Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος
-Α, πα, πα, πα. Τι σκέλσμα είναι αυτό που ‘χει το παιδί, δε μολογιέται. Θα σκάσ’. Μπα, το κακόμοιρο, τι έπαθε μ’ αυτόν τον μούκακα πουχ’ για μάνα και δεν μου είπε τίποτις. Και απευθυνόμενη στη μάνα μου με «στρατηγικό» ύφος τη διέταξε.
-Φέρε γρήγορα το παιδί να το περάσουμε κάτω απ’ τα κάρβουνα. Έχω αναμμένη γάστρα στο χαγιάτ’. Άιντε μην χασομεράς. Ας πρόσεχες και να έβαζες κανένα σκόρδο στο παιδί. Τώρα θέλ’ ζεμάτισμα στο κάρνο.
(Ο εν λόγω κύριος δεν πιάνει από μάτιασμα. Δεν του κάνει τίποτε το σκόρδο. «Είναι διαβασμένος από τον Πατριάρχη»)
Αυτά τα άκουσα μικρός από τη γιαγιά μου. Τα είχα πάθει, αλλά δεν τα θυμόμουν. Τώρα είχε σειρά ο μικρότερος ο αδελφός μου. Είχε κρυώσει ο καψερός και τον περίλαβε η γιαγιά. Μαρτύρια αληθινά…
Μού είχε κάνει μεγάλη εντύπωση, όσα είπε για τα σκόρδα. Και τούτο γιατί θυμήθηκα που ο παππούς μια μέρα που παρακαλούσε η μητέρα μου μια χωριανή να καθίσει για φαγητό, αλλά αυτή δεν δεχόταν με τίποτε, κι όταν έφυγε είπε τα εξής: «Καλύτερα. Όσο αριεύουν τα σκόρδα, τόσο χοντραίνουν» και εννοούσε προφανώς ότι όσο λιγότεροι μένουν, τόσο καλύτερα περνούν. Θα φτάσει και θα περισσέψει το φαγητό. Και έτσι ταύτισα το σκόρδο κάτι σαν θαυματουργό που πολλαπλασιάζει το φαγητό αλλά και το έχος κάθε νοικοκύρη, σύμφωνα με τις κουβέντες του παππού.
Τώρα έμαθα ότι το σκόρδο έχει και θεραπευτικές ικανότητες. Το διαπίστωνα καθημερινά. «Αυτό το παιδί είναι θηρίο αληθινό. Ποιος ξέρει πόσα σκόρδα έφαγε». Το έλεγαν και το ξανάλεγαν για κάποιο ρωμαλέο και δυνατό παιδί. Για τα κορίτσια δεν πολυενδιαφέρονταν. Ήταν για το σπίτι, ήταν γραμμάτιο, και πάνω – κάτω, κάπως έτσι σκεφτόντουσαν: «Να το ξοφλήσουμε σύντομα». «Ψωμί και σκόρδο θα φάω και θα τα μαζέψω τα λεφτά για την προίκα της αδελφής μου». Ήταν ο όρκος τιμής για την αδελφή. Είχε τόσες θετικές, ευεργετικές θα λέγαμε ιδιότητες, ακόμη και θεραπευτικές. Το σκόρδο λοιπόν σήμαινε υγεία και αντρειοσύνη!
Και να πούμε ακόμη πως από αρχαιοτάτων χρόνων το σκόρδο θεωρούνταν φυτό ερωτικό και αναζωογονητικό. Από την εποχή του Ομήρου οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν σκόρδα. Ήταν το προσφάι τους.
Για μια όμορφη κοπέλα «να μην πάρει από μάτι», «να μην ματιαστεί», έλεγαν «σκόρδο στον κόρφο της να διώξουμε το μάτ’(ι) κάθε διαολοσαϊτάν(η)». Επί απλής ευχής έλεγαν «σκόρδα στα μάτια σου» και το μάτιασμα έφευγε. Πλεξούδες ολόκληρες σκόρδα έβαζαν στα χωράφια, στα καλά χωράφια, στα περκέτια για να μην ματιαστούν και καταστραφεί η σοδειά. Ήταν η περίφημη «σκορδοπλεξάνα». Στο καινούριο σπίτι με τα «καλωσορίσματα» κρέμαγαν στον καβαλάρ(η) αρμάθες σκόρδα μαζί με τα δώρα που έφερνε κάθε χωριανός.
Στο σχολείο μού είχε πει μια φορά ο δάσκαλος, όταν μπέρδεψα την ιστορία και ανακάτεψα γεγονότα πως τα «έκαμες σκορδοποδολόγα». Προφανώς πως τα μπέρδεψα, όπως είναι πλεγμένα στην αρμαθιά τα σκόρδα. Παράλληλα με τα στεφάνια από λουλούδια που κρεμάγαμε στην πόρτα του σπιτιού την ημέρα της πρωτομαγιάς στο μεσημεριανό φαγητό κυριαρχούσε το σκόρδο για καθαρά προληπτικούς λόγους. Για εξουδετέρωση του κακού και αποτροπή «πάσης νόσου». Μας το έλεγε και το ξανάλεγε ο δάσκαλος. «Σκορδοκαΐλα μου, αν διαβάζετε. Ο τενεκές σας περιμένει». Δεν τον απασχολούσε-έτσι δήλωνε- η επαγγελματική μας αποκατάσταση. Εθνική γιορτή χωρίς σκορδαλιά, ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει.
Μια λέξη με είχε προβληματίσει. Την είχε πει η γιαγιά μου, όταν προξένευε μια κοπελιά από διπλανό χωριό. «Ου, αυτή είναι σκορδόψ’τ(η). Διπλό προικιό θα χρειαστεί». Αργότερα έμαθα πως ο χαρακτηρισμός αυτός αφορά αυτή που έχει σκορδοκαΐλα , αυτή «σκορδοψήνεται», δηλαδή η φιλενάδα, η ερωμένη, η «λεγάμενη». Τέλος δεν θα ξεχάσω ποτέ τη νίλα που έπαθα και την καζούρα που «έφαγα» ως μαθητής. Η γιαγιά μου, μού είχε ράψει στο βρακί μου ένα σακουλάκι και μού έβαζε μέσα σκόρδα. Μια μέρα έπεσα στο σχολείο ματζιάστηκαν τα σκόρδα και καταβρώμισε η αίθουσα. Όταν γύρισα το μεσημέρι στο σπίτι και κλαίγοντας εξιστόρησα το πάθημα η γιαγιά γνωμάτευσε. «Πω, πω. Φαίνεται πως υπάρχει μεγάλο μάτι. Θέλει διπλό σακούλι με σκόρδα». Ακόμα τρέχω…
Χρήστος Α. Τούμπουρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου