Δείτε τα video
Σημείωση: ¨Ολα τα στοιχεία έχουν "αλιευτεί" από το διαδίκτυο (ιστολόγια, βικιπαίδεια, YouTube, facebook)
Βρυσέλλα Θεσπρωτίας
Η
Βρυσέλλα είναι χωριό του δήμου
Φιλιατών του νομού
Θεσπρωτίας της περιφέρειας
Ηπείρου (Σχέδιο
Καλλικράτης). Απέχει 13 χλμ
από την πρωτεύουσα του νομού, Ηγουμενίτσα.
Συντεταγμένες:
39°34′15″N 20°18′57″E
Γενικά Στοιχεία
Παλαιότερα υπαγόταν στην επαρχία
Φιλιατών ενώ από το 1999 έως το 2010 σύμφωνα με την τότε
διοικητική διαίρεση της Ελλάδας αποτελούσε έδρα κοινότητας του δήμου
Φιλιατών. Από την 1η
Ιανουαρίου 2011
αποτελεί έδρα της ομώνυμης τοπικής κοινότητας, της δημοτικής ενότητας Φιλιατών,
του ομώνυμου Δήμου.
Βρίσκεται νότια των Φιλιατών
και σε απόσταση 13 χλμ. από την Ηγουμενίτσα,
σε υψόμετρο
120 μ. Ο πληθυσμός του οικισμού, σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ανέρχεται σε 267 κατοίκους.
Εκκλησιαστικά, η Βρυσέλλα υπάγεται στη Μητρόπολη
Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας. Η κεντρική εκκλησία του χωριού
είναι αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους και γιορτάζει στις 30
Ιουνίου.Στις 17
Ιουλίου πραγματοποιείται έτερο πανηγύρι προς τιμή της Αγίας
Μαρίνας.
Μέχρι τα τέλη του Β΄
Παγκοσμίου Πολέμου και την απελευθέρωση της Θεσπρωτίας
από τις δυνάμεις του Άξονα το 1944, η Βρυσέλλα διέθετε μια
σημαντική κοινότητα Αλβανών
Τσάμηδων ( ενδεικτικά, το 1940, σε σύνολο 628 κατοίκων, οι
616 ήταν Τσάμηδες ).
Από την Βρυσέλλα κατάγεται η πρωταθλήτρια κωπηλασίας
και χάλκινη ολυμπιονίκης των Ολυμπιακών
Αγώνων του 2012, Αλεξάνδρα
Τσιάβου.
Αλεξάνδρα Τσιάβου
Η Αλεξάνδρα
Τσιάβου (γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1985) είναι Ελληνίδα
αθλήτρια της κωπηλασίας
και χάλκινη ολυμπιονίκης
στο αγώνισμα του διπλού σκιφ ελαφρών βαρών κατά τους Ολυμπιακούς
Αγώνες του 2012 στο Λονδίνο.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στις 26
Σεπτεμβρίου του 1985 στην Ηγουμενίτσα
όπου και ανατράφηκε και έλκει την καταγωγή της από τη Βρυσέλλα
Θεσπρωτίας.
Κόρη αγρότη και δασκάλας, ασχολήθηκε από μικρή ηλικία με τον αθλητισμό, αρχικά
με την ενόργανη γυμναστική, την οποία όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει λόγω
ύψους. Το 1998
αρχίζει την ενασχόλησή της με την κωπηλασία
έπειτα από πρόταση του μετέπειτα προπονητή της, στους γονείς της.
Είναι απόφοιτη της Παιδαγωγικής Ακαδημίας και είχε διατελέσει αναπληρώτρια
δασκάλα σε δημοτικό σχολείο της Αιτωλοακαρνανίας, θέση την οποία εγκατάλειψε το
2008 λόγω αυξημένων
αθλητικών υποχρεώσεων.
Καριέρα
To 1998 εντάχτηκε στις τάξεις του
Δ.Ν.Ο. Ηγουμενίτσας
και το 2001
συμμετείχε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων - Νεανίδων που διεξήχθη στο Ντούισμπουργκ
της Γερμανίας
στο αγώνισμα του τετραπλού σκιφ ( κατηγορία JW4x ) καταλαμβάνοντας μαζί με τις
συναθλήτριές της, την δωδέκατη θέση. Το 2003 συμμετείχε στο αντίστοιχο
Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Αθήνας,
στο αγώνισμα της τετράκωπoυ άνευ πηδαλιούχου ( JW4- ) και κατετάγη στην πέμπτη
θέση. Η πρώτη σημαντική διάκριση για την Τσιάβου ήρθε το 2006 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα U 23
στο Βέλγιο,
όπου κατέκτησε την πρώτη θέση στο μονό σκιφ ελαφρών βαρών ( BLW1x ). Την ίδια
χρονιά κατέκτησε στο Ήτον της Βρετανίας το χάλκινο μετάλλιο στο διπλό σκιφ
ελαφρών βαρών ( LW2x ), στα πλαίσια του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος
ενώ το 2007
ήρθε πρώτη στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάτω των 23 ετών της Γλασκώβης
στην κατηγορία BLW1x και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Πόζναν
στο διπλό σκιφ ελαφρών βαρών[.
Το 2008, κατετάγη
μαζί με την Χρύσα
Μπισκιτζή, δεύτερη στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Μονάχου,
πρώτη στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Αθήνας
και έκτη στους Ολυμπιακούς
Αγώνες του Πεκίνου.
Από το 2009 και μετά, αγωνίζεται στο
διπλό σκιφ ελαφρών βαρών με παρτενέρ την Χριστίνα
Γιαζιτζίδου. To 2009 κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο
στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Πόζναν
και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Λευκορωσίας
ενώ το επόμενο έτος η Τσιάβου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο σκιφ ελαφρών βαρών
στη Σλοβενία,
στα πλαίσια του πρώτου αγώνα του Παγκοσμίου Κυπέλλου Κωπηλασίας. Στο Παγκόσμιο
Πρωτάθλημα που διεξήχθη το 2010 στη Νέα
Ζηλανδία κατέκτησε μαζί με τη Γιαζιτζίδου το χάλκινο μετάλλιο
ενώ τον Σεπτέμβριο του 2011 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του
Μπλεντ της Σλοβενίας κατέκτησαν εκ νέου την πρωτιά.
Ολυμπιακοί Αγώνες Λονδίνου
Το 2012, η Τσιάβου από κοινού με την
Γιαζιτζίδου, διαγωνίστηκαν στο διπλό σκιφ ελαφρών βαρών. Αφού ήρθαν πρώτες στα
προκριματικά με χρόνο 07:03.660
συμμετείχαν στην πρώτη ημιτελική σειρά όπου κατετάγησαν δεύτερες με χρόνο
07:09.010. Στον τελικό της 4ης
Αυγούστου, οι Ελληνίδες κωπηλάτριες κατέκτησαν το χάλκινο μετάλλιο, το οποίο
ήταν και το πρώτο για την Ελλάδα
στην κωπηλασία γυναικών. Η επίδοσή τους στον τελικό ήταν 7:12.09, ενώ το
ασημένιο μετάλλιο χάθηκε στο νήμα του τερματισμού από την ομάδα της Κίνας, η
επίδοση των οποίων ήταν 7:11.93.
Δείτε τα video
Αρχαία Γιτάνη (Γίτανα) στο λόφο Βρυσέλλα
Η Αρχαία Γιτάνη ή αλλιώς Γίτανα αποτελεί έναν από τους πιο
γνωστούς αρχαιολογικούς προορισμούς της
Θεσπρωτίας, καθώς είναι η δεύτερη (σε χρονολογική σειρά) πρωτεύουσά
της.
Η ίδρυσή της χρονολογείται περίπου στο 335-330 π.Χ. και αποτέλεσε
για 150 χρόνια ένα από τα σημαντικότερα διοικητικά και οικονομικά κέντρα της
περιοχής, μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ. Ο αρχαίος
οικισμός περιβάλλεται από τις τρεις πλευρές του από τον ποταμό Καλαμά, ο οποίος
χρησιμοποιήθηκε πολύ την περίοδο αυτή ως πλωτό μέσο από τις εκβολές του Ιονίου,
γεγονός που συνετέλεσε σημαντικά στην ανάπτυξή του ως εμπορικού κέντρου. Στον
αρχαιολογικό χώρο θα βρείτε περιμετρική οχύρωση, την αρχαία αγορά, ναούς, το
Πρυτανείο αλλά και ένα θέατρο.
Αποτελώντας λοιπόν πλούσια περιοχή σε ευρήματα,
η Αρχαία Γιτάνη είναι ιδανικός προορισμός και σίγουρα αξίζει να την
επισκεφτείτε! Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι εξωτερικά του χώρου θα βρείτε και
ελεύθερο πάρκινγκ!
Μικρός
Ναός
Πρόκειται για κτίριο ορθογώνιας κάτοψης που
αποτελείται από πρόναο, σηκό και ένα πλακοστρωμένο αύλειο χώρο μπροστά από την
είσοδό του. Στον αύλειο χώρο του ναού υπάρχει συγκεντρωμένο άφθονο αρχιτεκτονικό
υλικό.
Τμήματα κιόνων που
βρίσκονται ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά μέλη, ενδεχομένως προέρχονται από τον
πρόναο στο μπροστινό τμήμα του οποίου υπήρχε πιθανόν σειρά κιόνων. Από την
ανασκαφή του κτιρίου προέρχεται σημαντικός αριθμός γυναικείων και ζωόμορφων
πήλινων ειδωλίων και τμήματα από μαρμάρινα αγαλματίδια.
Το
Πρυτανείο
Το Πρυτανείο, έκτασης περίπου 1500 τ.μ.
αποτελούσε συγχρόνως και το Αρχείο της πόλης. Περιλαμβάνει μια κεντικη αυλη γύρω
από την οποία υπάρχουν χώροι όπως:
- δωμάτια συμπωσίων - ανδρώνες με ψηφιδωτά δάπεδα και θέσεις για ανάκλιντρα
- αποθήκες με πήλινα αποθηκευτικά πιθάρια
- εργαστηριακοί χώροι
- δωμάτιο για την στέγαση του Αρχείου της πόλης
- δύο κεραμικοί κλίβανοι
Σε ένα από τα δωμάτια του
κτιρίου βρέθηκαν κατά την ανασκαφή 3000 περίπου πήλινα σφραγίσματα, με τα οποία
διασφαλίζονταν κατά την φύλαξή τους τα δημόσια έγγραφα σε πάπυρο ή περγαμηνή.
Ένα από τα σφραγίσματα αυτά με την επιγραφή "ΓΙΤΑΝΑ" επιβεβαιώνει την ταύτιση
της πόλης με τα Αρχαία Γίτανα, ενώ ένα άλλο φέρει την επιγραφή "ΘΕΣΠΡΩΤΩΝ".
Το
θέατρο
Το λίθινο θέατρο,
χωρητικότητας περίπου 4000-5000 θεατών βρίσκεται εξωτερικά της δυτικής οχύρωσης,
χαμηλά σε ειδυλλιακή τοποθεσία κοντά στην όχθη του Καλαμά.
Πέρα από τον καλλιτεχνικό
έπαιξε και πολιτικό ρόλο στη λειτουργία της πόλης, καθώς φαίνεται ότι δεν
χρησιμοποιούνταν μόνο για θεατρικές παραστάσεις αλλά και για τις πολιτικές
συναθροίσεις του Κοινού των Θεσπρωτών.
Το θέατρο των Γιτάνων είναι
ένα από τα σημαντικότερα αρχαία ελληνικά θέατρα εξαιτίας ενός σπάνιου
χαρακτηριστικού του: ένας μεγάλος αριθμός εδωλίων έχει στην πρόσθια όψη
εγχάρακτες επιγραφές ονομάτων όπως: Μενέδαμος, Χαροπίδας, Αλέξανδρος, Παυσανίας
κ.α.
Τα Γίτανα,
δεύτερη -κατά χρονολογική σειρά- πρωτεύουσα της αρχαίας Θεσπρωτίας και έδρα του
Κοινού των Θεσπρωτών, ταυτίζονται με τα ερείπια οχυρωμένου οικισμού στη
νοτιοδυτική πλαγιά του βουνού της Βρυσέλλας, στη συμβολή του Καλπακιώτικου με
τον ποταμό Καλαμά (αρχαίος Θύαμις). Από την προνομιακή τους θέση ήλεγχαν την
έξοδο του πλωτού τότε ποταμού προς τη θάλασσα. Στα
150 περίπου χρόνια ζωής της, από την ίδρυσή της το 335/330 π.Χ. έως και την
κατάληψή της από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ., η πόλη αποτελούσε ένα από τα
σημαντικότερα πολιτικά, διοικητικά και οικονομικά κέντρα της ευρύτερης περιοχής
του Ιόνιου.
Οι επιγραφικές μαρτυρίες και οι φιλολογικές
πηγές, σε συνδυασμό με τα πορίσματα των πρόσφατων ερευνών, επιτρέπουν την
ταύτιση της προαναφερθείσας θέσης με τα αρχαία Γίτανα. Η παλαιότερη πληροφορία
για την ύπαρξη των Γιτάνων σαν έδρα του Κοινού των Θεσπρωτών μαρτυρείται από το
περιεχόμενο ενός απελευθερωτικού ψηφίσματος που βρέθηκε στο χώρο της αγοράς, το
οποίο χρονολογείται μεταξύ του 350 και 300 π.Χ., ενώ επιβεβαιώνεται και από την
αρχαία γραπτή παράδοση (Λίβιος, Πολύβιος). Η τελευταία γραπτή μαρτυρία για την
πόλη (Λίβιος) χρονολογείται το φθινόπωρο του 172 π.Χ., έτος κατά το οποίο
έφθασαν στην Ήπειρο Ρωμαίοι απεσταλμένοι με αφορμή την προετοιμασία της
οργάνωσης των πολεμικών επιχειρήσεων εν όψει της επικείμενης έναρξης του Γ΄
Μακεδονικού πολέμου.
Η εύρεση
3.000 πήλινων σφραγισμάτων, πάνω στα οποία αναγράφεται σε δωρική
διάλεκτο το όνομα «ΓΙΤΑΝΑ», κατά την ανασκαφή μεγάλου δημοσίου κτιρίου
(«Κτίριο Α»), το οποίο ταυτίζεται με το Πρυτανείο της πόλης, επιβεβαιώνει την
ταύτιση του ονόματος με το σωζόμενο από τη φιλολογική παράδοση.
Ο αρχαίος οικισμός περιβάλλεται στις τρεις
πλευρές από τον ποταμό Καλαμά. Στα βορειοανατολικά ο ορεινός όγκος της
Βρυσέλλας, όπου και η ακρόπολη των Γιτάνων, δεσπόζει στο εσωτερικό της δελταϊκής
πεδιάδας, που σχηματίστηκε από τις προσχώσεις του ποταμού και παρέχει επιπλέον
φυσική προστασία στην αρχαία πόλη. Η προνομιούχος -από άποψη κάλλους και
οχύρωσης- θέση σε συνδυασμό με την άμεση πρόσβαση στους φυσικούς πόρους της
περιοχής συντέλεσαν στην πρώιμη κατοίκηση της περιοχής από τους προϊστορικούς,
ήδη, χρόνους, καθώς παρείχαν αυτάρκεια και ασφάλεια στους κατοίκους. Αυτό
υποδεικνύεται από την εύρεση πυριτολιθικών λεπίδων και προϊστορικών οστράκων
στην ευρύτερη περιοχή του αρχαιολογικού χώρου.
Κατά την αρχαιότητα, ο ποταμός
ήταν πλωτός από τις εκβολές του στο Ιόνιο μέχρι, τουλάχιστον, το ύψος των
Γιτάνων, γεγονός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα ανάπτυξη του
οικισμού ως σημαντικού εμπορικού κέντρου. Μέσω του υδάτινου αυτού δρόμου και των
παραποτάμιων οδικών αρτηριών, διακινούνταν άνθρωποι και αγαθά -σε ένα κατά τα
άλλα δύσβατο τοπίο- και εξασφαλιζόταν η πρόσβαση προς τη θάλασσα, αλλά και την
εύφορη ποτάμια κοιλάδα, όπου βρίσκονταν οι σημαντικοί
οικισμοί της Λυγιάς και της Μαστιλίτσας. Ταυτόχρονα, υπήρχε άμεση
επικοινωνία με τις άλλες μεγάλες πόλεις κατά μήκος του ποταμού (αρχαία Φανοτή,
οικισμός στη Ραβενή κ.α.) αλλά και εκείνες στα παράλια της Θεσπρωτίας (Ελίνα
κ.α.).
Η ίδρυση της αρχαίας πόλης τοποθετείται, με
βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα και τις αρχαίες πηγές, στο β΄ μισό του 4ου αι.
π.Χ., εποχή η οποία συμπίπτει με την προσάρτηση της νότιας Κεστρίνης, της
περιοχής δηλ. που οικοδομήθηκε ο οχυρωμένος οικισμός. Η κατοίκηση συνεχίζεται
χωρίς διακοπή και στους ελληνιστικούς χρόνους, όπως αποδεικνύεται από τα κτίρια
που έχουν ανασκαφεί εντός του οικισμού, αλλά και από τα ευρήματα των τάφων στα
βορειοανατολικά της οχύρωσης και δυτικά του φράγματος του Καλαμά. Αντίθετα, δεν
υπάρχουν αρχιτεκτονικά λείψανα που θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στην περίοδο
μετά την κατάληψή της από τους Ρωμαίους. Όπως μαρτυρούν τα εκτεταμένα στρώματα
καταστροφής των ανασκαμμένων κτιρίων, φαίνεται ότι ο αρχαίος οικισμός
καταστράφηκε το 167 π.Χ. και κατοικήθηκε σποραδικά μέχρι τα τέλη του 1ου αι.
π.Χ. οπότε και εγκαταλείφθηκε οριστικά.
Δείτε κάνοντας
κλικ, την εφαρμογή του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηγουμενίτσας, ''Μία μέρα στην
Αρχαία Γιτάνη''
Δείτε κάνοντας
κλικ, την εφαρμογή του Υπουργείου Πολιτισμού, ''Μία μέρα στην Αρχαία
Γιτάνη''
Δείτε
τα video
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου