Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012

Ελληνικό αγροτικό προϊόν αξίας 4.000 ευρώ το κιλό.



Το αποκαλούν το «σκόρδο των πλουσίων» και όχι άδικα, καθώς η τιμή του κιλού, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, αγγίζει τα 4.000 ευρώ. Δεν πρόκειται για κάποιο σπάνιο είδος χαβιάρι, αλλά για την τρούφα, η οποία καλλιεργείται πλέον και στη χώρα μας και έχει ξετρελάνει τους καταναλωτές!



Ο αγρότης Τάσος Παπαφώτης και η γεωπόνος Δάφνη Μπρανιώτη αποφάσισαν να συνεταιριστούν και να αποδείξουν, παρά την δύσκολη οικονομική συγκυρία, ότι η καλλιέργεια και παραγωγή τρούφας μπορεί να δώσει ένα σημαντικό εισόδημα στους κατοίκους των άγονων και εγκαταλελειμμένων ορεινών περιοχών και να αποτελέσει διέξοδο στις αγροτικές τους δραστηριότητες.

Σε υψόμετρο 700 μέτρων και σε απόσταση 25 χιλιομέτρων από την πόλη της Βέροιας, στο όρος Πιέρια και στο χωριό Πολυδένδρι, ο Τάσος Παπαφώτης αποφάσισε να εγκαταλείψει τις παραδοσιακές καλλιέργειες και να δοκιμάσει την τύχη του στον μύκητα που ακούει στο όνομα τρούφα. Μέχρι το 2008 ο 45χρονος αγρότης ασχολούταν με την καλλιέργεια ροδάκινων. 

Ομως η οικονομική κρίση τον οδήγησε να στρέψει την προσοχή του σε άλλες, πιο εξειδικευμένες καλλιέργειες. Μαζί με την κ. Μπρανιώτη ζύγισαν όλες τις λεπτομέρειες και υπό την καθοδήγηση του κ. Στέφανου Διαμαντή, ερευνητή στο ΕΘΙΑΓΕ, αποφάσισαν να δοκιμάσουν την επίπονη αλλά συνάμα κερδοφόρα καλλιέργεια της τρούφας, σε μια έκταση 10 στρεμμάτων. 

«Οι τρούφες ήταν γνωστές από την αρχαιότητα. Το πιο αρχαίο κείμενο που δείχνει το ενδιαφέρον που είχαν οι αρχαίοι βασιλείς γι' αυτούς τους υπόγειους καρπούς, είναι η ταμπλέτα από άργιλο που βρέθηκε στη Μεσοποταμία και περιγράφει το πολύτιμο δώρο που προσέφερε ο υποτελής του βασιλείου προς τον βασιλιά του. Το δώρο αυτό ήταν μια ποσότητα από τρούφες. 


Αργότερα διάφοροι Ελληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς μιλούνν με λόγια γεμάτα θαυμασμό γι' αυτά τα "υπόγεια φρούτα". Οι αρχαίοι Ελληνες το ονόμαζαν "Υδνα" και οι Ρωμαίοι "Tuber"» λέει στην «Espresso» ο κ. Παπαφώτης. 

Το «σκόρδο των πλουσίων», όπως αποκαλούν αρκετοί το νοστιμότατο έδεσμα λόγω της τιμής του και της γεύσης του, που αγγίζει ελαφρά το σκόρδο, δεν είναι τίποτα άλλο παρά «ένας υπόγειος ασκομύκητας, ο οποίος συμβιώνει με τις ρίζες ανώτερων φυτών με τη βοήθεια των μυκόριζων» όπως μας εξηγεί η κ. Μπρανιώτη: 

«Οπτικά και όχι γευστικά, είναι περίπου σαν ένα ανάποδο μανιτάρι που φυτρώνει και καλλιεργείται κάτω από το έδαφος. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν περίπου 50 είδη τρούφας γνωστά, που ανήκουν στο γένος tuber. Ολοι αυτοί οι μύκητες όμως δεν είναι εδώδιμοι. 


Από αυτούς μερικοί μόνο έχουν γαστρονομική και οικονομική αξία, όπως είναι η άσπρη τρούφα (tuber magnatum) και η μαύρη τρούφα (tuber melanosporum), ενώ η τιμή της θερινής τρούφας (tuber aestivum) και της κινέζικης (tuber indicum) είναι αρκετά χαμηλότερη». 


Κορωνίδα της γεύσης και όνειρο κάθε καλοφαγά

Ενώ για τη βοτανική επιστήμη οι διαφορές μεταξύ λευκής και μαύρης τρούφας είναι ελάχιστες, για τη μαγειρική είναι αρκετές. Ετσι, για παράδειγμα, η μαύρη τρούφα χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες στο μαγείρεμα, σε αντίθεση με τη λευκή που χρησιμοποιείται ωμή σε πολύ μικρές ποσότητες και -πρακτικά- ο ρόλος της είναι εφάμιλλος των μυρωδικών. Υπάρχει, επίσης, διαφορά στην τιμή. 

«Η άσπρη τρούφα πωλείται στην αγορά από 500 έως 4.000 ευρώ/κιλό, ενώ η μαύρη από 300 έως 1.000 ευρώ/κιλό! Και μόνο οι τιμές αυτές είναι ικανές για να οδηγήσουν κάποιον στην καλλιέργειά τους. 

Οι τρούφες αποτελούν την κορωνίδα της γεύσης και το όνειρο κάθε καλοφαγά. Φημισμένα εστιατόρια στην Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Β. Αμερική αλλά και σε άλλες περιοχές του πλανήτη προσφέρουν θεσπέσια εδέσματα σε αστρονομικές τιμές. 

Οι τρούφες, ακόμη και σε πολύ μικρή ποσότητα, με το μοναδικό άρωμά τους, μετατρέπουν κοινές συνταγές σε μοναδικές απολαύσεις» λέει στην «Espresso» ο κ. Παπαφώτης, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι το προϊόν δεν αποδίδει αμέσως, αλλά χρειάζονται αρκετά χρόνια υπομονής και σκληρής δουλειάς για να μπορέσεις να το εμπορευτείς: 

«Σημαντικό στάδιο για την καλλιέργεια τρούφας αποτελεί η σωστή εκλογή του αγρού. Ιδανικά εδάφη είναι τα ελαφρά κεκλιμένα και αμμοαργιλώδη, τα οποία στραγγίζουν καλά. Εμείς επιλέξαμε το Πολυδένδρι μετά από εκτίμηση πολλών ευνοϊκών παραμέτρων, όπως υψόμετρο της περιοχής, ph του εδάφους, ο προσανατολισμός, η χλωρίδα της περιοχής, και εγκαταστήσαμε φυτά τρούφας ποικιλίας tuber melanosporum, μιας και οι συνθήκες ήταν οι καταλληλότερες για την ανάπτυξη αυτού του μύκητα». 

Μια καλή παραγωγή διαρκεί 15 με 20 χρόνια

Πρόκειται για μια καλλιέργεια με λίγες απαιτήσεις κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Το μόνο που είναι απαραίτητο είναι ο καθαρισμός του κτήματος από τα χόρτα, ο οποίος τα πρώτα τρία χρόνια μπορεί να γίνει με χρήση μηχανήματος, ενώ για τα επόμενα η χρήση μηχανημάτων δεν επιτρέπεται. «Γύρω από τα δέντρα ο καθαρισμός των χόρτων γίνεται με το χέρι» συνεχίζει ο κ. Παπαφώτης. 

«Από τον τρίτο χρόνο και μετά η τρούφα "καίει" το χόρτο γύρω από τα δέντρα δημιουργώντας τον χαρακτηριστικό "τρουφόκυκλο". Επίσης οι απαιτήσεις της τρούφας σε νερό είναι ελάχιστες. Μόνο σε περιόδους ανομβρίας απαιτείται πότισμα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού κάθε 20 ημέρες. 

Δηλαδή μπορεί να χρειαστεί μέχρι 3 ποτίσματα. Το ζήτημα είναι ότι επειδή η τρούφα είναι μύκητας και αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, αν την αφήσεις μπορεί να μολύνει ολόκ
ληρο το χωράφι. 

Οι πρώτες σοδειές δεν είναι εκμεταλλεύσιμες. Μετά από 6-7 χρόνια μπορεί να σου δώσει προϊόντα έτοιμα να τα προωθήσεις στην αγορά και να ξεκινήσεις να κάνεις απόσβεση των χρημάτων που έχεις επενδύσει». 

Μεγάλο ενδιαφέρον αποτελεί ο τρόπος και ο χρόνος μετά τον οποίο γίνεται η συγκομιδή της τρούφας, γεγονός που εξηγεί και το τεράστιο κόστος που εμφανίζει η τιμή της. Οπως εξηγεί ο κ. Παπαφώτης, η παραγωγή της τρούφας εξαρτάται από το είδος του δέντρου με το οποίο συμβιώνει ο μύκητας. Ετσι, η φουντουκιά ξεκινάει να παράγει από τον πέμπτο χρόνο, η δρυς από τον έβδομο και το πουρνάρι από τον όγδοο χρόνο.

«Οσο κι αν ακούγεται περίεργο, μια καλή παραγωγή συνήθως διαρκεί 15 με 20 χρόνια. Η συγκομιδή της μαύρης καλοκαιρινής τρούφας (tuber aestivum) γίνεται τους μήνες Μάιο με Σεπτέμβριο, της μαύρης χειμερινής τρούφας (tuber melanosporum) τους μήνες Νοέμβριο με Μάρτιο, της φθινοπωρινής (tuber brumale) τους μήνες Δεκέμβριο με Μάρτιο και της λευκής (tuber magnatum pico) τους μήνες Σεπτέμβριο με Δεκέμβριο. 

Η τρούφα βγαίνει συνήθως σε βάθος μερικών εκατοστών, 10-25 μέχρι 40-50 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Μερικές φορές οι τρούφες βρίσκονται σε πολύ μικρό βάθος, ώστε το έδαφος στο σημείο που υπάρχουν τρούφες να φαίνεται ελαφρά ανασηκωμένο ή να δημιουργούνται μικρές σχισμές στην επιφάνειά του. 

Ενας σημαντικός παράγοντας που αναγκάζει τις τρούφες να βγαίνουν σε μικρό βάθος, σχεδόν επιφανειακές, είναι η μειωμένη ποσότητα ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος που καλλιεργούνται. Για να συλλέξουμε τις ώριμες τρούφες, δηλαδή αυτές που έχουν αναπτύξει το χαρακτηριστικό τους άρωμα, χρησιμοποιούμε την όσφρηση ενός ζώου. 

Παλαιότερα οι καλλιεργητές χρησιμοποιούσαν τον χοίρο, σήμερα όμως χρησιμοποιούμε ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά που μπορούν να ξετρυπώνουν τις τρούφες ακόμα και αν αυτές βρίσκονται σε μεγάλο βάθος».

Διαβάστε για την καλλιέργεια της τρούφας


Espressonews.gr                                                                                                                                                                                                                                                                                 
www.madata.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: