Στην εποχή μας που όλα απομυθοποιούνται και ξεγυμνώνεται από την ουσία και την ομορφιά της η μέρα της Κυριακής, που σήμερα δεν έχουν καμία σχέση με εκείνες τις Κυριακές των ημερών μας. Τότε με το καινούργιο φόρεμα στο γιορτινό τραπέζι. Κυριακές ήταν ιερές με το πρωινό εκκλησίασμα, μετά η χαρά του γάμου ,τα βαφτίσια.
Σήμερα τα πράγματα αλλάξανε, τα Σαββατοκύριακα άλλοι ξημερώνονται [στα κέντρα διασκεδαστών θορύβων], άλλοι δέρνονται στα γήπεδα, άλλοι σκοτώνονται στους δρόμους με κόντρες με τα αυτοκινητα και δυστυχώς οι περισσότεροι να είναι νέοι. Τον παλιό καλό καιρό η Κυριακή για τα γυμνασιόπαιδα είχε άλλη αξία. Θυμάμαι τα παιδιά από τα γύρω χωριά πηγαίναν στα κοντινά χωριά τους να γεμίσουν το τρουβαδάκι τους από αυτά τα καλούδια που τους ετοίμασε η μάνα τους. Στην επιστροφή τα συναισθήματα ήταν ανάμεικτα, μπορεί να κάναν και έξι ώρες ποδαράτο. Φανταστείτε τι δύναμη ψυχής είχαν αυτά τα παιδιά περνώντας βουνά και λαγκάδια με ταλαιπωρημένα πόδια απο την προκαδούρα των παπουτσιών τους. Και αυτά τα σακούλια με διάφορα σχέδια, χρώματα και κεντίδια αυτό που οι μαμάδες το είχαν υφάνει με όνειρα που γέμιζαν με πόνο και στέρηση.
Και τι να είχαν άλλωστε μέσα τα τρουβαδάκια, λίγο ψωμί καθάριο, λίγες ελίτσες, λίγο τυρί, κάνα δίφραγκο απο τον πάππου. Εκείνες οι μάνες προσπαθούσαν με λίγα χόρτα με κρεμμύδια ακόμα και λίγα γκόρτσα .Αλλά και τα παιδιά δεν λέγανε "δεν πάω σχολείο με άδειο σακούλι" σε εκείνες τις ηρωίδες μάνες.
Θυμάμαι πόσο τα ζήλευα αυτά τα παιδιά με το κοστουμάκι τους, το καπελάκι με την κουκουβάγια το σήμα της σοφίας. Παιδάκι εγώ γκαρσονάκι, εκεί στο υπόγειο μαγειρείο κοντά στην πλατέα των Ιωαννίνων, που τα χρήματα του πατέρα μου δε φτάνανε ούτε για μισό γιατάκι ενοίκιο, μου στερούν την μάθηση που τόσο αγαπούσα. Θυμάμαι όταν είχα κάποια ευχέρεια καθόμουνα έξω από το προαύλιο και χάζευα την Ζωσιμαία σχολή, νομίζω ένα σχολειό το καλύτερο της χώρας [έβγαζε τους καλύτερους δασκάλους].
Από κοντά και του Γεωργίου Σταύρου, ένα οικοτροφείο μάθαιναν τέχνες τα παιδιά, ποιό πέρα πρός την Συνάντηση ήταν το αγροτικό οικοτροφείο, ένα ίδρυμα γεωπονικής βέβαια σε αυτό θα μου επιτρέψετε να έχω διαφορετική γνώμη. Τα παιδιά δυστυχώς μάθαιναν λίγα πράγματα και ήταν απλώς εργάτες γής και ότι παρήγαγαν η τα τρώγαν μόνα τους τα έδιναν έξω. Τέλος πάντων τελικά όλα χρησιμεύουν και εκεί έμαθαν πως να συνεργάζονται, να δουν την ζωή στην πόλη και όλοι πήραν το δρόμο τους.
Τώρα που γράφω αυτές τις δύο κλειστές γράμματα έρχεται στη θύμησή μου ο Αποστολάκης απο τα χωριά από το Ανατολικό Ζαγόρι. Ο πατέρας του ο φουκαράς, για να σπουδάσει ο Αποστόλης κουβάλαγε ξύλα στα Γιάννενα και φόραγε ένα παντελόνι με ένα μπάλωμα πάνω στο άλλο. Πόσες φορές εκεί στα κρυφά δεν του έχω δώσει λίγες πατάτες ραγού. Ακόμη και εγώ ένας βοηθός σερβιτόρου που την καταπίεση και την εκμετάλλευση την έζησα στο πετσί μου και ίσως και άλλα παιδιά που βγήκαμε από νωρίς στην βιοπάλη, να ήταν σχολείο για τον περαιτέρω βίο μας.
Γιώργος Γιαννάκης
Απόδημος Κραψίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου