Η διαθήκη μου.
Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ' αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτικαι λέει: Δόξα σοι ο Θεός.Αντισταθείτεστον περσικό τάπητα των πολυκατοικιώνστον κοντό άνθρωπο του γραφείουστην εταιρεία εισαγωγαί - εξαγωγαίστην κρατική εκπαίδευσηστο φόροσε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσειςσ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζειέντυπα αγίων λίβανον και σμύρνανσε μένα ακόμα που σας ιστορώ.πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοιστον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτεστις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτεςσ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνεπίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροισ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχήδίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστραστις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσειςαπό γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.στις υπηρεσίες των αλλοδαπώνκαι διαβατηρίωνστις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματίαστα εργοστάσια πολεμικών υλώνσ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγιαστα θούριαστα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνουςστους θεατέςστον άνεμοσ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούςστους άλλους που κάνουνε το φίλο σαςως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώαντισταθείτε.Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς τηνΕλευθερία.Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί- καθώς διαβάστηκε -ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.Πριν διαβαστείόχι οι κληρονόμοι που περίμεναναλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.Η διαθήκη μου για σένα και για σεχρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπααπό γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.Αλλάξανε φράσεις σημαντικέςώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμοεξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούςτη νέα βουή στα δάσητον άνεμο τον σκότωσαν -τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασαποιος είναι αυτός που πνίγει.Και συ λοιπόνστέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσειςαπό φωνήαπό τροφήαπό άλογοαπό σπίτιστέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.Ο Μιχάλης Κατσαρός (1919-1998) γεννήθηκε στην Κυπαρισσία. Σε νεαρή ηλικία πήρε μέρος σε αριστερές πολιτικές οργανώσεις και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση.Το 1945 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έζησε για πολλά χρόνια σε δύσκολες συνθήκες, ασκώντας διάφορα βιοποριστικά επαγγέλματα, όπως ταμίας σε εμπορικό κατάστημα, δημοσιογράφος στον παράνομο Τύπο και υπάλληλος στη ραδιοφωνία. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά "Θεμέλιο" (1947), "Ποιητική Τέχνη", "Τα Νέα Ελληνικά", "Αθηναϊκά Γράμματα" και "Στόχος" (1950) και το 1975 εξέδωσε το περιοδικό "Σύστημα", όπου δημοσίευε κυρίως δικά του κείμενα.Η πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία σημειώθηκε το 1946, με τη δημοσίευση του ποιήματος "Το Μπαρμπερίνικο καράβι" στο περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα". Tον ίδιο χρόνο δημοσίευσε σε ελεύθερο στίχο το ποίημα "Βγενιώ" στο ίδιο περιοδικό. Το 1949 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Μεσολόγγι". Παντρεύτηκε τη ζωγράφο Κούλα Μαραγκοπούλου.Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές "Μεσολόγγι", 1949, "Κατά Σαδδουκαίων", 1953, "Οροπέδιο", 1956, "Σύγγραμμα", 1975, "Πρόβα και ωδές", 1975, "Ενδύματα", 1977, "Αλφαβητάριο - ποιήματα Α-Ω", 1978, "Ονόματα", 1980, "3Μ+3Μ=6Μ", 1981, "4 μαζινό", 1982, "Μείον ωά", 1985, "Ο πατέρας του ποιητή", 1987, "Κορέκτ, φόβος του ποιητή", 1996, "Εννέα το επτά", 1997, τα δοκίμια "Πας-Λακίς Michelet", 1973, "Σύγχρονες μπροσούρες", 1977-78, "Αυτοκρατορική πραγματικότητα", 1995, "Το κράτος εργοδότης", 1996, και το μυθιστόρημα "Οι συλλέκται της Μονόχρα", 1980.Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες και μελοποιήθηκαν από τους Μ. Θεοδωράκη, Γ. Μαρκόπουλο, Θ. Γκαϊφύλλια και Α. Κουνάδη. Το "Κατά Σαδδουκαίων" παρουσιάστηκε μελοποιημένο από γερμανό συνθέτη στο "Κουήν Ελίζαμπεθ Χωλ", στο Σάουθ Μπανκ του Λονδίνου (ο αγγλικός τύπος τον παρέβαλε με τους ποιητές Μπρεχτ, Χο Τσι Μινχ και Παντίλα).Πέθανε στην Αθήνα. Για βιογραφικά στοιχεία από τον ίδιο τον ποιητή, βλ. τη συλλογή του "Καζαμία Ελλήνων", Αθήνα, Μανδραγόρας, 1996. Βλ. επίσης Αλέξανδρος Αργυρίου, "Mιχάλης Κατασαρός", στο "Η ελληνική ποίηση· η πρώτη μεταπολεμική γενιά", σ. 374-375. Αθήνα, Σοκόλης, 1982 και χ.σ., "Κατσαρός Μιχάλης", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985· Για προσέγγιση της ποιητικής του τέχνης βλ. συνέντευξη του ποιητή στον Μισέλ Φάις στο περιοδικό "Διαβάζω", τ. 370, 1/1997, σ.104-119. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)
Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Μίκης ΘεοδωράκηςΠρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης ΜπιθικώτσηςΑυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείςθα τους γνωρίσεις πάλιάλλον θα λένε Κωνσταντή κι άλλον ΜιχάληΑυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείςθα τους γνωρίσεις πάλισ'αυτόν τον κόσμο θα γυρνούνμε περηφάνια πιο μεγάληΑυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείςθα τους μισήσεις πάλιέναν μονάχα δε θα βρειςτον πιο μικρό, τον πιο πικρό, τον πιο αγαπημένοτον μοναχό, τον δυνατό και τον αντρειωμένοΑυτόν δε θα τον ξανεΐδείς να τονε βασανίσειςκαι την μεγάλη του καρδιά να τηνε σκίσειςαυτόν δε θα τον ξαναβρείς τι τον φυλάνε τ'άστρατι τον φυλάει ο ήλιος του, τονε φυλάει το φεγγάριΑυτόν που 'χει τη χάρη τον πιο μικρότον πιο πικρό και τον αγαπημένοαυτόν μονάχα εγώ, μονάχα εγώ, εγώ προσμένω
www.tvxs.gr
Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012
Μιχάλης Κατσαρός: Αντισταθείτε.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου