Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Ο μεγάλος θυμός.


Οι Βραζιλιάνοι ξεσαλώνουν με σάμπα. Οι Αιγύπτιοι χορεύουν raqsharqi (το γνωστό οριεντάλ). Οι Πορτογάλοι είναι καθολικοί, οι Τούρκοι μουσουλμάνοι. Οι Ισπανοί βρίζουν στα ισπανικά, οι Μαροκινοί στα αραβικά. Οι Ιταλοί γράφουν τις προκηρύξεις και τα πανό τους από αριστερά προς τα δεξιά. Οι Αλγερινοί αντίστροφα. Οι Σουηδοί πυρπολούν αυτοκίνητα. Οι Τυνήσιοι αυτοπυρπολούνται οι ίδιοι. Οι Έλληνες αυτοκτονούν μοναχικά. Οι Μεσανατολίτες ζώνονται με εκρηκτικά και παίρνουν καμπόσους μαζί τους.

Όταν το ζεις, δεν αντιλαμβάνεσαι το ιστορικό του βάρος. Εδώ και έξι χρόνια όλος ο κόσμος χορεύει, αγανακτεί, διαδηλώνει, εξεγείρεται, συγκρούεται με αστυνομίες και στρατούς. Σε πρωτοφανή μεγέθη, με απίστευτη ένταση. Αναρίθμητα πλήθη γεμίζουν τις πλατείες του κόσμου στις πιο διαφορετικές χώρες, με τις πιο διαφορετικές κουλτούρες, θρησκείες, καθεστώτα, επίπεδα ανάπτυξης. Εκτός από τον μεγάλο θυμό των ανθρώπων, είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς τι συνδέει τους Βραζιλιάνους με τους Τούρκους διαδηλωτές σήμερα ή τι συνέδεε τους Αιγύπτιους και Τυνήσιους της Αραβικής άνοιξης με τους Ισπανούς Indignados ή τους Έλληνες Aγανακτισμένους. 



Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα δυσκολευτούν να κατατάξουν το μεγάλο κύμα κοινωνικής αναταραχής που σαρώνει τον κόσμο από το 2008. Θα δυσκολευτούν να ορίσουν το σημείο εκκίνησής του - να ήταν άραγε ο ελληνικός «Δεκέμβρης 2008»; Αλλά τι κοινό υπήρχε ανάμεσα στον έφηβο Γρηγορόπουλο, που έπεσε νεκρός από σφαίρα αστυνομικού, και στον 27χρονο Τυνήσιο λαχανοπώλη Μπουαζίζι, που, δυο χρόνια μετά, διαμαρτυρήθηκε για την αστυνομική αυθαιρεσία αυτοπυρπολούμενος; Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στους Τούρκους διαδηλωτές που υπερασπίζονται την κοσμικότητα της κοινωνίας τους και στους Βραζιλιάνους πολίτες που ζητούν να διοχετευτεί στα δημόσια αγαθά μερίδιο από το πλεόνασμα της ανάπτυξης στη χώρα τους;

Εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχει τίποτα κοινό. Εκτός από το γεγονός ότι ο μεγάλος θυμός της τελευταίας εξαετίας αποτελεί το δεύτερο «μακρύ κύμα» της μεταπολεμικής ιστορίας που σκάει στα βράχια της «νέας τάξης». Το προηγούμενο κύμα, η «μεγάλη έκρηξη» του 1968, διέκοψε απρόσμενα τη μεταπολεμική αμεριμνησία της ευημερίας. Ήταν ένα κύμα νεανικό, με τους Γάλλους βλαστούς μεσοαστικών οικογενειών να τραγουδούν τη Διεθνή και τους Γερμανούς νέους να πειραματίζονται με το αντάρτικο πόλεων. Ήταν, όμως, καθαρά υπόθεση της Δύσης και των ανεπτυγμένων οικονομιών της. Ένα χασμουρητό πλήξης που εξελίχθηκε σε ουρλιαχτό ηθικής αποδοκιμασίας. 


Αλλά ποιο είναι το συνεκτικό στοιχείο του νέου μεγάλου θυμού που έχει βγάλει στον δρόμο, με παράδοξη μεταδοτικότητα και εντυπωσιακό ιστορικό συγχρονισμό, Έλληνες δημοσίους υπαλλήλους,  Ισπανούς ανέργους, Γάλλους αποταμιευτές, Βραζιλιάνους μικροαστούς, πιστούς μουσουλμάνους της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής; Μην ακούσω: «Τα social media!». Το ότι το Facebook και το Twitter έχουν υποκαταστήσει επάξια στην κινητοποίηση των μαζών τις χειρόγραφες προκηρύξεις, τα φέιγ βολάν και τις άλλοτε πολυπληθείς συλλογικότητες δεν κάνει τη διαφορά. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει κοινό κίνητρο.
Ένα ευδιάκριτο κίνητρο είναι η διάχυτη δυσφορία απέναντι στην εξουσία. Είτε αυτή έχει τη μορφή της ακραίας απολυταρχίας, είτε καλύπτεται κάτω από τον μανδύα της κοινοβουλευτικής νομιμότητας, η εξουσία αμφισβητείται μαζικά και στην ουσία της. Ο Ερντογάν έχει ευρεία λαϊκή υποστήριξη και το άστρο του ανέτειλε μέσα από σκληρή σύγκρουση με το κεμαλικό καθεστώς. Αλλά, από τη στιγμή που έγινε ο ίδιος καθεστώς, πέρασε στη γκρίζα ζώνη της αμφισβήτησης. Αυτό ισχύει και για τα αραβικά καθεστώτα που, τρία χρόνια από το πρώτο ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης, αδυνατούν να βρουν σημείο ισορροπίας. Ισχύει και για την πρώην αντάρτισσα Ντίλμα Ρούσεφ που δεν μπορεί να εξηγήσει πειστικά γιατί ο αναπτυξιακός άθλος της Βραζιλίας δεν έχει αγγίξει ούτε τις φαβέλες, αλλά ούτε τη νέα μεσαία τάξη της χώρας. Ισχύει πολλαπλάσια για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, οι οποίες με εξαιρετικό κυνισμό αδειάζουν τη δημοκρατία από το στοιχειώδες κοινωνικό της περιεχόμενο. Καθώς η Ευρώπη αποκτά τυπικά χαρακτηριστικά απολυταρχίας εντός της οποίας η πολιτική επιρροή των κοινωνιών σταδιακά εκμηδενίζεται, οι κοινωνίες θα κινούνται σταθερά μεταξύ δυσφορίας και έκρηξης. 


Η μια πηγή, λοιπόν, του μεγάλου θυμού του ετερόκλητου πλήθους είναι ο αυξανόμενος αυταρχισμός και αμοραλισμός της εξουσίας. Παραμένει, ωστόσο, παράδοξο το γεγονός ότι αυτός ο θυμός εκδηλώνεται εξίσου μαζικά, αν και όχι το ίδιο αιματηρά, τόσο σε καθεστώτα τυπικά δημοκρατικά όσο και σε εκείνα που δεν κρατούν δημοκρατικά προσχήματα. Η συγκολλητική ουσία του οικουμενικού μεγάλου θυμού είναι η βιαιότητα που συνοδεύει την τελευταία φάση καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Μια γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που διασπείρει τη δράση της σε τρεις ηπείρους χρειάζεται σταθερούς όρους αναπαραγωγής και στη Φρανκφούρτη, όπου βρίσκεται το σχεδιαστικό της επιτελείο, και στη Σανγκάη όπου παράγει τα αυτοκίνητά της. Ένας διεθνής χρηματοπιστωτικός κολοσσός έχει ανάγκη την απρόσκοπτη κίνηση των κεφαλαίων του από τη Νέα Υόρκη, όπου επινοεί άπειρες οβιδιακές μεταμορφώσεις του χρήματος, μέχρι το Νέο Δελχί, όπου κακοπληρωμένοι Ινδοί των call centers λύνουν σε άψογα αγγλικά απορίες Ευρωπαίων αποταμιευτών. Το παγκόσμιο χρήμα σε όλες τις εκδοχές του -παραγωγικό, πιστωτικό ή εμπορικό, ακόμη και ψηφιακό- ενοποιεί τα θεσμικά και πολιτικά πλαίσια, απαιτεί και επιβάλλει όλο και πιο ομοιόμορφους όρους πίεσης στην εργασία, εκμετάλλευσης του κοινωνικού πλούτου, ιδιωτικοποίησης των δημοσίων αγαθών, παραπλάνησης ή καταπίεσης του πλήθους, είτε συναλλάσσεται με αιμοσταγείς χούντες είτε δρα σε άψογες δυτικές δημοκρατίες.
Το αποτέλεσμα, όμως, είναι ότι αυτή η μόνιμη πια διαπλοκή του παγκόσμιου χρήματος, με τις αυταρχικές ή φιλελεύθερες πολιτικές ελίτ των χωρών που αποικίζει, γίνεται και μόνιμη πηγή δυσφορίας και θυμού των κοινωνιών. Ούτε ο Ερντογάν μπορεί να χτίσει οθωμανικούς στρατώνες χωρίς «χριστιανικές» πιστώσεις ούτε η κινεζική ηγεσία μπορεί τιθασεύσει τον θηριώδη πληθυσμό της χωρίς γερμανικές επενδύσεις. Είναι υποχρεωμένοι να συνυπάρξουν -για πόσο, άραγε;- με δυσφορούσες ή θυμωμένες κοινωνίες, σταθερά καχύποπτες πια για το πώς η κυριαρχία του παγκόσμιου χρήματος απονεκρώνει τις δημοκρατίες όπου υπάρχουν και τις απομακρύνει όπου δεν έχουν ακόμη υπάρξει. Τη στιγμή ακριβώς που ο καπιταλισμός γίνεται πραγματικά παγκόσμιο σύστημα, προδίδει πόσο άβολα αισθάνεται με ό,τι έχει απομείνει από την κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης. 


Το πλήθος το διαισθάνεται αυτό. Μπορεί να μην αντιλαμβάνεται τον μηχανισμό του, αλλά  το διαισθάνεται. Κι αυτό τρέφει τον μεγάλο του θυμό. Το πότε και σε ποιο σημείο του πλανήτη ο θυμός εκρήγνυται κάθε φορά, ανάγεται στο θρίλερ της ιστορίας. Η σημασία φωλιάζει στ' ανύποπτα.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Όταν το πλήθος γίνεται υποκείμενο ηθικής ανυπακοής εναντίον ενός άδικου ή ανήθικου νόμου, τότε ο νόμος φθείρεται και παύει να υφίσταται κοινωνικά, αργότερα και τυπικά. Αλλά, όταν το πλήθος ενώνεται σε μια πολύμορφη και συντονισμένη δημοκρατική ανυπακοή και  αντίσταση, μπορεί, μαζί με τους νόμους, να ανατρέψει και την κυβέρνηση που τους θέσπισε ή τους διαιωνίζει. Το διαπιστώσαμε ζωντανά στην Τυνησία και στην Αίγυπτο. Έπειτα στις πλατείες της Ισπανίας και της Ελλάδας. Η πολιτική ανυπακοή του πλήθους αποτελεί αυθεντική ηθική και δημοκρατία εν δράσει σε αντίθεση με την ανομία της εξουσίας. Είναι αυτό που φοβάται κάθε εξουσία
Κώστα Δουζίνα, «Αντίσταση και φιλοσοφία στην κρίση. Πολιτική, ηθική και στάση Σύνταγμα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: