Απολαύστε τα video
Ο Aγιος Σπυρίδωνας
Αρτας (παλιά ονομασία γνωστή ως και σήμερα Ιμάμ Τσαούς ή κατά το τοπικό
ιδίωμα Μαμτσαούς) είναι ένας οικισμός του Δήμου Αρταίων (με δύο συνοικισμούς
Δοκίμια και Βαθύπεδο) με περίπου 1300 μόνιμους κατοίκους(απογραφή 2011), στον
κάμπο της Άρτας και απέχει από την πόλη περίπου 15 χιλιόμετρα. Σύμφωνα με το
Σχέδιο Καποδίστρια, ο Αγιος Σπυρίδωνας υπήρξε μέχρι το τέλος του 2010, οικισμός
του νεοσύστατου Δήμου Φιλοθέης με έδρα τις Χαλκιάδες. Με βάση τη νέα διοικητική
διαίρεση που προβλέπει το Σχέδιο Καλλικράτης, ο Αγιος Σπυρίδωνας εντάχθηκε στο
Δήμο Αρταίων. Είναι χτισμένος στις όχθες του ποταμού Λούρου, νοτιοανατολικά του
φρουρίου των Ρωγών και απέχει μόλις 5χιλ. από την λιμνοθάλασσα Ροδιάς. Γειτονικά
χωριά είναι, η Νέα Κερασούντα (νομός Πρέβεζας), Στρογγυλή, Πέτρα (νομός
Πρέβεζας), Φιλοθέη, Καλόβατος, Ράχη, Πολύδροσο και Βιγλα
Ιστορία
Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πληροφορία για την ίδρυση του χωριού. Σίγουρα το χωριό ακολουθεί την ιστορία της ευρύτερης περιοχής και δε του Βουχετίου και αργότερα των Ρωγών. Γνωρίζουμε ότι κατά την ακμή των Ρωγών υπήρχε αγροτικός οικισμός νοτιοανατολικά του φρουρίου και απέναντι του ποταμού Λούρου ή ποταμός των Ρωγών με την ονομασία Απογονιά όπου σε περίπτωση κινδύνου κλείνονταν στο Φρούριο. Όταν τον 14ο αιώνα οι Ρωγοί επαναστάτησαν και δεν δέχονταν την επανένωση με την Κων/πολη στρατοπέδευσε εδώ ο Ιωάννης Κατακουζηνός, ό οποίος είχε πάρει αποστολή από τον Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο να καταλάβει τους Ρωγούς. Αργότερα η Περιοχή ολόκληρη ανήκε στην αρβανίτικη οικογένεια των Μπούα και μετά από αυτούς στους ιταλούς κόμηδες Ορσίνι και τελευταία των Τόκκων. Τον Απρίλιο το 1449 ένα μήνα μετά την κατάληψη της Άρτας από τους Οθωμανούς παραδόθηκαν και οι Ρωγοί με την περιοχή τους. Σύμφωνα με τα οθωμανικά αρχεία η περιοχή μέχρι ακόμη και το 1574 άνηκε ακόμη στον Δήμο των Ρωγών (Νιχαγιέ Ρωγούς). Πότε ακριβώς εμφανίστηκε το όνομα Ιμάμ Τσαούς ή Μεχμέτ τσαούς δεν είναι γνωστό. Τον 15ο και 16ο αιώνα γίνεται στα οθωμανικά αρχεία μνεία για κάποιον αξιωματούχο τιμαριούχο με το όνομα Μεχμέτ τσαβούς στην περιοχή της Αρτας. Άλλες πληροφορίες δεν υπάρχουν. Τον 17ο αιώνα πέρασε από δω ο Τούρκος περιηγητής Εβιγλιά Τσελεμπί, όπου πέρασε μετά το φρούριο την γέφυρα του ποταμού Ρουμπάτι (ο Λούρος στα τούρκικα). Η Γέφυρα αυτή βρίσκονταν στην θέση Κοτσιλοχώρι σημ. Μακρόνησος και την ανατίναξε αργότερα ο Αχμέτ Κούρτ πασάς για να εμποδίσει τους Τσάμηδες από κλοπές. Στα αρχεία της Βενετίας το Ιμάμ τσαούς και οι Ρωγοί δεν φαίνονται να πλήρωναν φόρο προστασίας για την πειρατεία όμως ο συνοικισμός του Ιμάμ Τσαούς ο Ρουμπάς φαίνεται να πλήρωνε 4 Ριάλια. Πάντως είναι σίγουρο, ότι στα μισά του 18ου αιώνα κάτοικοι από διάφορα χωριά της περιοχής Αρτας μετοίκησαν στην Πελοπόννησο και ίδρυσαν εκεί νέους οικισμούς με τα ονόματα απ όπου προέρχονται. Έτσι έχουμε στην Ηλία την ίδρυση του οικισμού του Ιμάμ Τσαούς (σημ. Κέντρο) και του Ζάμπακα (προφανώς από το διπλανό χωριό Ζαβάκα σημ. Πολύδροσο). Αρχές του 19ου αιώνα πέρασαν από το χωριό ο Αγγλος λοχαγός Μάρτιν Ουίλιαμ Ληκ ο οποίος το χαρτογράφησε σαν Μαχμούττσαούς, ο Άγγλος θεολόγος και περιηγητής Χιουζ μας λέει ότι για να περάσει το πυκνό δάσος από τη σημερινή γέφυρα Καλογήρου μέχρι το φρούριο των Ρωγών κάλεσε τη φρουρά από το Ιμάμ Τσαούς. Ο Πουκεβίλ μας λέει ότι το χωριό Ιμάμ Τσαούς είναι τσιφλίκι του Αλή πασά με εύφορο κάμπο και φουντουκόδασος. Οταν ο Χουρσίτ πασάς κινήθηκε κατά του Αλή πασά εγκατέστησε στο χωριό μία φρουρά από 500 στρατιώτες ενώ παράλληλα οι Σουλιώτες με επικεφαλής τον Λάμπρο Βέϊκο κατέλαβαν το φρούριο των Ρωγών. Στα 1821 το χωριό φαίνεται να είναι ένα από τα μεγαλύτερα του τμήματος Χαζί Οβασί (τερπνή πεδιάδα) με 100 οικογένειες. Στον απελευθερωτικό Αγώνα του 1821 από το Χωριό είναι γνωστό ένα όνομα Γιάννης Κώστας η Κώστας Γιάννος. Έλαβε μέρος στην πολιορκία και κατάληψη της Άρτας και Βόνιτσας. Άλλοι δύο άγνωστοι έλαβαν μέρος με τον οπλαρχηγό Χρηστάκη Καλόγερο στην πολιορκία της Λευκάδας. Στα 1845 ο Αραβαντινός μας λέει ότι το Μαμτζαούς ανήκει στην κατηγορία χωριών Μουατζέλι. Δηλ. οι κάτοικοι πληρώνουν ένα συγκεκριμένο ποσό στην κυβέρνηση μέχρι που το χωριό να είναι εντελώς ελεύθερο από δασμούς. Μέχρι το 1880 το χωριό γίνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος τσιφλίκι του Καραπάνου. Προφορικά έχουμε την παράδοση ότι και το Ιμάμ Τσαούς ξεσηκώθηκε με τα άλλα χωριά εναντίον του Καραπάνου και μάλιστα απείλησαν τον Τούρκο διοικητή ότι θα κάνουν αναφορά στην Κων/πολη. Αν και από το χωριό συνελήφθησαν κάποιοι δεν είναι γνωστό. Ο Κοκκίδης αναφέρει στην στρατιωτική του στατιστική το Χωριό με περίπου 360 κάτοικους στα 1880. Στον Μακεδονικό αγώνα δίνει το χωριό το παρών με μέλος της εθνικής εταιρίας τον Κωνσταντίνο Χαλάστρα. Αργότερα το τμήμα του ενώθηκε με αυτό του Παύλου Μελά, Στον λεγόμενο ατυχή πόλεμο το 1897 το χωριό ελευθερώθηκε για μερικές μέρες και μετά τα γεγονότα με τους Καμαρινιώτες στο Φρούριο των Ρωγών τμήμα οθωμανικής Χωροφυλακής αφόπλισε τους χωρικούς. Στην οθωμανική στατιστική του Σαλναμέ το χωριό αναφέρεται το 1895 με 183 κατοίκους. Σε αυτές τις στατιστικές έπαιξε ρόλο η προσχώρηση της Αρτας στο ελληνικό κράτος και η απαγόρευση στους ορεινούς να πάνε στον οθωμανικό κάμπο για δουλειά. Το χωριό απελευθερώθηκε στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη του 1912. Μονάδες του αν/χη Κοντούλη και της Χωροφυλακής έδωσαν το συμβολικό παρών της απελευθέρωσης. Από δω και πέρα το χωρίο έδωσε το παρών του στον β΄ βαλκανικό πόλεμο και στην Μικρασιατική εκστρατεία. Το 1912 επισκέφτηκε το χωριό ο Ελβετός φωτογράφος Frederic Boissoan και αποθανάτισε τον βάλτο με τα βουβάλια και α καλυβόσπιτα του Ρουμπά (Ουρμπάς) ! Το 1924 αναγκάστηκε η κοινότητα του Ιμάμ Τσαούς να παραχωρήσει στους Πρόσφυγες από το Πουλατζάκ και Κερασούντα την πλευρά απέναντι από τον Λούρο, γνωστή σε όλους σαν Λεβούνια, Λιοβούνια όπου σήμερα βρίσκεται χτισμένη η Νέα Κερασούντα. Το 1926 η κοινότητα μετονομάστηκε σε Άγιος Σπυρίδωνας και συμπεριλάμβανε ακόμη και τον οικισμό της Στρογγυλής.Την ίδια χρονιά παραχωρήθηκαν δικαιώματα σε Βλαχοποιμένες από την Προσβάλα Ιωαννίνων σημ. Βεθύπεδο για χειμαδιά. Η δεκαετία του Μεσοπολέμου χαρακτηρίζεται από τον κίτρινο πυρετό, ισπανικής γρίπης και Ελονοσία λόγω του βάλτου που αποδεκάτισε τον πληθυσμό. Στο έπος του Σαράντα πάρα πολλοί χωρικοί έλαβαν μέρος στο αλβανικό μέτωπο. Στην κατοχή το μεγαλύτερο μέρος του χωριού κατατάχθηκε στις Δυνάμεις του ΕΑΜ / ΕΛΑΣ καθώς και μερικοί στον ΕΔΕΣ. Από το χωρίο κάποιος Ηλίας Θέος μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου τον βρήκε και η απελευθέρωση. Απεβίωσε μερικά χρόνια μετά την επιστροφή του. Μετά την συμφωνία της Βάρκιζας πολλοί χωριανοί κακοποιήθηκαν από τους Εθνοφύλακες, κλείστηκαν φυλακή και στάλθηκαν στα μοντέρνα στρατόπεδα συγκέντρωσης του βασιλικού οίκου στην Μακρόνησο. Στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου το 1967 μεγάλο μέρος των χωριανών πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στάλθηκαν στο κάστρο της Πρέβεζας. Επίσης υπήρξε ένας προσωρινός αφοπλισμός των κυνηγητικών όπλων. Από τη μεταπολίτευση και μετά ο Άγιος Σπυρίδωνας έδωσε σε όλους τους αγροτικούς αγώνες το παρών του.
Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πληροφορία για την ίδρυση του χωριού. Σίγουρα το χωριό ακολουθεί την ιστορία της ευρύτερης περιοχής και δε του Βουχετίου και αργότερα των Ρωγών. Γνωρίζουμε ότι κατά την ακμή των Ρωγών υπήρχε αγροτικός οικισμός νοτιοανατολικά του φρουρίου και απέναντι του ποταμού Λούρου ή ποταμός των Ρωγών με την ονομασία Απογονιά όπου σε περίπτωση κινδύνου κλείνονταν στο Φρούριο. Όταν τον 14ο αιώνα οι Ρωγοί επαναστάτησαν και δεν δέχονταν την επανένωση με την Κων/πολη στρατοπέδευσε εδώ ο Ιωάννης Κατακουζηνός, ό οποίος είχε πάρει αποστολή από τον Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο να καταλάβει τους Ρωγούς. Αργότερα η Περιοχή ολόκληρη ανήκε στην αρβανίτικη οικογένεια των Μπούα και μετά από αυτούς στους ιταλούς κόμηδες Ορσίνι και τελευταία των Τόκκων. Τον Απρίλιο το 1449 ένα μήνα μετά την κατάληψη της Άρτας από τους Οθωμανούς παραδόθηκαν και οι Ρωγοί με την περιοχή τους. Σύμφωνα με τα οθωμανικά αρχεία η περιοχή μέχρι ακόμη και το 1574 άνηκε ακόμη στον Δήμο των Ρωγών (Νιχαγιέ Ρωγούς). Πότε ακριβώς εμφανίστηκε το όνομα Ιμάμ Τσαούς ή Μεχμέτ τσαούς δεν είναι γνωστό. Τον 15ο και 16ο αιώνα γίνεται στα οθωμανικά αρχεία μνεία για κάποιον αξιωματούχο τιμαριούχο με το όνομα Μεχμέτ τσαβούς στην περιοχή της Αρτας. Άλλες πληροφορίες δεν υπάρχουν. Τον 17ο αιώνα πέρασε από δω ο Τούρκος περιηγητής Εβιγλιά Τσελεμπί, όπου πέρασε μετά το φρούριο την γέφυρα του ποταμού Ρουμπάτι (ο Λούρος στα τούρκικα). Η Γέφυρα αυτή βρίσκονταν στην θέση Κοτσιλοχώρι σημ. Μακρόνησος και την ανατίναξε αργότερα ο Αχμέτ Κούρτ πασάς για να εμποδίσει τους Τσάμηδες από κλοπές. Στα αρχεία της Βενετίας το Ιμάμ τσαούς και οι Ρωγοί δεν φαίνονται να πλήρωναν φόρο προστασίας για την πειρατεία όμως ο συνοικισμός του Ιμάμ Τσαούς ο Ρουμπάς φαίνεται να πλήρωνε 4 Ριάλια. Πάντως είναι σίγουρο, ότι στα μισά του 18ου αιώνα κάτοικοι από διάφορα χωριά της περιοχής Αρτας μετοίκησαν στην Πελοπόννησο και ίδρυσαν εκεί νέους οικισμούς με τα ονόματα απ όπου προέρχονται. Έτσι έχουμε στην Ηλία την ίδρυση του οικισμού του Ιμάμ Τσαούς (σημ. Κέντρο) και του Ζάμπακα (προφανώς από το διπλανό χωριό Ζαβάκα σημ. Πολύδροσο). Αρχές του 19ου αιώνα πέρασαν από το χωριό ο Αγγλος λοχαγός Μάρτιν Ουίλιαμ Ληκ ο οποίος το χαρτογράφησε σαν Μαχμούττσαούς, ο Άγγλος θεολόγος και περιηγητής Χιουζ μας λέει ότι για να περάσει το πυκνό δάσος από τη σημερινή γέφυρα Καλογήρου μέχρι το φρούριο των Ρωγών κάλεσε τη φρουρά από το Ιμάμ Τσαούς. Ο Πουκεβίλ μας λέει ότι το χωριό Ιμάμ Τσαούς είναι τσιφλίκι του Αλή πασά με εύφορο κάμπο και φουντουκόδασος. Οταν ο Χουρσίτ πασάς κινήθηκε κατά του Αλή πασά εγκατέστησε στο χωριό μία φρουρά από 500 στρατιώτες ενώ παράλληλα οι Σουλιώτες με επικεφαλής τον Λάμπρο Βέϊκο κατέλαβαν το φρούριο των Ρωγών. Στα 1821 το χωριό φαίνεται να είναι ένα από τα μεγαλύτερα του τμήματος Χαζί Οβασί (τερπνή πεδιάδα) με 100 οικογένειες. Στον απελευθερωτικό Αγώνα του 1821 από το Χωριό είναι γνωστό ένα όνομα Γιάννης Κώστας η Κώστας Γιάννος. Έλαβε μέρος στην πολιορκία και κατάληψη της Άρτας και Βόνιτσας. Άλλοι δύο άγνωστοι έλαβαν μέρος με τον οπλαρχηγό Χρηστάκη Καλόγερο στην πολιορκία της Λευκάδας. Στα 1845 ο Αραβαντινός μας λέει ότι το Μαμτζαούς ανήκει στην κατηγορία χωριών Μουατζέλι. Δηλ. οι κάτοικοι πληρώνουν ένα συγκεκριμένο ποσό στην κυβέρνηση μέχρι που το χωριό να είναι εντελώς ελεύθερο από δασμούς. Μέχρι το 1880 το χωριό γίνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος τσιφλίκι του Καραπάνου. Προφορικά έχουμε την παράδοση ότι και το Ιμάμ Τσαούς ξεσηκώθηκε με τα άλλα χωριά εναντίον του Καραπάνου και μάλιστα απείλησαν τον Τούρκο διοικητή ότι θα κάνουν αναφορά στην Κων/πολη. Αν και από το χωριό συνελήφθησαν κάποιοι δεν είναι γνωστό. Ο Κοκκίδης αναφέρει στην στρατιωτική του στατιστική το Χωριό με περίπου 360 κάτοικους στα 1880. Στον Μακεδονικό αγώνα δίνει το χωριό το παρών με μέλος της εθνικής εταιρίας τον Κωνσταντίνο Χαλάστρα. Αργότερα το τμήμα του ενώθηκε με αυτό του Παύλου Μελά, Στον λεγόμενο ατυχή πόλεμο το 1897 το χωριό ελευθερώθηκε για μερικές μέρες και μετά τα γεγονότα με τους Καμαρινιώτες στο Φρούριο των Ρωγών τμήμα οθωμανικής Χωροφυλακής αφόπλισε τους χωρικούς. Στην οθωμανική στατιστική του Σαλναμέ το χωριό αναφέρεται το 1895 με 183 κατοίκους. Σε αυτές τις στατιστικές έπαιξε ρόλο η προσχώρηση της Αρτας στο ελληνικό κράτος και η απαγόρευση στους ορεινούς να πάνε στον οθωμανικό κάμπο για δουλειά. Το χωριό απελευθερώθηκε στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη του 1912. Μονάδες του αν/χη Κοντούλη και της Χωροφυλακής έδωσαν το συμβολικό παρών της απελευθέρωσης. Από δω και πέρα το χωρίο έδωσε το παρών του στον β΄ βαλκανικό πόλεμο και στην Μικρασιατική εκστρατεία. Το 1912 επισκέφτηκε το χωριό ο Ελβετός φωτογράφος Frederic Boissoan και αποθανάτισε τον βάλτο με τα βουβάλια και α καλυβόσπιτα του Ρουμπά (Ουρμπάς) ! Το 1924 αναγκάστηκε η κοινότητα του Ιμάμ Τσαούς να παραχωρήσει στους Πρόσφυγες από το Πουλατζάκ και Κερασούντα την πλευρά απέναντι από τον Λούρο, γνωστή σε όλους σαν Λεβούνια, Λιοβούνια όπου σήμερα βρίσκεται χτισμένη η Νέα Κερασούντα. Το 1926 η κοινότητα μετονομάστηκε σε Άγιος Σπυρίδωνας και συμπεριλάμβανε ακόμη και τον οικισμό της Στρογγυλής.Την ίδια χρονιά παραχωρήθηκαν δικαιώματα σε Βλαχοποιμένες από την Προσβάλα Ιωαννίνων σημ. Βεθύπεδο για χειμαδιά. Η δεκαετία του Μεσοπολέμου χαρακτηρίζεται από τον κίτρινο πυρετό, ισπανικής γρίπης και Ελονοσία λόγω του βάλτου που αποδεκάτισε τον πληθυσμό. Στο έπος του Σαράντα πάρα πολλοί χωρικοί έλαβαν μέρος στο αλβανικό μέτωπο. Στην κατοχή το μεγαλύτερο μέρος του χωριού κατατάχθηκε στις Δυνάμεις του ΕΑΜ / ΕΛΑΣ καθώς και μερικοί στον ΕΔΕΣ. Από το χωρίο κάποιος Ηλίας Θέος μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου τον βρήκε και η απελευθέρωση. Απεβίωσε μερικά χρόνια μετά την επιστροφή του. Μετά την συμφωνία της Βάρκιζας πολλοί χωριανοί κακοποιήθηκαν από τους Εθνοφύλακες, κλείστηκαν φυλακή και στάλθηκαν στα μοντέρνα στρατόπεδα συγκέντρωσης του βασιλικού οίκου στην Μακρόνησο. Στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου το 1967 μεγάλο μέρος των χωριανών πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στάλθηκαν στο κάστρο της Πρέβεζας. Επίσης υπήρξε ένας προσωρινός αφοπλισμός των κυνηγητικών όπλων. Από τη μεταπολίτευση και μετά ο Άγιος Σπυρίδωνας έδωσε σε όλους τους αγροτικούς αγώνες το παρών του.
Μνημεία του Χωριού
Τα 2 τελευταία μνημεία που έχουν απομείνει είναι η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα χτισμένη μεταξύ 1812 και 1813 πάνω στα ερείπια του ναού του Αγίου Μάρκου και το Κοτσέκι (σημ. ιδιοκτησία οικογένεια Κακοσίμου) το οποίο είναι προφανώς συνέχεια της οικίας του Κεχαγιάμπεη του Αλή πασά όπως το περιγράφει ένας γάλλος γραμματέας του γαλλικού προξενείου στα 1820 . Στην τελική του μορφή όπως σώζεται σήμερα πρέπει να είναι από την εποχή του τσιφλικά Καραπάνου. Δίπλα από τν πλάτανο βρίσκεται σκεπασμένο πλέον το πηγάδι του χωριού. Το παλιό σχολείο το λεγόμενο βακούφικο, το οποίο αναφέρει και ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος του Βυζαντίου γκρεμίστηκε στην δεκαετία του 70.
Τα 2 τελευταία μνημεία που έχουν απομείνει είναι η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα χτισμένη μεταξύ 1812 και 1813 πάνω στα ερείπια του ναού του Αγίου Μάρκου και το Κοτσέκι (σημ. ιδιοκτησία οικογένεια Κακοσίμου) το οποίο είναι προφανώς συνέχεια της οικίας του Κεχαγιάμπεη του Αλή πασά όπως το περιγράφει ένας γάλλος γραμματέας του γαλλικού προξενείου στα 1820 . Στην τελική του μορφή όπως σώζεται σήμερα πρέπει να είναι από την εποχή του τσιφλικά Καραπάνου. Δίπλα από τν πλάτανο βρίσκεται σκεπασμένο πλέον το πηγάδι του χωριού. Το παλιό σχολείο το λεγόμενο βακούφικο, το οποίο αναφέρει και ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος του Βυζαντίου γκρεμίστηκε στην δεκαετία του 70.
Αλλα μνημεία που μπορεί κανείς να επισκεφθεί στην ευρύτερη
περιοχή
Εκτός απο τα αρχαία και βυζαντινά μνημεία που μπορεί κανείς να επισκεφθεί στην πόλη της Αρτας στην περιοχή γύρω από τον Αγιο Σπυρίδωνα μπορεί κανείς να επισκεφτεί τα ακόλουθα μνημεία:
Εκτός απο τα αρχαία και βυζαντινά μνημεία που μπορεί κανείς να επισκεφθεί στην πόλη της Αρτας στην περιοχή γύρω από τον Αγιο Σπυρίδωνα μπορεί κανείς να επισκεφτεί τα ακόλουθα μνημεία:
1. Κάστρο Ρωγών σε απόσταση 2χιλ.
σήμερα στο χωριό Νέα Κερασούντα.
2. Ρωμαϊκή αγροικία, Λουtρό και αρχαίο
ελαιοτρηβείο στη θέση Ποδαρούλι/Αραπόσπιτα στο χωριό Στρογγυλή περ. 5 χιλ.
3.
Μονή Ροδιάς στη Βίγλα Αρτας 10 χιλ.
4. Αρχαία Νικόπολις 30 χιλ.
5. Μονή
Παναγίας στην Κορωνησία με το παρεκλησι του Αγίου Ουνούφριου. Απο τις παλαιότερς
εκκλησίες της περιοχής.
6. Μονή Κοζύλης περ, 20 χιλ.
7. Αρχαία Νικόπολι2
περ. 30 Χιλ.
8. Αρχαία Κασσώπη περ. 30 Χιλ.
9. Ζάλογγο περ. 30 χιλ.
10.
Ρωμαϊκό Υδραγωγείο ποταμού Λούρου στον Αγιο Γεώργιο περ. 20 χιλ.
Σήμερα
Όπως και παλαιότερα έτσι και σήμερα μεγάλο μέρος των κατοίκων του χωριού ασχολούνται με την γεωργία και κτηνοτροφία. Αρκετά χοιροστάσια και βουστάσια καθώς και μικρές μονάδες με κοπάδια απασχολούν ένα μέρος του πληθυσμού. Στην καλλιέργεια επικρατεί το καλαμπόκι, τριφύλλι, βαμβάκι, Σόγια κτλ. Επίσης τον τελευταίο καιρό έχουν στηθεί εμπορικές μονάδες επεξεργασίας φρούτων καθώς και τριγύρω από το χωριό μονάδες τυποποίησης κρεάτων.
Όπως και παλαιότερα έτσι και σήμερα μεγάλο μέρος των κατοίκων του χωριού ασχολούνται με την γεωργία και κτηνοτροφία. Αρκετά χοιροστάσια και βουστάσια καθώς και μικρές μονάδες με κοπάδια απασχολούν ένα μέρος του πληθυσμού. Στην καλλιέργεια επικρατεί το καλαμπόκι, τριφύλλι, βαμβάκι, Σόγια κτλ. Επίσης τον τελευταίο καιρό έχουν στηθεί εμπορικές μονάδες επεξεργασίας φρούτων καθώς και τριγύρω από το χωριό μονάδες τυποποίησης κρεάτων.
Πολιτιστική ζωή
Στο χωριό υπάρχουν διάφοροι σύλλογοι.
Στο χωριό υπάρχουν διάφοροι σύλλογοι.
1.Μορφωτικός και πολιτιστικός σύλλογος
2.Αγροτικός
Σύλλογος
3.Σύλλογος γυναικών Αγίου Σπυρίδωνα
4.Παναγροτικός η γνωστή σε
όλη την περιοχή Αρτας ποδοσφαιρική ομάδα
Οι νέοι σήμερα
Δυστυχώς ολόκληρη η περιοχή δεν έχει πλέον να προσφέρει πολλά στους νέους με αποτέλεσμα αυτοί να εγκαταλείπουν το χωριό και την περιοχή ακόμη και να φεύγουν στο εξωτερικό. Τρόπους και τόπους διασκέδασης για τους νέους βρίσκονται στις γειτονικές πόλεις Άρτας και Φιλιππιάδας και λιγότερο Πρέβεζας και Ιωάννινα. Τα καλοκαίρια φυσικά είναι οι παραλίες της Πρέβεζας που ελκύουν τους νέους.
Δυστυχώς ολόκληρη η περιοχή δεν έχει πλέον να προσφέρει πολλά στους νέους με αποτέλεσμα αυτοί να εγκαταλείπουν το χωριό και την περιοχή ακόμη και να φεύγουν στο εξωτερικό. Τρόπους και τόπους διασκέδασης για τους νέους βρίσκονται στις γειτονικές πόλεις Άρτας και Φιλιππιάδας και λιγότερο Πρέβεζας και Ιωάννινα. Τα καλοκαίρια φυσικά είναι οι παραλίες της Πρέβεζας που ελκύουν τους νέους.
Γνωστά άτομα του χωριού
1. Γεώργιος Βαΐτσης ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού στην δεκαετία του Ογδόντα αρχές 90
1. Γεώργιος Βαΐτσης ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού στην δεκαετία του Ογδόντα αρχές 90
2. Δημήτριος
Νταλάκας ποδοσφαιριστής της Παναχαϊκής Πατρών στην δεκαετία του Ογδόντα αρχές
90
Το Ιμάμ Τσαούς στην Λογοτεχνία
Αναφορές για το Ιμάμ Τσαούς (Αγιος Σπυρίδωνας Αρτας)γίνονται στο βιβλίο του Γιάννη Δάλλα "Το Γιοφύρι" που αναφέρεται στο κτίσιμο της Γέφυρας Καλογήρου το 1853 και στο μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου " Το Ιμαρέτι" που μπορούμε να πάρουμε μια εικόνα από το χωριό πώς μπορεί να ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα
Αναφορές για το Ιμάμ Τσαούς (Αγιος Σπυρίδωνας Αρτας)γίνονται στο βιβλίο του Γιάννη Δάλλα "Το Γιοφύρι" που αναφέρεται στο κτίσιμο της Γέφυρας Καλογήρου το 1853 και στο μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου " Το Ιμαρέτι" που μπορούμε να πάρουμε μια εικόνα από το χωριό πώς μπορεί να ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα
Παραδοσιακή κουζίνα
Στις κλασικές γαστρονομικές
απολαύσεις του χωριού πέρα από την υπόλοιπη ελληνική κλασική κουζίνα ανήκαν και
ανήκουν εν μέρει ακόμη οι παρακάτω σπεσιαλιτέ:
1. Χέλι πλακί, χέλια σχάρας η
σουβλιστό,
2. Δροσίνες (κατηγορία κυπρίνου παρόμοιο με το γριβάδι),
3.
Πίνες με ρύζι ή πίνες τηγανιτές
4. Λούφες (φαλαρίδες) ψητές, σχάρας η
μαγειρεμένες με ρύζι,
5. Αγριόπαπια ή αγριόχηνες , αλλά αγριοπούλια όπως
Μπαξιάλια, Τσικνιάδες, Μπεκάτσες τα οποία παρασκευάζονταν με λεμόνι
6.
Φασόλια με χόρτα στο φούρνο
7. Τηγανητά ψάρια συνοδευόμενα με ψάρι
8.
Γοβιοί και γόπες αγαπημένα ψάρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου