Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Κουκούλια Άρτας. Απολαύστε τα video





Απολαύστε τα video

















Στους πρόποδες των δυτικών Τζουμέρκων (2.469 μ.) βρίσκεται το χαμηλό βουνό της Τζούμας, που το σχήμα του μοιάζει μ' αυγό. Η Τζούμα αυτή, στα ριζώματά της, φιλοξενεί δύο χωριά, τα Τζουμοχώρια. Νοτιοανατολικά της το Γραικικό και Βορειοδυτικά της τα Κουκκούλια ή Κουκκουλίστα.
Σ' αυτό το βουνό της Τζούμας, σμίγουν ανεπαίσθητα, ο καθαρός γαλανός ουρανός και η πράσινη βλάστηση. Οι κάτοικοι εδώ πιστεύουν ότι η όμορφη τούτη σύνθεση είναι δωρεά του Υψίστου.
Στα σπλάχνα της κρύβει πέτρινους όγκους, άλλα στη πρανή της επιφάνεια, δάση και θαμνώδη καταπράσινη βλάστηση. Βογκάει όμορφα ο αέρας, καθώς μπαινοβγαίνει ανάμεσά τους.. Της Τζούμας οι αποχρώσεις αλλάζουν στις ώρες της μέρας. Με την ανατολή του ήλιου και το σιγανό ανέβασμά του στο θόλο τ' ουρανού, η αρχικά γκρι σκούρα απόχρωσή της σιγά - σιγά γίνεται ανοιχτή, ξασπρίζει. Κι όταν θα έρθει το απόγευμα, γίνεται μενεξεδένια, στην ώρα δε του σούρουπου, κατασταλάζει σε κοκκινόμαυρη.
Τα Κουκούλια έχουν υψόμετρο (700) περίπου μέτρα. Δυτικά στα πόδια του χωριού μας, σέρνει ορμητικά και με θόρυβο, τα νερά του ο Άραχθος. Η φιδίσια κοίτη του, οι άσπρες ξέρες του, τα θολά χειμωνιάτικα νερά του κι οι βαθύσκιες όχθες του, μαζί με το βουητό των νερών του, συμπληρώνουν τη γραφικότητα του ορίζοντά του. Ο ζωτικός χώρος του χωρίου φτάνει περίπου τα 6,47 τ. χλμ. και το 2001 (χρονιά τελευταίας απογραφής) βρέθηκαν να κατοικούν σ' αυτό (315) άνθρωποι. 
























Προέλευση Ονόματος

Κουκούλια, παλαιότερα Kουκούλι και Κουκουλίστα, χωριό της Ηπείρου της περιφέρειας Τζουμέρκων. Η μετονομασία σε Κουκούλια έγινε με το Π.Δ. 1-04-1927, ΦΕΚ Α76/1927. Το όνομά του Κουκουλίστα, όλως παραδόξως κρατήθηκε για τουλάχιστον 12 αιώνες. Το όνομα πριν τον 8ο αιώνα δεν το γνωρίζουμε.

Εκδοχές για την ονομασία Κουκκούλια - Κουκουλίστα
  • Αναφέρεται, πως σε παλαιότερες εποχές, οι κάτοικοι παράλληλα με τις γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες, είχαν σαν κύρια απασχόληση τη σηροτροφία. Έκτρεφαν μεταξοσκώληκες, από τους οποίους έπαιρναν τα «κουκούλια» και από το προϊόν αυτό, πήρε το όνομα το χωριό μας. Ως ένδειξη αυτής της θεωρίας είναι η ύπαρξη πολλών μουριών, οι οποίες αποτελούν την μοναδική τροφή του μεταξοσκώληκα.
  • Για το όνομα Κουκουλίστα μία εκδοχή θέλει να πήρε Σλαβική κατάληξη (-ίστα), από τους Σλάβους, διότι πιθανόν το χωριό μας Σλαβοκρατήθηκε, λίγο πριν φτάσουν οι Τούρκοι στην Ήπειρο  (μεταξύ 1431 και 1449).
  • Μία άλλη εκδοχή η οποία έχει γραφεί σε άρθρο της εφημερίδας «ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ» για το όνομα Κουκουλίστα, αναφέρει: «..Τα τοπωνύμια, Κουκουλίστα, Γρετσίστα κλπ παράγονται από Ελληνικά επώνυμα, στα οποία προσθέτεται το τοπικό επίθημα -ι¬στό (πιθανώς -ίστη, σλαβικά iste). Με κανένα τρόπο δεν είναι σλαβικά, ακόμη και αν το μεσαιωνικό επίθημα -ίστα προέρχεται από το αντίστοιχο σλαβικό, το οποίο ενδεχομένως εισήλθε στην ελληνική γλώσσα. Αλλά συμβαίνει μάλλον το αντίθετο, καθ' όσο η ελληνική έχει την προτεραιότητα και αυτή συνέβαλε στην διαμόρφωση των σλαβικών γλωσσών. Έτσι το τοπικό επίθημα -ί¬στα προέρχεται μάλλον από την κατάληξη του θηλυκού -ίστη, όπως στο επίθετο: άριστος -ίστη. Και δηλώνει τον τόπο του επωνύμου ως εξής: Γρετσίστα και πιθανώς Γραιτσίστα είναι ο τόπος του Γρέτσου ή Γραικού. Τα επώνυμα αυτά είναι λαϊκά και ισχύει το γλωσσικό φαινόμενο του τσιτακισμού, όπου το (κ) μετατρέπεται εις (τα). Η Κουκουλίστα είναι ο τόπος του Κουκ(κ)ούλη..»
Το χωριό κατά το 16ο αιώνα καταστράφηκε από την πανώλη. Από την επιδημία επιβίωσε μια νέα γυναίκα με το όνομα Λένω - η οποία κατοικούσε στο Κάτω Λιθάρι - Βυζαντινό Κάστρο - και ο Κωνσταντίνος στη σπηλιά άνωθεν της Λαγκάδας (τοπωνύμιο σήμερα Κωνσταντίνος).
Από το ζευγάρι αυτό σαν αυτόχθονες, και από μετοίκους κτηνοτρόφους από βορειότερα χωριά και από τη Θεσσαλία παρουσιάζεται το 1781 ξανά κανονική ζωή στο χωριό με πέντε συνοικισμούς, το Νιζερό, Μεγαμπέλι, Δενδρώνα (παλαιός ρωμαϊκός και βυζαντινός οικισμός), τη Δημάρα και το Παλαιοχώρι. Η μετονομασία του συνοικισμού από Νιζερό σε Ανατολή έγινε με το Β.Δ 11-5-1954, ΦΕΚ Α101/1954.
Ιστορικά το χωριό κατοικείται από την παλαιολιθική εποχή (σύμφωνα με ευρήματα στο χωριό).
Το πέρασμα των Πελασγών άφησε τα σημάδια του με τα τείχη στη θέση Κωνσταντίνος. Κατά τη διάρκεια της ακμής του Αθαμανικού Κράτους (από Μελισσουργούς μέχρι τον κάμπο της Λαμίας), έπαιξε σπουδαίο ρόλο λόγω της γεωγραφικής θέσης του λόφου, στα βορειοδυτικά σύνορα του κράτους.
Κατά τους κλασσικούς χρόνους πρέπει επίσης να ήκμαζε σύμφωνα με ευρήματα χρυσού αγάλματος της θεάς Δήμητρας, άριστης τεχνογνωσίας ορειχάλκινους δρομείς, κεραμικά, τερακότας κλπ. Φυσικά το χωριό έχει φοβερές γεωλογικές μεταβολές από σεισμούς και μεγάλες κατολισθήσεις και για το λόγο αυτό είναι δύσκολη η Αρχαιολογική έρευνα. Σήμερα ο πληθυσμός του χωριού είναι μικρός λόγω του φαινομένου της αστυφιλίας της ελληνικής υπαίθρου τα τελευταία 30 χρόνια.

















Τα Χρόνια Της Τουρκοκρατίας
Στην Κουκουλίστα, όπως και στις άλλες περιοχές, οι Τούρκοι διατήρησαν την Κοινότητα με τους λεγόμενους «Άρχοντες», που τους εξέλεγαν οι κάτοικοι κι εκείνοι τους επικύρωναν την εκλογή. Οι Κοινοτικοί άρχοντες ονομάζονταν και Προύχοντες ή Προεστοί ή Δημογέροντες, αλλά και Κοτζαμπάσηδες, γιατί συνεργάζονταν με τους Τούρκους.
Οι Κοινοτικές Αρχές είχαν πλήρη Διοικητική, Εκτελεστική, Δικαστική και Φορολογική εξουσία. Όλους τους φόρους, που έπρεπε να πάρουν οι Τούρκοι από τα εισοδήματα των κατοίκων, συγκέντρωναν οι Κοινοτικές Αρχές.
Ένα από τα πιο επικερδή τότε επαγγέλματα ήταν του μυλωνά. Γι' αυτό ο μυλωνάς πλήρωνε φόρο πέντε τουρκικές λίρες, ενώ ο γιατρός τρεις.
Όλες οι παραβάσεις, τα παραπτώματα και γενικά οι μηνύσεις εκδικάζονταν από τους Δημογέροντες, των οποίων ένας ήταν πρόεδρος της Κοινότητας, που τούρκικα τον έλεγαν «Μουχτάρη», οι δε άλλοι ήταν Σύμβουλοι και λέγονταν Τούρκικα «Αγάδες». Η εκδίκαση των διαφορών των κατοίκων  γινόταν σε ανοιχτό χώρο, συνήθως στην πλατεία του χωριού  ή στο  χαγιάτι  της  εκκλησιάς.
Για να γίνει κάποιος Μουχτάρης ή Αγάς του χωριού, δεν χρειάζονταν να γνωρίζει πολλά γράμματα.
Αρκούσε μόνο να ήταν οικονομικά ανεξάρτητος και κυρίως να είχε πολλά κτήματα, ώστε, αν δεν μάζευε τους φόρους, οι Τούρκοι να τους έπαιρναν από την εκποίηση της περιουσίας του. Φορολογικά προνόμια είχαν ορισμένοι χώροι, που τους ονόμαζαν Βακούφικους.
Μόνο οι χώροι αυτοί δεν πλήρωναν, τη «Δεκάτη» του Σουλτανικού Ταμείου  (Μάλ Σεντούκ).
Στο χωριό μας, ως χώρος συγκέντρωσης της «Δεκάτης» ήταν το «Κουτσέκι», τοποθεσία που υπάρχει και σήμερα, με το ίδιο όνομα.

Πέραν από τους τακτικούς  φόρους, οι Τούρκοι τους έβαζαν και έκτακτους. Πρώτα ήταν το δέκατο 10% και το όμορο (33%) της κάθε σοδιάς και ο κεφαλικός για κάθε σίγουρο άντρα.
Μετά το 1850 έγινε πετέλ ή νιζάμ, δηλαδή φόρος στρατεύσεως.
Τον πλήρωναν τα αγόρια, αρχικά όταν έ¬φταναν σε ηλικία 21 χρόνων, δύο μετζίτια το χρόνο, και σιγά, σιγά το έφτασαν να πληρώνουν απ' τη γέννησή τους κι ύστερα.
Τις περισσότερες χρονιές, όταν έφτανε ο Γενάρης, οι χωριανοί αγόραζαν, (30) παράδες την οκά, από το αποθηκευμένο στο «Κοτσέκι», καλαμπόκι, γιατί τελείωνε το δικό τους.
Υπήρχαν δύο γέροντες από το σόι των Λιτσαίων (Ζαχαραίων), που χρησιμοποιούνταν σαν γραμματείς και τους οποίους  ονόμαζαν καλαμαράδες, γιατί είχαν μαζί τους πάντοτε τα καλαμάρια.
Οι δύο αυτοί καλαμαράδες χρησιμοποιούσαν έναν πρωτόερο (κλητήρα) για ότι ντεσκερέ ήθελαν να ανακοινώσουν ή να στείλουν στις τουρκικές αρχές.
Για να κρύψουν από άρπαγες όσα σοδήματα έμειναν τελικά δικά τους, έσκαβαν μέσα στο σπίτι και έφτιαχναν κρύπτες και έβαζαν απάνω τους μια γκλαβανή.
Τις κρύπτες αυτές τις ονόμαζαν «μπίμτσες», και οι οποίες σώθηκαν μέχρι τις μέρες μας σε πολλά παλιά σπίτια.
Η μεγαλύτερη πληγή για το χωριό μας άνοιγε μια φορά κάθε μήνα, όταν πέρναγε η «κοστάδα», δηλαδή τουρκικό αποσπάσιμα εφίππων αποτελούμενο από (25) άνδρες με επικεφαλής έναν λοχία, τον Τσαούση.
Το πέρασμα του αποσπάσματος είχε σκοπό να πληροφορηθεί για την τάξη που  επικρατούσε  στο χωριό.
Στο πέρασμά του, κανένας νόμος δεν ήταν σε θέση να λειτουργήσει. Τα πάντα ήταν στη διάθεσή τους.
Επειδή ήταν υποχρεωμένοι να τους φιλοξενούν οι χριστιανοί στα σπίτια τους, τους έλεγαν Σοφαρίδες.
Προτού φύγει από το χωριό το απόσπασμα, έπρεπε να του παραθέσουν πλούσιο τραπέζι, αποτελούμενο από αρνιά, κότες, πίτες, καλό κρασί και ένα καλό φιλοδώρημα (Μπαξίς) στον αρχηγό (Τσαούση).
Αν τυχόν δεν τους φιλοξενούσαν καλά ή δεν έπαιρναν φιλοδώρημα ήταν ικανοί να κάνουν ζημιές, χύνοντας τα κρασιά από τα βαρέλια ή το αλεύρι από τ' αμπάρια.
Παραδόσεις Περιοχής
Σύμφωνα με κάποια παράδοση το χωριό Κουκκούλια ή Κουκουλίστα το 'χτισαν στοιχειωμένοι άνθρωποι.
Από εκεί που πρώτα ζούσαν, πριν στοιχειώσουν, ο Θεός τους έδιωξε, με τα τσιμπήματα μεγάλων κουνουπιών.
Όσοι γλύτωσαν ήταν οι στοιχειωμένοι. Έφυγαν και σταμάτησαν εδώ στην Τζούμα κι έχτισαν το χωριό Κουκκούλια.
Μία άλλη παράδοση μιλάει σχετικά για τα ερειπωμένα κοντινά Κάστρα του Κουκουλιού και του Γεροβουνίου:

Ο Πρωτομάστορας του δεύτερου δέχτηκε να παντρέψει την κόρη του με το γιό, του Πρωτομάστορα του Κάστρου των Κουκουλίων.














Ο γαμπρός όμως πριν από το γάμο μετάνιωσε, κι ο Πρωτομάστορας του Γεροβουνίου, μέσα στην αγανάκτησή του πέταξε το μαστορικό του σφυρί και γκρέμισε το Κουκουλιώτικο Κάστρο. Ύστερα οι Κουκουλιώτες, μαθήτευσαν κοντά σ' έμπειρους ξένους οικοδόμους, απ΄όπου έμαθαν τόσο καλά την οικοδομική τέχνη, ώστε έβγαλαν τους καλύτερους μαστόρους της πέτρας (πελεκάνους) και ξανάχτισαν σίγουρο το Κάστρο τους.
Κατά μία άλλη εκδοχή το χωριό μας είχε χτιστεί στη θέση, που φέρει σήμερα το όνομα «Παλιοχώρι». Οι κάτοικοί του ύστερα από μια θανατηφόρα επιδημία εξαφανίστηκαν.
Κατόρθωσε να γλυτώσει μόνο μία γυναίκα με τα παιδιά της, η οποία κατέφυγε σε μία σπηλιά που βρίσκεται στην τοποθεσία «Δύο λιθάρια», όπου και απομονώθηκε.
Η σπηλιά αυτή είναι γνωστή σήμερα με το όνομα  «Μπιστούρα της  Αθάνως».
Κατά την παράδοση οι πρώτοι άνθρωποι που έχτισαν τα Κουκούλια ήταν μελαχρινοί, συγγενής φυλή προς τους Σημίτες, κι ύστερα από 200 χρόνια έφυγαν.

Μία άλλη παράδοση αναφέρει:
(...Για να φτιάσουν το κάστρο της Κουκουλίστας οι Έλληνες, επειδής δεν έβρισκαν εκεί σιμά μεγάλα λιθάρια, πήγαιναν σε δυο ώρες μακριά και κουβάλαγαν πέτρες από πάνω από τα Σχωρέτσαινα.
Σήκωναν πέτρες τόσο μεγάλες, που δεν μπορούν τώρα να τις αναταράξουν ούτε με βιζίλες (μοχλούς). Τόσο στοιχειωμένοι ήταν εκείνοι οι άνθρωποι, γυναίκες άντρες. Αλλά τότες τους ήρθε ο σωσμός τους.
Ο Θεός έστειλε κάτι κουνούπια που τους τσίμπαγαν και πέθαιναν ο ένας κοντά στον άλλον. Και μια Ελλένισσα, πόφερνε ένα θεόρατο λιθάρι για το κάστρο, δεν πρόφτασε να τ' αποσώσει στην Κουκουλίστα και πέθανε στο δρόμο.
Και το λιθάρι έμεινε σιμά στο λαγκάδι που χωρίζει την Τζιούμα από τα Σχωρέτσαινα.


Πατριές

Πρώτη πατριά, που γνωρίσαμε στα Κουκούλια, είναι το σόι των Λιτσαίων, το οποίο, με τα λιγοστά του κτήματα και την πολλή δουλειά, έβγαλε ανθρώπους που δεν ασχολήθηκαν με τη γη, άλλα με το εμπόριο και τα γράμματα. Γι΄ αυτό και οι καλαμαράδες επί τουρκοκρατίας ήταν από το σόι αυτό.
Αργότερα συναντάμε τις παρακάτω πατριές: Κωσταγιανναίους, Ντουχανιαραίους, Καραμπαλαίους, Κιτσανταίους και Πολυζαίους.
Απόγονοι των Λιτσαίων πρέπει να είναι οι: Κωσταγιανναίοι,   Ζαχαραίοι   και  Κοκκιναίοι.
Από την πατριά των Ντουχανιαραίων οι: Παπαδαίοι και Μητσαίοι.
Από την πατριά των Καραμπαλαίων ξεπετάχτηκαν οι: Γεωργακαίοι, Τζανελαίοι και Παπαδημητραίοι.
Από την πατριά των Κιτσανταίων οι: Σταυραίοι, Χατζαίοι, Παπαγιανναίοι, Βλαχαίοι, Θεοδωραίοι και   Κοτσιναίοι.
Από την πατριά των Πολυζαίων οι: Κοντουλαίοι (πή­ραν το επώνυμο αυτό επειδή κάποιος Πολύζος ήταν πολύ  κοντός στο ανάστημα και τον έλεγαν «κοντούλη» στο παρατσούκλι, αργότερα έγινε και το επώνυμο του).
Συναντάμε ακόμα τα  συγγενολόια των: Τσουβαλαίων, Γαβραίων, Κοτκαίων, Παναίων,    Τζαφεραίων, Τσαραίων, Βαρελαίων, Καραβασιλαίων και Γκαναίων.
Το κάθε σόι φρόντιζε να φτιάξει σπίτι στο δικό του μαχαλά (συνοικία). Έτσι σήμερα συναντάμε τους μαχαλάδες: Γκανέικα, Τσουβαλέικα, Παπαδέικα, Ζαχαρέικα, Γαβρέικα, Κιτσαντέικα, Καραμπαλέικα, Πολυζέικα, Κακαβέικα, Μητσέικα, Βαρελέικα, Καραβασλέικα κοκ. Όσες οι πατριές, τόσες και οι συνοικίες, που και αυτές λιγοστεύουν, καθώς ξεκληρίζονται από  τον ξενιτεμό.
Εξακολουθούν όμως να παραμένουν οι ονομασίες, για να θυμίζουν σε όλους κάτι που τους περιμένει: «ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΟΝΟΜΑ»



3 σχόλια:

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ. είπε...

ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ ΤΟ ΧΟΡΙΟ ΜΑΣ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ Η ΓΑΜΠΡΗ ΜΑ ΦΕΤΟΣ ΔΕΝ ΘΑΚΑΝΟΥΝ ΤΟ ΠΑΝΙΓΥΡΗ,ΛΕΝΕ.ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΜΑΡΤΙΑ ΝΑ ΤΟ ΚΑΤΕΡΓΗΣΟΥΝ. ΣΤΑ ΚΟΥΚΟΥΛΙΑ ,ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ.ΚΑΙ ΣΥΧΑΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ROMIANEWS POLY ΩΡΑΙΑ,ΜΠΡΑΒΟ.

Unknown είπε...

Τι νά πεις;

Unknown είπε...

Χωριό ΑΓΑΠΗΜΈΝΟ. Είμαι ΠΕΡΗΦΑΝΗ που κατάγομαι από κει. ΑΓΙΑ ΧΩΜΑΤΑ!!!!!