Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Η Ήπειρος, η «Τσαμουριά» και η κρυμμένη αλήθεια...


Του ιστορικού Δημήτρη Σκεύα

Πολύπαθη η Ήπειρος, αποτελεί έως και σήμερα τη δεύτερη φτωχότερη περιφέρεια της Ελλάδας, μετά την ακριτική Θράκη. Οι πληγές, ωστόσο, της νότιας –ελεύθερης Ηπείρου, δεν δύνανται να αντιπαραταχθούν μ’ εκείνες, τις ανοιχτές ακόμη, πληγές της μαρτυρικής Βορείας Ηπείρου. Παρ’ όλα αυτά, συμβαίνει, δυστυχώς, στην σύγχρονή μας εποχή, σ’ αυτήν την εποχή της πληροφόρησης, του διαδικτύου και της ενημέρωσης, να παραγνωρίζουμε πτυχές, της όχι και τόσο παλαιάς μας Ιστορίας, μ’ αποτέλεσμα, όχι μόνο να μην τιμούμε τους ήρωες του Γένους μας, αλλά και να μην ξεχωρίζουμε τον θύτη από το θύμα. Μια τέτοια «μπερδεμένη» υπόθεση είναι και αυτή της επονομαζόμενης «Τσαμουριάς», που δεν είναι άλλη από την ελληνική θεσπρωτική ηπειρωτική γη. Η υπόθεση αυτή αν και μετρά 80 περίπου χρόνια, αναζωπυρώνεται κάθε τόσο από την εκάστοτε κυβέρνηση των Τιράνων, η οποία επιδιώκει διαρκώς να δημιουργεί νέα προσκόμματα αναζητώντας αφορμές για περαιτέρω διεκδικήσεις έναντι της Ελλάδας. Ο αλβανικός, άλλωστε, εθνικισμός θεριεύει σήμερα όπως και τότε κατά τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, όπου πίσω και κάτω από την μπότα των Ιταλο-γερμανικών στρατευμάτων κατοχής οι άσπονδοι «φίλοι» του Ελληνισμού έβαλαν σε λειτουργία τα υποχθόνια σχέδια τους. 

 Η Ήπειρος αλβανική ως την Πρέβεζα! Αυτό ήταν το σύνθημα των αυτοαποκαλούμενων «Τσάμηδων». Οι αλβανόφωνοι αυτοί μουσουλμάνοι κατοικούσαν στην γη της Θεσπρωτίας, ιδιαίτερα γύρω από την Ηγουμενίτσα, το Μαργαρίτι, τις Φιλιάτες και την Παραμυθιά. Ο πληθυσμός τους δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος, καθώς δεν ξεπερνούσαν τις 20.000 σε μια ελεύθερη Ήπειρο των 360.000 κατοίκων. Για την προέλευση αυτής της πληθυσμιακής ομάδας ισχυρότερη εμφανίζεται η άποψη που τους θέλει προϊόν, των, άλλοτε βίαιων και άλλοτε καιροσκοπικών, εξισλαμισμών πλατιών πληθυσμιακών στρωμάτων της Ηπείρου κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, ιδίως μετά την κατάπνιξη του επαναστατικού κινήματος του επισκόπου Τρίκκης Διονυσίου του Φιλοσόφου (+1611).  Όσον δε αφορά στην ονομασία Τσάμης, την οποία χρησιμοποιούν κατ’ αποκλειστικότητα σήμερα οι μουσουλμάνοι απόγονοι των Ελλήνων και Αλβανών εξωμοτών του παρελθόντος, η ετυμολογική της ρίζα θα πρέπει να αναζητηθεί στο αρχαίο όνομα του ποταμού Καλαμά, που δεσπόζει στην θεσπρωτική γη. Από το ελληνικό Θύαμις λοιπόν στο τουρκαλβανικό Τσάμης! Μάλιστα ο όρος χρησιμοποιήθηκε επί μακρόν για τον προσδιορισμό τόσο των μουσουλμάνων όσο και των Χριστιανών κατοίκων της Θεσπρωτίας, ενώ πολύ συχνά οι Έλληνες των παλαιότερων γενεών αποκαλούσαν τους μουσουλμάνους «Τσάμηδες» Τούρκους!  

Ο ετερόκλητος, εθνολογικά, αυτό πληθυσμός, που ομιλούσε εξίσου τα ελληνικά και μια αλβανική διάλεκτο, ως μουσουλμανικός, όφειλε κατά το γράμμα της συνθήκης της Λωζάννης του 1923 να μεταβεί στην Τουρκία, ώστε στη γη αυτή να εγκατασταθούν, στο πλαίσιο της Ανταλλαγής των πληθυσμών, διωκόμενοι χριστιανοί Έλληνες της Μ. Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Η ανταλλαγή αυτή, ωστόσο, ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, με δυσάρεστες συνέπειες για το μέλλον, χάρη στις ενέργειες του τότε κυρίαρχου της ελληνικής πολιτικής δικτάτορα Θεοδώρου Πάγκαλου, ο οποίος, επιχειρώντας να φανεί αρεστός στην νεότευκτη Αλβανία και την προστάτιδά της φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι, εξαίρεσε στα 1926 τους «Τσάμηδες» από την Σύμβαση για την Ανταλλαγή των πληθυσμών. Η ενέργεια αυτή του Θεόδωρου Πάγκαλου αποτέλεσε τροχοπέδη για την Ελλάδα, την ίδια μάλιστα στιγμή που η Ιταλία επέτεινε την πολεμική της κατά της πατρίδας μας. Ας σημειωθεί πως από το 1914 έως και το 1920 στο Μιλάνο είχαν εκδοθεί χιλιάδες εθνολογικοί και εθνογραφικοί χάρτες που παρουσίαζαν την Ήπειρος κατά πλειοψηφία αλβανική! Παράλληλα καθ’ όλη την διάρκεια του Μεσοπολέμου η αλβανική προπαγάνδα οργίαζε για το ζήτημα των «αλύτρωτων αδελφών» της «Τσαμουριάς». Η αλήθεια, ωστόσο, ήταν καταφανώς διαφορετική, καθώς στη μεν Θεσπρωτία οι «Τσάμηδες» άγγιζαν το ¼ του πληθυσμού, 19.905 σε σύνολο 80.000 κατοίκων, στη δε Ήπειρο των 380.000 κατοίκων αντιπροσώπευαν μόλις το 5% των κατοίκων. 

Τα χρόνια του Μεσοπολέμου διαδέχεται η νέα παγκόσμια συμφορά που ακούει στο όνομα δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Ιστορία είναι γνωστή, η φοβερή αυτή σύγκρουση κρούει την θύρα της Ελλάδος το 1940, καθώς οι αλαζόνες Ιταλοί υπό την καθοδήγηση του Ντούτσε Μουσολίνι εισβάλλουν στην πατρίδα μας. Δεν είναι, ωστόσο, μόνοι στο εγκληματικό τους σχέδιο καθώς στο πλάι τους προστρέχουν οι δουλόφρονες Αλβανοί, την χώρα των οποίων η Ιταλία έχει καταστήσει προτεκτοράτο ήδη από το 1939. Οι επιδιώξεις των Ιταλο-αλβανών εισβολέων συγκλίνουν· η ανεξάρτητη, ελεύθερη, Ελλάδα ενοχλεί τους πρώτους ενώ η ελληνική Ήπειρος απειλεί τους δεύτερους. Τα βορειοηπειρωτικά και αλβανικά βουνά σκάβονται από τις οβίδες και μετατρέπονται σε πεδία σφοδρών συγκρούσεων, στις οποίες σχεδόν πάντα βγήκε νικητής ο μαχόμενος υπέρ βωμών και εστιών ελληνικός στρατός νικώντας και τα 14 αλβανικά τάγματα που πολεμούσαν με λύσσα και με την ελπίδα ότι θα άρπαζαν μεγάλη λεία από τους νικημένους από τους Έλληνες. 

 Οι «Τσάμηδες» μπροστά σ’ αυτές τις εξελίξεις δεν έμειναν, δυστυχώς, αμέτοχοι. Οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν επισημάνει την κατασκοπική τους δράση, υπέρ των Ιταλών, πριν την έναρξη του πολέμου. Το θλιβερότερο, ωστόσο, ήταν πως από τα 14 αυτά αλβανικά τάγματα, που προαναφέρθηκαν, τα τρία απαρτιζόταν αποκλειστικά από αυτούς τους μουσουλμάνους πολίτες της Ελλάδας· η πρώτη πράξη της προδοσίας τους είχε συντελεστεί. Η επικείμενη τριμερής κατοχής της Ελλάδας, από Ιταλούς, Γερμανούς και Βούλγαρους θέτει τους «Τσάμηδες» σε θέση υπεροχής έναντι των Ελλήνων. Η Αλβανία είχε ήδη λάβει υποσχέσεις από την φασιστική Ιταλία για παραχώρηση σ’ αυτήν της «Τσαμουριάς» καθώς και άλλων τμημάτων γης τόσο από την Ελλάδα όσο και από την τότε Γιουγκοσλαβία. Άνανδροι και βίαιοι οι «Τσάμηδες» έδωσαν στους Έλληνες μια πρόγευση του τι θα υφίσταντο από αυτούς, κατά το χρόνια που θα ακολουθούσαν, ήδη από την πρόωρη και σύντομη κατάληψη της Ηγουμενίτσας από τους Ιταλούς το 1940, όπου συνέλαβαν και εκτέλεσαν τον μεγαλέμπορο Χρήστο Πιτούλη, τον Χρήστο Τσώνη και περισσότερους από 10 ακόμα χριστιανούς, ενώ εν συνεχεία πυρπόλησαν την άτυχη πόλη.

Νουρί Ντίνο, Μαζάρ Ντίνο και Ρετζέπ Ντίνο. Τρείς εγκληματικές μορφές του «απελευθερωτικού» αγώνα των «Τσάμηδων». Πληροφοριοδότες των Ιταλών και των Γερμανών διαδόχων τους, όργανα της Ξίλια, του Εθνικού αλβανικού συνεδρίου. Στόχος του ήταν ένας: να γίνει «η Ήπειρος αλβανική ως την Πρέβεζα»! Η καταπίεση των Χριστιανών άρχισε αμέσως με την κατοχή. Από το 1941 οι «Τσάμηδες» απαιτούσαν την καταβολή του 1/3 της ζωικής και αγροτικής παραγωγής των Χριστιανών σ’ αυτούς! Δεν άργησαν ν’ ακολουθήσουν οι δολοφονίες· το 1941, μόνο στη Θεσπρωτία εκτελέστηκαν 283 Έλληνες Χριστιανοί, την επόμενη χρονιά 438· ανάμεσα στο θύματα και  ο αναπληρωτής νομάρχης Γεώργιος Βασιλάκος, ενώ στο ίδιο έτος επτά χωριά λεηλατήθηκαν και κάηκαν από τους «Τσάμηδες». 


Με την έλευση του 1943 και ενώ ο πόλεμος αρχίζει να προσλαμβάνει αρνητικά χαρακτηριστικά για τις δυνάμεις του Άξονα, με την συμμαχική εισβολή στην Ιταλία και την έξοδο της από τον πόλεμο, η κατάσταση στην Ήπειρο γίνεται όλο και πιο ζοφερή. Έχοντας βρει νέο προστάτη στο πρόσωπο των Γερμανών Ναζί οι Αλβανό-«Τσάμηδες» εκτελούν βήμα προς βήμα την εθνοκάθαρση του ελληνικού πληθυσμού. Η περιοχή του Φαναριού στη Θεσπρωτία αποτελεί το μήλον της έριδος για τους προδότες μουσουλμάνους, καθώς δεν υπάρχει σ’ όλη τη Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία πιο εύφορη καλλιεργήσιμη γη από αυτήν. Ωστόσο, αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα, καθώς η γη αυτή κατέχεται και κατοικείται από Έλληνες! Η λύση στο πρόβλημα τους δεν θ’ αργίσει να βρεθεί και υπό την αιγίδα των Γερμανών, οι οποίοι οργανώνουν την επιχείρηση Augustus 9/8/1943 με πρόθεση να εξαλείψουν τις ελληνικές αντιστασιακές δυνάμεις στην περιοχή. Οι «Τσάμηδες» έλαβαν ενεργό μέρος στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, ως πιστοί σύμβουλοι και ακόλουθοι των Ναζί, καταστρώνοντας καταλόγους στους οποίους εγγράφηκαν όλοι οι Χριστιανοί άρρενες από 16 έως και 60 ετών ώστε αυτοί να συλληφθούν και να εκτοπιστούν, ώστε σε δεύτερο χρόνο να αποσταλούν στη Γερμανία ή αλλού για καταναγκαστική εργασία.

Όπως έχει καταδείξει ο καθηγητής κύριος Αθανάσιος Γκότοβος, βάση των γερμανικών αρχείων, στους προαναφερθέντες καταλόγους δεν υπάρχει ούτε ένας μουσουλμάνος. Άλλωστε, η μαρτυρία του φιλοαλβανού Γερμανού Ναζί συνταγματάρχη Remold, μιλά από μόνη της: «Οι Αλβανοί στις παράκτιες περιοχές είναι εξαιρετικά γερμανόφιλοι, Είναι οργανωμένοι για την αυτοάμυνα. Έχουν συμβάλει στην εκκαθαριστική επιχείρηση [εννοεί την Augustus] ως οδοδείκτες κλπ». Ο όρος «οδοδείκτες» που χρησιμοποιείται στην αναφορά δεν είναι καθόλου αθώος, όπου σχολιάζει ο κύριος ο Α. Γκότοβος: «Πίσω από την αθώα λέξη «κλπ.» κρύβονται ορισμένες από τις πιο άγριες, πρωτοφανούς βιαιότητας πράξεις, πέρα από τη συνηθισμένη αρπαγή και λεηλασία περιουσιών που είχε γνωρίσει ο χριστιανικός πληθυσμός της περιοχής στην ιστορία του». Ενώ παραμένει μνημείο αιώνιας καταισχύνης το ότι ο εν λόγω συνταγματάρχης Remold δεν τιμωρήθηκε ποτέ για τα εγκλήματα που οι άνδρες του διέπραξαν. Μάλιστα, διετέλεσε μεταπολεμικά διοικητής της Άμεσης Δράσης του Μονάχου, χωρίς ποτέ να κληθεί σε απολογία από κανέναν Έλληνα ή Γερμανό εισαγγελέα.  Το Φανάρι πλήχθηκε βαριά· τριάντα χωριά από τη Παραμυθιά ως την Πάργα και την Αμμουδιά, καταστράφηκαν, 250 Έλληνες δολοφονήθηκαν, άλλοι 562 σύρθηκαν στη εξορία ως όμηροι ενώ μόλις 16 από αυτούς επιβίωσαν τελικά, 456 γυναίκες βιάστηκαν και άλλες 231 απήχθηκαν από τους «Τσάμηδες», με μόνο 32 από αυτές να καταφέρνουν να ενωθούν ξανά με τις οικογένειες τους. Οι υλικές, επίσης, ζημιές ήταν ανυπολόγιστες με πάνω από 870 σπίτια πυρπολημένα, και με το βιος των ανθρώπων λεηλατημένο. Ο ελληνικός πληθυσμός είχε δεχθεί καίριο πλήγμα.

Σειρά είχε τώρα η ίδια η Παραμυθιά, ενώ πριν από αυτήν οι Γερμανό-«Τσάμηδες» έσπευσαν να καταστρέψουν το Πόποβο, ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της εθνικής αντίστασης στην Ήπειρο, χωρίς επιτυχία· πυρπόλησαν ωστόσο στο Ελευθεροχώρι και πήραν 40 Έλληνες όμηρους. Η ελληνική αντίσταση ενήργησε, και ο προδότης Έλληνας Σωτήριος Κουτούπης εκτελέστηκε στην πόλη της Παραμυθιάς από τον οπλαρχηγό Κωνσταντίνο Γεωργίου, ενώ λίγο καιρό μετά οι «Τσάμηδες» βασανιστές Τέφικ Κεμάλ και Γιαγιά Κασίν θανατώθηκαν από τον Ηλία Νίκου. Η Παραμυθιά μπαίνει πλέον στο στόχαστρο των «Τσάμηδων» και με πρόσχημα αντίποινα για τη δράση των Ελλήνων ανταρτών και την εκτέλεση των δολοφόνων, με γερμανική βοήθεια, τα δολοφονικά βλήματα των τουφεκιών τους συλλαμβάνουν 51 Έλληνες Χριστιανούς πατριώτες και εκτελούν τους 49 Έλληνες, αφαιρώντας από την πόλη της ικμάδα της. Οι δύο που διασώθηκαν υποχρεώθηκαν σε καταναγκαστική εργασία από τους Γερμανούς για την κατασκευή αεροδρομίου στην περιοχή.

Οι Αλβανό-«Τσάμηδες» αισθάνονται πως η εξουσία τους έχει πια εδραιωθεί και ζητούν την αυτονόμηση της Θεσπρωτίας! Στις 10/11/1943, στο σπίτι του Ρεντζέπ Ντίνο διεξάγεται σύσκεψη κλιμακίου της «Ξίλια» τη παρουσία «Τσάμηδων» προέδρων διαφόρων κοινοτήτων της περιοχής, όπου διακηρύσσεται πως: «ο σκοπός της συνάντησης είναι να αφυπνιστούν στα χωριά οι συνειδήσεις και να διακηρύξουμε ότι υπό την προστασία των γερμανικών όπλων, με τα οποία κάθε Αλβανός συνδέεται με δεσμούς ζωής και θανάτου, επιτέλους έρχεται η νέα τάξη που οραματιζόμαστε από παλιά. Οι Αλβανοί πρέπει να βοηθήσουν εμπράκτως και να εργαστούν γι’ αυτό». Λίγες μέρες αργότερα με στρατιωτικού διοικητή της Παραμυθιάς και της «Ξίλια» ζητείται επίσημα να απομακρυνθούν οι ελληνικές αρχές καθώς η περιοχή θα διοικείται πλέον από τους Αλβανούς. Κατόπιν τούτου, και παρά την διαμαρτυρία των ελληνικών δοσίλογων διοικητικών υπαλλήλων, οι Αλβανοί σχηματίζουν την «Μιλίτσια», την αλβανική χωροφυλακή, που θα φέρει ιταλική στολή, αλλά και άλλες ένοπλες ομάδες, τις περιβόητες «Μπαλ Κομπετάρ», που απαρτίζονταν από νεαρούς «Τσάμηδες» οι οποίοι έφεραν γερμανικές στολές και οι οποίες συνεργάστηκαν στενά με τους Ναζί κατά των αντιστασιακών και συμμαχικών δυνάμεων.  

Οι βιαιοπραγίες των Αλβανό-«Τσάμηδων» και των Γερμανών συνεχίστηκαν κατά το 1944, ωστόσο, από το καλοκαίρι του ίδιους έτους η κατάσταση άρχισε να δυσχεραίνει πολύ γι’ αυτούς, καθώς ο Άξονας βαλλόταν στα διάφορα θέρετρα του πολέμου και η πλάστιγγα είχε πλέον γείρει υπέρ των Συμμάχων. Στην Ήπειρο ο Ε.Δ.Ε.Σ., υπό τον συνταγματάρχη Βασίλειο Καμάρα μάχεται τους «Τσάμηδες» περιορίζοντάς τους στα μεγάλα αστικά κέντρα και στη οχυρή θέση της Μενίνας (σημερινή Νεράιδα). Η Ήπειρος απελευθερώνεται βήμα προς βήμα, στις 26 και 27/6 1944 ανακαταλαμβάνεται η Παραμυθιά, οι «Τσάμηδες», χάρη στη διαμεσολάβηση του μητροπολίτου Δωροθέου, αφοπλίστηκαν και παραδόθηκαν. Λίγες μέρες, με ενέργειες του ΙΙ Ανεξάρτητου Τάγματος του Ε.Δ.Ε.Σ υπό τον Κωνσταντίνο Δουφεξή η Πάργα απελευθερώνεται.  Η μια μάχη διαδέχεται την άλλη, και παρά τις προσπάθειες των Αλβανό-γερμανών να ανακαταλάβουν την Παραμυθιά η πόλη παραμένει σ’ ελληνικά χέρια.

Τον Αύγουστο του 1944 ήταν πιθανή η άφιξη του υπαρχηγού του Χότζα Σέχου με μια ταξιαρχία προς ενίσχυση των Τσάμηδων. Οι ελληνικές δυνάμεις σπεύδουν να ολοκληρώσουν την απελευθέρωση της Ηπείρου εκτός από την Ηγουμενίτσα και τους Φιλιάτες· οι δύο πόλεις τελικώς απελευθερώνονται τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Οι «Τσάμηδες» καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα του θέρους του 1944 αυτομολούν μαζικά προς την Αλβανία, υπό τον φόβο των αντιποίνων του ελληνικού πληθυσμού για τις θηριωδίες και τα εγκλήματα που διέπραξαν κατά την διάρκεια τις κατοχής. Ωστόσο, από την νέα τους βάση εξακολουθούν να προκαλούν και θα ενορχηστρώσουν σχέδιο επιστροφής τους· αυτή την φορά υπό τον κόκκινο παρτιζάνικο μανδύα του Ενβέρ Χότζα. Η συνεργασία του κομμουνιστικού μπλοκ υπήρξε καταφανής τον Δεκέμβριο του 1944, όταν οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ αποχώρησαν από την Θεσπρωτία για την Αθήνα, ώστε να συμμετάσχουν στην επικείμενη προσπάθεια του Κ.Κ.Ε να καταλάβει την πρωτεύουσα. Οι ελληνικές δυνάμεις του Καμάρα, ωστόσο, ήταν εκεί και έτρεψαν τους Αλβανό-«Τσάμηδες» σε φυγή όταν αυτή επιχείρησαν να διαβούν τον Καλαμά· μάλιστα η αντεπίθεση των Ελλήνων ήταν τέτοια, ώστε αυτοί εισχώρησαν στη βορειοηπειρωτική γη φθάνοντας ως την Δρόπολη. Αναγκάστηκαν βέβαια κατόπιν να επιστρέψουν, ύστερα από πιέσεις των Συμμάχων Βρετανών.

Με τη λήξη του πολέμου επήλθε η ποινική δίωξη των «Τσάμηδων», οι οποίοι ως εγκληματίες πολέμου καταδικάσθηκαν για τις προδοτικές τους ενέργειες από το Ειδικό Δικαστήριο Δοσίλογων Ιωαννίνων, το 1945. Συνολικά καταδικάστηκαν ερήμην 1701 «Τσάμηδες», εκ των οποίων, 911 σε θάνατο, 489 σε ισόβια και 301 σε φυλάκιση, η δε ακίνητη περιουσία τους απαλλοτριώθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο με τη μεν αγροτική να παραχωρείται σε ακτήμονες, τη δε αστική να εκποιείται, ώστε να στεγαστούν άστεγοι. Η αλβανική πανουργία, ωστόσο,  δεν παρέδωσε τα όπλα αλλά επιχείρησε να επέμβει στον συμμοριτοπόλεμο, με το πλευρό του Κ.Κ.Ε, θέτοντας δίχως άλλο το βλέμμα για ακόμη μια φορά στην πολύπαθη Ήπειρο. 
Τα φρικτά εγκλήματα εκείνης της περιόδου έχουν πλέον ξεχαστεί από τους πολλούς στην πατρίδα μας, δυστυχώς όμως δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους βόρειους γείτονες μας, η αρπαχτική διάθεση των οποίων, αν μη τι άλλο, ενισχύθηκε μετά την πολυετή κομμουνιστική τυραννία του «πατερούλη» Ενβέρ Χότζα. Η Ιστορία είναι αλήθεια και η γνώση αυτής είναι δύναμη, ας μην την αμελούμε και την παραχαράσσουμε λοιπόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: