Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

Βελεντζικό Άρτας. Δείτε τα video




Δείτε τα video

































Βελεντζικό

Το Βελεντζικό (Τοπική Κοινότητα Βελεντζικού - Δημοτική Ενότητα ΗΡΑΚΛΕΙΑΣ), ανήκει στον δήμο ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ της Περιφερειακής Ενότητας ΑΡΤΑΣ που βρίσκεται στην Περιφέρεια Ηπείρου, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα "Καλλικράτης".

Η επίσημη ονομασία είναι "το Βελεντζικόν". Έδρα του δήμου είναι η Άνω Καλεντίνη και ανήκει στο γεωγραφικό διαμέρισμα Ηπείρου.

Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο "Καποδίστριας", μέχρι το 2010, το Βελεντζικό ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα Βελεντζικού, του πρώην Δήμου ΗΡΑΚΛΕΙΑΣ του Νομού ΑΡΤΗΣ.

Το Βελεντζικό έχει υψόμετρο 775 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, σε γεωγραφικό πλάτος 39,2108614907 και γεωγραφικό μήκος 21,2348059876. Οδηγίες για το πώς θα φτάσετε στο Βελεντζικό θα βρείτε εδώ.


Δήμος Γεωργίου Καραϊσκάκη

Ο Δήμος Γεωργίου Καραϊσκάκη είναι δήμος της Περιφερειακής Ενότητας Άρτας της Περιφέρειας Ηπείρου.
Ο δήμος συστάθηκε με τη συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Ηρακλείας, Καραϊσκάκη και Τετραφυλίας.
Πρωτεύουσα του δήμου είναι η Άνω Καλεντίνη και ιστορική πρωτεύουσα οι Πηγές Τετραφυλίας, όπου βρίσκεται η μαρτυρική Μονή Σέλτσου.

Γενικά στοιχεία

Έδρα : Άνω Καλεντίνη

Ταχ. Διεύθυνση : Άνω Καλεντίνη 47048

Τηλέφωνα: 26810 67679

Fax. : 26810 67340, 67659

Πληθυσμός Δήμου : 5.780 κατ. (Απογραφή 2011)
Έκταση Δήμου : 463.889 τ.μ.
Μορφολογικά Χαρακτηριστικά Δήμου : Ορεινός
Δημοτικά διαμερίσματα

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΕΚΤΑΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
απογραφή 1991
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
απογραφή 2001
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
απογραφή 2011
ΔΗΜΑΡΙΟΥ 19.531 438 531 296 
ΔΙΑΣΕΛΛΟΥ 50.815 735 781 526 
ΚΛΕΙΔΙΟΥ 47.253 816 753 531 
ΠΕΤΡΑΣ 21.281 666 553 493 
ΣΚΟΥΛΗΚΑΡΙΑΣ 35.299 581 627 441 
ΣΥΝΟΛΟ Γ. ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ 174.179 3.236 3.245 2.287 
ΑΝΩ ΚΑΛΕΝΤΙΝΗΣ 50.148 1.038 811 512 
ΒΕΛΕΝΤΖΙΚΟΥ 19.050 320 323 230
ΔΙΧΟΜΟΙΡΙΟΥ 48.602 661 589 389 
ΡΕΤΣΙΑΝΩΝ 12.087 230 256 108 
ΣΥΝΟΛΟ ΗΡΑΚΛΕΙΑΣ 129.887 2.249 1.979 1.239 
ΑΣΤΡΟΧΩΡΙΟΥ 9.977 357 309 291 
ΕΛΑΤΗΣ 19.554 372 366 178 
ΚΑΣΤΑΝΕΑΣ 14.578 425 532 315 
ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ 23.798 444 463 254 
ΜΕΣΟΠΥΡΓΟΥ 25.892 541 571 416
ΜΗΛΙΑΝΩΝ 25.991 344 472 258 
ΠΗΓΩΝ 40.033 813 1.079 542 
ΣΥΝΟΛΟ ΤΕΤΡΑΦΥΛΙΑΣ 159.823 3.296 3.792 2.254 
ΣΥΝΟΛΟ ΝΕΟΥ ΔΗΜΟΥ 463.889  8.781   9.016 5.78


Στον δήμο περιλαμβάνονται οι εξής οικισμοί: 
(μέσα σε παρένθεση αναφέρεται ο αριθμός των κατοίκων - απογραφή 2011)

Δ.Δ. Διασέλλου (526) Δ.Δ Δημαρίου (296) Δ.Δ. Κλειδίου (531) Δ.Δ. Άνω Πέτρας (493) Δ.Δ. Σκουληκαριάς (441)
Διάσελλο (28) Δημάριον (147) Κλειδί (173) Α. Πέτρα (370) Σκουληκαριά (273)
Κάτω Καρυά (14) Παλαιοχωράκι (149) Αγ. Παρασκευή (78) Κέδρος (30) Αγ. Παρασκευή (52)
Κοκκινοπήλια (16)
Ακροποταμιά (0) Σέλινα (93) Γιαννώτι (116)
Λάκκα (15)
Γαλάνιον (43)

Παναγιά (450)
Περδικορράχη (138)

Προσήλια (3)
Πέτρα (99)


Εκλογές

Εγγεγραμμένοι σε εκλογικούς καταλόγους (στοιχεία 2012)

Σύνολο ψηφοφόρων Δήμου: 12.354

Δημοτική Ενότητα Γ. Καραϊσκάκη: 4.316

Δημοτική Ενότητα Ηρακλείας: 2.763

Δημοτική Ενότητα Τετραφυλίας: 5.275
























Κόκκινη Εκκλησιά του Βελεντζικού

Ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της περιοχής. Βρίσκεται στο Ασφακερό.  Πρόκειται για τύπο μονόχωρου ναού με πεντάπλευρες κόγχες νότια και βόρεια.

Ο Βασίλειος Κ. Ξανθόπουλος στο βιβλίο του "Ιστορικό της Ενορίας Διχομοιρίου Άρτας" γράφει: "Το μετόχι Κόκκινη Εκκλησιά κτίστηκε με ενέργεια και δαπάνη του Γεωργίου Κωστούλα το 1096 μ. Χ. και με τη βοήθεια των κατοίκων του χωριού Βελεντζικού". Σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή, η οποία σώζεται μέχρι σήμερα, η εκκλησία κτίστηκε το 1615 μ. Χ. Το πιθανότερο είναι ότι ανακατασκευάστηκε τη χρονολογία αυτή.

Η ιστορία της Κόκκινης Εκκλησιάς συνδέεται με την ίδρυση της Ιεράς Μονής Ροβέλιστας. Κατά τον ΙΑ΄ αιώνα κάποιος ιερομόναχος, ονομαζόμενος Αμβρόσιος, ζήτησε από τον επίσκοπο Ραδοβιζίων την άδεια να ιδρύσει στην περιφέρεια κοινόβιο  και εμόνασε στην Κόκκινη Εκκλησιά, φέροντας μαζί του τη θαυματουργό εικόνα της Θεοτόκου της Μονής Ροβέλιστας.



Κόκκινη Εκκλησιά του Βελεντζικού


Η παράδοση θέλει να διαλέγει το ξάγναντο αυτό η ίδια η Παναγία, για να το 'χει υποπόδιό της και να κατοπτεύει από εκεί τις ατέλειωτες λοφοσειρές - ξεθυμάσματα των βουνών του Ραδοβυζίου που απλώνονται μπροστά της και με τη μπόλια της να σκεπάζει τα χωριά του Δήμου Ηρακλείας, τους ανθρώπους τους και το βιός τους.
Η προσωνυμία της προήλθε απ' το λαϊκό ρήμα ροβολάω, που σημαίνει κατηφορίζω και έχει σχέση -πάντα σύμφωνα με την παραπάνω προφορική παράδοση- με την ίδρυση της μονής. Σύμφωνα με αυτή την παράδοση, η εικόνα της Παναγίας "ροβόλαγε" απ' το σημείο που υπέδειξε στον Αμβρόσιο ο επίσκοπος Βελεντζικού να γίνει ναός της, σε άλλο σημείο μακρινού δάσους. Εκεί τη βρήκε -κατά θαυματουργό πάλι τρόπο-ένας βοσκός, οδηγημένος απ' το φως της που έλαμπε στην ίδια θέση κάθε νύχτα. Το θαύμα ερμηνεύτηκε ως επιθυμία της Παναγίας να κτισθεί ναός της στο σημείο όπου συνεχώς μετατοπιζόταν η εικόνα της. Έτσι ιδρύθηκε το μοναστήρι. Επειδή πιστεύεται ότι την εικόνα την έφερε απ' τη Ρωσία ο Αμβρόσιος, οι ντόπιοι την ονόμαζαν και "Παναγία Μοσχοβίτισσα".
Δεν είναι γνωστός ο χρόνος ίδρυσης του αρχικού μοναστηριού. Ο Σεραφείμ Ξενόπουλος αναφέρει το 10ο αιώνα.


Κόκκινη Εκκλησιά του Βελεντζικού

'Οσιος Παρθένιος Επίσκοπος Ραδοβισδίου, προστάτης  Βελεντζικού




Ο Άγιος Παρθένιος εγεννήθη στο χωριό Βατσουνιά Καρδίτσης στις αρχές του 18 ου αιώνος. Μεγάλωσε στην περιοχή αυτή των Θεσσαλικών Αγράφων, που στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας είχε μια σημαντική πνευματική παρουσία. Το δυσπρόσιτο της περιοχής δημιουργούσε στους υπόδουλους ένα χώρο καταφυγής, ελευθερίας και δημιουργίας, μακριά από την αφόρητη πίεση του κατακτητή.

Οι γονείς του απλοί και ταπεινοί του μεταδίδουν την πίστη στον Χριστό και την αγάπη προς την πατρίδα.

Η ζωή των Αγίων της εκκλησίας μας, το θάρρος και η πίστη των νεομαρτύρων της εποχής μας καθώς και η δυνατή παρουσία των δύο μεγάλων Αγίων της περιοχής, του Αγίου Βησσαρίωνος και του Αγίου Σεραφείμ των Φαναριοφαρσάλων, επιδρούν στη ζωή του και του εμπνέουν, κάτω από τις φωτισμένες νουθεσίες των μοναχών των Μετεώρων και των γύρω μονών, την επιθυμία και το ζήλο της ολοκληρωτικής αφιερώσεως στο Θεό.
Κείρεται τελικώς μοναχός, σε μοναστήρι της περιοχής. Ο μοναχός Παρθένιος προκόβει στην πνευματική ζωή και γίνεται παράδειγμα για όλους. ΄Έτσι με τη σύμφωνη γνώμη των πατέρων χειροτονείται τελικώς σε πρεσβύτερο. Εκτιμώντας τα προσόντα και την αγία ζωή του η εκκλησία τον αναδεικνύει επίσκοπο Ραδοβισδίου, επισκοπή της Μητροπόλεως Λαρίσης, που τότε περιελάμβανε το δυτικό τμήμα της Αργιθέας και το Β.Α του σημερινού νομού Άρτας(δήμοι Ηρακλείας, Τετραφυλίας και τα σημερινά χωριά Ζυγός Μαρκινιάδα Μελάτες, Παναγιά Διασέλου, Τετράκωμο, Μεσούντα, Κάψαλα.Η επισκοπή αναφέρεται πρώτη φορά στο τακτικό β΄ του Ιωάννη Τσιμισκή (972-976). Κατελάμβανε τη 16 η θέση από τις 28 επισκοπές που υπήγοντο στην Μητρόπολη Λαρίσης. Δεύτερη φορά αναφέρεται στο τακτικό Α΄ του Αλεξίου Κομνηνού (1081-1118)και Τρίτη στο πατριαρχικό σιγίλιο του 1371. Η επισκοπή εξακολουθεί να υφίσταται και επί Τουρκοκρατίας, πολλούς δε επισκόπους γνωρίζουμε από τους κώδικες των Μητροπόλεων Λαρίσης και Τρίκκης. Καταργείται δε το 1830 και η περιοχή της δίδεται στη Μητρόπολη Άρτης τμήμα της οποίας αποτελεί και σήμερα. Έδρα της επισκοπής ήταν τα Βραγγιανά Αργιθέας και αργότερα το Βελετζικό που στην εποχή της Τουρκοκρατίας ευρίσκετο σε μεγάλη ακμή.
Αναλαμβάνοντας το αξίωμα της Αρχιεροσύνης ο Άγιος αγωνίζεται νυχθημερόν για την πνευματική προκοπή του ποιμνίου του. Η αυστηρή νηστεία και η αδιάλειπτη προσευχή ήταν τα αγαπημένα του αθλήματα. Στο «Μαρτυρικόν» περί του αγίου Παρθενίου του ιστορικού κώδικα της μονής Δουσίκου διασώζεται επίσης ένα άλλο επεισόδιο από τη ζωή του αγίου, που δείχνει την μεγάλη αρετή και φιλανθρωπία του. Κοντά στην Επισκοπή ζούσε ένας φτωχός άνθρωπος που είχε πέντε παιδιά. Είχε ένα πετρώδες χωράφι που δεν μπορούσε λόγω ασθενείας να περιποιηθεί. Ο Άγιος λοιπόν πήγαινε μεσάνυχτα με το φως του φεγγαριού να καθαρίσει το κτήμα, για να αποδώσει καρπόν και να τραφεί η οικογένεια του φτωχού γεωργού. Ο ιδιοκτήτης όταν κατάλαβε ότι κάποιος τον βοηθάει παραφύλαξε κάποιο βράδυ και με έκπληξη διαπίστωσε ότι επρόκειτο για τον επίσκοπό του. Ο Άγιος όμως του «έκαμε δεσμόν»να μη μαρτυρήσει σε κανένα το γεγονός και του υποσχέθηκε ότι αυτός θα βοηθούσε τα παιδιά του.
Το κήρυγμα του αγίου είχε δυο στόχους : Πρώτον να τονώσει την πίστη των ανθρώπων στο Θεό και κατά δεύτερο λόγο να διαφυλάξει ακέραιη και ανόθευτη την ταυτότητα του βασανισμένου ρωμιού. Συνεργάζεται με τους καπεταναίους των Ραδοβυζίων και με τους μοναχούς και λόγιους της περιοχής, για την παιδεία και ανάπτυξη των πνευματικών του παιδιών. Κατά την παράδοση ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός περνώντας από την περιοχή συναντήθηκε με τον Άγιο Παρθένιο και συζήτησαν μαζί τα προβλήματα των υποδούλων στο μοναστήρι της Ροβέλιστας που αποτελούσε κέντρο συνάντησης των αρματωλών και αντίστασης στον κατακτητή. Μάλιστα στο χώρο της μονής λειτουργούσε σχολείο με πλούσια βιβλιοθήκη που δυστυχώς καταστράφηκε από τους Τούρκους.
Η όλη ζωή και παρουσία του αγίου Παρθενίου δεν άφησε ανενόχλητο τον κατακτητή και κατά μια παράδοση ο Άγιος κατεδικάσθη και υπέστη μαρτυρικό θάνατο για να συναριθμηθεί στη χορεία των Οσίων και νέων μαρτύρων Ιεραρχών της εκκλησίας μας. Κατά μιαν άλλη όμως παράδοση εκοιμήθη οσιακώς την 21 ην Ιουλίου 1777 και ενεταφιάσθη πίσω από τι ιερό βήμα του ναού των Αγίων Αναργύρων.
Μετά από περίπου 35 χρόνια από την κοίμησή του οι κάτοικοι του χωριού απεφάσισαν να κάνουν εκταφή, προκειμένου να ενταφιάσουν έναν από τους διαδόχους του, τον επίσκοπο Καλλίνικο. Έτσι την 21 η Ιουλίου 1810 άνοιξαν τον τάφο του. Άρρητη ευωδία πλημμύρισε τον τόπο όλον και παρόλο το ηλιόλουστο της ημέρας, λεπτή βροχή άρχισε να πέφτει από τον ουρανό.





















Οι κάτοικοι θεώρησαν το γεγονός «σημείο» παρά του Θεού και απόδειξη της αγιότητας του Παρθενίου. Οι κάτοικοι του Βελεντζικού αρνήθηκαν να παραδώσουν τα οστά στους οικείους του και τη διαφορά εκλήθη να διευθετήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τούτο έκρινε η κάρα να παραμείνει στο Βελεντζικό και τα υπόλοιπα οστά να δοθούν στους οικείους. Στον ιστορικό κώδικα της μονής Δουσίκου αναφέρεται ότι τα λείψανα μοιράστηκαν σε πολλά μέρη. Από αυτά, τμήμα κατέχει η μονή Δουσίκου, η σιαγόνα του αγίου ευρίσκεται στην μονή Γρηγορίου Αγίου Όρους (εδόθη από τον πρώην επίσκοπο Σταγών Αμβρόσιο), μία δε κλείδα του αγίου ευρίσκεται στη λειψανοθήκη του ναού Αγίου Γεωργίου Κωστακιών. Κατά την επανάσταση Ραδοβυζίων στα 1854 εχάθη η παλαιά ακολουθία και η εικόνα του αγίου, η κάρα όμως διεσώθη χάριν της αυταπαρνήσεως του ιερέως του Βελεντζικού και μετεφέρθη στα χωριά του Βάλτου. Το 1939 με τη φροντίδα του ηγουμένου Δουσίκου π. Συμεών Τσαγοπούλου και του διδασκάλου του Βελεντζικού Γεωργίου Βάκκα, συνετέθη από τον π. Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη νέα ακολουθία, η οποία εκδόθηκε με το συναξάρι, το 1971. Ο διδάσκαλος των Τρικάλων Γεώργιος Μηλίτσης το 1991 συνέθεσε παρακλητικό προς τιμήν του αγίου κανόνα. Πολλά και ποικίλα τα θαύματα του Αγίου και μάρτυρες οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, οι οποίοι ομολογούν και διακηρύσσουν τις θαυματουργίες που επιτελεί η αγία κάρα Του.
Η μνήμη του εορτάζεται πανηγυρικά στις 21 Ιουλίου.



Η Κυρά της ορεινής Άρτας και ενεργό γυναικείο μεταβυζαντινό μοναστήρι. Τιμάται στη Γέννηση της Θεοτόκου Βρίσκεται 30 χλμ. ανατολικά της Άρτας φυτεμένο στη μέση δασώδους ερημικής βουνοπλαγιάς στην περιοχή του Βελετζικού, όπου φτάνει κανείς από παράκαμψη του δρόμου Άρτας - Καρδίτσας, ( απέχει 6χλμ. από τον κεντρικό δρόμο ) λίγο πριν την Άνω Καλεντίνη. Η προσωνυμία της προήλθε απ' το λαϊκό ρήμα ροβολάω, που σημαίνει κατηφορίζω και έχει σχέση, πάντα σύμφωνα με την παραπάνω προφορική παράδοση, με την ίδρυση της μονής. Σύμφωνα με αυτή την παράδοση, η εικόνα της Παναγίας "ροβόλαγε" απ' το σημείο που υπέδειξε στον Αμβρόσιο ο επίσκοπος Βελεντζικού να γίνει ναός της, σε άλλο σημείο μακρινού δάσους. Εκεί τη βρήκε, κατά θαυματουργό πάλι τρόπο, ένας βοσκός, οδηγημένος απ' το φως της που έλαμπε στην ίδια θέση κάθε νύχτα.

Το θαύμα ερμηνεύτηκε ως επιθυμία της Παναγίας να κτισθεί ναός της στο σημείο όπου συνεχώς μετατοπιζόταν η εικόνα της. Έτσι ιδρύθηκε το μοναστήρι. Επειδή πιστεύεται ότι την εικόνα την έφερε απ' τη Ρωσία ο Αμβρόσιος, οι ντόπιοι την ονόμαζαν και "Παναγία Μοσχοβίτισσα". Δεν είναι γνωστός ο χρόνος ίδρυσης του αρχικού μοναστηριού. Ο Σεραφείμ Ξενόπουλος αναφέρει το 10ο αιώνα. 

Δυστυχώς ούτε για τη ζωή του μοναστηριού στα παλιά χρόνια έχουμε στοιχεία, αφού τα χειρόγραφα και τα βιβλία που φυλάσσονταν στη μονή καταστράφηκαν κατά τον ταραχώδη 19ο αιώνα. Γνωρίζουμε μόνο ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας λειτούργησε εκεί Ιερατική σχολή για καταρτισμό των ιερέων της επισκοπής Ραδοβιζίων, την περίοδο μετατράπηκε σε "κρυφό σχολειό".. 

Στη διάρκεια της δουλείας ανέπτυξε έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα. Στα κτήματα του εργάζονταν πολλοί Έλληνες, που σιγά σιγά δημιούργησαν και οικισμό γύρω από το Μοναστήρι.

Επίσης το μοναστήρι χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, αλλά και ορμητήριο των αγωνιστών κατά τους εθνικούς αγώνες. Οι Τούρκοι, επειδή ενοχλήθηκαν απ' αυτό, εγκατέστησαν στη μονή μόνιμο απόσπασμα από 30 άνδρες, τους οποίους κατέσφαξαν οι Ραδοβιζινοί επαναστάτες το 1854. Ο Τούρκικος στρατός για εκδίκηση κατάστρεψε ολοκληρωτικά το μοναστήρι. Χάρη στην αυτοθυσία των μοναχών, σώθηκε η ασημοστόλιστη πολύ παλιά εικόνα της Παναγίας, ένας χρυσοκέντητος μεγάλος επιτάφιος και δισκοπότηρα του 16ου αιώνα, όλα Ρωσικής προέλευσης. Το 1856 ξαναχτίστηκαν τα κελιά, καθώς και ο μικρός ναός (μονόκλιτη σταυρεπίστεγη θολωτή βασιλική με τρούλο και χορούς). Από το Μοναστήρι πέρασε και ο Άγιος εθναπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός
Η προσφορά της Παναγίας της Ροβέλιστας συνεχίσθηκε και στην περίοδο του ελληνοϊταλικού πολέμου (διέθεσε για τις ανάγκες του στρατού μαλλιά, ζώα και κτηνοτροφικά προϊόντα), ενώ στη διάρκεια της κατοχής συμπαραστάθηκε αρκετά στο λαό (διανομή εκτάσεων στους κατοίκους των γειτονικών χωριών, σπόρων, εργαλείων κ.λ.π.).
Κατά τον εμφύλιο ερημώθηκε και καταστράφηκε, ώσπου το 1951 εγκαταστάθηκε σ` αυτό ο ιερομόναχος Μητροφάνης Μιτσιλής και το 1953 η αδελφή Ανδριανή (πρώτη ηγουμένη) με συνοδεία άλλων μοναζουσών κι έδωσαν νέα πνοη στο ερειπωμένο αυτό Μοναστήρι, το οποίο το 1963, επί μητροπολίτου Ιγνατίου Τσίγκρη μετατράπηκε σε γυναικείο.
Η Θαυματουργός εικόνα της Παναγίας, μεταφέρεται στο Κομπότι το τελευταίο Σαββατοκύριακο του μηνός Σεπτεμβρίου εκάστου έτους, για να προσκυνήσουν και να προσευχηθούν άτομα από την Άρτα και την Αιτωλοακαρνανία που δεν μπορούν να επισκεφθούν το Μοναστήρι της. Τηλέφωνο Μονής. 26810-67760.




Το συνέδριο του Βερολίνου. Πίνακας του Άντον φον Βέρνερ (Anton von Wemer)
Πριν 132 χρόνια χρόνια ακριβώς, στις 24 Ιουνίου 188, η Άρτα απελευθερώνεται "αμαχητί" και προσαρτάται στο Ελληνικό κράτος.
 Η εθνική μνήμη είναι απαραίτητο στοιχείο επιβίωσης του έθνους και είναι χρήσιμο και οφέλιμο να αναμοχλεύουμε τα ιστορικά γεγονότα, της εθνικής μας πορείας, για γνώση και διδαχή στην δύσκολη εθνικής μας πορεία . 
Τελικά στις 28 Μαρτίου 1881, η Θεσσαλία και η Άρτα περιέρχονται στην Ελλάδα: Ανακοινώνεται μετά από τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, η προσάρτηση της Θεσσαλίας και λωρίδας της Ηπείρου μέχρι και της Άρτας στο Ελληνικό Κράτος.

Έτσι στις 24 Ιουνίου του 1881 οι Τούρκοι αποχωρούν από την Άρτα προς την Τουρκοκρατούμενη Ήπειρο. Στο ιστορικό γεφύρι της Άρτας διατηρείται το Τουρκικό φυλάκιο τελωνείο, που έχει μετατραπεί σήμερα σε Εθνογραφικό Λαογραφικό Μουσείο. 




  Τότε έγινε μια τελευταία επιδιόρθωση στο Γεφύρι της Άρτας, πριν τη σύγχρονη στήριξη και αναπαλαίωση της πενταετίας 1980-1985. Η Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης (1881) ήταν διμερής διάσκεψη μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνομολογήθηκε τελικά ως Συμφωνία, στις 28 Μαρτίου του 1881 στη Κωνσταντινούπολη, ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης όπου και καθορίστηκε μεταξύ των δύο Βασιλείων η γραμμή των νέων συνόρων. Η Συμφωνία αυτή είναι ιδιαίτερα ιστορική για την Ελλάδα διότι δικαίωσε ένα όνειρο αιώνων.


Σύμφωνα με τη Συμφωνία αυτή παραχωρήθηκαν de jure στο Ελληνικό Βασίλειο οι πρώην οθωμανοκρατούμενες περιοχές της Θεσσαλίας και ένα τμήμα της Ηπείρου, ο νομός της Άρτας. Όμως, το Ελληνικό Βασίλειο υποχρεώθηκε στην αποζημίωση όλων των τουρκικών περιουσιών των κατοίκων που υπήρχαν στις περιοχές αυτές, με όποιες δυσκολίες αυτό συνεπάγεται. 

Όλες τις επιμέρους συμφωνίες, κατά περιοχή, της Συμφωνίας αυτής υπέγραψαν τελικά και οι Πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων κατά τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που ακολούθησε δύο μήνες μετά, επίσης στη Κωνσταντινούπολη (Μάϊος 1881). Τέλος η Συμφωνία αυτή επικυρώθηκε με ιδιαίτερη Σύμβαση στις 2 Ιουλίου 1881. 

Η Συμφωνία αυτή προκλήθηκε «αμαχητί» μετά την Συνθήκη του Βερολίνου (1878) και τη Διάσκεψη του Βερολίνου (1880) που είχε ακολουθήσει, και ιδιαίτερα μετά τη έντονη Διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων (1880) που συμπλήρωσε τη προηγούμενη, κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνέχιζε να αρνείται την εφαρμογή του ΙΓ΄ Πρωτοκόλλου της πρώτης παραπάνω συνθήκης. 

Η υπογραφή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου μεταξύ
του Σαφβέτ Πασά και του ρώσου πρέσβη στην
Κωνσταντινούπολη Ν. Ιγνατίεφ (Μαρ 1878)
Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως μετά τον ενθουσιασμό των Ελλήνων αγροτών ιδιαίτερα της Θεσσαλίας και τη δικαίωση των ονείρων περί της ελευθερίας τους, η ελληνική πολιτεία αδυνατούσε στην αποζημίωση των μεγάλων Τούρκικων τσιφλικιών που είχε αναλάβει την υποχρέωση. 

Τότε έσπευσαν Έλληνες του εξωτερικού, κυρίως πλούσιοι Ελληνοαμερικανοί, και αγόρασαν από τους Τούρκους αυτές τις εκτάσεις μαζί με τους οικισμούς που περιλαμβάνονταν σε αυτές με συνέπεια το θεσσαλικό αγροτικό ζήτημα να παραμείνει άλυτο και μάλιστα ακόμη πιο έντονο αφού οι νέοι πλέον μεγαλογαιοκτήμονες ήταν Έλληνες και δυστυχώς ακολουθούσαν ενίοτε χειρότερες μεθόδους εργασιακής εκμετέλλευσης. 

Το έτος 1882 έγινε σύγκρουση τσιφλικάδων με κολίγους στην Άρτα, τριάντα χρόνια πρίν τα παρόμοια γεγονότα στο Κιλελέρ της Θεσσαλίας (δολοφονία Μαρίνου Αντύπα, κλπ).

Αρα η Άρτα μάλλον είναι πρωτοπόρος, διότι το έτος 1882 έγινε σοβαρή σύγκρουση δυνάμεων των τσιφλικάδων με κολλήγους στην πόλη, αλλά χωρίς νεκρούς. Δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες αν το κίνημα αυτό επεκτάθηκε και στην Πρέβεζα, αλλά είναι μάλλον απίθανο, γιατί η Πρέβεζα ήταν υπό Οθωμανική κατοχή. Το έτος 1884 εξεδόθη το πρώτο βιβλίο για την Άρτα και την Πρέβεζα: Ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος του Βυζαντίου εκδίδει το βιβλίο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης». 

Αναδημοσίευση του βιβλίου έγινε από το «Ίδρυμα Σκουφάς» Άρτας το έτος 1986 και παρέχει σημαντικά ιστορικά στοιχεία για το Νομό Πρέβεζας και Άρτας, ορισμένα από αυτά με κάποιες ελλείψεις και λάθη. Στον ατυχή Πόλεμο του 1897 η Άρτα αποτέλεσε βάση εξόρμησης και εφοδιασμού του Ελληνικού Στρατού. οι περισσότερες όμως μάχες έλαβαν χώρα στον Νομό Πρέβεζας (υπό Οθωμανική κατοχή).

Μετά την απελευθέρωση στις 24-6-1881, το τμήμα αυτό της Ηπείρου μέχρι τον Άραχθο ποταμό αποτέλεσε το Νομό Άρτας. Στην ανατολική όχθη του Αράχθου, σε διάφορα σημεία, έβαλε φυλάκια ο ελληνικός στρατός και στη δυτική ο τουρκικός. Δηλαδή στη γέφυρα της Άρτας, από το μέρος της πόλης υπήρχε Έλληνας φρουρός και απέναντι, προς το μέρος του κάμπου, Τούρκος. Αυτό δε, διάρκεσε μέχρι το 1912-13.


Ο Νομός Άρτας χωρίστηκε σε οκτώ (8) Δήμους:
  1. Στο Δήμο Αρταίων, με έδρα την Άρτα, στον οποίο, εκτός της πόλης, υπάγονταν και μερικά χωριά του κάμπου ανατολικά του Αράχθου, Γκυκόρριζο, κλπ. με πληθυσμό 6.000 κατοίκους περίπου.
  2. Στο Δήμο Πέτα, στον οποίο υπάγονταν και τα γύρω χωριά μέχρι το Κομπότι, με 4.000 κατοίκους.
  3. Στο Δήμο Ηρακλείας, με χειμερινή έδρα το Δημαριό και θερινή το Βελεντζικό και στον οποίο υπάγονταν τα γύρω απ' αυτά χωριά, με 5.000 κατοίκους. Τα χωριά του Δήμου αυτού ήταν τα Κάτω Ραδοβίζια.
  4. Στο Δήμο Τετραφυλίας, με έδρα τη Βρεστενίτσα (το χωριό μας δηλαδή) και αργότερα τη Μπότση (Μεγαλόχαρη), στον οποίον υπάγονταν τα εξής οχτώ (8) χωριά: Βρεστενίτσα (Πηγές), Μηλιανά, Σεκλίστα (Ελάτη),  Βρατσίστα (Καστανιά), Μουσιούντα (Μεσούντα), Καταβόθρα (Αστροχώρι), Μπότση (Μεγαλόχαρη) και Σουμερού (Μεσόπυργος), με 4.500 κατοίκους. Τα χωριά του Δήμου Τετραφυλίας τα ονόμαζαν και Άνω Ραδοβίζια.
  5. Στο Δήμο Θεοδωρίας, με έδρα το Βουλγαρέλι, στον οποίο υπάγονταν τα γύρω χωριά, με 7.500 κατοίκους.
  6. Στο Δήμο Αγνάντων, με έδρα την Άγναντα, όπου υπάγονταν τα γύρω χωριά, με 6.000 κατοίκους.
  7. Στο Δήμο Πραμάντων, με έδρα τα Πράμαντα, στον οποίο υπάγονταν και το χωριό Μελισσουργοί, με 4.000 κατοίκους.
  8. Στο Δήμο Καλαρρυτών, όπου υπάγονταν και το χωριό Ματσούκι, με πληθυσμό  2.000 κατοίκους περίπου.
Η περιοχή των Δήμων Τετραφυλίας και Ηράκλειας ονομάζονταν Ραδοβίζια και η περιοχή των Δήμων Θεοδωρίας, Αγνάντων, Πραμάντων και Καλαρρυτών, Τζουμέρκα. Ένδοξες περιοχές και οι δύο, απ' όπου προέρχονταν οι περισσότεροι αγωνιστές των ελληνικών επαναστάσεων και οι οποίοι διαδραμάτισαν σπουδαιότατο ρόλο στην απελευθέρωση του τόπου μας.
Στο σημείο αυτό Άγιοι Θεόδωροι έγινε η "αμαχητί" παράδοση της Άρτας στον Ελληνικό Στρατό


Δεν υπάρχουν σχόλια: