Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Λύσσα.


Γράφει ο Αθανάσιος Δημ. Στράτης
Εξ Ελαίας Θεσπρωτικού Πρεβέζης

Έβρεξε με το τουλούμι στην Ήπειρο. Όχι μόνο επειδή άδειασαν τα σύννεφα αλλά και επειδή από αεροπλάνα και ελικόπτερα έπεσαν σωρό τα αντιλυσσικά εμβόλια.
Γέμισε ο τόπος «φόλες» (από τις καλές) και φεϊγ-βολάν με οδηγίες, για την αντιμετώπιση της λύσσας που πήρε εκρηκτικές διαστάσεις τον τελευταίο καιρό ανάμεσα στην άγρια πανίδα και στα οικόσιτα ζώα. Σύγχρονοι μέθοδοι στα έρημα από ανθρώπους χωριά μας, την θέση των οποίων πήραν αγέλες λύκων, άγριων σκυλιών, αλεπούδων και αμέτρητων τσακαλιών.


«Φόλα» με εμβόλιο

Μέθοδος που πήρε τη θέση των παλαιών ξεπερασμένων πρακτικών και εμπειρικών τρόπων. Αυτών που μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά, από γερόντους σε νέους.
Τις παλαιότερες εποχές η αντιμετώπιση ήταν δύσκολη αν όχι ακατόρθωτη. Όποιο σκυλί ασθενούσε το σκότωναν. Αν δάγκωνε άλλο ζώο (γουρούνι, άλογο, γαϊδούρι κ.λ.π.), έδεναν το δαγκωμένο ζώο σε ένα δέντρο και σε περίπτωση που εμφάνιζε τα συμπτώματα της λύσσας (κόκκινα μάτια, γρυλίσματα, άγριες διαθέσεις, αφρούς στο στόμα), του έριχναν παγωμένο νερό στο κεφάλι και ψοφούσε. Τα σκυλιά πάθαιναν παράλυση του νευρικού συστήματος και έσερναν την ουρά. Την πληγή από δάγκωμα την έκαιγαν με βραστό λάδι ή ψημένο τυρί με μαλλιά προβάτων. Αργουλιούνταν από τους πόνους, αλλά μπροστά στον φόβο της λύσσας δεν έκαναν πίσω. Επί τρείς Παρασκευές το βράδυ έλεγαν τα (ακαταλαβίστικα) γράμματα στον δαγκωμένο, τα οποία περίπου ήταν:
«Ρέφτον, καρέφτον καϊλι μοναχού, σέβουνται,
ρέβουνται, ρέβουνται, σ’ ό παρερούνται».
(Αθανάσιος Δ. Στράτης: «Ντάρα Λάκκας Σουλίου, Λαογραφία», 2014).

Δεν υπήρχαν εμβόλια και φάρμακα. Εμπειρικοί γιατροί υπήρχαν, που έκαναν ότι μπορούσαν. Χρησιμοποιούσαν διάφορα βότανα, όπως έκανε μια γριά από το Παλαιορόφορο (σήμερα Ωρωπός Πρεβέζης), που γλύτωσε την Κρανιώτισσα ΓιωρΘοδωράκαινα, το 1890, όταν την είχε δαγκώσει λυσσασμένος σκύλος.
Παρατίθενται μερικά δημοσιεύματα εκατό και πλέον χρόνων, από την εφημερίδα «Φωνή της Ηπείρου» (εκδότης Γ. Γάγαρης), που αναφέρονται στο πρόβλημα τούτο.

Στο πρώτο από αυτά φαίνεται ότι υπήρχαν «ειδικοί» ξελυσσαχτές κομπογιαννίτες.
«Φωνή της Ηπείρου», φύλλο 118, 23/12/1894, σελ. 4.
«Εν Πειραιεί πολίτις τις εδήχθη πρό 4 μηνών υπό λυσσώντος κυνός. Πρό ολίγων δε ημερών ήρξαντο εκδηλούμενα συμπτώματα δηλούντα ότι διατρέχει το έσχατον σημείον της λύσσης καθ’ ής πλέον η επιστήμη ουδέν δύναται να πράξη. Εις το κατάστημα της αστυνομίας όπου ωδηγήθη ο πάσχων προσήλθεν ο γνωστός ξελυσσαχτής Τριανταφύλλου όστις ανέλαβε την θεραπείαν αυτού».
Στο παρακάτω δημοσίευμα φαίνεται ότι λειτουργούσε στην Αθήνα αναγνωρισμένο λυσσοκομείο, αυτό του Παμπούκη.

Φύλλο 129, 10/3/1895, σελ. 2.
«Το εν Αλεξανδρεία γεν. προξενείον της Ελλάδος δι’ εγγράφου του απέστειλεν ενταύθα τον υπό λυσσώσης γαλής δηχθέντα άπορον Β. Βασιλειάδην, ίνα υποστή την αντιλυσσικήν θεραπείαν δωρεάν εν τω εν Αθήναις λυσσοκομείω Παμπούκη. Ο λυσσόδηκτος άμα τη αφίξει του ενταύθα, παρουσιάσθη τω αρμοδίω υπουργώ, όστις υπό φιλανθρωπίας αγόμενος πάντη προθύμως συνέστησε τούτον εις το λυσσοκομείον, όπερ αμέσως τον εδέχθη προς νοσηλείαν».

Σε ένα άλλο δημοσίευμα φαίνεται ότι μαζί με τα άρρωστα σκυλιά έπαιρνε ο χάρος και τα υγιή.
Φύλλο 190, 24/5/1896, σελ. 1 και 2.
«…. Άπαντες σχεδόν οι κύνες του Μετσόβου έπαθαν από λύσσαν, μάλιστα προ καιρού έδηξαν τρείς στρατιώτας, ούς έστειλαν προς θεραπείαν εις Κωνσταντινούπολιν συνεπεία δε των ανωτέρω ήλθε διαταγή εξ Ιωαννίνων να φαρμακώσωσιν όλους τους κύνας. Εις ενέργειαν όθεν οι μουχτάριδες με τας φόλας ανά χείρας δεν αφήκαν σκυλί αφαρμάκευτο. Είς δε εκ των μουχτάρηδων ο Αδάμης Σταύρος υπερηκόντησε τους άλλους εις τον ζήλον της εις αυτόν ανατεθειμένης υπηρεσίας του Μπόγια. Δεν έφθανε τα όσα σκυλιά εφαρμάκωσεν εις τους δρόμους αλλ’ εισήλθε και εις την οικίαν του Πάσχου Αγόρωφ και εκεί μέσα εφαρμάκωσε το σκυλί του. ο Πάσχος βαρέως φέρων την απώλειαν του σκυλιού του, νύκτα τινά ενώ αμέριμνος ο ρηθείς μουχτάρης μετέβαινεν εις την οικίαν του, επετέθη κατ’ αυτού μετ’ άλλων δύο, ως λέγεται, και τον έκαμαν του αλατιού, προς μετριασμόν του πολλού του ζήλου δια την θέσιν του Μπόγια. Ο δαρείς ανήλθεν αμέσως εις το χουκιμέτι και κατήγγειλεν εις τον Αστυνόμον ως αυτουργούς του δαρμού τον Πάσχον Αγόρωφ, Βησάριον Παπάσην και Στέργιον Τζήμαν, ο δε Αστυνόμος αυτοστιγμί, επειδή εδάρη βασιλικός άνθρωπος και δη μπόγιας, έστειλε τρείς ζαπτιέδες και νύκτωρ απήγαγον αυτούς εκ των οικιών των εις τας φυλακάς, παραβιάσαντες και άσυλον και πάντα νόμον, εις την οικίαν μάλιστα του Στεργίου Τζήμα εισήλθον διαρρήξαντες την θύραν, επειδή δεν ήνοιγον εις αυτούς. Έμειναν άνω των δέκα ημερών εις τας φυλακάς και προχθές απελύθησαν επί εγγυήσει δια να δικασθώσι μετά ταύτα».

Παρακάτω φαίνεται η διαφορά αντιμετώπισης των ασθενών, αν ήταν Τούρκος ή Έλληνας.
Φύλλο 332, 21/5/1899, σελ. 2.
«Εις Αυλώνα ο σκύλος ενός βέη λυσσών έδηξε πολλούς τούρκους και τινας Χριστιανούς. Και δια μεν τους τούρκους το δημαρχείον της Αυλώνος εφρόντισε και απεστάλησαν εις Κων/πολιν όπως υποβληθώσιν εις θεραπείαν εις το αυτόθι μικροβιολογικόν εργαστήριον δια δε τους χριστιανούς ουδεμίαν έλαβε φροντίδα. Διατί τάχα αυτή η εξαίρεσις δια τους τούρκους. Μήπως η φιλανθρωπία δεν έπρεπε να επεκταθή και εις τους χριστιανούς ή μήπως οι χριστιανοί δεν καταβάλλουσι φόρους και μάλιστα περισσότερους. Οπωσδήποτε η διαγωγή αύτη του δημαρχείου Αυλώνος είνε αξιοκατάκριτος και δέον να επισύρη την προσοχήν των ανωτέρων αρχών».

Αλλά και ο πολυδιαφημισμένος για την αντιμετώπιση της λύσσας Παμπούκης σήκωσε τα χέρια του και απέπεμψε ασθενείς.
Φύλλο 355, 19/11/1899, σελ. 3.
«… Ηγγέλθη εκ Λεωνιδίου ότι εντεύθεν επέστρεψαν εκεί οι δηχθέντες υπό λυσσώντος λύκου πέντε χωρικοί. Ο κ. Παμπούκης τους εγκατέλειψεν, αποδειχθείσης αδυνάτου της θεραπείας των και οι δυστυχείς επανέστρεψαν εις την πατρίδα των, δια να αναμένουν το οικτρόν τέλος των. Κατά την επάνοδόν των εν τω ατμοπλοίω επί του ενός ενεφανίσθησαν τα συμπτώματα της φρικαλέου νόσου και ο δυστυχής απέθανεν εν μέσω φοβερών οδυνών».

Στο επόμενο δημοσίευμα λύκος και αλεπού εδάγκασαν ανθρώπους.
Φύλλο 418, 23/2/1901, σελ. 3.
«Λυσσασμένος λύκος έφαγεν άνθρωπόν τινα εις Δέλβινον και πνέει τα λοίσθια ως και αλώπηξ τις λυσσασμένη εδάγκασε δύο ανθρώπους κάτω από το Δέλβινον».
Και μέσα στην πόλη των Ιωαννίνων αδέσποτα σκυλιά επετέθησαν και εδάγκασαν πολλούς ανθρώπους.
Φύλλο 729, 19/10/1907, σελ. 1.
«ΕΞ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Τη 16 Οκτωβρίου 1907.
Η κατάστασις – Ανομβρία και λύσσα – Λυσσόδηκτοι – Λειτανίαι – Κύριε Δήμαρχε Ιωαννίνων τι κάμνεις δια τους δημότας σου; - Οι μεμούρηδες των Ιμλιακίων – Ληστείαι κ.τ.λ. – Γενναία αντίστασις Λακκιωτών.
Αι πληγαί του Φαραώ όλαι μαζύ δέρνουν τον άθλιον τούτον τόπον. Σαν να μην έφθαναν η φτώχια, η ληστεία, αι καταπιέσεις των κυβερνητικών οργάνων, αι αυθαιρεσίαις του τυχόντος αγά, αι βαρύτατες φορολογίαις τακτικαίς και έκτακταις, πότε για επιδιόρθωσι του νοσοκομείου, των φυλακών και πότε για το λαχείο του Γουραμπή, η εξ αιτίας όλων τούτων των κακών εκουσία εξορία στην Αμερικήν και πίσω απ’ τον Ήλιο κάθε ανθρώπου που έχει νιάτα και υγεία και τώρα άρχισαν και ακέραιες οικογένειαις να φεύγουν, η βρωμοπροπαγάνδα των Ρωμούνων, τα αδιόρθωτα κοινοτικά, μας ήρθε ξηρασία και ανομβρία επί τρείς τώρα μήνας, απιδημικαίς αρρώστιαις τύφος και σκαρλατίνα και το χειρότερον και απίστευτο λύσσα, διότι σκυλλιά λυσσιάρικα τρέχουν απάνω κάτω στους δρόμους και αλλοίμονο εις εκείνον που τους πέφτει στα δόντια. Εδάγκασαν 9-10 άτομα, αλλ’ ως την ώρα απέθανον από τη λύσσα δύο, ένας Τούρκος ωρολογάς και μία Εβραία. Εδάγκασαν και τον υιόν του κ. Δόνου, τον καβάσην του Γαλλικού Προξενείου Αμπετίν, ένα Χουλιασή μπέη και 4-5 εργατικούς ανθρώπους. Ποιος ξέρει και πόσα άλλα σκυλλιά εδάγκασαν και να μην απορήσητε, εάν ακούσητε, ότι λυσσάξαμε όλοι εδώ και τρώμε ο ένας τον άλλον.
Κοπάδια ολάκερα από σκυλλιά χωρίς αφέντη περπατούσαν ‘λεύτερα και κανένας δε φροντίζει γι’ αυταίς ταις δουλειαίς, ούτε Δήμαρχος, ούτε αστυνομία, ούτε Γιατρός. Ο Δήμαρχος έβαλε μοναχόν ένα Εβραίο τελιάλη να φωνάξη να μαζέψωνε τα σκυλλιά, όσοι έχουνε. Αλλά εκείνα που δεν έχουν αφέντη, κύριε Δήμαρχε, ποιος να τα μαζέψη; Ως τόσο καμπόσοι αρματώθηκαν με χοντραίς μαγκούραις για τα σκυλλιά και έχει ο Θεός!...».

Στο τελευταίο δημοσίευμα που παρατίθεται, φαίνεται ότι το ένα κακό διαδέχεται το άλλο. Την λύσσα διαδέχεται ο τύφος.
Φύλλο 756, 9/5/1908, σελ. 1.
«Πέρυσιν ένεκεν ακηδίας των αρμοδίων είχομεν επιδημίαν λύσσης μεταξύ των κυνών απειλησάσης να μεταδοθή και μεταξύ των ανθρώπων.
Φέτος δια την αυτήν αφορμήν εξερράγη δεινή επιδημία νόσου κολλητικής μεταξύ του στρατού ήτις αφού εξαπέστειλεν εις τον Άδην πλήθος δυστυχών στρατιωτών, αποθνησκόντων κατά 5-6 την ημέραν και επί αρκετούς μήνας, εχαρακτηρίσθη ως εξανθηματικός τύφος υπό των στρατιωτικών ιατρών. Εσχάτως απέθανον εξ αυτής και τινες αξιωματικοί, χθες δε και προχθές ο αρχιφαρμακοποιός του στρατού Χουσεήν εφένδης και είς χειρούργος. Οι θάνατοι ούτοι κινδυνεύουσι να διαδώσωσι τον πανικόν μεταξύ των κατοίκων, καίτοι μέχρι της ώρας η νόσος δεν μετεδόθη εις την πόλιν. Αλλ’ επειδή ουδέν των αναγκαίων προληπτικών κατά της επεκτάσεως αυτής μέσων λαμβάνεται σοβαρόν υπάρχει μέγας φόβος, μήπως προχωρούντος του θέρους η νόσος λάβη τρομακτηκοτέρας διαστάσεις διαδιδομένης και εις την πόλιν. Φαντασθήτε ότι τα φορέματα των εκ του τύφου αποθανόντων στρατιωτών τα κατεβύθισαν εις την λίμνην, εξ ής ειρήσθω εν παρόδω, αι παρ’ αυτήν συνοικίαι προμηθεύονται ύδωρ προς οικιακάς χρήσεις, τινές δε και προς πόσιν ακόμη! Εις επίμετρον δε οι δρόμοι της πόλεως είνε υπέρ ποτε ακάθαρτοι και βλέπει τις σωρούς από ακαθαρσίας και σκουπίδια βουνά και εις αυτάς τας κεντρικωτέρας οδούς της πόλεως ως π.χ. την της αγοράς, διότι ουδείς φροντίζει να διατάξη τον καθαρισμόν αυτών, διότι φαίνεται, ότι ο κ. Δήμαρχος και οι περί αυτόν ένεκα της επικειμένης Δημαρχιακής εκλογής είνε απησχολημένοι περί την συλλογήν ψήφων. Είνε ν’ απορή τις, ότι μόνον ο τύφος αλλά και η πανούκλα πως δεν έκαμε την εμφάνισίν της».
«Κακιά λύσσα να σε πιάκει», «Λυσσασμένε», «Να σε φάει η λύσσα», «Να ψοφήσεις σαν σκυλί λυσσασμένο» ήταν οι κατάρες της εποχής. Μακρινής εποχής χωρίς εμβόλια και φαρμακευτικές αγωγές. Εποχής γεμάτης με επιδημίες, με άγνωστες και αγιάτρευτες αρρώστιες.
(Σεπτέμβριος 2015).

Δεν υπάρχουν σχόλια: