Ένας άντρακλας θηρίος, αξούργος,ανάλαγος θα είχε να
λουστεί απο τα βαφτίσια του τριχωτός σαν ακούδι.
Ωρέ λέω τι είναι τούτο.
Τσώπα μου λέει ο μεγάλος μου αδερφός
Ωρέ λέω τι είναι τούτο.
Τσώπα μου λέει ο μεγάλος μου αδερφός
γιατί άμα σου τραβήξει κάνα φούσκο αυτός θα σούρθει ο ουρανός σφοντύλι
θα μάθουμε λοιπόν την ιστορία αυτού του ανθρώπου. Από μικρός έχασε τον πατέρα του.
Λένε οτι τον πήραν οι Εαμίτες στο παραπέτασμα.
Άλλοι λένε πως πήγε μοναχός του για καλύτερα
Μετά απο λίγο καιρό χάνει και τη μάνα του, πήγε η
καψερή να σκαλίσει ένα χωραφάκι απέκια από το ποτάμι κατέβασε αυτό και την
σκαπέτσε κάτω στ'ν Άρτα, τη βρήκαν νταούλ.
Απο τότε ο Μίχος γυρνάει με ένα ασκί στή πλάτη σε
γάμους πανηγύρια βαφτίσια κηδείες και οτι αποφάγια μένουνε τα ρίχνει στο ασκί
του.
Οποια βαριά δουλειά υπάρχει ο Μίχος την κάνει Να
φορτωθεί κάτι θερία αγκονάρια να τα πάει στoν Μπάρμπα Μήτσο για να φτιάκ το σπίτι
της Παππαδημήτρους.
Εμείς τα παιδαρέλια τον περγελάγαμαν περπάταγε
βαριά και αργά.
Αρε πάππου πάρε τα ποδάρια σου Ωρε γιυρτοπιάσματα
γιατί με λέτε πάππου μήπως καπάκωσα τις βάβες σας. Οταν φτιαχνώταν ο δρόμος στο
χωριό ο Μιχος τα είχε με τη μπουλτόζα, φοβότανε μην του χαλάσει το γρέκι. Πήγε
ένα βράδυ και της έσπασε τα φανάρια νομίζοντας οτι της βγάζει τα μάτια. Όπως μολογάν παιδιά που
είναι σύσκαλα με το Μίχο όταν περάσαν περιοδεύον η γνωμάτευση έγραφε "ευρέθη με
υπερμεγέθη γεννητικά όργανα αλλά τελείως αδρανή".
Ο Μίχος το πήρε πολύ βαριά. Ωρε Μίχο του φωνάζανε, μη με λέτε Μίχο μαύρο Μίχο να με λέτε. Από τότε του έμεινε το Μαυρομίχο.
Ηταν θυμάμαι καλοκαίρι εκείνος ο ανεπρόκοπος ο
Νάστος δεν έκοβε ούτε ενα χορτάρι Έλα ρε τεμπέλαρε να κάνουμε καμιά δουλειά του
έλεγε η Νάσταινα που μόνο παιδιά σπέρνεις. Πρέπει να είχε κάνα δεκαριά κάποια
ούντα βλέπουμε να αρπάζει φωτιά. “Τα παιδιά!!!” φωνάζει η Νάσταινα, ποιός πάει η
καλύβα φούντωσε όλοι τα είχαμε χαμένα κάποια ούντα βλέπουμε μιά φιγούρα γνωστή
να πετάζετε μέσα απο τους καπνούς ήταν αυτό το θηρίο ο Μίχος κράταγε στα χέρια
του που είναι σαν φτυάρια δυό παιδιά. Ολοι μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Μόνο ο παππάς ακούστηκε να λέει “Χωριανοί αυτό το σημερινό είναι μεγάλο δίδαγμα, ο
ταπεινός Μιχάλης που μια ζωή εμείς οι έξυπνοι τον αμπόχναμε μας έδωκε σήμερα ένα
καλό μάθημα. Απο δω και πέρα όλοι θα τον φωνάζουμε Μιχάλη και όλοι με σεβασμό
και όλοι να ήμαστε ταπεινοί σαν αυτόν τον καλό χωριανό μας”
σκαπέτησε=την εστειλε
νταούλ' =φουσκωμένη ούντα /στιγμή
σύσκαλα =ίδια ηλικία
αμπόχναμε=σπρώχναμε
γιουρτοπιάσματα=πιάστηκαν σε γιορτή περάσαν χρόνια
Ο Μίχος χαμάλης στήν πόλη εκεί στό Γιαλί Καφενέ
κουβάλαγε τα σέα απο τους ταξιδιώτες Έψαξα να τον βρώ, πηγαίνω στο Κουρμανιό εκεί
που αράζουν οι χαμάληδες ρωτάω κανένας δεν ξέρει. Με φωνάζει κάποιος,-
- Ε πατριώτ
ποιόν χαλεύς;
-τον Μίχο τον Μπλατσάρα
-ποιον ωρέ εκείνο το θηρίο που έτρωγε τρία πιάτα με
κατσιούλα.-
-Ναί ωρέ του λέω
-Αυτός πνίγηκε στην λίμνη πήγε και έσωσε μια κοπέλα και
πνίγηκε αυτός.
Απόδημος Κραψίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου