«Στις 20 Σεπτέμβρη του 1926, ο ελληνικής καταγωγής
βιολιτζής Αλέξης Ζούμπας ηχογραφεί ένα από τα πιο υπνωτικά και απόκοσμα μουσικά
κομμάτια που έχω ακούσει ποτέ.», γράφει Αμερικανή δημοσιογράφος σε
άρθρο της για την Νew
York Times. Το τραγούδι, Ηπειρώτικο
Μοιρολόι είναι ένας πεντατονικός θρήνος (μοιρολόι) το οποίο για
χιλιετίες, ακουγόταν στις κηδείες των νεκρών στην Ήπειρο αλλά και ένα
ιστορικά αμφιλεγόμενο κομμάτι για τη γη ειδικά για τα ελληνο-αλβανικά
σύνορα. Έχει διάρκεια λίγο περισσότερο από τέσσερα λεπτά με
instrumental και σε μεγάλο βαθμό αυτοσχέδιο ήχο.
Ο Αλέξης ήταν ένας
τεχνικά άριστος μουσικός και δεξιοτέχνης αλλά το πραγματικό του δώρο στη
μουσική, ήταν τα πραγματικά συναισθήματα της αποσύνθεσης που εκφράζει ο ήχος
του. Υπάρχει μια έκδηλη "υστερία" στο παίξιμό του, κάθε του νότα τρέμει σαν να
έχει ο ίδιος υποστεί πρόσφατα ένα τεράστιο συναισθηματικό πλήγμα. Το
κομμάτι αναφέρεται σαφώς στην απώλεια και τον πόνο της ανθρώπινης ψυχής.
Την περίοδο λοιπόν που ηχογραφούσε το
"Ηπειρώτικο Μοιρολόι" έμενε ήδη μόνιμα στις Ηνωμένες Πολιτείες 16 χρόνια. Παρόλο
που δεν γνώριζε τόσο μεγάλη επιτυχία σαν επαγγελματίας μουσικός, ηχογραφούσε
κομμάτια παίζοντας solo ή συμμετέχοντας ως οργανοπαίχτης σε κομμάτια ορισμένων
δημοφιλών Ελλήνων τραγουδιστών.
Ο μεγαλύτερος του θαυμαστής και συλλέκτης
όλων των δίσκων του, ο Christopher King, αναζητούσε πάντα μέσω εμπόρων και άλλων
συλλεκτών παγκοσμίως, τα καλύτερα αντίγραφα του σπουδαίου Έλληνα μουσικού και
τον Ιανουάριο συγκέντρωσε 12 από αυτά σε μια νέα κυκλοφορία Αλέξης
Ζούμπας: Ένας Θρήνος για την Ήπειρο,
1926-1928.
Όλα τα τραγούδια του ενδέχεται να έχουν
ηχογραφηθεί στη Νέα Υόρκη ή στο Κάμντεν του Νιού Τζέρσεϊ κατά τη διάρκεια μιας
τριετίας και ο King πιστεύει πως ο Ζούμπας όταν τα συνέθετε, ήταν
κατακλυσμένος από τα βαθιά συναισθήματα ξενιτιάς. Εκείνο το αίσθημα της απώλειας
και το διακαή πόθο της επιστροφής στην πατρίδα.
Αλέξης
Ζούμπας.
«Παρόλο που στην Αμερική κανείς δεν θυμάται το όνομά του, ήταν ένας
σπουδαίος μουσικός και στην Ελλάδα τον θεωρούσαν κορυφαίο στο είδος του, κάτι
ανάλογο με τον Robert Johnson και το Charlie Patton», αναφέρεται στο διθυραμβικό
κείμενο στο βιβλιαράκι που συνοδεύει το δίσκο.
Ο Αλέξης Ζούμπας
γεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1883 στο Γραμμένο Ιωαννίνων σε μία οικογένεια με
άλλα πέντε παιδιά, δύο αγόρια και τρία κορίτσια. Τα δυο αδέρφια του ήταν
τεχνίτες, αλλά αυτός από πολύ νωρίς ασχολήθηκε με το βιολί και έγινε το μοναδικό
του ενδιαφέρον. Μέχρι το ξεκίνημα του 20ού αιώνα ήταν ήδη ένας από
τους καλύτερους οργανοπαίχτες των Ιωαννίνων αλλά με τα ελάχιστα λεφτά που έβγαζε
από τα πανηγύρια ήταν πολύ δύσκολο να ζήσει τη γυναίκα του Μαρίνα και τις δυο
του κόρες, την Χριστίνα και την Άννα. Έτσι, ένα πρωί του 1910 μπήκε στο πλοίο
για την Κέρκυρα μαζί με την τοπική κομπανία και από εκεί βρέθηκε στην Αμερική.
Για πάντα.
Από τις πρώτες μέρες στην Αμερική ο Αλέξης άρχισε να
παίζει σε ελληνικά «οριεντάλ» κλαμπ και σε εστιατόρια του Μανχάταν, στέλνοντας
όλα τα λεφτά που έβγαζε στην οικογένειά του στην Ελλάδα. Και τα επόμενα χρόνια
συνόδεψε με το βιολί του μερικές από τις πιο μεγάλες φωνές του δημοτικού
τραγουδιού και του σμυρνέικου που ήταν φίρμες εκείνη την εποχή στην Αμερική: της
κυρίας Κούλας, της Μαρίκας Παπαγκίκα και της Αμαλίας Βάκα. Όλες του οι
προσωπικές ηχογραφήσεις έγιναν σε διάστημα τρισήμισι χρόνων, με το κύριο μέρος
τους να καταγράφεται σε μερικές πλάκες γραμμοφώνου το 1928.
Τότε
περίπου ήρθε στην Ελλάδα για τον γάμο της κόρης του Χριστίνας με τον κλαριντζή
Τάσο Χαλκιά, που αναδείχθηκε μεταπολεμικά σε πατριάρχης της ηπειρώτικης μουσικής
και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη τον ίδιο Ιούλιο. Το 1930 ηχογράφησε άλλες τέσσερις
πλευρές που ήταν και οι τελευταίες του γιατί το μεγάλο κραχ και το ξέσπασμα του
δευτέρου παγκοσμίου πολέμου είχαν φέρει μεγάλες δυσκολίες στη μουσική
βιομηχανία, έτσι τα πιο πολλά στούντιο ηχογράφησης έκλεισαν. Ο Αλέξης συνέχισε
να παίζει σε μαγαζιά, αλλά δεν ξαναηχογράφησε.
Το 1941 έχασε στον
βομβαρδισμό των Ιωαννίνων όλη του την οικογένεια, τη γυναίκα του, την κόρη του
Χριστίνα, σύζυγο του μπαρμπαΤάσου Χαλκιά και τα δύο της αγόρια, ενώ η μοίρα της
άλλης του κόρης δεν έγινε ποτέ γνωστή. Τίποτα δεν υπήρχε πια να τον συνδέει με
την Ελλάδα και δεν ξαναγύρισε ποτέ.
Μέχρι το τέλος του 1941 ο Αλέξης
μετακόμισε στο Σικάγο και το 1943 πήγε στο Ντιτρόιτ. Τον Ιανουάριο του 1946
αρρώστησε και στις 7 Φεβρουαρίου πέθανε από πνευμονία. Ήταν 63
χρονών.
Μετά τη φωνή της Μαρίκας Παπαγκίκα, είναι ο δεύτερος Έλληνας
μουσικός εκείνης της εποχής που ανακαλύπτουν οι Αμερικάνοι.
Δείτε το
video
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου