 μ.Χ.

Είναι απίθανη αυτή η εκδοχή διαφυγής της Κλεοπάτρας μέσα από το μεταγενέστερο «Κανάλι Κλεοπάτρας», διότι η απόσταση μεταξύ της νότιας όχθης της λίμνης Βουλκαριάς και του Όρμου της Παλαίρου είναι περίπου 8 χιλιόμετρα και όχι πάντα ελώδους έκτασης. Τέτοιο έδαφος δεν είναι καθόλου κατάλληλο για πλεύση ή έστω για σύρσιμο βαρέων πλοίων με σχοινιά.






























Στους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς ήταν ήδη γνωστό από τον Δίωνα Κάσσιο (51.1.3) ότι «ο Οκταβιανός ανήγειρε Μνημείο το οποίο κόσμησε με τα χάλκινα έμβολα των αιχμαλωτισθέντων πλοίων, στο χώρο όπου είχε στρατοπεδεύσει». Επίσης ο Στράβων (7.7.6) μνημονεύει το λόφο της Σμυρτούλας, ως «ιερό λόφο του Απόλλωνα». Πριν από εκατό περίπου χρόνια, περίπου 1.500 μέτρα βόρεια από τη Νικόπολη, σε μια πλαγιά κάτω από τους λόφους της σημερινής κοινότητας Νικόπολη (Σμυρτούλα) βρέθηκε το κρηπίδωμα του Βωμού -ή Μνημείου- του Αυγούστου, πού χτίστηκε αφιερωμένο στους θεούς Άρη και Ποσειδώνα. Το Μνημείο ανασκάφτηκε το έτος 1911 από τον Αλέξανδρο Φιλαδελφέα. Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δυστυχώς τα Ιταλικά στρατεύματα λεηλάτησαν το χώρο αυτό, είτε με σκοπό την κατασκευή οχυρωματικών έργων στο λόφο, είτε με σκοπό την αρχαιοκαπηλία. Πέραν αυτού, πολλές αμμοληψίες πού έγιναν στην περιοχή, είχαν ως αποτέλεσμα να υποστεί καθίζηση όλο το Μνημείο. Πρόσφατα, τα έτη 1995-2007, με τη χρηματοδότηση Ευρωπαϊκών προγραμμάτων όπως το Interreg ΙΙ, η ΙΒ' Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων υπό την εποπτεία του καθηγητή Δρ. Κων. Ζάχου πραγματοποίησε στο Μνημείο Αυγούστου έργα ανασκαφών, αναστήλωσης και τεκμηρίωσης.



Το Μνημείο Αυγούστου ήταν κτίριο μήκους 62 μ. και πλάτους 45 μ. όπου ο Αύγουστος είχε δώσει εντολή να τοποθετηθούν, σε ειδικά λαξευμένες «θήκες», 36 πραγματικά ακρόπρωρα (έμβολα) διαφόρων μεγεθών από πλοία της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου. Τα έμβολα αυτά έχουν συληθεί ή αφαιρέθηκαν μεταγενέστερα για να κοπούν νομίσματα ή να κατασκευασθούν άλλα μεταλλικά αντικείμενα, επί Θεοδοσίου. Σύμφωνα με αρχαίες πηγές η διακόσμηση μνημείων με έμβολα πλοίων ύστερα από νικηφόρα ναυμαχία αποτελούσε παλαιά συνήθεια των Ρωμαίων. Το πιο φημισμένο μνημείο αυτού του είδους ήταν το βήμα της Αγοράς (Forum) στην Αρχαία Ρώμη γνωστό ως Rostra (έμβολοι). Το μνημείο αυτό, που είχε ανακαινισθεί πολλές φορές και είχε μετακινηθεί από την αρχική του θέση, έφερε δύο παράλληλες σειρές εμβόλων.



Επίσης πέραν του Μνημείου Αυγούστου πού είχε 36 έμβολα, υπάρχουν αρχαίες πηγές πού αναφέρουν ότι έμβολα από τη Ναυμαχία του Ακτίου τοποθετήθηκαν από τον Αύγουστο και μπροστά από τον Ναό του Ιουλίου Καίσαρα στη Ρώμη (Rostra Aedis Divi Julii). Σημειωτέον ότι παγκοσμίως έχει βρεθεί μόνο ένα μεταλλικό έμβολο αρχαίου πολεμικού πλοίου, στην παραθαλάσσια πόλη Αθλίτ (Athlit) του Ισραήλ (Περιοδικό Αρχαιολογία 2000, και William Murray, 2004) και σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο της Χάϊφας του Ισραήλ. Το έμβολο αυτό ταιριάζει ακριβώς σε μία από τις οπές του Μνημείου Αυγούστου. Κατά τον William Murray πρέπει να κατασκευάσθηκε στην Κύπρο περί τον 2ο αιώνα πχ και φαίνεται ότι το ίδιο ακριβώς είδος πλοίου και εμβόλου κατασκευάζονταν και την εποχή που έγινε η Ναυμαχία του Ακτίου.

Στο Μνημείο Αυγούστου άρχισε το έτος 1995 ανασκαφές η ΙΒ' Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων υπό τον καθηγητή αρχαιολογίας Δρ. Κωνσταντίνο Ζάχο, με σημαντικά ευρήματα. Το έτος 2001, στο άνω άνδηρο του Μνημείου, βρέθηκε μονολιθικό ημικυκλικό μαρμάρινο βάθρο, το οποίο φέρει ανάγλυφη αρχαϊστική παράσταση δέκα ηρώων και θεών του ελληνικού πανθέου και επίστεψη από εναλλασσόμενα άνθη λωτού και ανθέμια. Μεταξύ των μορφών στην ημικυκλική επιφάνεια, διακρίνονται ο Απόλλωνας, η Άρτεμις, ο Ερμής, συνοδευόμενος από τρεις Χάριτες, ο Ηρακλής, και η Αθηνά. Πιθανολογείται η ύπαρξη και δεύτερου τέτοιου βάθρου (Κων. Ζάχος, 2001). Το εύρημα θεωρείται πολύ σημαντικό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι πρόκειται για το βάθρο του αγάλματος του Νίκωνα, και η ανακάλυψη δημοσιεύθηκε σε Ελληνικά και ξένα περιοδικά Αρχαιολογίας. Το βάθρο αυτό ήδη συντηρείται και θα εκτεθεί στο Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως.

Κατά τις εργασίες αποκατάστασης του Μνημείου Αυγούστου, βρέθηκε από την ομάδα Ζάχου ένα υπόλειμμα μεταλλικού εμβόλου περί τα 50 κιλά το οποίο αφαιρέθηκε προσεκτικά και φυλάσσεται για να εκτεθεί στο Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως. Επίσης βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή αγάλματος του Οκταβιανού.

Στο Μνημείο Αυγούστου έχουν επίσης βρεθεί αρκετά θραύσματα μιας τεράστιας αναθηματικής επιγραφής στα λατινικά. Μετά από χρόνια ερευνών τελικά η επιγραφή συναρμολογήθηκε και σήμερα το κείμενο έχει ως εξής: «Vacat Imp. Caesar Divi Juli f Victoriam Consecutus Bello Quod Pro Republica Gessit In Hac Regione Consul Quintum Imperator Septimum Pace Parta Terra Marique Neptuno et Marti Castra ex Quibus Ad Hostem Insequendum Egressus Est Navalibus Spoliis Exornata Consacravit Vacat». Μετάφραση: «Ο αυτοκράτωρ στρατηγός Καίσαρ, γιος του θεϊκού Ιουλίου, μετά τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου πού διεξήγαγε υπέρ της δημοκρατίας σε αυτή την περιοχή, όταν ήταν ύπατος για πέμπτη φορά και στρατηγός για έβδομη, μετά την εδραίωση της ειρήνης στην στεριά και τη θάλασσα, αφιέρωσε στον Ποσειδώνα και στον Άρη το στρατόπεδο από όπου εφόρμησε κατά του εχθρού, το οποίο τώρα κοσμείται με λάφυρα των πλοίων».

Επίσης, πέραν της λατινικής επιγραφής και του μαρμάρινου βάθρου του Νίκωνα, στο Μνημείο Αυγούστου η αρχαιολογική σκαπάνη τα τελευταία δέκα χρόνια έχει αποκαλύψει εκατοντάδες θραύσματα, εκ των οποίων μέχρι στιγμής το κυριότερο είναι ένα σύνολο πέντε μαρμάρινων θραυσμάτων μίας ανάγλυφης πλάκας της ζωφόρου του βωμού μήκους 282cm με απεικονίσεις. Η αρχαιολογική έρευνα στο χώρο συνεχίζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: