Μια άποψη που επαναλαμβάνεται σε διάφορα
άρθρα είναι ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αρπάξει την ευκαιρία της
ονομαζόμενης και «4ης Βιομηχανικής Επανάστασης» ώστε να
ανακτήσει γρήγορα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Απέναντι στην ιδέα αυτή βρίσκονται
όσοι υποστηρίζουν ότι η χώρα μας οφείλει να βασισθεί στην αναβάθμιση της
αγροτικής της παραγωγής, στη βελτίωση του τουριστικού της προϊόντος και σαφώς
στη βελτίωση των υποδομών της χώρας.
Σαν πρώτο συμπέρασμα αξίζει να λεχθεί
ότι είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό πως ένας διάλογος για το μοντέλο ανάπτυξης της
χώρας δεν έχει υλοποιηθεί με σοβαρότητα την τελευταία δεκαετία. Ο δημόσιος
διάλογος έχει επικεντρωθεί, μέχρι σήμερα, σε καθαρά οικονομικά θέματα που
άπτονται κυρίως της φορολόγησης (δημοσιονομική πολιτική) και πλέον ο μέσος
Έλληνας τείνει να γνωρίζει την έννοια του πρωτογενούς πλεονάσματος καλύτερα από
ένα φοιτητή των οικονομικών. Δε διοργανώθηκε ένας ευρύς δημόσιος
διάλογος για να διατυπωθούν απόψεις για το σύγχρονο ελληνικό μοντέλο
ανάπτυξης. Δεν υπήρξε πραγματική αντιπαράθεση ιδεών παρά σποραδικές και
ασυντόνιστες καταθέσεις προτάσεων, ομιλιών και άρθρων που πόρρω απέχουν από το
να κινητοποιήσουν τη δυναμική του δημόσιου διαλόγου.
Την ίδια στιγμή στις
ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου δαπανώνται δισεκατομμύρια στους τομείς της
ιατρικής έρευνας, της μικροηλεκτρονικής, της διαστημικής εξερεύνησης, της
τεχνητής νοημοσύνης και των νέων υπηρεσιών διαδικτύου σε σημείο που συντελείται
μια δομική αλλαγή στο μοντέλο λειτουργίας της οικονομίας. Ποια είναι
αυτή, λοιπόν, και πώς μπορεί να ωφελήσει τη χώρα; Ο Γάλλος
οικονομολόγος Jean Fourastié το 1949 διατύπωσε τη θεωρία ότι όσο αναπτύσσεται
μια οικονομία ο κλάδος της παροχής υπηρεσιών θα τείνει να εκτοπίζει σε σημασία
αυτόν της πρωτογενούς (αγροτική) και της δευτερογενούς παραγωγής (βιομηχανία).
Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους. Επειδή η τεχνολογία θα μειώνει συνεχώς το κόστος
παραγωγής τόσο των αγροτικών όσο και των βιομηχανικών προϊόντων και δεύτερον
επειδή ο διαχωρισμός μιας άϋλης υπηρεσίας από το υλικό αγαθό (προϊόν) θα γίνεται
όλο και πιο δυσδιάκριτη. Αυτό σήμερα αρχίζει και ισχύει όλο και
περισσότερο.
Τι δύναμη έχει
ένα πανίσχυρο κινητό τηλέφωνο (προϊόν) χωρίς τη σύνδεση σε ένα δίκτυο (υπηρεσία)
και την παροχή περιεχομένου από μια άλλη εταιρεία παροχής υπηρεσιών;
Οι τεχνολογικές εξελίξεις αλλάζουν άρδην, λοιπόν, το σύγχρονο μοντέλο
οικονομικής λειτουργίας. Η τρισδιάστατη εκτύπωση μειώνει σημαντικά το αποτύπωμα
της ανθρώπινης παρουσίας στη βιομηχανική παραγωγή και δίνει εντυπωσιακές
δυνατότητες παραγωγής εξειδικευμένων προϊόντων με εξαιρετικά χαμηλό κόστος. Η
εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή ανάπτυξη της ρομποτικής καθιστούν
την ανάγκη για εδραίωση βιομηχανικών μονάδων σε περιοχές με φθηνό εργατικό
δυναμικό μη αναγκαίες. Η παραγωγή σε ένα εργοστάσιο στην Κίνα μπορεί να γίνει
πλέον αντιοικονομική γιατί το κόστος και ο χρόνος μεταφοράς ενός εμπορεύματος
από την Κίνα στην Ευρώπη μπορεί να καθιστά μη ανταγωνιστικό το προϊόν σε σχέση
με την παραγωγή, για παράδειγμα, στην Ελλάδα.
Η αυτοματοποίηση εισέρχεται σε
όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας ακόμα και μέχρι την τελική παράδοση
του προϊόντος αφού ρομποτικά οχήματα θα μπορούν να παραδίδουν τα προϊόντα
γρήγορα στους αποδέκτες τους. Ωστόσο μήπως είναι η παραπάνω πρόταση ένα
σενάριο επιστημονικής φαντασίας; Είναι ενδεικτικό ότι η Κίνα
πανικόβλητη αγοράζει βιομηχανικά ρομπότ προκειμένου να αποτρέψει την εξέλιξη
αυτή (η International Federation of Robotics υπολογίζει ότι στην Κίνα θα υπάρχει
το 1/3 όλων των βιομηχανικών ρομπότ του κόσμου ως το 2018) ενώ παρατηρεί με
ανησυχία μια ανερχόμενη τάση επιστροφής βιομηχανικών μονάδων στις ΗΠΑ. Οπότε μια
παγκόσμια μετατόπιση της οικονομικής δραστηριότητας όντως φαίνεται να
πραγματοποιείται και να δημιουργεί τεράστιες ευκαιρίες για επανατοποθέτηση
κρατών.
Επίσης η τάση διασύνδεσης ενός προϊόντος με την υπηρεσία που το
συνοδεύει καθιστούν τον τομέα αυτό ιδιαίτερα ελκυστικό για τις εταιρείες
τεχνολογίας και παροχής υπηρεσιών που μπορούν να τοποθετηθούν στην αγορά ως
εταίροι μεγάλων βιομηχανικών κολοσσών. Το Internet of Τhings θα
καταστήσει την αλληλεπίδραση του ατόμου με το γύρω του περιβάλλον μια ιδιαίτερα
πολύπλοκη διαδικασία που θα προσφέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η
ανάπτυξη των σχετικών τεχνολογιών πραγματοποιείται μέσα από μικρές, καινοτόμες
και ευέλικτες εταιρείες οι οποίες στελεχώνονται από τη γενιά των
Millennials που διαθέτουν υψηλή εξειδίκευση, δημιουργικότητα και
διάθεση για ταχεία κοινωνική αναρρίχηση. Πρόκειται για μικρομεσαίες επιχειρήσεις
που μέσα σε κατάλληλο πλαίσιο συνεργασιών με πανεπιστήμια, δημόσιους και
ιδιωτικούς φορείς (clusters) θα μπορούν προσφέρουν μεγάλη υπεραξία στην
οικονομία.
Διεθνώς, λοιπόν, η σημασία περνάει από τη διαδικασία της
παραγωγής στη διαδικασία της δημιουργίας. Η νέα ιδέα είναι αυτή που
μετράει και μπορεί να ανατρέψει έναν ολόκληρο οικονομικό κλάδο. Πού βρίσκεται η
Ελλάδα μέσα σε αυτό το πλαίσιο των ραγδαίων αλλαγών; Η αλήθεια είναι ότι
ως χώρα βρισκόμαστε με ένα τεράστιο όπλο ανά χείρας που δεν ξέρουμε πώς
να το αξιοποιήσουμε. Το μορφωτικό επίπεδο του ανθρώπινου δυναμικού της
χώρας αποτελεί ένα εξελιγμένο πολυεργαλείο που η ελληνική πολιτεία το χειρίζεται
με την επιδεξιότητα ενός μπαμπουίνου. Για λόγους που ξεφεύγουν του παρόντος
άρθρου, χιλιάδες ελληνόπουλα διαθέτουν επίπεδο γνώσεων και επαγγελματικών
δεξιοτήτων ανώτερων των συναδέλφων τους στο εξωτερικό.
Ωστόσο, οι νέοι
Έλληνες επιστήμονες μαθαίνουν ότι οι σπουδές τους χρησίμευσαν ώστε να βγάζουν
φωτοτυπίες και να καθαρίζουν πάγκους σε εστιατόρια και γενικά για να κάνουν
εργασίες που μπορεί να επιτελέσει με άρτιο τρόπο ένας άνθρωπος που δεν
χρειάσθηκε να σπουδάσει για μια σχεδόν εξαετία επιπλέον. Επίσης η Ελλάδα
διαθέτει ένα εκπληκτικό κλίμα που μπορεί να αποτελέσει άνετα πόλο έλξης για τη
λεγόμενη δημιουργική βιομηχανία (προσέξτε ότι τα παγκόσμια κέντρα
τεχνολογικής καινοτομίας βρίσκονται στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια) ενώ διαθέτει
υποδομές ανεπτυγμένου κράτους (όσο και αν οι δημόσιες υπηρεσίες τείνουν να
ακολουθούν με κάποια βραδύτητα τις εξελίξεις) και πραγματικά ένα περιβάλλον που
υποστηρίζει την πολυπολιτισμικότητα. Δίχως άλλο η Μικρομεσαία επιχείρηση
αποτελεί πυρήνα για την ελληνική οικονομία ενώ διαθέτουμε αρκετά ερευνητικά
κέντρα και ακαδημαϊκά ιδρύματα ώστε να μπορέσουμε να αναπτύξουμε δυναμικές
ομάδες συνεργασιών ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
Ωστόσο, για τη δραστική
μετάλλαξη της ελληνικής οικονομίας από παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών χαμηλής
τεχνολογίας σε μια οικονομία προώθησης καινοτομιών απαιτείται η θεσμική
μετάλλαξη του δημοσίου τομέα. Καταρχάς απαιτείται θεσμική
συνέπεια. Η έννοια της καινοτομίας θα πρέπει να εισαχθεί στο λεξιλόγιο
της εθνικής πολιτικής, να διατυπωθεί με σαφήνεια στις αποφάσεις του κράτους και
να θεμελιωθεί θεσμικά με τη δημιουργία δημόσιων οριζόντιων υποδομών. Είναι το
εθνικό μας στοίχημα. Προς το παρόν γίνονται κάποια θετικά βήματα αλλά με αβέβαιη
συνέχεια εν μέσω συνεχόμενων αλλαγών στις πολιτικές προτεραιότητες της χώρας.
Τέλος μια σημείωση. Σε άρθρο του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο «Bloomberg»,
ο καθηγητής Κλάους Ζίμερμαν είχε επιχειρηματολογήσει υπέρ της
χρήσης της καινοτομίας για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας (τη θεωρεί
μονόδρομο). Στον ίδιο δρόμο διατυπώνουν απόψεις ο Αλέξανδρος Κρητικός
καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Postdam αλλά και ο
Αρίστος Δοξιάδης και άλλοι. Μια ελπιδοφόρα μεταβολή του εθνικού
διαλόγου ώστε «ο δημόσιος διάλογος για την κρίση και τα Μνημόνια να εστιαστεί
στα πρακτικά ζητήματα της ανάπτυξης, και να ξεφύγει από τις ιδεολογικές και
εθνικές αντιπαραθέσεις» θα αποτελέσει την πρώτη νίκη για την αναβίωση της
ανάπτυξης στη χώρα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου