Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Γαβριά Άρτας. Δείτε τα video




Δείτε τα video




























Γαβριά Άρτας
Η Γαβριά είναι ένα μικρό χωριό του Δήμου Αρταίων, στην πεδιάδα της Άρτας, με έκταση 6,174 τ.χλμ. και απέχει από την πόλη περίπου 8 χιλιόμετρα.
Ετυμολογία Η ακριβής προέλευση του ονόματος “Γαβριά” δεν είναι γνωστή όμως υπάρχουν δύο εκδοχές.



Το δέντρο γαύρος (Caprinus Betulus) από το οποίο, σύμφωνα με μία εκδοχή, πήρε το ονομά της η Γαβριά.

Η μία εκδοχή είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι η ονομασία του χωριού προέρχεται από το δέντρο γαύρος (Caprinus Betulus). Σύμφωνα με τον Γερμανό σλαβολόγο Μαξ Βάσμερ, ο οποίος με το έργο του «Οι Σλάβοι στην Ελλάδα», πραγματοποίησε μία ολοκληρωμένη έρευνα σχετικά με τα σλαβικά τοπωνύμια της Ελλάδας, η ονομασία του δέντρου προέρχεται από τη βουλγάρικη λέξη gábъr.

Η άλλη (και πιο διαδεδομένη) εκδοχή υποστηρίζει ότι η ονομασία του χωριού πιθανόν να προήλθε από τον Γαβριήλ, Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Άρτης. Με το όνομα “Γαβριήλ”, υπήρξαν 7 μητροπολίτες

  • Ο Γαβριήλ Α΄, 1271-1275.
  • Ο Γαβριήλ Β’, 1386. Μητροπολίτης Ιωαννίνων ο οποίος “επείχε” την θέση του Ναυπάκτου, όπως ο προκάτοχός του.
  • Ο Γαβριήλ Γ’, 1561.
  • Ο Γαβριήλ Δ’ ο Γκόρας, 1581-1589. Αναφέρεται το 1581 η εκλογή του και το 1589 (24 Ιουνίου) ο θάνατός του.
  • Ο Γαβριήλ Ε', του οποίου το όνομά, αναφέρεται σε πολλά Σιγίλλια και Συνοδικές αποφάσεις, στα οποία υπέγραφε, όπως σε Σιγίλλιο του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου περί αγιοποιήσεως του οσίου Γερασίμου Κεφαλληνίας (Ιούλιου 1622) και διετέλεσε μητροπολίτης, τη περίοδο 1601-1632
  • O Γαβριήλ Στ’ ο Βλάσιος, ο οποίος γεννήθηκε στην Κέρκυρα, προχειρίστηκε μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας,τη περίοδο 1647-1660. Πηγές, μας μαρτυρούν ότι έγραψε επιστολή στον Δούκα του Νεβέρ που προετοίμαζε επανάσταση στην Ελλάδα κατά των Τούρκων. Ο Δοσίθεος τον συγκαταλέγει μεταξύ των λογίων, επαινεί ως θεολόγο και της ορθοδοξίας πρόμαχο.[6]
  • Ο Γαβριήλ Ζ', ο Γκάγκας, ο από Λαρίσης, Μητροπολίτης Ιωαννίνων, Ναυπάκτου και Άρτης (η Μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτης, με απαίτηση του Αλή Πασά της Ηπείρου, ενώθηκε με την Μητρόπολη Ιωαννίνων από το 1808 εως το 1813). Ο Γαβριήλ Ζ', ο Γκάγκας διετέλεσε μητροπολίτης, τη περίοδο 1810-1813 και ήταν θείος της Κυρά Φροσύνης, των Ιωαννίνων.
Ιστορία 
Η Γαβριά μαζί με τα υπόλοιπα χωριά του κάμπου βρίσκεται σε μια περιοχή η οποία κατά την αρχαιότητα είχε κατοικηθεί από τους Δρύοπες, ένα θεσπρωτικό φύλο, οι οποίοι εκδιώχθηκαν το 625 π.Χ. από τους Κορίνθιους. Ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή Γαλατσίδα Γαβριάς, έφεραν στο φως μεγάλους ασβεστολιθικούς ογκόλιθους, όστρακα αγγείων ελληνιστικής περιόδου και κομμάτι από τη βάση μεγάλου πιθαριού.

17ος - 19ος αιώνας


Ισπανικό ρεάλι, το νόμισμα με το οποίο τα χωριά της Άρτας πλήρωναν φόρο στους Βενετούς με αντάλλαγμα την προστασία από τους πειρατές.

Ιστορικά η πρώτη πηγή που μας γνωστοποιεί την ύπαρξη του χωριού είναι τα αρχεία της Βενετίας, στα οποία μας γίνεται γνωστό ότι το έτος 1697, δηλαδή την εποχή που Δόγης της Βενετίας ήταν ο Συλβέστρο Βαλιέρο, η Γαβριά μαζί με πολλά άλλα χωριά της Άρτας, κατέβαλε φόρο στην Βενετική διοίκηση με αντάλλαγμα την προστασία από τις ληστρικές επιδρομές των πειρατών. Συγκεκριμένα, η Γαβριά, πλήρωνε 3 ρεάλια ετησίως (ρεάλι=ισπανικό νόμισμα). Αυτό λοιπόν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η οίκηση του χωριού έγινε πολλά χρόνια πριν από το 1697.

Ξένοι περιηγητές που επισκέφθηκαν τον κάμπο της Άρτας, τον 17o, 18ο και 19ο αιώνα, περιγράφουν το τοπίο της περιοχής και μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τη ζωή και τις δραστηριότητες των κατοίκων της εποχής. Η Σαλαώρα ήταν το σημαντικότερο λιμάνι της Άρτας και η πρόσβαση στην πόλη γινόταν μέσω του δρόμου που περνάει από τα χωριά Ανέζα και Κωστακιούς, ανάμεσα από τα οποία βρίσκεται η Γαβριά. Το 1676 ο Γάλλος γιατρός Ζακ Σπον φτάνει στην Άρτα και μας πληροφορεί ότι όλη η περιοχή γύρω από την πόλη καλλιεργεί καπνό και εξάγει μάλλινα και αυγοτάραχο.Σύμφωνα με το έργο «Voyage en Grèce» του Ιταλού πολιτικού Σαβέριο Σκρόφανι, το 1794 οι κάτοικοι καλλιεργούσαν σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι, βρώμη, φασόλια και έκαναν εξαγωγή δερμάτων από βουβάλια, γεγονός που μαρτυρεί την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Ο Σκρόφανι μας πληροφορεί και για την εξαγωγή ξύλου από τις σημαντικές δασικές εκτάσεις με βελανιδιές και φτελιές που υπήρχαν στον κάμπο και άνηκαν εν μέρει στο κράτος και εν μέρει σε ιδιώτες.

Ο Βρετανός στρατιωτικός Ουίλιαμ Μάρτιν Ληκ επισκέφθηκε την περιοχή του κάμπου το 1805. Σύμφωνα με το βιβλίο του «Travels in northern Greece», ο Ληκ στην πορεία του από την Σαλαώρα προς την Άρτα, πέρασε ανάμεσα από τα χωριά Ανέζα και Κωστακιούς και αναφέρει την ύπαρξη χωραφιών με καλαμπόκι, τα οποία διαχώριζαν έρημες εκτάσεις καλυμμένες με χαμομήλι. Μία εικόνα της περιοχής μας δίνει και ο Βρετανός περιηγητής και πολιτικός Τζον Χομπχάουζ, ο οποίος το 1809 αποβιβάστηκε στη Σαλαώρα και στη διαδρομή προς την πόλη της Άρτας, παρατήρησε κάποιες εκτάσεις οι οποίες χρησίμευαν ως βοσκότοποι για άλογα και βοοειδή. Ο Βρετανός γιατρός Τόμας Χένρυ Χόλλαντ, ήρθε στην περιοχή το 1812 και στην πορεία προς την πόλη, πέρασε από την Ανέζα. Ο Χόλλαντ μας πληροφορεί για τα βοσκοτόπια της περιοχής και τις καλλιέργειες καλαμποκιού, σιταριού, ρυζιού και καπνού.Αναφορά στις σημαντικές καλλιέργειες καλαμποκιού κάνει και ο Ουίλλιαμ Τέρνερ, βρετανός διπλωμάτης και συγγραφέας, ο οποίος πέρασε από την περιοχή το 1813.  Ο Φρανσουά Πουκεβίλ στο έργο του «Ταξίδι στην Ελλάδα», το οποίο εκδόθηκε το 1820, κάνει αναφορά στον κάμπο της Άρτας, τον οποίο χαρακτηρίζει ως ιδιαίτερα εύφορη περιοχή. Ο Γάλλος περιηγητής μας πληροφορεί επίσης ότι στην πορεία του από τον Αμβρακικό κόλπο προς την Άρτα, επισκέφθηκε την περιοχή γύρω από τη Γαβριά και συγκεκριμένα το γειτονικό χωριό Απόμερο.
Σύμφωνα με το έργο του Σπυρίδωνος Αραβαντινού, «Ιστορία Αλή πασά του Τεπελενλή», η Γαβριά, σε αντίθεση με τα γειτονικά χωριά Ανέζα, Μύτικας, Κωστακιοί και Καλομόδια, δεν ήταν ανάμεσα στα τσιφλίκια του πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος είχε στην κατοχή του το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου ενώ με βάση την εργασία του Κων.Διαμαντή με τίτλο «Η Άρτα και τα περίχωρα αυτής κατά τους χρόνους της επανάστασης», η Γαβριά ήταν ένας μικρός οικισμός με 15 οικογένειες την περίοδο που ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821.












Ο Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του «Χρονογραφία της Ηπείρου» μας ενημερώνει ότι, με βάση τον κατάλογο της απογραφής του 1845, η Γαβριά ήταν ιδιόκτητο χωριό, υπαγόταν στο τμήμα Ιωαννίνων και κατοικούσαν 13 χριστιανικές οικογένειες ενώ η έκθεση του Ρωσικού Υποπροξενείου Άρτας, το 1877, μας πληροφορεί ότι το χωριό υπήρξε ιδιοκτησία της Μητρόπολης Άρτας και κατοικούσαν σε αυτό 15 οικογένειες. Αναφορά στο χωριό κάνει και ο Ιφικράτης Κοκκίδης στο έργο του «Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας» που εξέδωσε το ελληνικό Υπουργείο Στρατιωτικών (Αθήνα 1880) και μας δίνει την πληροφορία ότι στο χωριό κατοικούσαν περίπου 50 άνθρωποι. Ο Ι. Κοκκίδης μας ενημερώνει ότι η επαρχία Άρτας χωριζόταν σε 2 περιοχές: την περιοχή Άρτας και την περιοχή Πρεβέζης. Η περιοχή της Άρτας χωριζόταν με τη σειρά της σε 7 τμήματα: τμήμα Ποταμιάς, τμήμα Βρύσεως, τμήμα Ραδοβυζίου, τμήμα Τζουμέρκων, τμήμα Κάμπου, τμήμα Καρβασαρά και τμήμα Λάκκας. Η Γαβριά αποτελούσε μέρος του τμήματος Κάμπου.



Το παλαιό σχολείο στην Ανέζα, στο οποίο, τον 19ο αιώνα, φοιτούσαν μαθητές από τη Γαβριά και τα γύρω χωριά.

Άλλη αξιόλογη πηγή αποτελεί το «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884) του Σεραφείμ Ξενόπουλου, μητροπολίτη Άρτας. Σύμφωνα με αυτή την πηγή, την εποχή εκείνη οι κάτοικοι του χωριού εκκλησιάζονταν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου Ανέζας. Εμπρός από τον ναό λειτουργούσε αλληλοδιδακτικό σχολείο, στο οποίο δίδασκε ένας δάσκαλος και φοιτούσαν περίπου 180 μαθητές από τη Γαβριά, το Μύτικα, την Ανέζα, το Απόμερο και το Καλογερικό. Ο Μητροπολίτης Άρτας κάνει επίσης αναφορά και σε κάποιες χορτολιβαδικές εκτάσεις που υπήρχαν στο χωριό και ήταν ιδιοκτησία της Ιεράς Μητρόπολης Άρτας.

Εξίσου σημαντική πηγή, είναι η Οθωμανική απογραφή του 1895 που εκδόθηκε με τον τίτλο «Bin üc yüz on bir sene-i maliyesine mahsus Yanya salnamesi. Yedinci defa olarak» (Σαλναμές Ιωαννίνων για το οικονομικό έτος 1311, έκδοση έβδομη). Σύμφωνα με το σχετικό οθωμανικό νόμο, που ίσχυε από το 1864, η πρωτογενής διαίρεση της αυτοκρατορίας ήταν το βιλαέτι («νομαρχία» ή «γενική διοίκηση»). Κάθε βιλαέτι χωριζόταν σε σαντζάκια και αυτά σε καζάδες. Σύμφωνά με αυτή την απογραφή, το χωριό άνηκε στον Καζά Λούρου, ο οποίος βρισκόταν στο σαντζάκι Πρεβέζης, το οποίο με τη σειρά του, άνηκε στο βιλαέτι Ιωαννίνων. Με βάση λοιπόν αυτή την απογραφή, στη Γαβριά κατοικούσαν 14 οικογένειες (χανέδες) με συνολικό πληθυσμό 82 άτομα (33 άνδρες, 49 γυναίκες). Η στατιστική μας ενημερώνει επίσης ότι η Γαβριά απείχε 2 ώρες και 30 λεπτά από την έδρα του καζά, το Λούρο, απόσταση περίπου ίδια με εκείνη της Γενίτσαρης (τμήμα της σημερινής Ανέζας) και μικρότερη κατά 1 ώρα από εκείνη του γειτονικού Ψαθοτοπίου. Η πληροφοριά αυτή αλλά και το γεγονός ότι οι κάτοικοι εκκλησιάζονταν στο ναό του Αγίου Νικολάου της Ανέζας και όχι στην εκκλησία του Αγίου Βλασίου στο Ψαθοτόπι έρχεται να δώσει κάποια βάση στα λεγόμενα των κατοίκων, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η αρχική τοποθεσία του χωριού βρισκόταν δίπλα στην Ανέζα και συγκεκριμένα στη θέση «Παλαιοχώρια».

Απελευθέρωση Κατά τη διάρκεια του ατυχή Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, η Γαβριά και τα γειτονικά χωριά, απελευθερώθηκαν προσωρινά.



Μετά την απελευθέρωση, η περιοχή του κάμπου της Άρτας πέρασε στην ευθύνη του αντ/ρχη Αλέξανδρου Κοντούλη.

Όπως αναφέρεται στην «Ιστορία του Ελληνοτουρκικού πολέμου», στις 8 Απριλίου με το παλαιό ημερολόγιο/21 Απριλίου 1897 με το νέο, κανονιοφόροι του Ελληνικού στόλου βομβάρδισαν τη Σαλαώρα και έγινε αποβίβαση ναυτικού αγήματος. Την ίδια ημέρα ο Ελληνικός στρατός, υπό τις διαταγές του συνταγματάρχη Θρασύβουλου Μάνου και συγκεκριμένα το 9ο σύνταγμα πεζικού υπό τον συνταγματάρχη Γκολφινόπουλο, κατέλαβε τα χωριά Κωστακιοί, Καλομόδια και Μύτικα και έτρεψε σε φυγή την τουρκική φρουρά ενώ στις 9 Απριλίου/22 Απριλίου, τάγμα ιππικού στάλθηκε προς αναγνώριση στα χωριά Ψαθοτόπι και Ανέζα, στα οποία δεν εντοπίστηκαν εχθρικές δυνάμεις. Σημαντικές ποσότητες τροφίμων, καλαμποκιού και προβάτων εντοπίστηκαν στο Ψαθοτόπι και πέρασαν στα χέρια του Ελληνικού στρατού. Ο ταξίαρχος Σέχος, ο οποίος βρισκόταν στο χωριό Ανέζα, πληροφορήθηκε από τον επίλαρχο του ιππικού Σούτσο ότι η περιοχή μέχρι το Λούρο ποταμό είχε εγκαταλειφθεί από τους Τούρκους και διέταξε τα υπόλοιπα στρατεύματα της ταξιαρχίας του, τα οποία βρισκόταν στον Παχυκάλαμο, να καταλάβουν όλα τα χωριά. Μέχρι το βράδυ της 10ης Απριλίου/23ης Απριλίου είχαν ελευθερωθεί τα χωριά Γαβριά, Ψαθοτόπι, Μύτικας, Ανέζα, Καλογερικό, Βίγλα, Ράχη, Καλόβατος, Πλησιοί, Κιρκιζάτες, Στρογγυλή, Ζαβάκα (τμήμα του σημερινού Πολυδρόσου), Καλομόδια, Αγία Παρασκευή, Κωστακίοι, Ακροποταμιά, Κεραμάτες, Νεοχώρι, Ανθότοπος, Χαλκιάδες, Ρόκκα, Άγιος Σπυρίδωνας, Ελευθεροχώρι, Καμπή και η πόλη της Φιλιππιάδας.

Η κακή οργάνωση του Ελληνικού στρατού, η απουσία επαρκούς εφοδιασμού και η έλλειψη διορατικότητας από την πολιτική τάξη ανάγκασε το στράτευμα να υποχωρήσει στις αρχικές γραμμές την 2 Μαΐου/15η Μαΐου και τελικά να υπογράψει ανακωχή στις 7 Μαΐου/20 Μαΐου 1897 και να τερματιστούν οι εχθροπραξίες στο μέτωπο της Ηπείρου. Τελικά με την μεσολάβηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων και της Ρωσίας, στις 20 Σεπτεμβρίου οι πολεμικές δραστηριότητες έλαβαν οριστικό τέλος και υπογράφτηκε ειρήνη.

Το 1910, η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης δημοσιοποιεί τα στοιχεία της απογραφής που πραγματοποίησε το ίδιο έτος σε όλη την εκκλησιαστική περιφέρεια και μας πληροφορεί ότι η Γαβριά υπαγόταν στο τμήμα Λούρου και στο χωριό κατοικούσαν 102 άτομα.
Η Γαβριά, απελευθερώθηκε το 1912 μαζί με τον υπόλοιπο κάμπο, που βρισκόταν υπό Τουρκική κατοχή. Πιθανολογείται ότι η απελευθέρωση έλαβε χώρα, το διάστημα ανάμεσα στις 6 και 9 Οκτωβρίου 1912, όπου τα πρώτα ελληνικά τάγματα, πέρασαν τη γέφυρα της Άρτας και στις 2 το μεσημέρι, απώθησαν τους Τούρκους και εδραιώθηκαν στους Κωστακιούς και την περιοχή Μαρατιού. Τις επόμενες 2 ημέρες, ο ελληνικός στρατός κατέλαβε και οχύρωσε τα γύρω χωριά Πλησιούς, Ρόκκα, Χαλκιάδες.
Η περιοχή της Άρτας, χωρίστηκε σε 3 τομείς ευθύνης και στα χωριά του κάμπου, ανέλαβε ο διοικητής του 3ου Τάγματος Ευζώνων, αντισυνταγματάρχης Αλέξανδρος Κοντούλης. Το βράδυ, 10 Οκτωβρίου 1912, ένα μικρό απόσπασμα ευζώνων καταλαμβάνει τη στρατηγικής σημασίας περιοχή των Ανωγείων, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι, τη νύχτα, 11 Οκτωβρίου 1912, να εγκαταλείψουν οριστικά τη περιοχή της Άρτας και να κατευθυνθούν προς τα Ιωάννινα.
Β΄Παγκοσμίος πόλεμος


Το μνημείο με τα ονόματα των πεσόντων στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κατα τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου, χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες έχασαν την ζωή τους. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν και δύο κάτοικοι της Γαβριάς. Ο Νάσης Αναστάσιος του Βασιλείου, ο οποίος γεννήθηκε το 1916, υπήρξε στρατιώτης του 40ου Συν.Ευζώνων και σκοτώθηκε στο ύψωμα Κτισμάτων Πωγωνίου, στις 21 Νοεμβρίου 1940 και ο Νάσης Νέστωρ του Βασιλείου, ο οποίος γεννήθηκε το 1919, υπήρξε δεκανέας στο 3ο Συν.Ιππικού και σκοτώθηκε στο Μάζι Κόνιτσας, στις 24 Νοεμβρίου 1940.

Μετά την υπογραφή του οριστικού πρωτοκόλλου συνθηκολόγησης της Ελλάδας, στις 23 Απριλίου του 1941, η περιοχή της Άρτας πέρασε στην κατοχή των Ιταλικών στρατευμάτων. Από τις πρώτες ηµέρες της κατοχής ο πληθυσµός της Άρτας, αγροτικός και αστικός, βρέθηκε ενώπιον µεγάλων προβληµάτων επιβίωσης. Το 1942 οι αντιστασιακές οργανώσεις έκαναν την εμφάνιση τους στην περιοχή. Τα καμποχώρια της Άρτας αποτελούσαν τον κύριο τροφοδότη των ανταρτών, από τα οποία έπαιρναν τρόφιμα για να ενισχύσουν τον αγώνα που διεξαγόταν στον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων. Από τις αρχές του 1943 το ένοπλο αντάρτικο γνώρισε µεγάλη ανάπτυξη στην περιοχή της Άρτας. Όσον αφορά την Ιταλική διοίκηση, αυτή προσπαθούσε να αντιµετωπίσει τα προβλήµατα που δημιουργούσε η αυξανόµενη επέκταση της αντάρτικης δράσης στην ύπαιθρο. Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Ιταλών στον κάμπο ήταν περιορισµένης κλίµακας. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943, η 37η Ιταλική μεραρχία πυροβολικού "Μόντενα" με διοικητή τον Ερμπέρτο Παπίνι, που είχε εγκατασταθεί στην περιοχή της Άρτας, παρέδωσε τον οπλισμό στους Γερμανούς, οι οποίοι ανέλαβαν τον έλεγχο του χώρου.

Πέρα από τα προβλήματα που δημιουργούσε η Γερμανική κατοχή, οι κάτοικοι του κάμπου ερχόταν καθημερινά αντιμέτωποι με επεισόδια και αψιμαχίες, αλλά και κατασταλτικές πολιτικές εκ μέρους των δύο ανταγωνιστικών δυνάμεων, του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ. Την περίοδο εκείνη οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ είχαν περιορισθεί σε στο τμήμα δυτικά του Αράχθου, ουσιαστικά στις περιοχές της Λάκκας Σουλίου και του Ξηροβουνίου, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της Ηπείρου, ήταν ελεγχόμενο από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Παρ' όλα αυτά η περιοχή του κάμπου της Άρτας άνηκε στις διαμφισβητούμενες περιοχές, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την έντονη παρουσιά και των δύο αντάρτικων ομάδων. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά της 8ης Μεραρχίας προς το γενικό στρατηγείο του ΕΛΑΣ στην οποία διαβάζουμε "Την 19ην ώραν της 21ης Μαρτίου, ο πρόεδρος Ανέζης Μιχαήλ Ρώσας, οδήγησεν Εδεσικόν Τμήμα εις Ανέζαν. Το τμήμα τούτο μέχρι της πρωϊας της 22ας είχε περιέλθει τα χωριά Κωστακιούς, Κεραμάτες, Γαβριά, Ψαθοτόπι, Μύτικα, Αγία Παρασκευή, Κολομόδια" ενώ δεν έλειπαν και τα ακραία φαινόμενα λεηλασίας όπως μας πληροφορεί μία άλλη αναφορά της ίδιας μεραρχίας στην οποία διαβάζουμε "Η κατάσταση που επικρατεί εκεί (στον κάμπο) είναι απερίγραπτη, κλοπές, λεηλασίες, αρπαγές, βιασμοί, δολοφονίες, αποτελούν τη δράση των Εδεσικών ομάδων Παπαπάνου, Μίκροβα (μοιράρχου), Πλαστήρα (ανθ/στη χωρ/κής), Βόιδαρου, Καϋμενάκη, Ρίγανη (ληστων) κ.λ.π." όπως επίσης "Στις αρχές του Μάη τραυματίζουν τους συναγ. Δ. Τσαμπάν από την Ανέζα και Ε. Γιώτην από Γαβριάν. Λεηλατήθηκαν ολόκληρες προίκες, ιδιαίτερα στην Ανέζα, Κωστακιούς, Γαβριά, Άγ. Σπυρίδωνα".
Αξιοσημείωτο γεγονός είναι αυτό που μας περιγράφει ο υπομοίραρχος της χωροφυλακής Ιωάννης Πλαστήρας, ο οποίος το 1944, στα πλαίσια της κατασκοπευτικής του δράσης, εισήλθε στην πόλη της Άρτας μεταμφιεσμένος σε ιερέα και με πλαστή ταυτότητα στην οποία αναγραφόταν τα στοιχεία του τότε ιερέα της Γαβριάς, π.Αριστείδη Χαραλάμπους, κατάφερε να συγκεντρώσει σημαντικές πληροφορίες για τον απελευθερωτικό αγώνα.
Μετά τον Εμφύλιο πόλεμο 
Η λήξη του πολέμου βρήκε κατεστραμμένα τα χωριά του κάμπου. Οι κάτοικοι της Γαβριάς εξαιτίας της ύπαρξης βάλτου αδυνατούσαν να εφαρμόσουν συστηματικές καλλιέργειες και ήταν πολύ συχνά τα φαινόμενα ελονοσίας. Τα σπίτια των κατοίκων ήταν κατασκευασμένα από λάσπη, άχυρο και καλάμια. Οι πρώτοι μάστορες εμφανίστηκαν στον κάμπο το 1949 και άρχισαν να κατασκευάζουν πέτρινα σπίτια με πέτρα που μετέφεραν με κάρα από το Μαυροβούνι της Βίγλας όπου κάποιος νταμαρτζής, με υποτυπώδη εκρηκτικά, έκανε την εξόρυξη και προμήθευε την περιοχή με την ακατέργαστη πρώτη ύλη. Περίπου εκείνη την εποχή κατασκευάστηκε το πρώτο πέτρινο σπίτι στο χωριό. Η πληρωμή των μαστόρων γινόταν συνήθως με γεωργικά προϊόντα ή οτιδήποτε άλλο διέθετε η κάθε οικογένεια. Τα περισσότερα σπίτια είχαν ένα προθάλαμο και δύο δωμάτια. Κάθε σπίτι που ολοκληρωνόταν, υπήρχε το έθιμο να τοποθετούν έναν ξύλινο σταυρό στο ταβάνι και να δίνουν ευχές.



Τμήμα Αυστριακού χάρτη του 1887 όπου φαίνεται η ύπαρξη έλους στη Γαβριά.

Στον κάμπο, στις αρχές της δεκαετίας του '50 άρχισαν να λαμβάνουν χώρα τα πρώτα αρδευτικά έργα για την αποξήρανση του βάλτου από τη Βρετανική εταιρεία Boots Ltd και ξεκίνησε ο συστηματικός ψεκασμός με αεροπλάνα για την αντιμετώπιση της μάστιγας των κουνουπιών. Σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό Rivista di Malariologia, οι αεροψεκασμοί στη Γαβριά πραγματοποιήθηκαν στις 22 Ιουνίου του 1953 και χρησιμοποιήθηκε υψηλή ποσότητα εντομοκτόνου, γεγονός που υποδηλώνει το σημαντικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι του χωριού. Η ελονοσία αλλά και ο σημαντικός αριθμός κατοίκων με στίγμα της μεσογειακής αναιμίας (ετερόζυγος β-μεσογειακή αναιμία), δρεπανοκυτταρική αναιμία και ανεπάρκεια του ερυθροκυτταρικού ενζύμου G6PD αποτέλεσαν την αφορμή για διεξαγωγή επιστημονικής μελέτης, το καλοκαίρι του 1962. Το αποτέλεσμα της μελέτης ήταν πως οι συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων ήταν πιο ανθεκτικές απέναντι στην ελονοσία.














Στις αρχές της δεκαετίας του '60 αρχίζει η χάραξη νέων δρόμων και γίνεται η διάνοιξη και ασφαλτόστρωση του σημερινού δρόμου από το χωριό προς τον κύριο οδικό άξονα που συνδέει την πόλη της Άρτας με την Κορωνησία με αποτέλεσμα η πρόσβαση προς την πόλη να γίνει πλέον ευκολότερη. Σύμφωνα με έναν Αυστριακό χάρτη του 1910, πριν τη διάνοιξη του δρόμου, η πρόσβαση στην πόλη της Άρτας ήταν δυνατή μόνο μέσω ενός αγροτικού δρόμου που οδηγούσε στους Κωστακιούς. Η μετακίνηση των κατοίκων, η οποία πριν την κατασκευή του δρόμου γινόταν με κάρα ή με τα πόδια άλλαξε μορφή και τη θέση των αλόγων πήραν τα πρώτα λεωφορεία.

Τη δεκαετία του '60 με το άνοιγμα των αγορών εργασίας της Γερμανίας, της Αυστραλίας και της Αμερικής, αρκετοί κάτοικοι ξενιτεύτηκαν προς αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Η άσχημη οικονομική κατάσταση των περισσότερων οικογενειών και η ανάγκη εξεύρεσης εργασίας οδηγούσε πολλά παιδιά στο να εγκαταλείψουν το σχολείο μόλις τελείωναν το δημοτικό ή ακόμη και πριν την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης, διότι πιεζόταν από τους γονείς να εργαστούν στα χωράφια ή να μάθουν κάποια τέχνη.
Στις αρχές της δεκαετίας του '70 ακολουθεί η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Η μονοκαλλιέργεια του ρυζιού δίνει τη θέση της στο βαμβάκι και αργότερα στα εσπεριδοειδή, μια προσοδοφόρα καλλιέργεια, η οποία έδωσε μεγάλη ώθηση στην τοπική οικονομία.
Διοικητικές μεταβολές
Μέχρι το 1919, η Γαβριά αποτελούσε τμήμα της κοινότητας Ανέζας από την οποία αποσπάστηκε το 1921 και ενώθηκε με την γειτονική κοινότητα Κωστακιών. Η αναγνώριση της Γαβριάς, σε αυτόνομη κοινότητα έγινε το 1930, με το Π.Δ 23/07/1930. Το 1997 η κοινότητα καταργήθηκε και σύμφωνα με το Σχέδιο Καποδίστρια, η Γαβριά αποτέλεσε δημοτικό διαμέρισμα του νεοσύστατου Δήμου Αμβρακικού, με έδρα την Ανέζα. Ο νόμος βρισκόταν σε ισχύ μέχρι το τέλος του 2010, οπότε και αντικαταστάθηκε από τη νέα διοικητική διαίρεση που προβλέπει το Σχέδιο Καλλικράτης, με αποτέλεσμα η Γαβριά να ενταχθεί στο Δήμο Αρταίων.
Τοποθεσία και Πρόσβαση 
Η Γαβριά βρίσκεται στη καρδιά του κάμπου της Άρτας και γειτνιάζει με άλλα χώρια όπως το Ψαθοτόπι, το Απόμερο, το Μύτικα, την Ανέζα, τα Καλομόδια, τους Κωστακιούς και απέχει περίπου 3,5 χλμ. από τις εγκαταστάσεις των σχολών τεχνολογίας-γεωπονίας του ΤΕΙ Ηπείρου. Επίσης η απόσταση που χωρίζει το χωριό από τις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού είναι περίπου 14 χλμ. Συνδέεται οδικώς με την Άρτα μέσω της Επαρχιακής οδού Άρτας – Κορωνησίας.[49] Το χωριό εξυπηρετεί η γραμμή Άρτα - Μύτικα, του Αστικού ΚΤΕΛ Άρτας.
Δημογραφικά στοιχεία Σήμερα ο πληθυσμός ανέρχεται στους 379 μόνιμους κατοίκους (απογραφή 2011), εμφανίζοντας μείωση σε σχέση με την απογραφή του 2001, όπου ο πληθυσμός ανερχόταν στους 399 κατοίκους. Στη Γαβριά διαμένει περίπου το 1% του συνολικού πληθυσμού του διευρυμένου Δήμου Αρταίων. Ο πληθυσμός του χωριού μετά από χρόνια συνεχούς αύξησης (από το 1961 εως το 1991 ο πληθυσμός διατηρήθηκε πάνω από τους 400 κατοίκους), σημείωσε μείωση στην απογραφή του 2001. Η πρώτη φορά που το χωριό ξεπέρασε τους 400 κατοίκους ήταν το 1961 ενώ ο μέγιστος αριθμός κατοίκων σημειώθηκε το 1991 με 445 κατοίκους. Με την απογραφή του 2011, το επίπεδο του πληθυσμού, πλησίασε εκείνο του 1951. Η μείωση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μετακίνηση πολλών κατοίκων στην πόλη της Άρτας, στη μετανάστευση αλλά και στο γενικό κλίμα υπογεννητικότητας.
Οι πληθυσμιακές διακυμάνσεις, αποτυπώνονται στον παρακάτω πίνακα.

Τα πιο κοινά επίθετα στο χωριό είναι Τζιομάκης, Νάσης, Φούντας, Λούσιας.
Κλίμα 
Το κλίμα της περιοχής του κάμπου της Άρτας, με βάση τη βιοκλιματική κατάταξη του Emberger που εφαρμόζεται στα μεσογειακά κλίματα, αποτιμάται ως μέτρια θερμό και υγρό ενώ με βάση την κλίμακα του Köppen το κλίμα εντάσσεται στην κατηγορία Csa με πολλές βροχοπτώσεις και υγρασία από το φθινόπωρο έως την άνοιξη και έντονη ζέστη και σχετική ξηρασία κατά τους θερινούς μήνες.Ο κλιματικός τύπος κατά Thornthwaite εντάσσει την περιοχή στην κατηγορία B3' b4' s2 C2 δηλαδή το κλίμα ανήκει στα μεσόθερμα (B3') με δείκτη θερμικής αποτελεσματικότητας (Ιθ) από 85,5 μέχρι 99,7 cm, δείκτη θερινής συγκέντρωσης (Cθ) (b4') από 48,0 μέχρι 51,9%, κλιματικό τύπο υγρασίας (C2) ημίυγρο προς υγρό, μεγάλο έλλειμμα νερού κατά το θέρος (s2) και δείκτη ξηρότητας πάνω από 20%. Η περίοδος κατά την οποία απουσιάζουν φαινόμενα παγετού αρχίζει τον Μάρτιο και φθάνει ως τις αρχές του Δεκέμβρη ενώ η θερμοκρασία πολύ σπάνια πέφτει κάτω από τους -5 °C με βάση τις κλιματοδασικές ζώνες του Mayr. Οι χιονοπτώσεις είναι σπάνιες, με σημαντικότερη των τελευταίων 30 ετών, εκείνη του Μαρτίου του 1987.

]Κλιματικά δεδομένα για τη Γαβριά Άρτας
Μήνας Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαι Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Έτος
Μέση Υψηλότερη° C (°F) 13.3 14.0 16.7 20.1 25.0 29.1 31.8 32.0 29.0 24.1 19.0 14.9 22,41
Μέση Ημερήσια °C (°F) 8.5 9.6 11.0 14.5 18.6 23.1 25.7 25.7 23.7 15.8 10.9 9.7 16,4
Μέση Χαμηλότερη °C (°F) 4.7 5.2 7.0 9.9 13.9 17.3 19.5 19.9 17.1 13.4 9.4 6.0 11,94
Βροχόπτωση mm (ίντσες) 131.8
(5.189)
135
(5.31)
93.8
(3.693)
81.5
(3.209)
58.5
(2.303)
21.8
(0.858)
12.6
(0.496)
17.2
(0.677)
43.5
(1.713)
115.4
(4.543)
186
(7.32)
187.5
(7.382)
1.084,6
(42,701)
υγρασίας 71.7 70.6 68.9 68.8 66.0 61.4 59.2 59.4 63.6 67.7 74.1 73.2 67,05
Μέσες ημέρες βροχόπτωσης 11.7 10.9 10.2 9.1 7 3.7 2.3 2.4 4.5 8 11.8 13 94,6
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας 144.5 128 182.9 192.8 276.9 307.7 348.2 336.6 259.1 203.8 150.2 127.4 2.658,1
Πηγή: Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος [59][60]

Παραγωγή και Απασχόληση




Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι η καλλιέργεια εσπεριδοειδών στην ευρύτερη περιοχή της Άρτας.



Οι κάτοικοι έχουν ως κύρια ασχολία την κτηνοτροφία, την πτηνοτροφία, τη χοιροτροφία και τη γεωργία με κύριες καλλιέργειες: πορτοκάλι, μανταρίνι, ακτινίδιο, καλαμπόκι, τριφύλλι. Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει και η καλλιέργεια ροδιών. Πριν τα μέσα της δεκαετίας του '60 υπήρξε ιδιαίτερα διαδεδομένη η καλλιέργεια ρυζιού εξαιτίας της βαλτώδης έκτασης που κάλυπτε την περιοχή. Αξιόλογη είναι και η θερμοκηπιακή καλλιέργεια οπωρολαχανικών όπως ντομάτες, αγγούρια και πιπεριές. Σήμερα, οι συνολικές καλλιεργήσιμες εκτάσεις καλύπτουν μια περιοχή 5.400 τ.μ και αντιστοιχούν στο 3,30% επί του συνόλου των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του πρώην Δήμου Αμβρακικού.

Αξιοσημείωτη είναι η φυλή προβάτων που εκτρέφουν οι κάτοικοι του χωριού αλλά και γενικά στην υπόλοιπη περιοχή της Άρτας. Η φυλή προβάτων Άρτας (Φριζάρτα, Φρισλανδόμορφο ή Φρισλανδινόμορφο πρόβατο της Άρτας), είναι «συνθετική» φυλή. Το 50% περίπου των γονιδίων της προέρχονται από τη Φρισλανδική φυλή, η οποία είναι η καλύτερη γαλακτοπαραγωγός φυλή προβάτων στον κόσμο. Η βελτιωμένη αυτή φυλή πρωτοδημιουργήθηκε στην πεδινή περιοχή της Άρτας. Στην περιοχή αυτή εκτρέφονταν αρχικά το κοινό πρόβατο της περιοχής. Από το 1900 μέχρι το 1965 εισήχθησαν κατά καιρούς πολλές φυλές προβάτων. Από το 1968 ξεκίνησε η διαστάυρωση με πρόβατα Ανατολικής Φρισλανδίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας ομοιογενής πληθυσμός προβάτων, τα οποία από το 1982 αναγνωρίστηκαν από το Υπουργείο Γεωργίας ως μια νέα γνωστή φυλή, η φυλή Άρτας.

Στη Γαβριά λειτουργεί βιομηχανία χυμοποίησης πορτοκαλιών, μια μονάδα μηχανικής επεξεργασίας και παραγωγής μεταλλικών προϊόντων και ειδικών κραμάτων αλουμινίου και πτηνοτροφικός συνεταιρισμός, ο οποίος ιδρύθηκε το 1966 από 8 πτηνοτρόφους και σήμερα θεωρείται η μεγαλύτερη βιομηχανία της Άρτας.
Το χωριό διαθέτει αγροτικό συνεταιρισμό, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του '90 κατασκεύασε ιδιόκτητη γεφυροπλάστιγγα για την εξυπηρέτηση των αγροτών της περιοχής.
Χλωρίδα και πανίδα 
Η Γαβριά βρίσκεται σχεδόν στην καρδιά του Αρτινού κάμπου και αυτό έχει ως αποτέλεσμα η πανίδα και η χλωρίδα να μη διαφέρει σημαντικά από εκείνη των γειτονικών χωριών.
Χλωρίδα


Νάρκισσοι ή βοστίνες.



Από πλευράς χλωρίδας απαντάται μεγάλο μέρος της άγριας χλωρίδας που υπάρχει και στον υπόλοιπο κάμπο με χαρακτηριστικά τα λάπατα, το αγριοσέσκουλο, τα ζόχια ή ζοχιά, τις μαργαρίτες, τα κρίνα κοντά στα αρδευτικά κανάλια, τις παπαρούνες αλλά και τους ευωδιαστούς νάρκισσους, γνωστοί στην Ήπειρο και ως «βοστίνες», φυτά τα οποία περιέχουν γαλανθαμίνη, μια χαρακτηριστική ουσία που θεραπεύει την άνοια. Έξω από το χωριό, στις χορτολιβαδικές εκτάσεις, στις όχθες των αρδευτικών καναλιών αλλά ακόμα και στις άκρες των χωμάτινων δρόμων υπάρχουν πολυάριθμοι αγκαθωτοί θάμνοι με βατόμουρα.




Ποικιλία σταφυλιού «ιζαμπέλα».



Η περιοχή παρουσιάζει μεγάλο αριθμό από πορτοκαλιές και μανταρινιές αλλά επίσης μπορεί κανείς να συναντήσει αρκετές ροδακινιές, κερασιές, ροδιές, αχλαδιές, συκιές, αμυγδαλιές και νερατζιές. Στους περίβολους των σπιτιών μπορεί κανείς να παρατηρήσει μουριές και σε διάφορα σημεία υπάρχουν αρκετά πλατάνια, κυπαρίσσια και λεύκες. Μέχρι τις αρχές του '90, λίγο έξω από το χωριό, υπήρχε ένα μικρό δάσος από κωνοφόρα. Το σχετικά εύκρατο κλίμα της περιοχής και το γεγονός ότι κατά τη χειμερινή περίοδο οι θερμοκρασίες υπό του μηδενός είναι σπάνιες, επιτρέπουν τη φύτευση καλλωπιστικών φυτών όπως τριανταφυλλιές, γαρυφαλλιές, κυκλάμινα και τουλίπες, τα οποία μπορεί κανείς να συναντήσει στις αυλές και τα μπαλκόνια των σπιτιών.

Στην περιοχή του κάμπου αλλά και στα Τζουμέρκα, ευδοκιμεί μια ποικιλία σταφυλιού με την ονομασία «ιζαμπέλα» ή ζαμπέλα. Η ζαμπέλα είναι ένα υβριδικό σταφύλι ιδιαίτερα ανθεκτικό και γευστικό και είναι ιδανικό για την παραγωγή τσίπουρου αλλά αντίθετα δεν ενδείκνυται για παραγωγή κρασιού. Έχει χρώμα σκούρο κόκκινο ή μαύρο και θεωρείται αγριόκλημα. Δεν έχει τη δυνατότητα να καλλιεργηθεί σε αμπέλι. Συνήθως όταν φθάσει τα δύο περίπου μέτρα, χρησιμοποιούνται τσιμεντένιες κολώνες πάνω στις οποίες γίνεται η τοποθέτηση συρμάτινων πλεγμάτων για τη στήριξη του φυτού και η συγκεκριμένη κατασκευή φέρει την ονομασία «κρεβατίνα».

Πανίδα

Η πλούσια βλάστηση αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την πανίδας της περιοχής.



Η πανίδα της περιοχής γύρω από τη Γαβριά είναι πλούσια και αποτελείται από σημαντική ποικιλία ειδών. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει η μικρή απόσταση του χωριού (περίπου 2χλμ.) από τους βιότοπους Corine και Natura του Αμβρακικού. Η πυκνή βλάστηση, οι διαθέσιμες ποσότητες νερού, η άφθονη τροφή και το ελάχιστα επιβαρυμένο περιβάλλον προσφέρουν τις ιδανικές συνθήκες για τα διάφορα είδη και αποτελούν άριστο τόπο φωλιάσματος. Τα θηλαστικά που έχει κανείς τη δυνατότητα να συναντήσει στην περιοχή είναι κυρίως χερσόβια (δενδρόβια και εδαφόβια). Ορισμένα από τα θηλαστικά που διαβιούν στην περιοχή είναι η αλεπού, το κουνάβι, ο ασβός, ο σκατζόχοιρος και η νυφίτσα.

Η περιοχή αποτελεί πέρασμα αποδημητικών πτηνών, αλλά υπάρχουν και αρκετά είδη που διαβιούν μόνιμα στην περιοχή. Ιδιαίτερα πλούσιος είναι ο αριθμός πουλιών όπως το σπουργίτι, το χελιδόνι, ο πελαργός, η καρδερίνα αλλά και αρπακτικά πουλιά όπως η κουκουβάγια. Τα παλαιότερα χρόνια, πριν την αποξήρανση του βάλτου, υπήρχαν άφθονες αγριόπαπιες. Κατά τους θερινόυς μήνες στις περιοχές με υψηλή βλάστηση μπορεί κανείς να συναντήσει οχιές, οι οποίες τρέφονται με μικρά ζώα, όπως ποντίκια και μικρά πτηνά.

Αρκετά σημαντικός είναι και ο αριθμός από σαύρες, οι οποίες τρέφονται με έντομα. Κατά τους ανοιξιάτικους μήνες υπάρχει η δυνατότητα να παρατηρήσει κανείς πυγολαμπίδες και πασχαλίτσες ενώ δε λείπουν και οι νυχτερίδες, οι οποίες φωλίαζουν σε διάφορα σημειά των σπιτιών τους καλοκαιρινούς μήνες. Αξιόλογος είναι και ο αριθμός από βατράχια και κοινά νερόφιδα (Natrix natrix) της ελληνικής πανίδας, τα οποία διαβιούν στα αρδευτικά κανάλια του χωριού.
Κοινοτικές δομές, εκπαίδευση και πολιτισμός


Το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σχολείο στην κεντρική πλατεία της Γαβριάς.



Το χωριό διαθέτει νεόκτιστο νηπιαγωγείο και διθέσιο δημοτικό σχολείο με εξωτερική πέτρινη διακόσμηση τα οποία βρίσκονται στη κεντρική πλατεία του χωριού. Η έκταση στην οποία κατασκευάστηκε το σχολείο υπήρξε δωρεά του Ευσταθίου Φούντα. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90 υπήρχε στην κεντρική πλατεία μια μεγάλη πέτρινη βρύση, η οποία κατασκευάστηκε πριν τη δεκαετία του '40 και από αυτή έπαιρναν νερό οι κάτοικοι του χωριού την εποχή όπου δεν υπήρχε σύστημα υδροδότησης. Το νηπιαγωγείο αρχικά στεγαζόταν σε ένα μονοθέσιο κτίριο κοντά στην εκκλησία του χωριού μέχρι τις αρχές του '90. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση καλύπτεται από το Γυμνάσιο και Λύκειο Ανέζας.

Η κεντρική πλατεία του χωριού φιλοξενεί, εκτός από το δημοτικό σχολείο και το νηπιαγωγείο, ένα κτίριο το οποίο ανήκει στην εκκλησία και μισθώνεται κατά καιρούς για διάφορες χρήσεις. Επάνω από το συγκεκριμένο κτίριο έχει κατασκευαστεί ένα επιπλέον κτίριο το οποίο παλαιότερα είχε χρήση κοινοτικού γραφείου ενώ σήμερα εξυπηρετεί τις δραστηριότητες του αγροτικού ιατρείου. Μπροστά από το δημοτικό σχολείο έχει κατασκευαστεί μνημείο, πάνω στο οποίο αναγράφονται τα ονόματα των πεσόντων στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Γαβριά διαθέτει και μια δεύτερη πλατεία, αρκετά μεγαλύτερη, εμβαδού 1270 τ.μ στην είσοδο του χωριού, κοντά στην εκκλησία και έχει περίφραξη από λευκή πέτρα. Πολύ κοντά στη συγκεκριμένη πλατεία και δίπλα από την εκκλησία, δεσπόζει το υδραγωγείο, το οποίο κατασκευάστηκε τη δεκαετία του '80 και αποτέλεσε καθοριστικό βήμα στην υδροδότηση του χωριού από τις πηγές του Αγίου Γεωργίου Φιλιππιάδας.

Εκπολιτιστικός σύλλογος Η Γαβριά, έχει ενεργό εκπολιτιστικό σύλλογο, ο «Οδυσσέας», με έτος ίδρυσης το 1980, ο οποίος κάθε χρόνο διοργανώνει εκδρομές και εκδηλώσεις πολιτιστικού χαρακτήρα. Κύριος στόχος του συλλόγου είναι να συνεισφέρει όσο το δυνατόν περισσότερο στην πολιτιστική και πνευματική αναβάθμιση του χωριού, αλλά και στην διάσωση και διάδοση της παράδοσης και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα παλαιότερα χρόνια, ο εκπολιτιστικός σύλλογος, οργάνωνε στο χωριό το παραδοσιακό καρναβάλι και παρουσίαζε παραστάσεις θεάτρου σκιών. Το πιό δραστήριο κομμάτι του συλλόγου είναι το χορευτικό. Στα τρία τμήματα του συλλόγου, το παιδικό, το εφηβικό και το τμήμα ενηλίκων, γίνεται η διδασκαλία παραδοσιακών χορών από όλη την Ελλάδα. Τα τμήματα του συλλόγου, ντυμένα με παραδοσιακές στολές, συμμετέχουν κάθε χρόνο στις πολιτιστικές εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα στο χωριό, στις 15 Αυγούστου.
Ο ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου Στην είσοδο του χωριού, κοντά στην πλατεία, βρίσκεται ο ενοριακός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου  Ο ναός κατασκευάστηκε το 1915, σε οικόπεδο έκτασης 2 στρεμμάτων, το οποίο δώρισε ένας κάτοικος του χωριού, ο Βασίλειος Νάσης. Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων, μονόχωρο, δρομικό ναό με νεωτερικό χαγιάτι στα νότια. Ο περίβολος του ναού περικλείεται από τοίχο και η πρόσβαση σε αυτόν είναι δυνατή μέσω της κεντρικής εισόδου στην οποία δεσπόζει το ανακαινισμένο κωδωνοστάσιο. Το εσωτερικό του ναού παρουσιάζει ξυλόγλυπτη διακόσμηση και πολλές τοιχογραφίες.



Πανοραμική εικόνα του ενοριακού ναού της Γαβριάς.


Σύμφωνα με την επιγραφή, που βρίσκεται επάνω από την δεξιά θύρα εισόδου, ο ναός ανακαινίσθηκε και τοιχογραφήθηκε τη δεκαετία του 90' επί μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιο με δαπάνες τοπικών οικογενειών. Η εικονογράφηση στο εσωτερικό του ναού διατάσσεται σε δύο ζώνες. Στην κατώτερη απεικονίζονται ολόσωμοι άγιοι και μάρτυρες, και στην ανώτερη πρόσωπα αγίων και σκηνές από το βίο του Χριστού και της Παναγίας. Ο τρούλος του ναού είναι διακοσμημένος με την εικόνα του Παντοκράτορα Ιησού.


Το τέμπλο του ενοριακού ναού της Γαβριάς.



Το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο του ναού είναι το τέμπλο, το οποίο σύμφωνα με τη σκαλιστή επιγραφή πάνω από την Ωραία Πύλη, χρονολογείται από το 1928. Είναι ξύλινης χειροποίητης κατασκευής και φέρει πυκνή φυτική διακόσμηση. Το επιστύλιο του τέμπλου είναι διακοσμημένο με 15 εικόνες που απεικονίζουν το πρόσωπο του Ιησού στο ιερό σάβανο και τους μαθητές του. Κάτω από την εικόνα του Ιησού απεικονίζεται ένας άγγελος με τη μορφή ενός αστεριού με 16 αχτίδες. Στην κορυφή απεικονίζεται ο Εσταυρωμένος στο κέντρο του Σταυρού της επίστεψης και οι μορφές της Θεοτόκου και του Ευαγγελιστή Ιωάννη στα λυπηρά. Άξιοι προσοχής είναι οι δύο δράκοντες που περιβάλλουν τον Σταυρό της επίστεψης. Στο κέντρο της Ωραίας Πύλης απεικονίζεται ο Ιησούς μέσα στο ιερό δισκοπότηρο. Οι δεσποτικές εικόνες στα πλάγια της Ωραίας Πύλης, είναι ζωγραφισμένες σε μουσαμά και απεικονίζουν την Κοίμηση της Θεοτόκου, την Οδηγήτρια Θεοτόκο, τον Ιησού Χριστό, τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον Άγιο Γεώργιο. Στο υπέρθυρο της Ωραία Πύλης αλλά και πάνω από τις Δεσποτικές εικόνες και τις εικόνες του επιστυλίου απεικονίζονται διπτέρυγα χερουβείμ. Το μοναδικό παραπόρτιο του τέμπλου είναι διακοσμημένο με την ολόσωμη είκονα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ.

Το 1997 με υπουργική απόφαση, ο ναός χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και κτίριο που χρήζει ειδικής κρατικής προστασίας.Πίσω από τον ιερό ναό βρίσκεται το κοιμητήριο του χωριού. Ο εξωτερικός τοίχος του κοιμητηρίου εμφανίζει μία πέτρινη επιγραφή στην οποία αναγράφεται «Εδώ δεν ξεχωρίζουνε πλούσιοι, φτωχοί, μεγάλοι, όλοι μαζί κείτονται στης μάνας γης αγκάλη» και χρονολογείται από το 1970. Η Γαβριά υπάγεται στη Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης.

Αθλητισμός
Ατρόμητος Γαβριάς
Πλήρες όνομα Α.Ο Ατρόμητος Γαβριάς
Ίδρυση 1958
Γήπεδο Γήπεδο Γαβριάς,
(χωρητικότητα: 100 θέσεις)
Πρωτάθλημα Παραιτήθηκε από όλες τις διοργανώσεις το 2010
Πρώτη εμφάνιση
Το χωριό διαθέτει γήπεδο ποδοσφαίρου, με φυσικό χορτάρι, έδρα της τοπικής ομάδας, Ατρόμητος Γαβριάς, με έτος ίδρυσης, το 1958. Η ομάδα, την ποδοσφαιρική περίοδο 2005/2006 τερμάτισε στη 2η θέση, το 2006/2007 στην 3η θέση, το 2007/2008 στη 13η θέση, το 2008/2009 στην 8η θέση και το 2009/2010 στη 13η θέση της Α΄ κατηγορίας Ε.Π.Σ. Άρτας. Ο Ατρόμητος Γαβριάς, την περίοδο 1983/1984, έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Άρτας.


Παλαιά φωτογραφία της ομάδας του Ατρομήτου Γαβριάς.



Μετά από επεισόδια που συνέβησαν την 27η Φεβρουαρίου 2010, στο γήπεδο της Γαβριάς, το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Διαιτητών Ποδοσφαίρου Άρτας, σε ανακοινωσή κάλεσε όλα τα μέλη του να δηλώσουν αγωνιστικό κώλυμα επ'αόριστον για τους εντός και εκτός έδρας αγώνες πρωταθλήματος και κυπέλλου του Ατρομήτου. Αυτό είχε ως συνέπεια, ο Ατρόμητος Γαβριάς, με έγγραφο που παρέδωσε στην Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Άρτας την 19η Μαρτίου 2010, να παραιτηθεί οριστικά από το πρωτάθλημα λόγω της μεγάλης οικονομικής επιβάρυνσης που συνεπαγόταν η χρησιμοποίηση διαιτητών από άλλους Νομούς.

Το γήπεδο της Γαβριάς φιλοξενεί τα τελευταία χρόνια, παιδικό και εφηβικό τουρνουά ποδοσφαίρου, το οποίο θεσπίστηκε από τον πρώην Δήμο Αμβρακικού και συνεχίζει ο Δήμος Αρταίων. Σήμερα το γήπεδο της Γαβριάς αποτελεί την έδρα της ομάδας του ΑΟ Γέφυρας.


Δεν υπάρχουν σχόλια: