Ο κ. Αριστείδης Μπαλτάς είναι μια σημαντική προσωπικότητα
της αριστεράς. Δεν του αξίζουν οι εύκολοι περιφρονητικοί χαρακτηρισμοί στο
καμίνι των SOSial Media. Μαρξιστής, με πλούσια βιβλιογραφία και σημαντική
ακαδημαϊκή και πολιτική διαδρομή. Οι τοποθετήσεις του -για την αριστεία
(«ρετσινιά»), το πολιτικό άσυλο («θέμα αρχής»), την αξιολόγηση στην παιδεία
(«τιμωρητική διαδικασία»), όπως και η κατεδάφιση της πρώτης απόπειρας
μεταρρυθμίσεων με ευρεία πλειοψηφία (νόμος Διαμαντοπούλου)- είναι απολύτως
συνεπείς με τις μέχρι τώρα θεωρήσεις της αριστεράς για την παιδεία. Η
αιτιολογική έκθεση για την «αντι-μεταρρύθμιση» έχει «ιδεολογική συνέπεια». Το
δημοκρατικό, συμμετοχικό πανεπιστήμιο αναδύεται ως η μεγάλη στρατηγική στόχευση
της νέας ηγεσίας. Αν και, ως πολίτης (και γονιός), θα ήθελα κάποια στιγμή να
ορίσουμε τι ακριβώς είναι δημοκρατικό. Πιθανολογώ ότι μια καλή άσκηση είναι η
κατάληψη της πρυτανείας. Ακόμη καλύτερη η χρήση του πολιτικού ασύλου με τη
συριζαϊκή αντίληψη (ορισμένων συνιστωσών τουλάχιστον), τη βία κατά πρυτανικών
και ακαδημαϊκών αρχών, το αριστοτεχνικό χτίσιμο γραφείων (είναι και μια άσκηση
ταξικής συνείδησης), την καταστροφή δημόσιας περιουσίας, τη μετατροπή
αμφιθεάτρων σε χώρο φιλοξενίας μεταναστών... όλα όσα ζήσαμε με πρωταγωνιστές
συντρόφους του, τα ωραία χρόνια προ και μετά κρίσης.
Αν υπάρχει κάτι να
προσάψει κανείς στον κ. Μπαλτά, είναι ότι ως πανεπιστημιακός δάσκαλος έπρεπε να
διδάξει με τις πράξεις του ότι οι μεγάλες τομές και τα φιλόδοξα σχέδια
προϋποθέτουν ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συμπτώσεις, επίπονη μελέτη,
τεχνοκρατική προετοιμασία και μάλιστα σε έναν τόσο ευαίσθητο χώρο, όπως η
παιδεία, διορατικά βήματα και προσεκτικές κινήσεις. Λυπάμαι, αλλά η αίσθηση που
έχει δώσει μέχρι σήμερα είναι αποσπασματικές λύσεις σε προβλήματα που ταλανίζουν
χρόνια τώρα το ελληνικό πανεπιστήμιο.
Ο κ. Γιάννης Πανούσης, επίσης
ακαδημαϊκός, με περγαμηνές, ομότιμος του κ. Μπαλτά στο υπουργικό συμβούλιο. Ήταν
(νεαρός τότε.) μαζί με τον κ. Διονύση Κλάδη, αρχιτέκτονας του νόμου-πλαισίου του
1982. Αν ακουμπήσουμε τις μνήμες, που πονάνε που λέει και ο ποιητής, οι δυο τους
συνυπέγραφαν το 1989 ένα άρθρο στην εφημερίδα «Βήμα» με τίτλο: 'Mea culpa". Μια
μετάνοια για επιλογές που άνοιξαν την κερκόπορτα του κομματισμού στα
πανεπιστήμια, τη μεγαλύτερη πληγή σήμερα για την ελληνική παιδεία. Θα ήταν
χρήσιμο να ακούσουμε κάποια στιγμή την άποψη του υπουργού για τον νέο
νόμο-πλαίσιο του κ. Μπαλτά. Αν δηλαδή 7 χρόνια μετά ο νομός αυτός ήταν ήδη
πρόβλημα για την εκπαίδευση των νεοελλήνων, τι στο διάτανο κάνει επιτακτική την
ανάγκη να επιστρέψουμε εκεί, 33 χρόνια αργότερα;
Ως πολίτης, χωρίς βαθύτερη
γνώση των προβλημάτων, θα ήθελα να μου εξηγήσει κάποιος γιατί η Ελλάδα σε μια
εποχή που η παιδεία σε όλον τον κόσμο είναι στρατηγικό εργαλείο προόδου,
μέλλοντος και παραγωγικής ανασυγκρότησης, επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος...
Μεγαλύτερη αξία θα είχε να πληροφορηθούμε όλοι μας μέσα από ποιες διεργασίες
βάζουμε την όπισθεν. Ποιοι εργάστηκαν, πόσο καιρό, με ποια συγκριτικά εργαλεία,
πόσο μελετήθηκε η εμπειρία άλλων χωρών, ποια είναι δηλαδή τα βαθύτερα
επιχειρήματα για να ισοπεδωθεί η πιο σημαντική απόπειρα βαθύτερων αλλαγών και να
επιστρέψουμε στο παρελθόν. Κατά πόσο, αλήθεια, έχει ενσωματωθεί σ' αυτήν τη
στρατηγική του «πρώτη φορά αριστερά», η εμπειρία των δικών μας εγκεφάλων. Πάνω
από 1.000 καθηγητές αυτή την ώρα (ενδεχομένως πολύ πιο σημαντικοί μερικοί από
τον κ. Μπαλτά) ερευνούν, διδάσκουν, διαπρέπουν, αναδεικνύουν ταλέντα και
δεξιοτέχνες σε δεκάδες ξένα πανεπιστήμια. Δίπλα μας είναι, αρθρογραφούν κατά
καιρούς στον ελληνικό και ξένο τύπο και βγάζουν φλύκταινες με τους σημερινούς
σχεδιασμούς...
Επίσης, ο κ. Αλέξης Τσίπρας είναι σε ανοικτή γραμμή με τον
επικεφαλής του ΟΟΣΑ Άνχελ Γκουρία για να φτιάξουν μια νέα εργαλειοθήκη
μεταρρυθμίσεων. Όλες οι έρευνες του οργανισμού (και για την Ελλάδα) είναι η
απόλυτη αποδόμηση της εκπαιδευτικής κοσμοθεωρίας του κ. Μπαλτά. Μιλάει για
αξιολόγηση καθηγητών και σχολικών μονάδων, σύνδεση με την αγορά εργασίας,
αναζήτηση άλλων πηγών χρηματοδότησης, τεχνοκρατική διοίκηση, με κατακλείδα τρεις
γραμμούλες. «Το μέλλον της ευημερίας, της οικονομίας, της παραγωγικής
ανασυγκρότησης μιας χώρας εξαρτάται από τη βελτίωση της επίδοσης στην
παιδεία».
Δημιουργούν όλα αυτά μια φρικτή υποψία ότι οι συλλήψεις για την
ελληνική παιδεία κινούνται μετωπικά προς τη σύγχρονη διεθνή πραγματικότητα. Και
δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να αντιληφθεί κανείς ποια πλευρά είναι η
εύθραυστη.
Στον αντίποδα, είχαμε μια δήλωση (προχθές) του κ. Αντώνη Σαμαρά.
«Οδηγείτε την παιδεία στον βάλτο όπου βρισκόταν επί δεκαετίες». Αν αποτελούσε
σκληρή αυτοκριτική για τη διακυβέρνησή του (μαζί με ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ), θα ήταν
θαυμάσιο δείγμα συναίσθησης. Με τις επιλογές του (Κωνσταντίνος Αρβανιτοπουλος
και Ανδρέας Λοβέρδος) ήταν ο πρώτος που έδειξε το μονοπάτι προς τον
βάλτο.
Και επειδή εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τρόικα, διαπραγματεύσεις,
επιβολή μέτρων (δυστυχώς.) αλλά με εθνική άσκηση, είναι προφανές ότι η παιδεία
αποτελεί κρησάρα για το πολιτικό μας σύστημα. Από την ανικανότητα στην ιδεοληψία
μια εκλογική αναμέτρηση δρόμος είναι, στρωμένος με χαμένες
ευκαιρίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου