Γράφει ο Γιώργος Γιαννάκης
Στο χωριό η Μήτραινα είναι μια γυναίκα δουλευταρού ,ποτέ δεν βάζει κώλο κάτου να καθίσει. Μια στα πρόβατα, μια στο χωράφι, να πλείν να καθαρείσ’ να ετοιμάσ’ τα παιδιά για το σχολείο. Η κακομοίρα ούτε να κοιμηθεί δεν αδειάζει. Κάπου λίγο τον κλέβει κεί στο προσήλιο καθώς βοσκάει τα πρόβατα.
-Ω Μήτραινα τι κάνς αυτού μωρή της χούιαξε η Βασίλω.
- Να τον πήρα λίγο στον κώλο η φουκαριάρα αποκοιμήθκα πάνω σε ένα τσιουγγάνι.
-Μώρ Μήτραινα μπράβο πτσαρίνα είσαι .
-Τι να μώρ Βασίλω η ανάγκη κάνει την αρκούδα και χορεύει.
Ο Μήτρος ένας αχαήρευτος τεμπέλης μόλις σηκώνει το ένα ποδάρι βρωμάει το άλλο. Έλα βρέ ανεπρόκοπε να κάνουμε καμιά δουλειά. Άστο ρε γυναίκα για αύριο τώρα βαριέμαι. Έλα το κάνεις σαν τι γάτα που κυνήγαγε το κρέας και δεν το έφτανε και έλεγε τι να σου κάνω που είναι Παρασκευή και δεν αρταίνουμε. Γυναίκα λέει ο Μήτρος τώρα τσώπα τώρα συλοέμαι. Τι συλοέσαι ρε χαμένε ρε ακαμάτη με το μυαλό το κλούβιο σου? Γυναίκα τώρα αν ήμουν πρόεδρος θα άλλαζα τον κόσμο. Ποιός ρε χαμένε θα άλλαζε τον κόσμο που εσύ ούτε βρακί δεν αλλάζεις έπιασε ο κώλος κόρα. Αστόησα όμως ότι είσαι στα ΤΕΑ εκεί και αν κάνεις δουλειά τι σου φταίνε άνθρωποι ρε κέρατο βερνικωμένο αν είναι απο τσαλονούς και τους καρφώνεις στους κολοβούς το ψωμί σου τρώνε. Εσύ για καμιά κολτσίνα στο καφενείο είσαι και να σε έχω και βαρβάτο μην σε χάσω και απο σόι, άντε τώρα κομμάτια σου και σήκω να καθαρίσουμε το μαντρί. Γυναίκα άστο για αύριο. Α ρε προκομένε για τίποτε δεν κάνεις το τρώς και πάει χαράμι.
Θυμάμαι τον σχωρεμένο τον πατέρα σου που μου έλεγε που σε έστειλε στον Ράρα να μάθεις ψίχα κλαρίνο αλλά εσένα σε πόνεσαν τα δάχτυλα. Αμ το άλλο όταν έφευγε το μπουλούκι για να πάει στα καμποχώρια για δουλειά ξεκίνησες και εσύ, κάποια ούντα ακούω το παιδί να φωνάζει μάνα ο Τάτας στη σκαμνιά. Ωρέ σκασμένο τι φωνάζεις! ΟΤάτας είναι στη σκαμνιά και τρώει σκάμια να μου ήρθε ένα σκάμνο στο κεφάλι.
Γλέπω τι να δω ρε προκομένε να μου χαθείς ρε ρεμάλι είδες τον Λιάκο της Βαγγέλαινας που με προξενεύανε, σπίτια, αμπέλια, χωράφια, εσύ μόνο κουρατσέλες στο χαλέ ξέρεις να κάνεις. Ποιός μωρέ αυτός που στο αντάρτικο μόνο για μάγειρας έκανε, εμένα ο Ζέρβας με είχε κατά νου του.
Ώρε Μήτρο Μπαζίνα αν ήξερες και πέντε κλίτσες γράμματα θα ήσουν μεγαλύτερος στρατηγός απο εμένα ,έτσι μου έλεγε ο Ναπολέων. Τι λες ωρέ στραποκαμένε κοίτα να μάσεις τα βρακιά σου που είσαι σαν τον Ρέτζιο και μετά γίνε και βασιλιάς.
Τελικά ο Μήτρος βρήκε το δρόμο του εκεί στη Φιλιππιάδα του Αγίου Δημητρίου στην εμποροπανήγυρη εκεί που αυτό το παλικάρι από την Βέροια ο Κώστα Μουρατίδης στο βαρέλι του γύρο του θανάτου που άμα έφευγε από εκει κανένα κεφάλι θα έπαιρνε ή θα έφτανε απέναντι στην Στρεβίνα. Εκεί και ο φακίρης με την κοπελιά στο κασόνι την έκοβε στην μέση αλλά αυτή ηταν ζωντανή εμείς πάντως με ένα τρουβαδάκι γκόρτσα τα βλέπαμε όλα και εκεί στον πάτο στην πλαταία ακούμε μια γνώριμη φωνή [έλα ρε μανάρα μου πως κάνει η Βουγιουκλάκη ] !!
Ποιός ήταν λέτε, ο Μήτρος απο την Ζαρκοβίτσα είχε μια αρκούδα και ένα ντέφι και έκανε τον αρκουδιάρη, ο έρμος ο Μήτρος δεν ξέχασε την τσιγγάνικη φύτρα του.
Φύτρα =καταγωγή
χουιαξε=φώναξε
ψίχα =λίγο
κολοβός=χωροφύλακας
τάτας =πατέρας
σκαμιά=μουριά
πτσαρίνα=δυνατή άξια
Γιώργος Γιαννάκης
Απόδημος Κραψίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου